Η φήμη που θέλει τον Γκιγιέρμε Ογιος να απασχολεί τη διοίκηση του Παναθηναϊκού μετά την «εκπαραθύρωση» του Μπάκε μπορεί από τη μια να ελέγχεται (έτσι κι αλλιώς πρόκειται για «φήμη»), ωστόσο, από την άλλη, δίνει νέες –εντυπωσιακές– διαστάσεις στη συμμετοχή του Αργεντινού στα ελληνικά ποδοσφαιρικά δρώμενα.
Γιατί, ποιος είναι τελικά ο Ογιος; Ενας προπονητής που προέρχεται από μία ονομαστή –παγκοσμίως- σχολή ποδοσφαίρου, που «γράφει» μερικές αγωνιστικές με τον Αρη στο ελληνικό πρωτάθλημα και προέρχεται από τις παιδικές ομάδες της Μπαρτσελόνα. Ως παίκτης, ήταν ένας καλός Αργεντινός μέσος με θητεία στον ευρωπαϊκό χώρο και αρκετές διακρίσεις με την αγαπημένη του Μπόκα Τζούνιορς.
Φτάνει η στιγμή που κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες η συνεργασία του Αρη με τον… οργανισμό «Ροναλντίνιο» τον έφερε στη Θεσσαλονίκη και μάζεψε καμιά 15αριά λατινοαναθραμμένους παίκτες για να παίξει όπως έμαθε από μικρός. Με πίεση από το πρώτο λεπτό, που ξεκινά από τους επιθετικούς και καταλήγει στους αμυντικούς του, με γρήγορο ρυθμό και εμφανείς τις διαθέσεις του να ανοίξει το παιχνίδι, όσο μεγάλο κι αν είναι το ρίσκο. Ο Ογιος, σε αντίθεση με τη φιλοσοφία των περισσότερων συναδέλφων του που εναρμονίστηκαν στο «κλειστό παιχνίδι», αποφεύγοντας τις έντονες συγκινήσεις, με σημαντικό κόστος στο θέαμα που προσφέρεται, έχει κάθε λόγο να νιώθει ευνοημένος από τις επιλογές του: παρουσιάζει μια ομάδα που παίζει καλύτερα από τις περισσότερες -και ενδεχομένως καλύτερες- της Σούπερ Λίγκας και φέρει τον τίτλο του «αδικημένου», επειδή ο Αρης θα μπορούσε να έχει πάρει δύο «διπλά» (με Λάρισα και Αιγάλεω), συγκεντρώνοντας αισίως δέκα βαθμούς.
Η μεγαλύτερη επιτυχία του είναι ότι, παρ' ότι πρόκειται για έναν άγνωστο ξένο προπονητή, χωρίς περγαμηνές και «βαρύ» βιογραφικό, καταφέρνει να κερδίζει συνεχώς μεγαλύτερο κομμάτι εκτίμησης για την εικόνα που παρουσιάζει η ομάδα του. Κοινώς, οι μετοχές του στο ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο βρίσκονται ήδη αρκετά ψηλά, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το «μπάσιμο» στην ελληνική αγορά (του ελληνικού ποδοσφαίρου, που δεν είναι σοβαρό) είναι, αν μη τι άλλο, εντυπωσιακό.
Στον Αρη φαίνεται να εκτιμούν αυτό που έχουν. Να εκτιμούν το γεγονός ότι ο «από το πουθενά» Ογιος διδάσκει μια ποδοσφαιρική φιλοσοφία που αρέσει και που, τέλος πάντων, στο μέτρο του εφικτού, αποπνέει αγωνιστική αξιοπρέπεια. Ο,τι δηλαδή χρειάζεται μια ομάδα στην προσπάθειά της για ένα αξιόλογο ξεκίνημα.