Μπορεί οι επιτυχίες της Εθνικής στο Ευρωμπάσκετ του 2005 και το Μουντομπάσκετ του 2006 να μην έχουν σταθεί αρκετές για να επιστρέψει μαζικά ο κόσμος στα γήπεδα (πλην εξαιρέσεων), ούτε καν για να αναβαθμιστεί πολύ ποιοτικά το ελληνικό πρωτάθλημα και η οργάνωσή του, ωστόσο μπορούμε κάλλιστα να καυχιόμαστε πως... έξω πάμε καλά. Μετά από την ολοκλήρωση και της 11ης αγωνιστικής της Ευρωλίγκα ο ελληνικός απολογισμός από Παναθηναϊκός, Ολυμπιακό και Άρη μόνο αμελητέος δεν μπορεί να θεωρηθεί. Οι 25 νίκες σε 33 αγώνες αποτελούν ένα μεγάλο παράσημο για τους εκπροσώπους μας στην κορυφαία ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση, πόσο μάλλον από τη στιγμή που η πρόκριση στους 16 είναι εξασφαλισμένη και για τους τρεις (ο Άρης μόνο αν αυτοκτονήσει χάνει το εισιτήριο πλέον), ενώ οι δύο «αιώνιοι» μπορούν να κάνουν όνειρα για φάιναλ φορ και κατάκτηση του τροπαίου.
Ο Παναθηναϊκός μοιάζει να μην έχει σταματημό. Παίζοντας χωρίς ουσιαστικό βαθμολογικό κίνητρο και χωρίς τον πολυτιμότερο-μαζί με τον Διαμαντίδη-παίκτη του, τον Μάικ Μπατίστ, πέρασε σαν σίφουνας από τη Ρώμη απέναντι στη Λοτομάτικα. Οι «πράσινοι» μπορεί να μην προσέφεραν εντυπωσιακό θέαμα, ωστόσο αυτό που εντυπωσίασε για μια ακόμη φορά ήταν η ωμότητα τους στα κρίσιμα σημεία του αγώνα. Δύο φορές κατάφεραν να πλησιάσουν οι Ιταλοί στο σκορ, όμως η εμπειρία των παικτών του Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς αποκατέστησε την τάξη. Μεγάλος κέρδος στον συγκεκριμένο αγώνα ήταν η εμφάνιση του Ραμούνας Σισκάουσκας, ίσως η πρώτη πραγματικά μεγάλη με τη φανέλα του «τριφυλλιού». Ο Λιθουανός φαίνεται πως σιγά-σιγά βρίσκει το ρόλο του μέσα στην ομάδα και εξελίσσεται σε πολύτιμη μονάδα. Με αυτόν και τον Διαμαντίδη στην πεντάδα ο Παναθηναϊκός είναι σαν να αγωνίζεται με δύο πλέι μέικερ, έναν στη θέση «1» και έναν στη θέση «3». Ο «Σίσκα» εκτός από τους 19 του πόντους και το καθαρό μυαλό έπαιξε και πολύ καλή άμυνα στον Ντέγιαν Μποντιρόγκα, έναν παίκτη άλλωστε με τον οποίον έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά. Με την επάνοδο του Μπατίστ, τη σταδιακή βελτίωση του Μπετσίροβιτς, την προσαρμογή του Γιαβτόκας και την ελπίδα πως κάποια στιγμή θα αντιληφθεί ο Ντελκ τι του ζητά ο Ομπράντοβιτς, ο Παναθηναϊκός μόνο καλύτερος μπορεί να γίνει. Το μόνο ερωτηματικό είναι πώς θα ανταποκριθεί ο συνηθισμένος σε εύκολες επί το πλείστον νίκες σε Ελλάδα και Ευρώπη Παναθηναϊκός όταν έρθει η ώρα να κοντραριστεί με ομάδες ανάλογου διαμετρήματος με το δικό του.
Ο Ολυμπιακός από την πλευρά του έκανε μόνος του δύσκολη τη ζωή του απέναντι στη Λε Μαν. Οι «ερυθρόλευκοι» είχαν την ατυχία να βρεθούν ταυτόχρονα σε κακή επιθετικά μέρα τα ατού τους (Πεν, Άκερ) και αυτό σε συνδυασμό με την προβληματική λειτουργία της άμυνας απέναντι στους απρόβλεπτους Γάλλους λίγο έλειψε να στοιχίσει μια οδυνηρή ήττα. Ο Πίνι Γκέρσον παρέμεινε πιστός στη συνταγή της χρησιμοποίησης συγκεκριμένων παικτών για μεγάλο χρονικό διάστημα, έστω και αν οι περισσότεροι εξ αυτών δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Ο Σχορτσιανίτης αγωνίστηκε και πάλι για λίγα-πλην όμως ποιοτικά-λεπτά, δείχνοντας στο διάστημα αυτό πόσο ισχυρότερος γίνεται ο Ολυμπιακός με τη δική του παρουσία στο παρκέ. Όταν όμως αυτή διαρκεί τόσο λίγο, η διαφορά δεν μπορεί να φανεί. Βέβαια για αυτό η ευθύνη βαραίνει κυρίως τον ίδιο τον «Σόφο». Η απόκτηση ενός ακόμη ψηλού αναβάλλεται συνεχώς ελλείψει και πολλών επιλογών στην αγορά και η επιστροφή του Σχορτσιανίτη στα περσινά στάνταρ απόδοσης όσο η χρονιά προχωρά και ο βαθμός δυσκολίας των αγώνων αυξάνεται, θα γίνεται όλο και πιο επιτακτική. Όσον αφορά στην προσθήκη του Στεφάνοφ, θα δώσει σίγουρα κάποιες ανάσες στον Σκούνι Πεν από έναν παίκτη με ανάλογα προσόντα (γρήγορος), σε αντίθεση με τη μέχρι πρότινος ρεζέρβα του Αμερικανού, τον Μουλαομέροβιτς, που ήταν βαρύς για το στυλ παιχνιδιού του Γκέρσον. Μοναδική ένσταση στην απόκτηση του Στεφάνοφ είναι πώς θα αντιμετωπίσει ο Ολυμπιακός με δύο κοντούς γκαρντ τις κορυφαίες ομάδες της Ευρώπης που διαθέτουν ψηλούς παίκτες στον «άσο» (Διαμαντίδης, Παπαλουκάς, Πλάνινιτς).
Τέλος, ο Άρης ήταν η αρνητική έκπληξη της εβδομάδας, ωστόσο τα ελαφρυντικά για την ήττα τους από την Ορτέζ ήταν πολλά με κυριότερα τα πολλά αγωνιστικά προβλήματα. Οι «κίτρινοι» ήταν αρκετά καλοί στην άμυνα, το δυνατό τους σημείο φέτος στην Ευρωλίγκα, ωστόσο ήταν απελπιστικά κακοί στην επίθεση, με αποτέλεσμα να χάσουν εύκολα. Πάντως οι «παιδικές ασθένειες» δικαιολογούνται σε μια ομάδα που μόλις φέτος επέστρεψε δυναμικά στην ελίτ του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Η πρόκριση στη φάση των 16 της Ευρωλίγκα θα είναι από μόνη της μεγάλη επιτυχία για τον Άρη και πρέπει να αποτελέσει τη θεμέλια λίθο για να χτιστεί σταδιακά μια ομάδα που θα μπορεί να έχει ακόμη μεγαλύτερες βλέψεις στην Ευρώπη.