Ο,τι επισημαίναμε και χθες: η απόσταση από το να σου γνέφει η συγκυρία έως το να (μπορείς να) την εκμεταλλευθείς. Τεράστια. Η συγκυρία, στο «Μεστάγια», φλέρταρε με τον Ολυμπιακό. Η Βαλένθια απλώς προσήλθε στον αγωνιστικό χώρο. Τελείως σβηστή. Δεν έτρεχε, δεν μάρκαρε, δεν πίεζε, δεν σήκωνε την κερκίδα. Μόνο περπατούσαν. Κι έβλεπαν. Ο Ολυμπιακός, με τη μηχανή αναμμένη, έτρεχε. Έτρεχε με 30 χιλιόμετρα την ώρα. Η Βαλένθια περπατούσε με... 60. Είναι η περίληψη του 2-0.
Ο Σόλιντ, μετα το Ντόνετσκ και τη Ρώμη, ξέστησε το σχήμα με τους πέντε αμυντικούς. Πέντε αμυντικοί στα 68 μέτρα απ' τη μία πλάγια γραμμή έως την άλλη είναι νορμάλ ότι έχουν πιο κοντινές αποστάσεις μεταξύ τους, απ' όσο τέσσερις. Απλή αριθμητική. Είναι ένας για κάθε 13,5 μέτρα. Ενώ, με τους τέσσερις, είναι ένας για κάθε 17 μέτρα. Οι βαλενθιάνοι είχαν την οξυδέρκεια, στις φάσεις των γκολ, να πάνε και να χωθούν ακριβώς στα κενά που προκύπτουν από τη διαφορά της κάλυψης μέτρων (και χώρου).
Ο Ανγουλο στο 1-0, αφού λειτουργεί σαν τέλεια αιχμή τριγώνου που ξεκινά (πράγμα σπάνιο, άρα προμελετημένο και δουλεμένο) από πλάγιο άουτ, χώνεται ανάμεσα στον δεξιό μπακ και στον δεξιό στόπερ. Επιπλέον, εξουδετερώνει τον Στολτίδη που, πράγματι, αντιλαμβάνεται το κενό κι έχει επιστρέψει για να το γεμίσει. Ο Μοριέντες, πάλι, στο 2-0 μπαίνει ανάμεσα στον αριστερό στόπερ και στον αριστερό μπακ. Στα νώτα του ενός μπροστά από τον άλλον. Ο ένας τον χάνει. Τον άλλον, ο σκόρερ τον προλαβαίνει. Πάντοτε ο επιτιθέμενος, όταν η σέντρα είναι σέντρα κι όχι γιόμα, έχει το αβαντάζ.
Κάπως έτσι ήλθε η μοναδική «ξεκούραστη» εκτός έδρας (ευρωπαϊκή) ήττα του Ολυμπιακού, στη διετία Σόλιντ. Δίχως απρόοπτες ανατροπές και περιττά άγχη και τζάμπα αγωνίες. Εντός προγράμματος, που λένε. Αναμενόμενη. Μέρος του σκριπτ. Διαδικαστική. Με τους όποιους εξωραϊσμούς, η γυμνή πραγματικότητα είναι ότι ο πρωταθλητής, στην παρούσα φάση, πιο πολύ μπορεί να παίξει ποδόσφαιρο με το στόμα και με τα χέρια και με τις γκριμάτσες («δείξ' του κίτρινη, κυρ διαιτητά» και λοιπά, παρεμφερή, αξιοθρήνητα!) παρά με αυτά με τα οποία παίζεται το κανονικό ποδόσφαιρο: με τα πόδια και με τα πνευμόνια.
Είναι, κάπου, φυσιολογικό. Εάν μπορείς και βασίζεσαι στο ένα, στα πόδια και στα πνευμόνια, δεν χρειάζεσαι το άλλο. Περιττεύει. Να χειρονομείς, να γκρινιάζεις, να 'σαι στο ατελείωτο μπλα μπλα, φάση προς φάση, με τον ρέφερι. Με τον συμπαίκτη. Με τον αντίπαλο. Με τον πάγκο. Με τα... σημαιάκια. Εάν νιώθεις πως δεν μπορείς, ύστερα σου φταίνε όλα. Απ' τον ρέφερι έως τα σημαιάκια. Με το συμπάθιο, αυτό δεν είναι εικόνα ομάδας. Ομάδας, με χιλιόμετρα στον διεθνή ανταγωνισμό. Για την ακρίβεια, ήταν σκηνή ντροπής, ο Γάλλος ρέφερι να κάνει επιτόπου φροντιστήριο στον (απωθούμενο απ' τον νουνεχή Ζεβλάκοφ) Μάριτς ότι το να ζητεί κάρτα για αντίπαλο είναι, αυτομάτως, κάρτα εις βάρος σου.
Η συνολική εικoνα του Ολυμπιακού στη διοργάνωση είναι ότι πρόκειται για ομάδα που αντιστοιχεί σαφώς στο γκρουπ 25-32. Ομάδα, για τέταρτη στον όμιλό της. Είναι, συνεπώς, τύχη ότι ακόμα μπορεί να βγει τρίτος (κι ότι αυτό θα το «παίξει» 6η αγωνιστική στο Καραϊσκάκη). Πέρυσι, το είχε «παίξει» (και το 'χασε) 5η αγωνιστική στο Τροντχάιμ. Και 6η, στο Καραϊσκάκη, έπαιζε φιλικό σαν κι αυτό που θα δώσει, καλή ώρα, σε δύο εβδομάδες η Ρεάλ στο Κίεβο. Είναι, επίσης, τύχη ότι «ανάγκα και ο Σωκράτης πείθεται» πως το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ έχει (πράγμα που η μεγαλοπιασμένη «κόκκινη» οικογένεια δεν καταδεχόταν να δει) τη σημασία του. Και... τρίζει τα δόντια, μάλιστα, άμα δεν το καταφέρουν!
Η προσμονή (από τα μέσα Δεκεμβρίου) των δύο ματς που έρχονται προς τα τέλη Φεβρουαρίου είναι ο πιο πρόσφορος τρόπος για να διαχειριστεί κανείς τους δύο-δυόμισι μήνες της χειμερίας νάρκης.