Μια μερα, ο βασιλιάς αποφάσισε όλοι οι υπήκοοί του να λένε την αλήθεια.
Στήθηκε μια κρεμάλα έξω από τις πύλες της πόλης και ανακοινώθηκε ότι όποιος μπαίνει στην πόλη, οφείλει να απαντήσει ειλικρινά σε μια ερώτηση που θα του γίνει.
Ο Νασραντιν Χοτζασ ήταν πρώτος. Ο λοχαγός της φρουράς τον ρώτησε:
- Πού πας; Πες την αλήθεια, αλλιώς θα εκτελεστείς.
- Πάω -είπε ο Νασραντίν- να πεθάνω στην κρεμάλα.
- Δεν σε πιστεύω.
- Πολύ καλά, αν σου είπα ψέματα να με κρεμάσεις!
- Ναι, αλλά τότε θα είχες πει την αλήθεια!
- Ακριβώς, είπε ο Νασραντίν, τη δική σου αλήθεια.
Το Τσαμπιονσ Λιγκ είναι η διοργάνωση που αποτελεί τη μετεξέλιξη του παλιού Κυπέλλου Πρωταθλητριών, αλλά, επί της ουσίας, πρόκειται για μία τελείως διαφορετική. Μία διοργάνωση με περισσότερη λάμψη, μεγαλύτερη απήχηση, καλύτερη οργάνωση και κυρίως πολύ περισσότερα χρήματα. Τόσο για την ΟΥΕΦΑ όσο και για τις ομάδες που συμμετέχουν. Φέτος, ας πούμε, οι ομάδες θα παίρνουν 600 χιλιάδες ευρώ για τη νίκη και τα μισά για την ισοπαλία. Πριμ που είναι τα διπλά απ' όσα μοίραζε η ΟΥΕΦΑ, που αυτή την περίοδο θα μοιράσει στις ομάδες περισσότερα από ποτέ. Η μεγαλύτερη προβολή που έχει η διοργάνωση στην τωρινή μορφή της οφείλεται στο γεγονός ότι η ΤΕΑΜ στήριξε όλο το σχέδιό της για την αναμόρφωση του θεσμού πάνω στην τηλεόραση, αναγνωρίζοντας τη δύναμη και τη δυναμική του μέσου. Τώρα πια, όλοι αναγνωρίζουν ότι το Τσάμπιονς Λιγκ είναι η καλύτερη διοργάνωση σε επίπεδο συλλόγων σε ολόκληρο τον κόσμο, σε σημείο που να λειτουργεί ως οδηγός για όλους όσοι θα ήθελαν να διοργανώσουν κάτι ανάλογο είτε στη Λατινική Αμερική είτε στην Αφρική είτε μελλοντικά και στην Ασία. Μάλιστα, η ΟΥΕΦΑ προσπαθώντας να αναβαθμίσει και τη δεύτερη σε σπουδαιότητα διοργάνωση σε επίπεδο συλλόγων, το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ, βασίστηκε στην οργανωτική μορφή του Τσάμπιονς Λιγκ. Ολα αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά. Οπως και το συνολικό ποσό των χρημάτων που έχουν «κερδίσει» από το 1992 μέχρι σήμερα οι τρεις ελληνικές ομάδες που πήραν μέρος στον θεσμό, στη φάση των ομίλων. Ολυμπιακός και ΠΑΟ έβαλαν στο ταμείο τους κάτι περισσότερο από 47 εκατομμύρια ευρώ έκαστη, ενώ η ΑΕΚ μόλις 14,5 εκατομμύρια. Ο τρόπος με τον οποίο οι ελληνικές ομάδες αξιοποίησαν αυτά τα χρήματα είναι μία πολύ μεγάλη συζήτηση που κάποια στιγμή θα πρέπει να κάνουμε, διότι θα δείξει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι ελληνικές ομάδες σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό και τον προγραμματισμό τους. Που θα δείξει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν την πρόκληση της ευρωπαϊκής διάκρισης και πώς οργανώνονται για να την επιτύχουν. Ομως, τι ακριβώς είναι αυτή η διοργάνωση για τις ελληνικές ομάδες; Από την αγωνιστική δυναμικότητά τους αλλά και τη μέχρι τώρα επιχειρηματική συμπεριφορά τους αυτό που με σαφήνεια μπορεί να συμπεράνει κάποιος είναι ότι για τις ελληνικές ομάδες μέχρι τώρα -και κυρίως για τον Ολυμπιακό και τον ΠΑΟ- το Τσάμπιονς Λιγκ ήταν μία επιταγή με ζεστό και πολύ -για τα ελληνικά δεδομένα- χρήμα. Κάτι σαν τις επιδοτήσεις ή τα κοινοτικά προγράμματα που για χρόνια παίρναμε από την Ε.Ε., χωρίς να θεωρούμε ότι είχαμε κάποια υποχρέωση από την πλευρά μας απέναντι στην Ε.Ε. γι' αυτά τα κοινοτικά κονδύλια, που σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν για τελείως διαφορετικούς σκοπούς απ' αυτόν για τον οποίο δόθηκαν. Και ο σκοπός για τον οποίο δόθηκαν ήταν να εκσυγχρονίσουμε τις δομές μας και να μειώσουμε την απόστασή μας από τις προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες. Ενας από τους λόγους που η ΟΥΕΦΑ έδωσε και συνεχίζει να δίνει αυτά τα χρήματα είναι και αυτός. Ενα είδος οικονομικής βοήθειας. Ομως, όπως και στα έργα που γίνονται με κοινοτική χρηματοδότηση υπάρχει και συμμετοχή της κάθε χώρας, συνήθως σε ποσοστό 50% με χρήματα του κρατικού προϋπολογισμού, έτσι έπρεπε να συμβαίνει και στις ενισχύσεις του Τσάμπιονς Λιγκ. Συνέβη, όμως αυτό; Προφανώς όχι. Η συμμετοχή, βέβαια, στους ομίλους δεν είναι για πάντα εξασφαλισμένη, ακόμα και αν η ομάδα κατακτήσει το πρωτάθλημα, διότι η συμμετοχή μιας ή περισσότερων ομάδων στους ομίλους εξαρτάται από τη συνολική βαθμολογία της χώρας στον κατάλογο της ΟΥΕΦΑ. Αυτή η παράμετρος, στο σκεπτικό της ΟΥΕΦΑ, πέραν του γεγονότος ότι διασφαλίζει τη συμμετοχή στη διοργάνωση των ανταγωνιστικότερων, των ισχυρότερων συλλόγων, παράλληλα πιέζει τις χώρες που θα ήθελαν να διακριθούν, να επενδύσουν περισσότερα χρήματα -και χρόνο- στο ποδόσφαιρο για να καταφέρουν κάτι παραπάνω. Αν δεν επενδυθούν περισσότερα χρήματα στο ποδόσφαιρο μιας χώρας, στις υποδομές, στο ανθρώπινο υλικό, στην οργάνωση των ομάδων, τότε δεν μπορεί κάποιος να κάνει όνειρα για τη συμμετοχή στο πρωτάθλημα των πλουσίων. Για τη συμμετοχή. Η διάκριση είναι μία τελείως διαφορετική ιστορία. Οι δύο μεγάλοι του ελληνικού ποδοσφαίρου και από κοντά και η ΑΕΚ έχασαν -για διαφορετικούς λόγους ο καθένας- πολύ χρόνο μέχρι να κατανοήσουν ότι έπρεπε να αλλάξουν τη διοικητική δομή τους, να εκσυγχρονίσουν τον τρόπο λειτουργίας τους, να επενδύσουν στις υποδομές, να υιοθετήσουν τα χαρακτηριστικά μιας επιχείρησης για να έχουν τη δυνατότητα να πάρουν μέρος στους χρυσοφόρους ομίλους. Τώρα, που όλοι στην Ευρώπη φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν τα παιχνίδια με τις ελληνικές ομάδες σαν ευκαιρία για να κάνουν το rotation τους ή ένα καλό ξεμούδιασμα, θα πρέπει να αποδεχτούμε την πραγματικότητα και όχι την «αλήθεια» που ο καθένας προτιμάει για να τον νανουρίζει. Και η πραγματικότητα είναι ότι έχουμε γίνει ένας βολικός σάκος του μποξ.