Η σημερινή είναι ημέρα κλήρωσης (για τον σχηματισμό των ομίλων του) Κυπέλλου UEFA. Αλλά δεν συμβαίνει να είναι και ημέρα «πράσινης» ευφορίας, αναζωογονητικής όρεξης, πυρετού, όπως σε νορμάλ συνθήκες θα ήταν. Γιατί; Εν ολίγοις, διότι το πιο σύντομο ανέκδοτο του συρμού έχει γίνει «Ο Παναθηναϊκός της Ευρώπης».
Επιστρέφοντας από τη Ζαπορίζια, ένιωθα ότι είχαν κυλήσει οι 90 πιο άσκοπα ξοδεμένες ώρες της ζωής μου. Απ' τα ξημερώματα της (περασμένης) Τρίτης ως τα μεσάνυχτα της Παρασκευής στο πόδι, γι' αυτό το «πράγμα».
Κάποτε, το ν' ακολουθεί κανείς τον Παναθηναϊκό στην Ευρώπη ήταν δουλειά και χαρά, δύο σ' ένα. Το έζησα έξι χρόνια ως ρεπόρτερ στα ’80s, το έζησα κι αργότερα ως σχολιαστής.
Την τελευταία τριετία, η δουλειά+χαρά έγινε μόνο δουλειά. Πλέον, σήμερα έφτασε να είναι σαν δουλειά στο κάτεργο. Δεν παραπονιέμαι, στο κάτω-κάτω πληρώνομαι για (και έχω συμφωνήσει) να το κάνω.
Απλώς, περιγράφω το βίωμα. Και περιγράφοντάς το, το μυαλό απευθείας πηγαίνει σ' όσους (όχι απλώς δεν πληρώθηκαν, αλλά) πλήρωσαν κι από πάνω γι' αυτή την απερίγραπτη ταλαιπωρία.
Τρεις Ηταν. Και αληθινή χαρά μου ότι τους γνώρισα. Ιδίως (με το συμπάθιο, αγόρια) την υπέροχη κυρία Δέσποινα, που δεν είναι 67 ετών (όπως «με γράφετε στις εφημερίδες»), αλλά... μόλις 66. Με την ολοπράσινη εξάρτησή της, με τα γούρια της, με την άδολη αγάπη της. Θεά!
Η χαρά για την προσωπική γνωριμία είναι και η λύπη για το πόσο συρρικνώθηκε αυτό που δεν ήταν ανέκδοτο, αλλά σύνθημα το οποίο απεικόνιζε με ρεαλισμό την πραγματικότητα: Ελλάς-Ευρώπη-Παναθηναϊκός.
Είναι ένα (και, μάλιστα, καίριο) ζήτημα εάν όλο αυτό, έτσι συρρικνωμένο, αντέχει να το κοιτάξει κατάματα η ιδιοκτήτρια οικογένεια. Είναι, επίσης, ένα (εξίσου καίριο) ζήτημα πώς αντιδρούν βλέποντας τι αποτελέσματα φέρνουν τα λεφτά που σκορπιούνται από δω κι από κει.
Όπως είναι ζήτημα αν, εν τέλει, η οικογένεια προτιμά να βλέπει κάτι άλλο από «αυτό που συμβαίνει», ένα εικονικό σύμπαν, το οποίο ουδείς γύρω-γύρω αποτολμά να διαταράξει. Το περιβάλλον στον Παναθηναϊκό θυμίζει κατώτερους αξιωματικούς πριν από την επιθεώρηση του στρατηγού.
Όλα, στον στρατώνα, πρέπει να φαίνεται ότι λάμπουν. Αφού, λοιπόν, «όλα λάμπουν» (και, παρά ταύτα, η αληθινή εικόνα είναι αυτή που είναι, σκληρή κι αδυσώπητη, αδιαπραγμάτευτη), τότε πώς να μη βρουν έδαφος για να ευδοκιμήσουν οι θεωρίες συνωμοσιών;
Οι ποδοσφαιριστές που στελεχώνουν το ρόστερ του Παναθηναϊκού δεν φταίνε σε τίποτα. Έχουν υποστεί φυσική κακομεταχείριση. Περιγράφαμε εδώ, ακριβώς μία εβδομάδα πίσω, τον κυκεώνα με τους εναλλασσόμενους (προπονητές και) γυμναστές. Υφιστάμενοι τη φυσική κακομεταχείριση, οι ίδιοι ποδοσφαιριστές είναι και, φυσικό κι επόμενο, ψυχικά κακομεταχειρισμένοι.
Στη Ζαπορίζια ως εκ θαύματος γλίτωσαν το να συνδεθεί τ' όνομά τους με ό,τι θα ήταν το στίγμα του Παναθηναϊκού στην πεντηκονταετία των Κυπέλλων Ευρώπης. Με την πρόκριση, πάλι, στα γκρουπ «εξασφάλισαν» ό,τι είναι αποδεδειγμένο πως δεν αντέχουν τα κορμιά τους ν' αντιμετωπίσουν. Τη φθορά των εμβόλιμων, τέσσερις Πέμπτες από τον Οκτώβριο ως τον Δεκέμβριο, αναμετρήσεων.
Τέσσερις Πέμπτες, οι δύο με ταξίδι στο εξωτερικό, και (από τις δύο στο Μαρούσι) η μία, κατά πάσα πιθανότητα, κεκλεισμένων των θυρών. Είναι το πρίσμα υπό το οποίο η προσέγγιση των αντιπάλων που θα βγουν σήμερα και η ανάλυση της κατάστασης στον όμιλο χάνουν αρκετή απ' τη σημασία τους.