Ο Παντελής Καφές τελείωσε την καριέρα του στον Ολυμπιακό και ο Μιχάλης Καψής σύντομα προβλέπεται να τη τελειώσει. Ο πρώτος έκανε αρκετά καλά ματς, ο δεύτερος δεν έπαιξε σχεδόν καθόλου. Αμφότεροι, όμως, έχουν ένα κοινό σημείο. Ποτέ δεν αγαπήθηκαν από τον κόσμο του Ολυμπιακού. Ο λόγος είναι ο χαρακτήρας τους. Στη ζωή ο χαρακτήρας και των δύο θα περνούσε ως σοβαρός και ήπιος. Για την κερκίδα όμως ήταν από υποτονικός έως και νεκρός. Στο μέλλον θα ήταν λογικό ο Ολυμπιακός, όπως και οι άλλες ομάδες, να δίνουν περισσότερη βάση στον χαρακτήρα των παικτών που παίρνουν.

Ορισμένες φορές είναι σημαντικότερος και από τα αγωνιστικά προσόντα τους. Στη λούμπεν Μίλγουολ τη δεκαετία του '80 έλαμψε το άστρο του Τόνι Κασκαρίνο. Περισσότερο από το αν αγωνιζόταν με οποιαδήποτε άλλη ομάδα. Επειδή ο Κασκαρίνο τα γκολ τα έβαζε με τον ιδρώτα του και όχι την τέχνη του, ακριβώς όπως έβγαζαν το ψωμί τους οι περισσότεροι οπαδοί της λονδρέζικης ομάδας. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για τις υπόλοιπες αγγλικές, όπως και σε κάθε άλλη χώρα του κόσμου, ομάδες. Οι τσαμπουκάδες παίκτες ταυτίζονται ευκολότερα με τον κόσμο. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, και την ΑΕΚ ο Ντέμης Νικολαΐδης με το τατουάζ και τους πανηγυρισμούς στα σύρματα της σκεπαστής λατρεύτηκε περισσότερο από την κερκίδα από τον χαρισματικότερο τεχνικά, αλλά λιγότερο ψυχωμένο Τσιάρτα. Οπως και στον Παναθηναϊκό, οι οπαδοί ήταν πρόθυμοι να δώσουν πίστωση χρόνου στον άτεχνο αρχικά Γιάννη Καλλιτζάκη, πίστωση που δεν έδωσαν στον Κώστα Φραντζέσκο. Γενικά, εκτός από εξαιρετικά χαρισματικούς παίκτες όπως ο Δεληκάρης, ο Σαραβάκος και ο Κούδας, που ακόμα και όταν φλέρταραν ή πήγαν σε άλλες ομάδες, ο κόσμος ήταν πρόθυμος να τους το συγχωρέσει, οι περισσότεροι παίκτες που αγαπήθηκαν από την κερκίδα ήταν και λίγο οπαδοί ή πούλησαν οπαδισμό. Και αυτό βγαίνει στη γηπεδική συμπεριφορά.

Ο Καφές έχει σκοράρει σε δύο εκτός έδρας ματς του Ολυμπιακού στην Ευρώπη, γεγονός που τον κάνει ξεχωριστό σε μία ομάδα που δεν έχει συνηθίσει σε τέτοιες χαρές. Επίσης, τα δύο γκολ του τα έβαλε εναντίον της Λιόν και της Ρεάλ, και δεν ήταν αδιάφορα, αφού έτσι ο Ολυμπιακός ισοφάριζε το ματς. Ποτέ όμως τα γκολ του δεν τον έβαλαν στην καρδιά των οπαδών. Ο Παντελής Καφές έμοιαζε να κάνει κάτι επειδή ήταν η δουλειά του να το κάνει, αλλά ποτέ για τη φανέλα. Στον Ολυμπιακό για μια καριέρα είναι το φιλί του θανάτου.

Ο οπαδός του Ολυμπιακού είναι πρόθυμος να τσιμπήσει σε κάθε υπερβολή που μπορεί να φτάνει και τη γελοιότητα, όπως τον Γιώργο Αμανατίδη να κάνει πριν από την έναρξη των ματς τον γύρο του γηπέδου ανεμίζοντας στην κερκίδα το γούρικο μπαντάζ του αγκώνα, παρά να θαυμάσει μια καλή ενέργεια, την οποία όμως φαίνεται ότι ο παίκτης την κάνει επειδή πληρώνεται. Ρωτήστε όποιον οπαδό του Ολυμπιακού ξέρετε. «Πες μου τρεις φάσεις που σου έμειναν στο μυαλό από την εμφάνιση του Ριβάλντο στην Τούμπα;» και αν μία από τις τρεις δεν είναι ότι έβαλε τα χέρια στα αφτιά και προκάλεσε τους οπαδούς του ΠΑΟΚ μετά το δεύτερο γκολ, σας κοροϊδεύει ότι είναι Ολυμπιακός.

Ρωτήστε τον, επίσης, αν γούσταρε την πρόθεση του Νέρι Καστίγιο να προσπαθήσει να πανηγυρίσει δίπλα στα κάγκελα των οπαδών του ΠΑΟΚ και αν σας πει «όχι», σημαίνει ότι το ψέμα του είναι διπλό. Ολοι οι οπαδοί γουστάρουν οι παίκτες τους να κάνουν τσαμπουκά, αλλά μόνο στην Ολυμπιακή μυθολογία έχει περάσει το κλάδεμα του Τάσου Μητρόπουλου στον Στράτο Αποστολάκη, στην επανεμφάνιση του δεύτερου στο Καραϊσκάκη μετά τη μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό. Γύρω στους πεντακόσιες χιλιάδες Ολυμπιακούς λένε ότι βρίσκονταν μέσα στο γήπεδο, όπως πεντακόσιοι χιλιάδες αριστεροί λένε ότι βρίσκονταν στο 1973 μέσα στο Πολυτεχνείο. Και τα δύο ήταν happening που αποδεικνύουν ότι πάντα ήσουν πιστός στο κόμμα και την ιδέα. Οχι ότι στις υπόλοιπες ομάδες δεν συμβαίνει το ίδιο. Στην ΑΕΚ ο Βάιος Καραγιάννης εκτιμήθηκε επειδή μπορούσε να κλαδέψει την καρωτίδα του αντιπάλου και στον Παναθηναϊκό ο Κυργιάκος το ίδιο, όταν έριξε την αγκωνιά και προκάλεσε την αποβολή του Ζιοβάνι, αλλά στον Ολυμπιακό το θέμα του τσαμπουκά είναι εκ των ων ουκ άνευ.

Τώρα, τι μπορεί να κάνει η διοίκηση του Ολυμπιακού; Το να ζητάει από τον παίκτη να υπογράφει δήλωση ότι θα ρίχνει ένα κλάδεμα ή θα πλακώνεται μια φορά τον χρόνο σε ματς εναντίον της ΑΕΚ ή του Παναθηναϊκού είναι γελοίο. Το να συνυπολογίζει όμως τον χαρακτήρα του παίκτη πριν τον αποκτήσει είναι απαραίτητο. Και για τον Ολυμπιακό και για τον παίκτη. Παράδειγμα.

Ο Βάλλας ήταν από τους καλύτερους νέους αμυντικούς της τελευταίας δεκαετίας. Είχε τεχνική, κρύο αίμα, ήταν ψηλός, έπαιζε με την μπάλα κάτω, αλλά είχε δύο μείον. Ηταν αγχώδης. Γεγονός που δεν είναι απαγορευτικό για αμυντικό, αφού και ο Στέλιος Μανωλάς έκανε εμετό πριν από τα ματς -όπως λέγεται. Και ο Βάλλας είχε πρόβλημα να κοιμηθεί την προηγούμενη μέρα από τα ντέρμπι. Ηταν όμως και πολύ τζέντλεμαν. Ούτε μία φορά δεν θυμάται κάποιος το μάτι του Βάλλα να γυαλίζει. Το αποτέλεσμα ήταν ο Βάλλας να μην παίρνει ευκαιρίες, η κερκίδα να μην απαιτεί να τον δει και παίκτης και Ολυμπιακός να ταλαιπωρούνται χωρίς πραγματικά να ευθύνονται. Αντίθετα, αν στον Ολυμπιακό έπαιζε ο Τσιρίλο, θα λατρευόταν πιθανότατα περισσότερο και από όσο λατρεύεται στην πιο σοφιστικέ ΑΕΚ. Οπως πιθανόν θα λατρευόταν και ο Αβραάμ Παπαδόπουλος και ο αρκετά υποτιμημένος στόπερ της Καλαμαριάς Φυτανίδης.

Το πόσο ένας παίκτης μπορεί να κάνει για μία και μόνο ομάδα ή να παίζει με ένα συγκεκριμένο προπονητή έχει φανεί στο παρελθόν με τον Ντανιέλ Μπατίστα. Ο οποίος στην ΑΕΚ με τον Μπάγεβιτς έσκιζε, αλλά στον Ολυμπιακό σερνόταν. Οπως και με τον Βαμβακούλα, που στον Παναθηναϊκό έδειχνε να φοράει λάθος φανέλα. Το συμπέρασμα είναι ότι όταν μια ομάδα έχει κερκίδα με συγκεκριμένες και σαφείς απαιτήσεις, η διοίκηση δεν μπορεί παρά να τις συνυπολογίσει στις αποφάσεις της. Ορισμένες φορές οι απαιτήσεις είναι εύκολο να υπολογιστούν, αφού η κερκίδα φωνάζει. Είναι η περίπτωση της απόκτησης του Σωτήρη Κυργιάκου, που η κερκίδα του Ολυμπιακού χάλασε τη μεταγραφή.

Οποιος ξέρει την κερκίδα του Καραϊσκάκη μπορούσε να υποθέσει από την αρχή ότι ο Παντελής Καφές δεν ταιριάζει στον Ολυμπιακό. Οποιος επίσης ξέρει την πολύ ανεκτικότερη κερκίδα της ΑΕΚ, μπορεί να μαντέψει ότι ο Καφές πολύ ευκολότερα θα δέσει με τους οπαδούς. Θα είναι λάθος, όμως, ο Ολυμπιακός να πιστέψει ότι ο Καφές αδιαφόρησε ή ο παίκτης να πιστέψει ότι η διοίκηση δεν τον στήριξε. Οπως και με τα ζευγάρια, που η ασυμφωνία χαρακτήρων φαίνεται πάντα μετά τον γάμο, έτσι και με τις ομάδες και τους παίκτες φαίνεται μετά τη μεταγραφή. Το αντικείμενο είναι οι ομάδες και οι παίκτες να καταλαβαίνουν τα λάθη τους. Για να μην ταλαιπωρούν και να ταλαιπωρούνται.

Do not disturb Αν τέσσερις φίλοι είμαστε σε ένα δωμάτιο και η ασφάλεια καεί, τι θα κάνουμε; Το πιθανότερο θα είναι να ρωτάμε ο ένας τον άλλο πού βρίσκεται το κουτί της ΔΕΗ. Αν είμαστε δέκα άγνωστοι και η ασφάλεια καεί, τι θα κάνουμε; Πάλι θα ρωτήσουμε πού πέφτει το κουτί, αλλά θα βάλουμε το χέρι στην τσέπη για να μη μας σηκώσουν το πορτοφόλι. Αν όμως είμαστε μια δεκάδα χιλιάδες, κανένας δεν θα σκεφτεί το κουτί, αλλά όλοι το πορτοφόλι. Γιατί όλοι είμαστε άγνωστοι, ανόμοιοι και βρεθήκαμε στον ίδιο χώρο.

Οποιος θέλει να εξετάσει το πρόβλημα της πλειοψηφίας να θέλει κάμερες και της μειοψηφίας να είναι έτοιμη να βγει στον δρόμο και να τις σπάσει, πρέπει να αντιμετωπίσει και την κρίση της δημοκρατίας. Ενός συστήματος που φτιάχτηκε για να μπορούν να αποφασίζουν 30.000 ομοειδείς και έφτασε να προσπαθεί να ταιριάξει τα συμφέροντα των πιο ετερόκλητων κοινωνικών ομάδων. Ενα σύστημα που φτιάχτηκε για μπορούν να αποφασίζουν 30.000 Αθηναίοι πολίτες ποιον στρατηγό θέλουν, τον οποίο δεν εμπιστεύονταν για την εκλογή ούτε των δικαστικών, σήμερα πρέπει να καθορίζει τον τρόπο της καθημερινής ζωής μας. Το θέμα με τις κάμερες θέτει καθαρά το πρόβλημα της δημοκρατίας στις κοινωνίες των εκατομμυρίων. Ας υποθέσουμε ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων τις θέλει. Ας υποθέσουμε ότι μια μειοψηφία δεν τις αντέχει.

Τώρα τι γίνεται; Η μειοψηφία πρέπει να νιώθει καταπιεσμένη μια ζωή επειδή ζει σε μια χώρα που η πλειοψηφία αποτελείται από φοβισμένα κουνέλια ή η πλειοψηφία να νιώθει ότι διακυβεύεται η ασφάλεια της, επειδή μερικές χιλιάδες αριστεριστές προσπαθούν να βρουν το νόημα της αντίστασης στις κάμερες; Και πόσο η μειοψηφία είναι έτοιμη να σεβαστεί τη θέληση της πλειοψηφίας, από τη στιγμή που ενοχλούνται οι ευαισθησίες της;

«Αλλά η δημοκρατία δεν είναι το τέλειο πολίτευμα, αλλά είναι το τελειότερο από όσα έχουμε», είναι ο συνηθισμένος αντίλογος σε τέτοια αδιέξοδα. Ας μου επιτραπεί με τον καιρό να πιστεύω ότι πιθανότατα να μην ισχύει. Από το να αποφασίζουν για μένα συνταξιούχοι που τρομοκρατημένοι παρακολουθούν τις ειδήσεις στα κανάλια και θέλουν κάμερες ή μουστοαριστεριστές που παρακολουθούν όποιον πιτσιρικά πετάει μολότοφ, σαν να έβλεπαν γκόμενα, προτιμώ να αποφασίζει για μένα η σύγκλητος του Αριστοτελείου, ο σύλλογος συλλεκτών κόμικ «Ο Κόναν, ο βάρβαρος», ο εξωραϊστικός σύλλογος «Ο Ωραίος Φιλοππάπος». Σέβομαι όποιον μικρό αριθμό ατόμων έχει ομοιότητες με εμένα. Ανέχομαι τη δικτατορία των ανομοίων με τους οποίους μπλέχτηκα. Αλλά να σεβαστώ τις επιθυμίες και τις αποφάσεις τους, όχι πολύ τους πάει. Το κατάστημα έχει προ πολλού κλείσει και η ταμπελίτσα «Do not disturb» αφορά όλους.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube