Λοιπόν, έχουμε και λέμε: στην αρχή ενός Μουντιάλ η Βραζιλία, αντί να χορεύει σάμπα, σε υποχρεώνει να αναρωτηθείς μήπως έχει μυθοποιηθεί... τσάμπα. Πρωτοφανές; Οχι δα.

Ας θυμηθούμε τις μίζερες «προκαταρκτικές» εμφανίσεις της, το 1986, εναντίον της Ισπανίας και της Αλγερίας. Στον αγώνα εναντίον των Ιβήρων, μάλιστα, οι Βραζιλιάνοι χρειάστηκαν την... καθιερωμένη διαιτητική αρωγή: κανονικό ισπανικό γκολ δεν μέτρησε. Την είχαν και το 1982 στο ντεμπούτο τους με τους Σοβιετικούς («πνίγηκε» καθαρό πέναλτι και απετράπη το 0-2). Αλλο αν το βράδυ εκείνο η «σελεσάο», ειδικά στο β' ημίχρονο, απέδωσε εκπληκτικό ποδόσφαιρο. Την είχαν και το 2002 απέναντι στην Τουρκία και το Βέλγιο, αλλά επί του παρόντος το θέμα μας δεν είναι το εν λόγω... εθιμικό δίκαιο.

Βραζιλία να παίζει μέτρια ή και μετριότατα -για τα δικά της στάνταρ- δεν είναι, λοιπόν, κάτι πρωτόγνωρο σε Μουντιάλ. Να αποδοκιμάζεται όμως μαζικά, να εισπράττουν οι παίκτες της από την κερκίδα γουχαΐσματα (στον αγώνα με Αυστραλία), ε, αυτό είναι όντως νέο στοιχείο.

Η εξήγηση είναι απλή: το τερατώδες μάρκετινγκ της εποχής μας, πολύ πιο ισοπεδωτικό από όσο ήταν προ εικοσαετίας, παρουσιάζει τη «σελεσάο» ως ομάδα σχεδόν υπερφυσική. Ο κόσμος διαμορφώνει ανάλογες απαιτήσεις: οι «μάγοι» οφείλουν να κάνουν ανά πάσα στιγμή «μαγικά», ειδάλλως τους ρίχνουν στην πυρά «προδομένοι» φίλοι και «δικαιωμένοι» εχθροί.

Ενας στους έξι κατοίκους του πλανήτη παρακολούθησε το ντεμπούτο των Βραζιλιάνων στο Μουντιάλ. Ενα δισεκατομμύριο άνθρωποι, βομβαρδισμένοι με την ιδέα -άλλο πόσο είχε πεισθεί καθένας- ότι θα δουν επίγειους θεούς να παίζουν θεϊκό ποδόσφαιρο. Οταν, στο παιχνίδι με την Αυστραλία, επιβεβαιώθηκε πάλι πως και οι τεχνίτες της μπάλας Βραζιλιάνοι... άνθρωποι είναι, η δυσφορία των φίλων και η χλεύη των εχθρών ξεχείλισαν. Και ας μην έπαθε κανένα απολύτως κάζο η «σελεσάο».

Η λόγω μάρκετινγκ μυθοποίηση αποδεικνύεται διπλά απάνθρωπη για τους Βραζιλιάνους παίκτες: αφενός τους υποχρεώνει να συγκριθούν με πρότυπα εξωπραγματικά, αφετέρου τους γεμίζει με εξίσου ψυχοφθόρες ευθύνες έναντι άλλων. Ο Πελέ, ο Ριβελίνο και ο Σόκρατες χαίρονταν το παιχνίδι, γνωρίζοντας ότι το τελικό αποτέλεσμα θα επηρέαζε την ψυχούλα των συμπατριωτών τους. Τώρα, όμως;

Τώρα ο Ροναλντίνιο γνωρίζει ότι μια καλή ή κακή μπαλιά του επιδρά, εκτός των άλλων, στις προσδοκίες και τους ψυχρούς υπολογισμούς κάμποσων «τρίτων»: όταν το 68% των ετήσιων αποδοχών σου (σε απόλυτα μεγέθη 17 εκατ. ευρώ!) προέρχεται από διαφημίσεις, τότε αποκτά αντίπαλο το μεγάλο παιδί που παίζει μπάλα χαμογελώντας ασταμάτητα. Εναν δεύτερο, ύπουλο «εαυτό»: την ιδιότητα του «πουλέν» σε μια μεγάλη εμπορική παρτίδα. Δύσκολο να μείνεις ανεπηρέαστος, ακόμα κι αν είσαι ο «Ρόνι».

Ας μη με παρεξηγήσουν οι φίλοι της «σελεσάο»: η ομάδα αυτή, εδώ και δεκαετίες, είναι... μαμόθρεφτη! Εν αρχή, την προστάτευαν ποικιλοτρόπως η «μαμά ΦΙΦΑ» κι ο πατήρ Χαβελάντζε: θυμηθείτε τις γενναίες, λεβέντικες δηλώσεις που είχε κάνει το 1986 ο μεγάλος Σόκρατες για την εύνοια της διαιτησίας, τις σχετικές σκοπιμότητες κ.λπ. Στη συνέχεια ανέλαβε η Μητριά που ακούει στο όνομα Μάρκετινγκ -θυμηθείτε απλώς το θρίλερ «NIKE-Ρονάλντο» του 1998 και τις μετέπειτα αποκαλύψεις.

Η «σελεσάο» αναγορεύτηκε σε παραμυθένια νεράιδα, σε... Μέριλιν Μονρόε της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας. Το επόμενο «Μ» ήταν η Μυθοποίηση. Κατόπιν; Μπούμερανγκ! Το αγκάλιασμα του μάρκετινγκ κάποια στιγμή θα γινόταν ασφυκτικό, σαν σφίξιμο βόα...

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube