Αν ο Ολυμπιακός θέλει να εντοπίσει την πρωταρχική αιτία για την οποία και χθες έχασε από τον Παναθηναϊκό, θα πρέπει να γυρίσει δυόμισι χρόνια πίσω, όταν ο Δημήτρης Διαμαντίδης κυκλοφορούσε ελεύθερος στην αγορά και, ενώ έψαχνε τρόπο για να πάει στους «ερυθρόλευκους», η αδυναμία (αν όχι η αδιαφορία) των τελευταίων τον οδήγησαν αναγκαστικά στο «τριφύλλι». Τότε ο Παναθηναϊκός, ίσως χωρίς να το πολυκαταλάβει, απέκτησε τον παίκτη που θα αποτελούσε το βαρύ σασί της ομάδας του για τα επόμενα χρόνια –δηλαδή για όσο ο παμμέγιστος αυτός παίκτης θα φοράει την πράσινη φανέλα.
Χθες το χρυσό παιδί του ελληνικού μπάσκετ οδήγησε τον Παναθηναϊκό σε μια νίκη την οποία οι πρωταθλητές Ελλάδας, 45'' πριν από το τέλος και με τη διαφορά στους έξι πόντους υπέρ του Ολυμπιακού, είχαν αποχαιρετήσει. Με μια ασίστ 31'' πριν από τη λήξη, έδωσε την ευκαιρία στον Μπατίστ να μειώσει στους τρεις. Και 13 δεύτερα αργότερα, ενώ ο Ολυμπιακός κέρδιζε με δύο πόντους και είχε και την κατοχή, έκλεψε, ως άλλος Χουντίνι, την μπάλα και τη σέρβιρε στον Μπατίστ για το έμμεσο (γκολ-φάουλ) «τρίποντο» της νίκης.

Όλα αυτά μόνο στο τέλος, όταν είχε και την πολύτιμη συνδρομή του Μπατίστ. Διότι αν πιάσει κανείς το παιχνίδι από την αρχή, θα δει ότι όταν υπήρχε Διαμαντίδης, υπήρχε και Παναθηναϊκός. Και όταν ο Διαμαντίδης ήταν στον πάγκο ή δεν μπορούσε να επηρεάσει τις εξελίξεις για την ομάδα του, επικρατούσε το χάος, το απόλυτο μηδέν...

Τον φωνάζουν «χταπόδι» για τα ριμπάουντ που παίρνει και τα κλεψίματα που πραγματοποιεί, σέντερ μπακ ή και τερματοφύλακα για την άμυνα που παίζει και τις τάπες που μοιράζει, «βάλ' το, αγόρι μου» για το νικητήριο τρίποντο που πέτυχε στον ημιτελικό του Βελιγραδίου, παίκτη-ορχήστρα επειδή τελικά δεν υπάρχει κάτι που δεν μπορεί να κάνει μέσα στο γήπεδο! Ναι, σωστά, μόνο που χθες ήταν κάτι παραπάνω, κάτι υπεράνω περιγραφής. Ηταν όλος ο Παναθηναϊκός μόνος του.
Και να σκεφθεί κανείς ότι αυτός ο ανεπανάληπτος παίκτης, που επί της ουσίας είναι σήμερα ο απόλυτος σταρ του ελληνικού αθλητισμού, αποφεύγει τη δημοσιότητα, την προβολή, τα μεγάλα λόγια και ό,τι μπορεί να έχει και την ελάχιστη επαφή με δημόσιες σχέσεις, γκλαμουριά και γενικά σύγχρονο τρόπο ζωής. Είναι 100% αθλητής, ένας σεμνός άνθρωπος, ο μεγαλύτερος αντι-σταρ!

Αλλά ας γυρίσουμε στο χθεσινό, συγκλονιστικό από πλευράς εξέλιξης ματς, που όμοιό του είχαμε να δούμε πολλά, πολλά χρόνια ανάμεσα στους δύο μεγάλους του ελληνικού μπάσκετ. Ανεξάρτητα, λοιπόν, από τον παράγοντα «Διαμαντίδη», ο Παναθηναϊκός νίκησε επειδή δεν επέτρεψε στον αντίπαλο να παίξει στον ταχύτατο ρυθμό που τον οδηγεί ο Πίνι Γκέρσον. Και δεν έκοψε από τον Ολυμπιακό μόνο το τραντίσιον, που θα τον οδηγούσε στο εύκολο καλάθι, αλλά ακόμα και στο «πέντε εναντίον πέντε» δεν του άφησε περιθώρια για τα πικ εν ρολ, που κι αυτά του δίνουν ρυθμό και επιθετική αυτοπεποίθηση.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες ήταν βέβαιο ότι οι «ερυθρόλευκοι» θα υποχρεώνονταν να παίξουν το ματς στη ρουλέτα των σουτ για τρεις πόντους. Δεν είχαν άλλη λύση, αφού συν τοις άλλοις το κεφάλαιο «Σχορτσιανίτης» είχε αποτύχει στο πρώτο ημίχρονο και ο Γκέρσον επέλεξε να μην ξαναποντάρει σε αυτό ούτε στο κρίσιμο φινάλε, όταν θεωρητικά θα μπορούσε να του δώσει ισχυρά στηρίγματα μέσα στις δύο ρακέτες.

Και, πράγματι, έτσι έγινε, όταν ο Ομπράντοβιτς είχε την ατυχή επιμονή να διατηρήσει τον Ντελκ στην πεντάδα του Παναθηναϊκού και ως επί το πλείστον στο μαρκάρισμα του Ντόμερκαντ. Ο Αμερικανός του Ολυμπιακού εκμεταλλεύθηκε την αμυντική ανυπαρξία του συμπατριώτη του και έβαλε φωτιά στο καλάθι των αντιπάλων με συνεχείς «βόμβες» τριών πόντων! Ετσι, ένα ματς που προς στιγμήν είχε διαγραφεί σαν περίπατος των φιλοξενουμένων και αργότερα καρκινοβατούσε σε μια σχετικά ανασφαλή διαφορά, πάλι υπέρ των «πρασίνων», τούμπαρε απότομα, μέχρι του σημείου να καταλήξει στο άλλο άκρο. Ο Ολυμπιακός ξέφυγε με επτά και άρχισε να δίνει παράσταση νίκης, αλλά χωρίς να μπορεί να εδραιώσει την υπεροχή του. Ο Παναθηναϊκός, παρά τις αδυναμίες του, αντέδρασε, επέστρεψε, πέρασε προς στιγμήν μπροστά, αλλά ένιωσε σιγουριά μόνο όταν όλα περνούσαν από τα χέρια του Διαμαντίδη.

Σαράντα πέντε δευτερόλεπτα πριν από το τέλος, όταν ο Μουλαομέροβιτς «άνοιξε» τη διαφορά στους έξι πόντους υπέρ του Ολυμπιακού, ο Πίνι Γκέρσον εξετέθη πανηγυρίζοντας και στέλνοντας φιλιά στον κόσμο, που παραληρούσε στις εξέδρες. Όλος ο Ολυμπιακός γιόρταζε, αντί να σκεφτεί και να λάβει τα μέτρα του. Ετσι, στην επόμενη φάση ο Ζίζιτς έμεινε μέσα στη ρακέτα για να αποτρέψει ενδεχόμενο λέι απ του Διαμαντίδη και άφησε ανοιχτό τον Μπατίστ για το τρίποντο που έκοψε τη διαφορά στη μέση. Αλλά και μετά, όταν ο Ακερ ανέβασε τη διαφορά στους τέσσερις πόντους, η αμυντική αντίδραση του Ολυμπιακού ήταν γελοία στο κόουστ του κόουστ του Μπετσίροβιτς. Για να ολοκληρωθεί η ανατροπή με το λάθος του «Μούλα» και το κλέψιμο του Διαμαντίδη...

Τελικό συμπέρασμα. Σε ένα ντέρμπι που ο Παναθηναϊκός είχε σταθερό ατού μόνο έναν παίκτη και κατά διαστήματα προσφορά από άλλους δύο (Σισκάουσκας, Μπατίστ), με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά προβλέψιμος και ευάλωτος, κατάφερε να επικρατήσει επειδή καθόρισε τον ρυθμό και έτσι ανάγκασε τον αντίπαλο να πάει σε ένα στυλ παιχνιδιού στο οποίο έχει μειονεκτήματα.

Όποιος διάβασε την ανάλυση που έκανα την περασμένη Παρασκευή, νομίζω ότι μπορεί να καταλάβει περισσότερα και να κάνει σχετικά ασφαλείς εκτιμήσεις για το μέλλον. Και όλα αυτά παρ' ότι ο Παναθηναϊκός έχει επί της ουσίας το μαύρο του το χάλι -γεγονός που δεν αποκλείεται να τον οδηγήσει σε πρόσθετους προβληματισμούς και μερική αλλαγή κατεύθυνσης για να κυνηγήσει τους μεγάλους στόχους του.


ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube