Το μόνο που χρειαζόταν να τους πεις ήταν «μέσα». Και το μόνο που χρειαζόταν ήταν να τραβήξεις το χέρι γρήγορα από το τάβλι. Πριν σου το πιάσει στο κλείσιμο των Ιταλών, που από την πρώτη στιγμή που είχαν μπει στο Καραϊσκάκη, με κάθε τρόπο έδειχναν ότι ήταν έτοιμοι να κόψουν το ματς στην ισοπαλία.
Το έδειχναν από το γεγονός ότι είχαν επιθετικό μόνο στη δεξιά πλευρά με τον Ταντέι, ενώ στα αριστερά δύο μπακ εναλλάσσονταν στην υποχρέωση να κατεβάζουν την μπάλα μέχρι τη μεσαία γραμμή. Στο ότι για φορ η Ρόμα είχε τον Τότι, που ελάχιστες φορές περνούσε το ημικύκλιο της σέντρας προς την πλευρά του Ολυμπιακού. Στο ότι οι εθελοντές ήταν πρόθυμοι να ξαπλώσουν στο χορτάρι, αφήνοντας τον χρόνο να κυλήσει. Και στον σεβασμό που αντιμετώπιζαν μια ενδεκάδα του Ολυμπιακού, που δύο από τους παίκτες του κέντρου του υπήρχαν ώστε ο ένας να κάνει τα πιο αβίαστα λάθη και ο άλλος για να είναι τον περισσότερο χρόνο αλάνθαστος, αφού για να κάνεις λάθος, πρέπει να παίρνεις μέρος στη φάση. Ενα διακριτικό χειροκρότημα στον Τζόρτζεβιτς και τον Καφέ, δύο από τους παίκτες του Ολυμπιακού που από την αρχή της σεζόν είναι ντεφορμέ και στο χθεσινό ματς ήταν από τους λόγους που η ομάδα τους δεν προηγήθηκε στο πρώτο ημίχρονο. Εχουν όμως τη μικρότερη ευθύνη για το ότι στον πάγκο του Ολυμπιακού ο καλύτερος χαφ λέγεται Μάριτς και πριν από οκτώ χρόνια το όνομά του θα προφερόταν στην ίδια αναπνοή με του Βαρεσάνοβιτς. Αν προστεθεί στον γαλαξία των υστερησάντων ο Ριβάλντο, πώς μπορεί μια ομάδα με ένα καλό χαφ να πάρει το παιχνίδι; Ηταν ένα περίεργο ματς με μία ελλιπή Ρόμα να υπερτιμάει τον Ολυμπιακό και αυτός να μην μπορεί να το εκμεταλλευθεί. Ενα μέτριο ματς που ήξερες ότι αν ο Ολυμπιακός προηγούνταν, δεν μπορούσες να δεις πόσο μετράνε οι Ιταλοί, αλλά αν η Ρόμα προηγούνταν, θα μπορούσες να δεις το remake του «Η ώρα των ζωντανών νεκρών».
Ηταν από τις φορές που το remake είναι καλύτερο από το αυθεντικό. Από τη στιγμή που προηγήθηκε η Ρόμα, οι ζωντανοί νεκροί ήταν πιο πολύ το δεύτερο και ελάχιστα το πρώτο. Η εντύπωση που τελικά βγήκε αληθινή ήταν ότι από τη στιγμή που στράβωνε το ματς, τα υπόλοιπα λεπτά δεν θα έφταναν στον Ολυμπιακό να αντιδράσει. Οπως και αντιμετωπίζοντας ομάδες υψηλού επιπέδου, το φαινόμενο θα επαναληφθεί. Εκτός αν ο Ολυμπιακός αντιδράσει τον Ιανουάριο. Παίρνοντας στις μεταγραφές χαφ μικρής ηλικίας και υψηλού επιπέδου, που σήμερα η έλλειψή τους είναι ποδοσφαιρικά θανάσιμη.
Ποιος ήταν ο καλύτερος παίκτης της ΑΕΚ στο ματς του «Φελίξ Μπολάρ»; Για τους περισσότερους ο Ακης Ζήκος. Μετά τον Ζήκο ο Γεωργέας. Ενας παίκτης βγαλμένος μέσα από τις ηθικοπλαστικές ιστορίες του Χιρς τον 19ο αιώνα, για τα φτωχόπαιδα που με τη δουλειά τους έφτασαν... Τρίτος ο Λυμπερόπουλος, πιθανόν ο σκληρότερος επιθετικός ποδοσφαιριστής, που θα πήγαινε ακόμα καλύτερα αν δεν είχε πέσει σε ψείρα διαιτητή να του σφυρίζει κάθε επαφή φάουλ. Τρεις διαφορετικοί παίκτες που ο χαρακτήρας τους διαμορφώθηκε πριν από αρκετά χρόνια. Πολύ πριν η ανάγκη για πιτσιρικάδες-θαύματα του Σάντος και του Φερέρ και των λαυρακιών-μεταγραφών του Ιλιε Ιβιτς δημιουργήσει τη μηχανή των θαυμάτων της μιας αγωνιστικής της ΑΕΚ.
