Υπάρχουν δύο τρόποι για να κερδίσεις ένα ντέρμπι. Ο πρώτος είναι να βάλεις την μπάλα κάτω, να πάρεις την πρωτοβουλία, να βομβαρδίσεις τον αντίπαλο και να τον νικήσεις. Ο δεύτερος είναι να έχεις ένα σχέδιο και να είσαι και λίγο τυχερός. Ο ΠΑΟ κέρδισε με τον δεύτερο τρόπο.

Η τύχη του Παναθηναϊκού δεν ήταν ότι άνοιξε το σκορ με ένα αυτογκόλ του Θανάση Κωστούλα –κρίνοντας από το πόσο «χορεύει» η άμυνα του Ολυμπιακού τα τελευταία χρόνια, αυτό είναι σχεδόν προβλεπόμενο. Ακόμα και πέρυσι, όταν ο Ολυμπιακός κέρδισε όλα τα ντέρμπι, η άμυνά του έκανε ουκ ολίγα δώρα και η επίθεσή του δέχτηκε πολλά από τις άμυνες των αντιπάλων του, που δεν είναι κι αυτές γεμάτες από παίκτες που λέγονται Μπαρέζι ή Μπεκενμπάουερ –την ΑΕΚ θυμίζω ότι ο πρωταθλητής τη νίκησε κι αυτός με ένα αυτογκόλ. Η πραγματική τύχη του Μουνιόθ ήταν οι τραυματισμοί του Ίβανσιτς και του Μπίσκαν -η απουσία αυτών των δύο στάθηκε η αιτία που ο Μουνιόθ έστειλε στο γήπεδο τους έντεκα που απαιτούσε η στρατηγική του: ο ΠΑΟ με τον Μπίσκαν και τον Ίβανσιτς δεν θα είχε τη μεσαία γραμμή η οποία χθες του κέρδισε το ματς.

Η προσθήκη του Τζιόλη αποδείχτηκε «κλειδί» –όπως και η μετατόπιση του Βίκτορ στα πλάγια αριστερά: ο ΠΑΟ στον άξονά του βρέθηκε να παίζει με δύο παίκτες που δεν άφησαν τον Ολυμπιακό να παίξει την μπάλα κάθετα (δίπλα στον ψυχωμένο Έλληνα έτρεξε πολύ ο Μπόβιο) και ο Ισπανός μπόρεσε, απαλλαγμένος από την υποχρέωση για ανασταλτικό παιχνίδι, να κάνει τέσσερις-πέντε ενέργειες, οι οποίες έδωσαν τη δυνατότητα στον ΠΑΟ όχι τόσο να γίνει απειλητικός όσο να ξεπεράσει την πίεση του Ολυμπιακού. Ο ΠΑΟ δεν μπόρεσε να κρατήσει μπάλα –ανάγκασε όμως (χάρη στις ενέργειες κυρίως του Βίκτορ και του Ρομέρο λιγότερο) τη μεσαία γραμμή του Ολυμπιακού να τρέχει άσκοπα και την άμυνα του πρωταθλητή να νιώθει αρκετή ανασφάλεια: για να νικήσεις τον Ολυμπιακό αυτόν τον καιρό –το είδαμε και στο Περιστέρι– δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο.

Στον Ολυμπιακό θέληση υπήρχε: τα υπόλοιπα αναζητούνται. Ο Ολυμπιακός του Σόλιντ πέρυσι πήγε στο ΟΑΚΑ και περίμενε. Φέτος παρασύρθηκε και βγήκε, αφήνοντας πολλούς κενούς χώρους στα πλάγια. Η εντύπωσή μου είναι ότι ήθελε να παίξει, αλλά δεν ήξερε τον τρόπο. Οι τακτικές εμπνεύσεις του Σόλιντ, η ανύπαρκτη παρεμβατικότητά του από τον πάγκο και οι αλλαγές του στο 88' δεν θα συζητηθούν, γιατί έτσι κι αλλιώς τον τελευταίο καιρό για όλα φταίνε οι παίκτες. Μετά τον Ανατολάκη και τον Γεωργάτο, τώρα θα φταίνε ο Κωστούλας και πιθανότατα ο «Τζόλε», που στα 35 του δεν μπορεί να ξεκινήσει μια καινούργια καριέρα (!) και να μάθει να παίζει χαφ εξτρέμ, όπως οι δεξιοπόδαροι. Σε μία ομάδα στην οποία η αγωνιστική λογική έχει καταργηθεί από τις ιδεοληψίες και οι ρόλοι δεν υπάρχουν, οι κρίσεις θα συνεχίζονται ανάλογα με τα κέφια του προέδρου. Ο οποίος πρόεδρος, βλέποντας τη διαιτησία του Τεροβίτσα, είμαι σίγουρος ότι πρέπει να έχει χάσει το κέφι του…

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube