Δεύτερη μέρα του νέου χρόνου σήμερα και το μυαλό μου γυρίζει πίσω, στα αθλητικά πεπραγμένα του 2006, για να σταματήσει (πού αλλού;) στους άθλους της εθνικής μπάσκετ στην Ιαπωνία. Παλαιότερα, οι εφημερίδες συνήθιζαν πολύ να κάνουν, τέτοιες μέρες, μεγάλες ανασκοπήσεις για τη χρονιά που έφυγε, κάτι παρόμοιο θα κάνω κι εγώ σήμερα, αλλά με έναν εντελώς προσωπικό τρόπο και με επίκεντρο τις αξέχαστες μέρες του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος, στη Χαμαμάτσου και τη Σαϊτάμα.

Το βράδυ που χτύπησε ο Νίκος Ζήσης και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο της Χαμαμάτσου δύσκολα θα ξεχαστεί απ' όσους έζησαν από κοντά τα γεγονότα. Η ομάδα, παρά τον τραυματισμό του Νίκου, νίκησε τη Βραζιλία και πήγε στο ξενοδοχείο. Εκεί ακολούθησε το συνηθισμένο πρόγραμμα: φαΐ, λίγη κουβέντα και μετά όλοι οι παίκτες στα δωμάτια.

Για την κατάσταση του Ζήση δεν υπήρχε ιδιαίτερη ανησυχία. Αλλωστε ο γιατρός τον είχε πάει στο νοσοκομείο για προληπτικούς (όπως είπε) λόγους και όλοι περίμεναν ότι κάποια στιγμή θα επέστρεφε και ότι φυσικά θα έπαιρνε μέρος στο ματς της επομένης με την Τουρκία.

Η ώρα περνούσε όμως και κάποια στιγμή ο Γιαννάκης με τον Φιλίππου αποφάσισαν να πάνε μέχρι το νοσοκομείο. Πήραν ταξί κι έφυγαν. Ο αρχηγός της αποστολής Γιώργος Κολοκυθάς, συγχυσμένος από την εξέλιξη του αγώνα (κερδίζαμε πολλά με λίγα κάποια στιγμή και κατόπιν κινδυνεύσαμε να χάσουμε) και τον τραυματισμό του Νίκου είχε αποσυρθεί στο δωμάτιό του.

Κουβέντιαζα (δεν θυμάμαι με ποιους) στο λόμπι του ξενοδοχείου όταν είδα τον δεύτερο φυσιοθεραπευτή της ομάδας, που εκείνη την ώρα θα έπρεπε να δουλεύει στα δωμάτια των παικτών, να έρχεται βιαστικός προς το μέρος μου. Πετάχτηκα επάνω «τι συμβαίνει, ρε ψηλέ;», τον ρώτησα. Τα μάτια του ήταν βουρκωμένα. Τα χείλη του έτρεμαν. "Μίλα, γαμώ το κέρατό μου, έγινε κάτι;», του είπα ανήσυχος πια. «Ο Νίκος... Μου τηλεφώνησε ο γιατρός από το νοσοκομείο... Ο Νίκος έχει χτυπήσει πολύ και δεν θα μπορέσει να ξαναπαίξει», ψέλλισε φανερά αποδιοργανωμένος. «Τι μαλακίες είναι αυτές που λες τέτοια ώρα, τρελάθηκες; Αφού έχουν πάει εκεί ο Γιαννάκης με τον Φιλίππου, γιατί πήρε εσένα ο γιατρός;». Με κοίταξε απορημένος: «Δεν ξέρω», ψιθύρισε, «αλλά ο γιατρός έτσι μου είπε...».

Έκανα μεταβολή και σχημάτισα στο κινητό τον αριθμό του Βασιλακόπουλου. Του είπα τι συνέβαινε, όσο πιο ήπια μπορούσα. «Έλα στο ξενοδοχείο μου αμέσως», μούγκρισε γεμάτος ανησυχία και φόβο. Σε πέντε λεπτά ήμουν εκεί. Καθόταν μόνος στο μπαρ και μπροστά του η Χαμαμάτσου απλωνόταν κατάφωτη, αλλά σιωπηλή. Δεν προλάβαμε να πούμε πολλά και χτύπησε το τηλέφωνό του. Ηταν ο Φιλίππου. Ο πρόεδρος δεν μιλούσε, μόνο άκουγε. Κάποια στιγμή άρχισε να κάνει σύντομες ερωτήσεις. «Η μητέρα του το ξέρει;». «Ποιος μίλησε με τον πατέρα του;». Τρελάθηκα, γιατί από τα λίγα που άκουγα καταλάβαινα ότι τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά.

Οταν ο Βασιλακόπουλος έκλεισε το τηλέφωνο, το πρόσωπό του ήταν κατάχλομο, τα χείλη του έτρεμαν -το ίδιο και τα χέρια του. Από τότε που ο Νικολάκης ο Ζήσης ήταν μόλις 16 ετών και έπαιζε στην Eθνική παίδων μου μίλαγε με ανυπόκριτο θαυμασμό γι' αυτόν. Για το ταλέντο του, για τον χαρακτήρα του, για τις ηγετικές του ικανότητες. Ηταν το πουλέν του. Και τώρα από το τηλεφώνημα του Φιλίππου μάθαινε... Αλήθεια τι είχε μάθει και ήταν έτοιμος να καταρρεύσει;

Άρχισε να μιλάει με δυσκολία. «Η κατάσταση είναι σοβαρή. Εχει περισσότερα του ενός κατάγματα στο ζυγωματικό, έχει επηρεασθεί η όρασή του, πρέπει να κάνει εγχείρηση. Που πάντως δεν επείγει, αλλά το χειρότερο είναι ότι το χτύπημα ήταν τόσο δυνατό, ώστε υπήρξε στιγμιαία μετακίνηση στη βάση του κρανίου με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μία φυσαλίδα μέσα στο κρανίο του παιδιού». Έπιασε το πρόσωπό του και με τα δύο χέρια και πήρε μια βαθιά ανάσα. «Τι άλλο λένε οι γιατροί;», τον ρώτησα. «Φοβούνται πολύ αυτή τη φυσαλίδα. Δεν θα βγει από το νοσοκομείο αν δεν απορροφηθεί. Στην κατάσταση που είναι δεν του επιτρέπουν να μετακινηθεί, ούτε φυσικά να μπει στο αεροπλάνο για να επιστρέψει».

Έπεσε σιωπή. Τι να πρωτοσκεφθεί κανείς εκείνη τη στιγμή. Τη δύσκολη κατάσταση του παιδιού, το δράμα των γονιών του, που ακόμα δεν είχαν συνέλθει από την ξαφνική απώλεια του άλλου τους γιου, τον αντίκτυπο που θα είχε η άσχημη αυτή εξέλιξη στην ομάδα, το αυριανό (ή μάλλον βραδινό αφού ήδη είχαν περάσει τα μεσάνυχτα) καθοριστικό ματς με την Τουρκία;

«Σου είπε σε ποια ψυχολογική κατάσταση είναι ο Νίκος;», ρώτησα τον Βασιλακόπουλο που κοιτούσε το κενό. «Δεν φοβάται, είναι παλικάρι, αλλά δεν μπορεί να αντέξει στην ιδέα ότι θα αφήσει την ομάδα αβοήθητη. Στο έχω ξαναπεί, δεν υπάρχουν τέτοια παιδιά...».

Το ματς με την Τουρκία, ο Νίκος Ζήσης προσπαθούσε να το φαντασθεί ξαπλωμένος στο δωμάτιο του νοσοκομείου. Το επόμενο, με την Κίνα το άκουσε από τον SPORT FM διά μέσου του κινητού του. Με τη Γαλλία ήταν στον πάγκο της ομάδας και μετά τον θρίαμβο επί των Αμερικανών, τρελός από τη χαρά του, χόρευε ασυγκράτητος με τους άλλους στο παρκέ. Στην τελευταία προπόνηση πριν από τον τελικό, πήρε την μπάλα και έκανε κάποια σουτάκια. «Ετοιμάζεσαι;» τον ρώτησα. Με κοίταξε με βλέμμα θλιμμένο. «Μην παίζεις με τον πόνο μου», απάντησε και συνέχισε να σουτάρει... Τουλάχιστον τώρα ξέραμε ότι όλα θα πήγαιναν καλά με την υγεία του...

***

Με τους ρεπόρτερ του Αλ Τζαζίρα αναπτύξαμε μία πολύ καλή σχέση από το πρώτο ματς εναντίον του Κατάρ, στη Χαμαμάτσου. Λίγο μετά τη λήξη εκείνου του αγώνα, ο επικεφαλής της ομάδας του αραβικού CNN με πλησίασε και μου ζήτησε κάποιον Ελληνα παίκτη για δηλώσεις. Δεν του χάλασα το χατίρι και από τότε και οι δύο πλευρές ξέραμε ότι, έπειτα από κάθε ελληνική νίκη οι κάμερες και τα μικρόφωνα του Αλ Τζαζίρα θα περίμεναν άλλοτε τον Παπαλουκά, άλλοτε τον Διαμαντίδη ή τον Κακιούζη και άλλοτε τον Γιαννάκη ή τον Κακιούση.

Λίγα λεπτά πριν από τον αξέχαστο ημιτελικό με τους Αμερικανούς έπεσα πάνω στη «συμμορία» του Αλ Τζαζίρα. Λες και ήταν συνεννοημένοι με κοίταξαν όλοι με τον ίδιο εκφραστικό τρόπο στα μάτια, σαν να ήθελαν να μου πουν: «Θα τους νικήσετε;» Με πιάσανε τα γέλια. «Εμείς το θέλουμε περισσότερο κι από σας», τους είπα απροκάλυπτα. Δεν είχαν πια λόγο να κρύβονται κι έτριψαν τα χέρια τους με χαρούμενη προσμονή... Γύρισα για να πάω στη θέση μου και τότε άκουσα κάποιον απ' αυτούς να με κατευοδώνει σιγοκραυγάζοντας ρυθμικά «Ελλάς»!

Στο φινάλε, μετά τους πρώτους τρελούς πανηγυρισμούς για το μεγάλο κατόρθωμα, έπεσα και πάλι επάνω τους. 'Η, μάλλον, μου την είχαν στημένη. «Θα κάνουμε», μου είπαν, «ένα ειδικό αφιέρωμα στη νίκη της ελληνικής ομάδας, γι' αυτό χρειαζόμαστε πολύ υλικό. Θα μας βοηθήσεις;». Πρώτα απήλαυσα την ανυπόκριτη χαρά στα πρόσωπά τους και μετά τους έδωσα μια ακόμα. «Η μισή ομάδα», απάντησα, «είναι σήμερα δική σας. Οπως και η μισή νίκη επί των Αμερικανών». Αυτό ήταν. Μόνο που δεν με σήκωσαν στα χέρια από τον ενθουσιασμό τους!

Λίγο πιο πέρα με περίμενε μια άλλη ευχάριστη έκπληξη. Από τον μάνατζερ της εθνικής Ιταλίας, τον Σιλβέστρι, ειλικρινή φίλο της Ελλάδας, με τον οποίο συναντιόμαστε τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο, μία στο τουρνουά προετοιμασίας που διοργανώνει η Ιταλική Ομοσπονδία και άλλη μία στο δικό μας, το «Ακρόπολις». Εμφανίσθηκε λοιπόν ο αφιλότιμος κρατώντας στα χέρια του ένα σκαμνί! Πού το βρήκε, κανείς δεν ξέρει. Το μόνο βέβαιο είναι ότι το ακούμπησε κάτω και μου έκανε νόημα να ανέβω. Μέσα στην παραζάλη μου δεν κατάλαβα τι μου ζητούσε, αλλά εκείνος με μερικούς ακόμα συμπατριώτες του με ανέβασαν στο σκαμνί, για να ακολουθήσει μέσα σε γενική ευδαιμονία η απονομή κάποιου αντικειμένου εν είδει βραβείου για τη μεγάλη νίκη!

Η αλήθεια είναι ότι όλοι οι Ευρωπαίοι που βρισκόντουσαν στη «Σαϊτάμα Αρίνα» του Τόκιο, σε αντίθεση με τους Γιαπωνέζους, κολυμπούσαν σε πελάγη ευτυχίας για την ελληνική νίκη επί των Αμερικανών. Το έβλεπες στα πρόσωπά τους, το εισέπραττες με θερμά αγκαλιάσματα και «ζήτω», το είχες προεξοφλήσει κατά τη διάρκεια του συγκλονιστικού αγώνα, όταν έβλεπες διάφορες μικρές εστίες στις εξέδρες του αχανούς γηπέδου να εκρήγνυνται έπειτα από κάθε ελληνικό καλάθι. Μου το επιβεβαίωσε ο ίδιος ο Σιλβέστρι: «Ολοι, εκτός από τους οικοδεσπότες, ήταν μαζί σας. Τι να πω όμως γι' αυτούς τους Γιαπωνέζους... Μόνο ένας λαός σκλάβων θα συμπεριφερόταν έτσι».

Λίγο μετά στο ξενοδοχείο είδαμε και πάθαμε να απομακρύνουμε τους Ελληνες, που σώνει και καλά ήθελαν να δουν από κοντά τους παίκτες, να τους αγκαλιάσουν, να τους αποθεώσουν. «Παιδιά», τους είπαμε, «δεν είναι ώρα για πανηγυρισμούς, έχουμε το σημαντικότερο ματς μπροστά μας, τον τελικό. Αφήστε τα παιδιά να ησυχάσουν». Το κατάλαβαν κι έφυγαν. Εκείνο που δεν κατάλαβαν ήταν, την Κυριακή το βράδυ, πώς η εθνική μας έχασε έτσι εύκολα από τους Ισπανούς. Κάποιοι μίλησαν ακόμα και για πουλημένους! Ελλάς, το μεγαλείο σου...

Από εκείνον τον αναθεματισμένο τελικό με τους Ισπανούς μόνο ένα πράγμα θέλω να θυμάμαι. Την εικόνα των απεσταλμένων του Αλ Τζαζίρα, λίγο πριν από το τζάμπολ, φορούσαν όλοι τους γαλάζιες γραβάτες, μου τις έδειξαν και είπαν: «Για την Ελλάδα». Κρίμα που τους στεναχωρήσαμε κι αυτούς.

***

Καλές οι αναδρομές, αλλά ας πούμε κάτι και για το μέλλον. Ε, λοιπόν, για ένα πράγμα είμαι βέβαιος. Οι Ελληνες παίκτες δεν θέλουν τίποτε άλλο τόσο πολύ όσο μια νίκη τον Σεπτέμβριο επί των Ισπανών μέσα στη Μαδρίτη. Και φυσικά το τρόπαιο των δις πρωταθλητών Ευρώπης. Για να δούμε...

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube