Πολλές φορές σκέφτομαι ότι μία από τις ωραιότερες ποδοσφαιρικές ιστορίες είναι αυτή του ουγγαρέζικου ποδοσφαίρου. Μία ιστορία που ξεκίνησε σαν ένα γοητευτικό παραμύθι, αλλά σβήνει σαν μία θλιμμένη τσιγγάνικη μελωδία στις όχθες του Δούναβη. Με τον ίδιο μελαγχολικό τρόπο σβήνει και ο μεγαλύτερος Μαγυάρος ποδοσφαιριστής, ο Φέρεντς Πούσκας (φωτό), στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου της Βουδαπέστης.

Αργά, σταθερά και αθόρυβα. Οπως η Ολλανδία του Κρόιφ, έτσι και η Ουγγαρία του Πούσκας, του Κότσιτς, του Λόραντ, του Γκρόσιτς, του Χιντεγκούτι και τόσων άλλων, θεωρείται βασίλισσα χωρίς στέμμα του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Η ομάδα που κέρδισε το χρυσό στους Ολυμπιακούς του 1952 και ταπείνωσε την Αγγλία στο μνημειώδες 6-3 στο «Γουέμπλεϊ», τον Νοέμβριο του 1953, ήταν το μεγάλο φαβορί για την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του '54, που έγινε στην Ελβετία.
Τότε, σε έναν από τους καλύτερους τελικούς του Παγκοσμίου Κυπέλλου που έγιναν ποτέ, οι Ούγγροι, με τραυματία τον Πούσκας, έχασαν με 3-2 από τους Γερμανούς. Μία ομάδα που, στην προκριματική φάση της διοργάνωσης 12 μέρες πριν, είχαν σκορπίσει με 8-3. Πιθανόν, αν δεν μεσολαβούσε η εισβολή των σοβιετικών τανκ στην Ουγγαρία το 1956 που -επί της ουσίας- διέλυσε την ομάδα της Χόνβεντ, η οποία ήταν η βάση της εθνικής των Μαγυάρων, στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958 οι Ούγγροι να βρίσκονταν στον τελικό με τη Βραζιλία, για να διεκδικήσουν αυτό που είχαν χάσει 4 χρόνια νωρίτερα.

Η ιστορία δείχνει ότι από τη χρονιά τη σοβιετικής εισβολής και μετά το ουγγρικό ποδόσφαιρο πήρε τον κατήφορο σιγά σιγά, για να καταλήξει στο τέλος ενός δρόμου που συναντήθηκε με την ήττα από την εθνική ομάδα της Μάλτας με 2-1 την περασμένη Τετάρτη. Η σταδιακή παρακμή της εθνικής Ουγγαρίας, που πήρε τελευταία φορά μέρος σε Μουντιάλ το 1986, ήταν φυσική συνέπεια της παρακμής των ουγγρικών ομάδων. Μιας παρακμής που διηγείται με σκληρό τρόπο η ιστορία της μεγαλύτερης σύγχρονης ουγγρικής ομάδας.

Μετά τη μεγάλη ομάδα της Χόνβεντ, που διαλύθηκε το 1956, η ομάδα που κυριάρχησε για τα επόμενα 40 σχεδόν χρόνια στο ουγγρικό ποδόσφαιρο, κερδίζοντας συνολικά 48 τίτλους και αποτελώντας τον γνωστότερο πρεσβευτή της Ουγγαρίας στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, ήταν η Φερεντσβάρος. Μία ομάδα με τεράστια ιστορία, που ήταν μάλιστα και η μοναδική ουγγρική ομάδα που πήρε ποτέ μέρος στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ.

Η Φερεντσβάρος ιδρύθηκε το 1899 και έπαιζε στην πρώτη κατηγορία του ουγγρικού πρωταθλήματος, από τότε που ξεκίνησε, το 1901. Κέρδισε το 1965 το Κύπελλο Εκθέσεων, τον πρόδρομο του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, ενώ έχασε έναν τελικό του Κυπέλλου Εκθέσεων το 1968 και έναν τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1975, από την εκπληκτική Ντιναμό Κιέβου του Ολεγκ Μπλαχίν. Αυτή η μεγάλη ομάδα, που στη δεκαετία του '50 είχε τεθεί στο περιθώριο από το κομμουνιστικό καθεστώς λόγω του ότι συγκέντρωνε στους κόλπους της τα πιο εθνικιστικά στοιχεία, από φέτος αγωνίζεται στη δεύτερη κατηγορία. Η ουγγρική ποδοσφαιρική ομοσπονδία αποφάσισε τον υποβιβασμό της εξαιτίας των χρεών της, που φθάνουν τα 5 εκατομμύρια ευρώ.

Το 2001 ο Ουγγροεβραίος επιχειρηματίας Γκάμπορ Βαρζέκι αγόρασε τη Φερεντσβάρος με στόχο να της ξαναδώσει την παλιά αίγλη της. Ομως, δύο χρόνια αργότερα, ύστερα από ένα επεισοδιακό παιχνίδι ανάμεσα στη Φερεντσβάρος και την Ντέμπρετσεν, απογοητεύτηκε τόσο, ώστε πούλησε όσο-όσο την ομάδα και εξαφανίστηκε. Οικονομικά προβλήματα αντιμετωπίζουν σχεδόν όλες οι ουγγρικές ομάδες. Και η εγκατάλειψη του ουγγρικού ποδοσφαίρου δεν φαίνεται μόνο από την οικονομική κατάσταση των ομάδων, αλλά και από τα γήπεδα που έχουν εγκαταλειφθεί, όπως επίσης και από την απουσία ταλαντούχων Ούγγρων ποδοσφαιριστών. Αλλωστε ποιος έχει το κουράγιο να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο σε μία χώρα που η εθνική της ομάδα χάνει ακόμα και από τους Μαλτέζους;

«Αφετε τα παιδία ελθείν προς εμέ…»

Οι τελευταίες ημέρες, από την άποψη της επικαιρότητας ήταν γεμάτες. Οι καταστροφικές πλημμύρες στη Β. Ελλάδα και τη Μαγνησία (με το απίστευτο πινγκ πονγκ των αρμοδίων για τις ευθύνες και τις χρηματοδοτήσεις των αντιπλημμυρικών έργων), ο «τσαμπουκάς» του Ολυμπιονίκη της ανθρωπιάς με την κίτρινη νιτσεράδα κόντρα στον υπουργό ΠΕΧΩΔΕ, κάποια σκόρπια και επιβεβλημένα -λόγω της επικαιρότητας- τηλεοπτικά debates για τις δημοτικές εκλογές (που φαίνεται ότι είναι αποκλειστική υπόθεση όσων έχουν την «αρετή» της αναγνωρισιμότητας), η αναταραχή στον χώρο της Παιδείας με την «ευρωπαϊκού προφίλ» Μαριέττα Γιαννάκου να δίνει ρεσιτάλ ανοησίας και πολιτικής οπισθοδρόμησης, όλα αυτά μεγεθυμένα από τον παραμορφωτικό φακό της τηλοψίας και διανθισμένα με τον καφενειακό λόγο των αναλυτών, δημιούργησαν ένα πολύ βολικό προπέτασμα καπνού, για κάποιους που ξέρουν πώς να κάνουν business.

Ο λόγος, φυσικά, για τον αρχιεπίσκοπο, που αυτόν τον καιρό δεν έχει καθόλου χρόνο για διάβασμα (άσε που το διάβασμα δεν ενδείκνυται σε περιόδους δημοκρατικής ομαλότητας), μια και έχει να προωθήσει ένα σωρό ζητήματα που δεν θεωρούνται ιδιαιτέρας πνευματικότητας. Οπως ας πούμε η προώθηση και η ενίσχυση του προσκυνηματικού τουρισμού, ζήτημα για το οποίο συναντήθηκε με την υπουργό Τουρισμού κυρία Fanny Again, ζητώντας τη βοήθεια και την υποστήριξη της πολιτείας. Πώς μπορεί να μεταφραστεί αυτό το αίτημα, θα το διαπιστώσουμε πολύ σύντομα, ιδίως όταν δούμε την ανάλυση της δραστηριότητας της Εκκλησίας στο real estate κάποιων παραθαλάσσιων περιοχών. Βέβαια, πιστεύω ότι θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε πολύ περισσότερα, όχι για τις προθέσεις της Εκκλησίας, αλλά του αρχιεπισκόπου, αν είχαμε την ευκαιρία να διαβάσουμε την εισήγησή του στη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, στις 10 Οκτωβρίου.

Ενα κείμενο-μπαξές. Από αυτό το κείμενο επιλέγω ένα μικρό απόσπασμα, που καλό θα ήταν να το σκεφτούν περισσότερο εκείνοι που πιστεύουν ότι έγινε η κάθαρση στο εσωτερικό της Εκκλησίας. Εκεί όπου πριν από λίγο καιρό ευδοκιμούσαν τα οικονομικά και σεξουαλικά σκάνδαλα. Είπε, λοιπόν, ο αρχιεπίσκοπος: «Εις τον τομέα της νεολαίας οφείλομεν επείγουσαν αναδιοργάνωσιν του τρόπου εργασίας μας, άλλως θα χάσωμεν τα νέα παιδιά, ενώ φοβούμαι ότι δεν είναι μακράν η ημέρα καθ' ην δεν θα μας επιτρέπεται η είσοδος εις τα σχολεία. Επαναλαμβάνω την έκκλησίν μου περί ιδρύσεως και λειτουργίας εις όλας τας Ι. Μητροπόλεις Παιδικών Σταθμών καθώς και Νηπιαγωγείων και Δημοτικών σχολείων, όπου τούτο είναι δυνατόν, επειδή διά του τρόπου αυτού θα έχομεν εις την διάθεσίν μας αρκετά μικρά παιδιά, και τούτο χωρίς να αποψιλώσωμεν τα Κατηχητικά μας σχολεία…». Του Κυρίου δεηθώμεν, λοιπόν…

Μετά τις καταστροφικές πλημμύρες που τους κτύπησαν, οι κάτοικοι της Β. Ελλάδας πολεμούσαν να μαζέψουν τα κομμάτια τους όταν πήρε μπροστά ο κρατικός μηχανισμός. Οι περισσότεροι, χωρίς σπίτι, προσπάθησαν να προφυλαχθούν με κάθε τρόπο από αυτή τη νέα θεομηνία και πάνω που τα κατάφερναν, εμφανίστηκε ο Ολυμπιονίκης της ανθρωπιάς με την κίτρινη νιτσεράδα.

Οι άνθρωποι, παρ’ όλο που λύγισαν για λίγο, κατάφεραν να σταθούν στα πόδια τους αλλά η τύχη τους είχε γυρίσει την πλάτη. Στον τόπο της καταστροφής έφθασε ο ίδιος ο πρωθυπουργός για να διαπιστώσει το μέγεθος της ζημιάς. Παραδόθηκαν. Ορισμένα πράγματα δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει κανείς. Αλλά σε περίπτωση που καταφέρει το αδύνατο και ξεφύγει από όλα αυτά, ο κρατικός μηχανισμός θα του ζητήσει 7 διαφορετικά δικαιολογητικά για να πάρει την αποζημίωση που δικαιούται. Ετσι, για μία ακόμη φορά αποδεικνύεται περίτρανα ότι η ηλιθιότητα και ο κρατικός μηχανισμός είναι αήττητοι.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube