Αχάριστος δεν είμαι, φίλε αναγνώστη, γι' αυτό δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω τον εκπαιδευτικό –και όχι μόνο– ρόλο της Ελληνικής Τηλεόρασης στο Μουντιάλ της Γερμανίας. Δίχως τη συμβολή των Ταγματάρχη, Λάλα –και όχι τόσο των ιδίων, αλλά των εκλεκτών καλεσμένων τους– δίχως αυτούς, λέω, πολλά από αυτά που συμβαίνουν όχι μόνο στα γήπεδα της Γερμανίας, αλλά όλου του κόσμου γενικότερα, ειλικρινά δεν θα τα καταλάβαινα.
Οχι ότι τώρα τα καταλαβαίνω με όλα αυτά που λένε, αλλά τουλάχιστον με έκαναν να αγαπήσω και πάλι το ποδόσφαιρο, βλέποντάς το από άλλη σκοπιά: αυτή του ανεξήγητου φαινομένου. Διότι μόνο ένα ανεξήγητο φαινόμενο μπορεί να χρήζει τόσων ερμηνειών, όσων δηλαδή ακούω κάθε βράδυ. Ο καθένας καταθέτει και από μία άποψη, τη δική του, χωρίς να συμφωνεί με τίποτα και με κανέναν. Μαγικό!
Ο Θόδωρος, πάλι, ο οδηγός μου –διεστραμμένο μυαλό, γι' αυτό άλλωστε τον διάλεξα– επιμένει ότι όλο το Μουντιάλ είναι οι μεταδόσεις των σπίκερ της ΝΕΤ από τα γερμανικά γήπεδα. Οχι όλων, αλλά αυτές των Βερνίκου, Μεγαλέξανδρου Θεοφιλόπουλου τις θεωρεί κορυφαίες και σπάνια ντοκουμέντα, που σε λίγα χρόνια θα αποκτήσουν ανεκτίμητη αξία και θα πωλούνται στη μαύρη αγορά. Γι' αυτό τις μαγνητοσκοπεί. Τα βράδια τον ακούω που βάζει τα cd με τις μεταδόσεις και τα παίζει ανάποδα, ανακαλύπτοντας έτσι φράσεις και λέξεις με προφητικά μηνύματα. Μερικές φορές, όπως μου έχει εξομολογηθεί, πετυχαίνει και τη σωστή προφορά των ονομάτων των ποδοσφαιριστών, κάτι που δεν συμβαίνει αν παίξεις το cd κανονικά. Φοβερά πράγματα!
Το Σάββατο τα μεσάνυχτα, μετά το ματς Βραζιλία-Γαλλία, παρακολούθησα –όπως κάθε βράδυ– την εκπομπή με τα «Κακά παιδιά» και έγινα –ήθελα, δεν ήθελα– πιο σοφός. Ανάμεσα στους καλεσμένους ήταν και ο αγαπημένος μου Λαυρέντης Μαχαιρίτσας. Ο Λαυρέντης ομολόγησε ότι δεν είχε δει το παιχνίδι επειδή ένας φίλος του παντρευόταν την ίδια ώρα και έπρεπε να παραστεί στο μυστήριο. Δεν μου έκανε, φίλε αναγνώστη, εντύπωση ότι ακόμα και σε αυτή την ηλικία υπάρχουν άνθρωποι που αποφασίζουν να παντρευτούν –έχω ζήσει από κοντά μεγαλύτερα βίτσια και ανωμαλίες–, όσο το ότι ο Μαχαιρίτσας μιλούσε για το ματς όχι μόνο σαν να το είχε παρακολουθήσει, αλλά σαν να ήταν στο γήπεδο!
Σκέφτηκα τότε ότι ένας άνθρωπος που φτιάχνει τόσο όμορφα τραγούδια και στίχους, θα ήταν πολύ εύκολο να φτιάξει κι ένα ματσάκι, έτσι για πλάκα, με τη φαντασία που τον διακρίνει. Βέβαια, η συζήτηση ξέφυγε από το Βραζιλία-Γαλλία και κατέληξε στο ρητορικό ερώτημα πώς καταφέραμε εμείς δύο χρόνια πριν να κατακτήσουμε το Ευρωπαϊκό, νικώντας μάλιστα ομάδες όπως η Γαλλία και η Πορτογαλία, που σε αυτό το Μουντιάλ έφτασαν μέχρι τα ημιτελικά. Ισως επειδή και οι δύο τελειώνουν σε… Γαλλία. Ποιος ξέρει και ποιος θυμάται, άλλωστε... Κανείς δεν απαντούσε και ο Μαχαιρίτσας όλο και πήγαινε πιο πίσω τις αναφορές του. Σε κάποια φάση πρέπει να έφτασε μέχρι τη μάχη στα Δερβενάκια ή την ιστορική συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, αλλά εγώ, φίλε αναγνώστη, δεν άντεξα να το δω αυτό, γιατί αυτά τα ιστορικά με κουράζουν, αλλά και με πληγώνουν.
Στην ίδια εκπομπή ήταν και ο αντιπρόεδρος της Βουλής κ. Τραγάκης, από τον οποίο πληροφορήθηκα ότι οι Βραζιλιάνοι δεν παίζουν καλά και γρήγορα στην Ευρώπη επειδή στα γήπεδα της πατρίδας τους το χορτάρι είναι 20 πόντους ψηλότερο! Επ' αυτού, μάλιστα, ζήτησε και την υποστήριξη του Τάκη Γκώνια, ο οποίος του υπενθύμισε ότι οι περισσότεροι Βραζιλιάνοι παίζουν στην Ευρώπη. Αυτό, όμως, ο αντιπρόεδρος της Βουλής μάλλον το θεώρησε μικρή λεπτομέρεια. Και είχε δίκιο. Για 20 πόντους θα συζητάμε τώρα…
Ενδιαφέρουσα, όμως, ήταν η συζήτηση την Κυριακή το βράδυ, στην ίδια πάντα εκπομπή, ανάμεσα στη Βάσια Τριφύλλη και τον καθηγητή διαιτησίας κύριο Μποροβήλο. Τον ρώτησε αν θυμάται σε κάποιο ματς να έχει αλλάξει την απόφασή του για γκολ ή για άλλη αμφισβητούμενη φάση ο διαιτητής. Ο Μποροβήλος δεν θυμόταν –και ίσως ο άνθρωπος στη ζωή του να έχει κάνει τεράστιες προσπάθειες ακριβώς για να μη θυμάται ανάλογες περιπτώσεις– κι έτσι απάντησε αρνητικά.
Επενέβη, όμως, ο Ανδρέας Μπόμης κι έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Θυμήθηκε ανάλογη περίπτωση σε ματς Ιωνικού-ΑΕΚ, τελικός Κυπέλλου Ελλάδας, με πρωταγωνιστή τον Νικολαΐδη, τότε που ο Ντέμης σκόραρε α λα Μαραντόνα. Διαιτητής ήταν ο Δούρος, που κατακύρωσε το γκολ, αλλά ύστερα από παρέμβαση του τέταρτου το ακύρωσε.
Ποιος ήταν όμως ο τέταρτος; Ολους τους θυμόταν ο κ. Μπόμης εκτός από αυτόν. Ζήτησε τότε τη βοήθεια των παρευρισκομένων, αλλά κανείς δεν θυμόταν. «Πώς τον λέγανε, ρε παιδιά, ήταν και αστυνομικός με μηχανή», αναρωτιόταν φωναχτά ο κ. Μπόμης, αλλά σωστή απάντηση δεν έπαιρνε, ώσπου ξαφνικά τον θυμήθηκε. «Ελα, ρε παιδιά, ο Βαβύλης ήταν. Αυτός που ήταν και αστυνομικός». Ταράχτηκε το στούντιο. Ο Ταγματάρχης τού θύμισε ότι ο Βαβύλης ήταν παπάς-κατάσκοπος και άλλα δέκα επαγγέλματα που ακόμα εκκρεμούν, αλλά διαιτητής δεν υπήρξε ποτέ. Τελικά μέσα στο μπέρδεμα ο Μποροβήλος φώναξε: «Μήπως λέτε τον Παπίλια;». «Ναι, αυτός ήταν», απάντησε δικαιωμένος ο Ανδρέας Μπόμης. Ούτε ο Βαβύλης ούτε ο Παπίλιας, για την ιστορία ήταν ο Γιανναδάκης, αλλά σε αυτή την εκπομπή πόση σημασία έχει ποιος είναι ποιος...
Μη θεωρήσετε, βέβαια, απίθανο στην Ελλάδα που ζούμε αύριο-μεθαύριο να διαιτητεύσει και ο Βαβύλης. Η εκπομπή, είπαμε, είναι προφητική. Εξάλλου, έχουμε δει και χειρότερα. Γι' αυτό κι εγώ σήμερα αντί για σκίτσο έφτιαξα αυτό το κολάζ στο κέντρο της σελίδας. Τον διαιτητή Βαβύλη έτοιμο να επιβάλει τα ενάρετα στα εγκόσμια.