Aπό τη γενιά που οδήγησε για πρώτη φορά το ελληνικό μπάσκετ στην κορυφή της Ευρώπης και εκτόξευσε τη δημοφιλία του σε απίστευτα ύψη για μερικά χρόνια, αναδείχθηκαν ένας δήμαρχος Πειραιά (ο Παναγιώτης Φασούλας), ένας βουλευτής Θεσσαλονίκης (ο Γιάννης Ιωαννίδης), ένα σημαντικό στέλεχος της αθηναϊκής αυτοδιοίκησης (ο Κώστας Παταβούκας, που μάζεψε χιλιάδες σταυρούς με το ψηφοδέλτιο Σκανδαλίδη). Aυτοί αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου.
Ο Παναγιώτης Γιαννάκης θα εκλεγεί με τα τσαρούχια σε οποιοδήποτε πόστο διαλέξει εάν ποτέ το αποφασίσει, ο Νίκος Γκάλης έχει αίγλη ικανή να τον φέρει στην κορυφή της πυραμίδας, ο Γιώργος Σιγάλας μοιάζει γεννημένος για αρχηγός σε οποιοδήποτε πεδίο, ο Αργύρης Πεδουλάκης είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος για το μπαλκόνι. Και είμαστε ακόμα στην κορυφή.
Παιδιά μιας εποχής περισσότερο πολιτικοποιημένης από αυτήν που στις μέρες μας ζούμε, οι σημερινοί 35άρηδες, 40άρηδες, 45άρηδες, 50άρηδες γαλουχήθηκαν διαβάζοντας εφημερίδες και ρίχνοντας κλεφτές, τουλάχιστον, ματιές στα κοινά. Οχι όλοι, βέβαια. Αλλά πολλοί. Ο αφορισμός «όλοι οι πολιτικοί είναι άχρηστοι, απατεώνες και κλέφτες» νομίζω ότι εφευρέθηκε μετά τη δεκαετία του '80. Στην εποχή του φραπέ και του ωχαδερφισμού.
Από τους πρωταθλητές Ευρώπης του 2005 και δευτεραθλητές κόσμου του 2006, πόσοι είναι καμωμένοι για να γίνουν «πολιτικά όντα» και να υπηρετήσουν την κοινωνία από καίρια πόστα στο μέλλον; Η χαρά των αθλητικών επιτυχιών είναι ευπρόσδεκτη, αλλά πρόσκαιρη και τελικά κούφια. Οταν σβήνουν τα φώτα ενός Μουντομπάσκετ, επιστρέφουμε στην ανεργία, στην κακομοιριά, στα κλειστά σχολεία, στους μποτιλιαρισμένους δρόμους, στην απάθεια. Οποιος μπορεί να ξυπνήσει έστω και λίγο αυτή την κοιμισμένη κοινωνία είναι προτιμότερος από τον γκολτζή ή τον τριποντάκια των γηπέδων. Εάν πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο, τόσο το καλύτερο.
Στο πρόσωπο του Νίκου Ζήση, το ελληνικό μπάσκετ έχει έναν άνθρωπο που σκέπτεται πριν μιλήσει και αποφεύγει τους αυθορμητισμούς και τις κουτουράδες. Πολιτικό ον. Ο Θοδωρής Παπαλουκάς λειτουργεί με τετράγωνη λογική, διαβάζει αλλιώς όσα βλέπει γύρω του και είναι ικανός να πείσει οποιονδήποτε για οτιδήποτε. Πολιτικό ον. Ο Βασίλης Σπανούλης αποπνέει φιλοτιμία, σοβαρότητα, τιμιότητα και έμφυτο ενθουσιασμό. Πολιτικό ον. Ο αψίκορος Δήμος Ντικούδης (πρόεδρος του ΠΣΑΚ, όπως κάποτε ο Φασούλας) μιλάει και φέρεται με μπέσα, ανδρισμό και καθάριο βλέμμα. Πολιτικό ον. Ο Μιχάλης Κακιούζης είναι μάστορας στο «σπρέχεν», γίνεται φίλος με όλους και δεν πουλάει κανέναν. Πολιτικό ον. Ο Δημήτρης Διαμαντίδης μιλάει ελάχιστα, αλλά παραδίδει μαθήματα υπευθυνότητας και επαγγελματισμού σε ό,τι αναλαμβάνει. Πολιτικό ον. Ο Μανώλης Παπαμακάριος ενσαρκώνει το πρότυπο του καλού, εργατικού, γεμάτου μέταλλο παιδιού από τις λαϊκές συνοικίες. Πολιτικό ον.
Η καταμέτρηση μπορεί να συνεχιστεί για αρκετές αράδες ακόμα, οι δε εξαιρέσεις (όπως ο διεθνής που ξεστόμισε την ιστορική φράση «ρε σεις, ο Καραμανλής είναι μεγάλος πολιτικός» και εννοούσε όχι τον Κωνσταντίνο, αλλά τον Κωστάκη) απλώς τονίζουν τον κανόνα. Τα παιδιά είναι όλα μορφωμένα, έξυπνα, σοβαρά και συγκροτημένα. Από όποια σκοπιά και αν μελετήσει κανείς αυτή τη σπάνια φουρνιά των εκλεκτών του ελληνικού μπάσκετ, στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει. Είναι ευλογημένη από τους θεούς, απαλλαγμένη από τα κουσούρια του νεοέλληνα, προορισμένη να κατακτήσει τον κόσμο. Δεν θα είναι έκπληξη αν τα στελέχη της στελεχώσουν αύριο, μεθαύριο ορισμένους από τους πιο απαιτητικούς θώκους της ελληνικής κοινωνίας.