Στο παρελθόν, όταν με τους νέους δεν καλυπτόταν η απροθυμία επενδύσεων, ο παίκτης μπορούσε να αναπτύξει την ποδοσφαιρική του προσωπικότητα χωρίς το βάρος του παιδιού θαύματος. Κλασικό παράδειγμα ο Μόρας. Χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια για να καταλήξουμε στο ότι ο Μόρας είναι ένας άριστος στόπερ στο ψηλό παιχνίδι, καλός στο χαμηλό, αλλά κίνδυνος θάνατος στο να πουλήσει την μπάλα όταν την κατεβάζει έξω από την περιοχή. Τι θα είχε γίνει όμως αν ο Μόρας είχε παρουσιαστεί σαν ο διάδοχος του Μανωλά; Αδυνατώντας να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις, ο Μόρας θα είχε συνθλιβεί. Το ίδιο αν σαν νέος Μανωλάς παρουσιασθεί ο Παπασταθόπουλος», αν σαν «νέο βελτιωμένης ιπποδύναμης μοντέλο GT Τσάρτα» παρουσιαστεί ο Τόζερ ή σαν αποκάλυψη της χρονιάς ο Περπερίμ Χετεμάι. Ο κόσμος θα αρχίσει να τους συγκρίνει με τα είδωλα του παρελθόντος που ωραιοποιημένοι στο πέρασμα του χρόνου είναι ανίκητοι. Και οι νεαροί, προτού δείξουν τι πραγματικά αξίζουν, θα διαλυθούν. Οπως θα είχε διαλυθεί ο Ζήκος αν δεν είχε έρθει σε μια δυνατή ομάδα της ΑΕΚ, αλλά σήμερα, που πιθανότατα θα παρουσιαζόταν σαν διάδοχος του Σαμπανάτζοβιτς.
Ενα από τα αγαπημένα μου τραγούδια είναι το «Gambler» του Kenny Rodgers. Σε μια στροφή λέει o παίκτης που δίνει συμβουλές σε έναν συνταξιδιώτη του στο τρένο «Ποτέ δεν μετράς τα λεφτά σου πριν σηκωθείς από το τραπέζι». Για να φανεί πόσο πραγματικά μετράει ο καθένας από τους πιτσιρικάδες της ΑΕΚ, χρειάζεται χρόνος και συμμετοχές. Το πρώτο το δίνει ο Θεός. Το δεύτερο ο προπονητής.
Ο Λορένσο Φερέρ έχει δείξει ότι προτιμάει να βάλει έναν νεαρό παίκτη στην ομάδα από το να αλλάζει θέση σε έναν βετεράνο επειδή κάποιος συμπαίκτης τους έχει τραυματιστεί. Επίσης έδειξε ότι αντικείμενό του δεν είναι να καθιερώσει νεαρούς, αλλά να πάει την ομάδα όσο το δυνατόν καλύτερα μπορεί. Το αποτέλεσμα ήταν τα δύο συνεχόμενα ματς του Τσάμπιονς Λιγκ, με την Αντερλεχτ και τη Λιλ. Στο πρώτο με τραυματίες τον Ζήκο και τον Εμερσον ο Φερέρ ξεκίνησε τον Πλιάτσικα και τον Χετεμάι. Παρά τους πρόωρους, όμως, διθυράμβους -«να τα πιτσιρίκια του Φερέρ»- στο επόμενο ματς ο Ισπανός έδειξε ποιους θεωρεί βασικούς και ποιους αναπληρωματικούς. Βέβαια έπαιξαν ο Τόζερ και ο Παπασταθόπουλος. Ο πρώτος όμως δεν είναι και κάποιο πιτσιρίκι, στην εθνική Ελπίδων της Ουγγαρίας και 21 ετών είναι ο άνθρωπος. Ο δεύτερος έπαιζε υποχρεωτικά επειδή ο Δέλλας και ο Μόρας ήταν ανέτοιμοι. Η εντύπωσή μου είναι ότι ο Φερέρ για την ώρα δείχνει να είναι ένας πολύ καλός επαγγελματίας προπονητής, με ψυχρό χαρακτήρα που τον κάνει απόμακρο και ενίοτε αχώνευτο στους παίκτες. Δεν πειράζει. Βρείτε μου έναν παίκτη του Παναθηναϊκού που να συμπαθούσε τον Γιτζάκ Σουμ και θα είναι ο μόνος. Από την άλλη, με τον Σουμ και όχι τον Φυλακούρη -που οι παίκτες λατρεύουν- ο Παναθηναϊκός πήρε νταμπλ. Επίσης με τη χρησιμοποίηση του Καπετάνου και του Ντελίμπασιτς ο Λορένσο Σέρα Φερέρ σιγά σιγά αποδεικνύει ότι είναι η Ζαν ντ' Αρκ του ποδοσφαίρου. Πραγματικά βλέπει οράματα που εμείς οι κοινοί θνητοί αλλά δυστυχώς και οι παίκτες του είναι αδύνατον να καταλάβουν.
Τα γεγονότα όμως δεν είναι ανάγκη να μας χαλάνε μια όμορφη ιστορία. Υστερα από έξι ματς στην Ελλάδα η ΑΕΚ βρίσκεται εννέα βαθμούς πίσω από τον πρωτοπόρο και τέσσερις από τον δεύτερο χάνοντας πιθανότατα το 13ο στη σειρά πρωτάθλημα. Στο Τσάμπιονς Λιγκ έχει πάρει εφέτος έναν βαθμό και στον ευκολότερο όμιλο της διοργάνωσης ψάχνει την πρώτη έπειτα από 21 ματς στην ιστορία της νίκη. Κατά τα άλλα, όλα καλά. Στο ντεμοτεχνείο δεν υπάρχουν μισοάδεια μπουκάλια.
*****
Oμολογώ ότι όταν άκουγα τους γονείς μου όταν μιλούσαν για την Κατοχή να μου λένε «Να μην τα ζήσεις, παιδί μου, αυτά τα πράγματα…», έσκαγα από τη ζήλια. Φαινομενικά το έλεγαν για να δείξουν πόσο δύσκολα χρόνια είχαν περάσει, αλλά στην πραγματικότητα προσπαθούσαν να μου πουν ότι ποτέ δεν θα μπω στο exclusive club που ανήκουν. Συγκινήθηκα λοιπόν όταν χθες διάβασα e-mail αναγνώστη ο οποίος έγραφε: «Αφήστε εμάς τους τριαντάρηδες να ζήσουμε την πολιτιστική αναγέννηση της Θεσσαλονίκης, κάτι σαν την επταετή επανάσταση, που κάποιοι στενόμυαλοι εμμένουν να χαρακτηρίζουν χούντα. Να μπορέσουμε να βιώσουμε καλλιτέχνες όπως ο Πασχάλης, ο Τζορντανέλι και άλλοι living legends, που λένε και στο χωριό μου». Συμπάσχω και καταλαβαίνω ότι ο Παναγιώτης Ψωμιάδης είναι ό,τι πλησιέστερο υπάρχει στην αισθητική της χούντας, αλλά ο Πασχάλης και ο Τζορντανέλι είναι περιπτώσεις δευτερεύουσες.
*****
Βασίλισσα της μουσικής της επταετίας είναι η Μαρινέλλα. Με τις κορόνες της η Μαρινέλλα έδινε την ψευδαίσθηση στους χουντικούς και τις χοντροκώλες πολύχρωμες μπομπονιέρες που έπαιζαν τον ρόλο των συζύγων τους να νομίζουν ότι παρακολουθούσαν κουλτούρα. Ακούστε την «Πέτρα» από την Μαρινέλλα, χρονομετρήστε την κορόνα «Ανοιξε Πέτραααα» και σκεφτείτε τον Παπαδόπουλο και τη Δέσποινα να παρακολουθούν με ανοικτό το στόμα.
Επίσης σκεφτείτε τον Βενετσάνο να τραγουδάει το «Είναι νωρίς για δάκρυα Στέλλα, πάρε τις κούκλες σου και γέλα». Σήμερα την εποχή της παιδικής πορνογραφίας στο Ιnternet θα τον είχαν συλλάβει, αλλά αυτές τις όμορφες εποχές που μπορούσες να πηδάς τη Στέλλα και μετά να τη στέλνεις να παίζει με τις κούκλες της, το τραγούδι ήταν hit.
Στο εναλλακτικό στυλ ήρωάς μου ήταν ο Νιόνιος ο Σαββόπουλος. Εχει την τιμή να είναι ο πρώτος που βγήκε και έπαιξε live rock στην ΥΕΝΕΔ στη διάρκεια της χούντας. Παρά το ότι υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν ότι το «Γιώργο, χαμήλωσε, μικροφωνίζει» που είχε πει στη διάρκεια του live απευθυνόταν στο μπομπινόφωνο που έπαιζε το playback.
Ο ύμνος της χούντας περιέργως γράφτηκε και τραγουδήθηκε από έναν δευτερεύοντα τραγουδιστή της δεκαετίας του '60. Ο Φώτης Δήμας, που πριν από 15 χρόνια είχε προσπαθήσει να κάνει καριέρα τραγουδώντας ελληνική τζαζ, τραγούδησε ένα βουκολικό του κώλου που φιλοδοξούσε να αποτελέσει τον ύμνο της 21ης Απριλίου. Σήμερα είναι σχετικά εύκολο να το κατεβάσεις από το Ιnternet, αλλά εκείνη την εποχή είχε πάει άπατο.