Ο Ολυμπιακός του Κόκκαλη στα 10 τελευταία χρόνια έχει πάρει 9 πρωταθλήματα, ήτοι ποσοστό επιτυχίας 90%, το οποίο καμία άλλη ομάδα δεν έχει να επιδείξει σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα. Από την άποψη αυτή θα περίμενε κανείς ότι η πορεία θα ήταν ειρηνική και αταλάντευτη, πράγμα όμως που στα τελευταία χρόνια δεν ισχύει. Παράδειγμα τα όσα έγιναν προχθές κατά τη διάρκεια του αγώνα με το Αιγάλεω, όταν το αφεντικό της ομάδας άκουσε τα εξ αμάξης από τον «υπέροχο και αναντικατάστατο» λαό του Θρύλου. Γιατί, παρακαλώ;
Το θέμα όσο περίεργο φαίνεται από μια πρώτη άποψη τόσο απλό είναι στην ουσία του. Ιδού λοιπόν: Ο κόσμος του Ολυμπιακού θεωρεί ότι η ομάδα του συγκεντρώνει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να κάνει μια σημαντική καριέρα στην Ευρώπη, αντί να αρκείται σε εγχώριες διακρίσεις που έχουν καταντήσει ρουτίνα. Μεγαλοϊδεατισμός; Τρώγοντας έρχεται η όρεξη; Το βέβαιο είναι ότι εδώ και κάποια χρόνια όλες οι αναταράξεις που παρατηρήθηκαν στο στρατόπεδο των «ερυθρολεύκων» την Ευρώπη είχαν ως αιτία.
Επίσης, βέβαιο είναι ότι ο Σωκράτης Κόκκαλης κάποια στιγμή, μέσα στη μέθη του από τις αλλεπάλληλες εγχώριες επιτυχίες, έκανε το λάθος να υποσχεθεί και ευρωπαϊκή καριέρα. Και σαν να μην έφτανε αυτό, πέρυσι, παρ' ότι έβλεπε ποιες είναι οι δυσκολίες για μια τέτοια υπέρβαση, έφθασε μέχρι του σημείου να υποσχεθεί ότι ο Ολυμπιακός θα έπαιρνε μέρος στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ που γίνεται τον Μάιο στο ΟΑΚΑ!
Ασφαλώς την ξέρετε την παροιμία που λέει «μην τάξεις σε άγιο κερί και σε παιδί κουλούρι». Ε, λοιπόν, το θέμα της Ευρώπης για τον κόσμο του Ολυμπιακού, ο οποίος ούτως ή άλλως είναι ενθουσιώδης, ευκολόπιστος και ευμετάβλητος σαν παιδί, έγινε κάτι σαν το κουλούρι της παροιμίας. Αδύνατο να το ξεχάσει, αδύνατο να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι άλλο τα λόγια και άλλο η πραγματικότητα. Αυτός ήθελε το κουλούρι. Το κουλούρι του!
Από την άποψη αυτή, λοιπόν, ο Κόκκαλης τα ήθελε και τα έπαθε. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ακόμα και αν δεν είχε δώσει υποσχέσεις όλα θα ήταν μέλι γάλα. Οχι, δεν θα ήταν. Γιατί ο κόσμος του Ολυμπιακού κατά βάθος δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι όσο μεγάλη και αν θεωρείται η ομάδα του στην Ελλάδα, συγκρινόμενη με τις ισπανικές, τις αγγλικές, τις ιταλικές, τις γαλλικές και τις γερμανικές δεν είναι πάρα ένα ασήμαντο μέγεθος. Και αφού δεν μπορεί να το καταλάβει, ονειρεύεται λαγούς και... κουλούρια που του ανοίγουν την όρεξη, για τον επιπρόσθετο λόγο ότι ο «αιώνιος» αντίπαλός του, ο Παναθηναϊκός, το μόνο πεδίο στο οποίο αποδεικνύεται υπέρτερος είναι το ευρωπαϊκό. Και μάλιστα δικαίως κοκορεύεται γι' αυτό...
Πώς όμως τα κατάφερε ο ένας και για τον άλλον είναι αδύνατο; Αυτό που πρέπει να ομολογηθεί (και δεν φτάνω πολύ πίσω, δηλαδή μέχρι την εποχή του Γουέμπλεϊ, όταν οι συνθήκες ήταν εντελώς διαφορετικές) είναι ότι ο Παναθηναϊκός είχε ανέκαθεν πιο ευρωπαϊκούς προσανατολισμούς. Ή μάλλον δεν διακατεχόταν ποτέ από την ίδια «ψύχωση» που έχει κυριεύσει τους «ερυθρόλευκους» για την κατάκτηση του ελληνικού πρωταθλήματος. Για την ακρίβεια, για τον Παναθηναϊκό της εποχής του Γιώργου Βαρδινογιάννη το πρωτάθλημα ήταν πάντα βεβαίως ένας μεγάλος στόχος, αλλά ταυτόχρονα και το μέσον για να φθάσει στην κορυφαία ευρωπαϊκή διοργάνωση και να διεκδικήσει μια διάκριση σε αυτή. Αντίθετα, για τον Ολυμπιακό (ειδικά της εποχής Κόκκαλη) το πρωτάθλημα ήταν και είναι η πιο σαφής απόδειξη ότι ο «αιώνιος» αντίπαλος βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα. Και το γεγονός αυτό προκαλεί από μόνο του ένα είδος εκσπερμάτωσης που οδηγεί σε μακρά αποχή από κάθε παρόμοια συγκίνηση. Ή τουλάχιστον κάπως έτσι το εκμεταλλεύονταν οι επιτήδειοι...
Φυσικά στην πορεία υπήρξαν και επιμέρους λάθη, τα οποία έκαναν την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη. Για παράδειγμα, στο «ερυθρόλευκο» στρατόπεδο ποτέ δεν έγινε αποδεκτή η άποψη ότι μια ελληνική ομάδα (άρα και ο Ολυμπιακός) για να σταθεί στην Ευρώπη πρέπει να ακολουθεί συντηρητική τακτική, να διαφυλάσσει τα νώτα της, να παίζει δηλαδή κλεφτοπόλεμο. Αυτή η τακτική που γνώρισε την αποθέωσή της από τον ρεαλιστή Παναθηναϊκό ονομάστηκε περιφρονητικά «τσούκου τσούκου μπολ» και αποτέλεσε παράδειγμα προς αποφυγήν στο στρατόπεδο του Ολυμπιακού, όπου η κυρίαρχη άποψη έλεγε πως «ο Θρύλος, όπου κι αν παίζει, πρέπει να ρίχνει τρία και τέσσερα γκολ»! Μάλιστα...
Με μια τέτοια αντίληψη να διαπερνά οπαδούς, παλαίμαχους ποδοσφαιριστές και διοίκηση, ήταν αδύνατο να επιβιώσει στον Ολυμπιακό ακόμα και ο προπονητής που τον οδήγησε πιο μακριά από οποιονδήποτε άλλον στη σχεδόν 80χρονη ιστορία του. Ετσι λοιπόν ο Ντούσαν Μπάγεβιτς την πρώτη φορά αντικαταστάθηκε από τον ανεκδιήγητο Μπιγκόν, «επειδή δεν ήταν ο κατάλληλος για την κατάκτηση της Ευρώπης» και τη δεύτερη κατηγορούμενος από τους οργανωμένους οπαδούς ότι επιδείκνυε συμβιβαστική στάση και δεν υποχρέωσε τον Κόκκαλη στις απαραίτητες μεγάλες μεταγραφές που θα δόξαζαν τον Ολυμπιακό στο Τσάμπιονς Λιγκ.
Και Ετσι ήλθε ο Σόλιντ, αγαπημένος μέχρι και σήμερα των οργανωμένων, παρ' ότι στην Ευρώπη, με πολύ περισσότερες μεταγραφές και μεγαλύτερο μπάτζετ, τα έχει κάνει δύο χρονιές θάλασσα...
Ποιος φταίει λοιπόν; Κατά τη γνώμη μου, το γενικότερο κλίμα και η κυρίαρχη νοοτροπία που επικρατεί σε αυτόν τον ιστορικό σύλλογο. Η οποία νοοτροπία με δυο λέξεις συνίσταται στο εξής: «Γαμάμε και δέρνουμε». Και αυτό επειδή «είμαστε περισσότεροι, πιο μάγκες και κανένας δεν μπορεί να μας τη βγει»!
Η μεγάλη ευθύνη του Κόκκαλη συνίσταται στο ότι ενστερνίστηκε αυτή τη νοοτροπία -ή μάλλον, ως γαύρος από τα γεννοφάσκια του, τον διακατείχε από την πρώτη στιγμή που πήρε τον σύλλογο στα χέρια του. Οσο γι' αυτά που του αποδίδουν (μικρές επενδύσεις, κακές επιλογές, στροφή στο κέρδος), αφενός μεν έχουν μικρότερη σημασία, αφετέρου δε δεν εκφράζουν 100% την πραγματικότητα. Όπως και να έχει, πάντως, κανείς δεν μπορεί να φταίει περισσότερο από τον ίδιο. Γεγονός που καταγράφεται σε κάθε είδους σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης, αλλά, παρ' όλα αυτά, προσπαθούν να το αποσιωπήσουν όλοι όσοι βρίσκονται γύρω του και όσοι φιλοδοξούν κάτι να αποκομίσουν στο μέλλον, εκμεταλλευόμενοι ενδεχόμενη εύνοιά του.
Από την άποψη αυτή, και σε συνδυασμό με όσα προαναφέρθηκαν, είναι φανερό ότι η κουβέντα που βασανίζει τον Ολυμπιακό ονομάζεται «αλαζονεία της εξουσίας». Εννέα πρωταθλήματα με έναν ξεδοντιασμένο Παναθηναϊκό και τον Κόκκαλη να διατηρείται πανίσχυρος με όλες τις καταστάσεις, αν δεν τρελαίνουν, σίγουρα προκαλούν τουλάχιστον αυτοκρατορικά σύνδρομα. Γι' αυτό και κανείς δεν μπορεί να διαχειριστεί τις συνεχείς ανώμαλες προσγειώσεις που υφίσταται η «ερυθρόλευκη» ομάδα στον ευρωπαϊκό χώρο.