Έγραψα ένα σχολιάκι για τον ΠΑΟΚ λίγο πριν από την παρουσίαση του Γιώργου Παράσχου και πήρα στο ηλεκτρονικό μου
ταχυδρομείο (karpetshow@yahoo.gr) καμιά σαρανταριά mail από φίλους από τη Θεσσαλονίκη, που ζητούσαν εξηγήσεις. Επειδή οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους, επανέρχομαι πιο επεξηγηματικά, για να γίνω πιο κατανοητός.
Ο τελευταίος άνθρωπος που δούλεψε στον ΠΑΟΚ έχοντας δικαιώματα κανονικού προπονητή είναι ο Αγγελος Αναστασιάδης. Ο Αναστασιάδης είχε στη διάθεσή του χρόνο, είχε τη δυνατότητα να κάνει κάποιες επιλογές, είχε τη στήριξη της διοίκησης και είχε κι ένα σημαντικό μέρος του κόσμου μαζί του. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Αναστασιάδης είναι και ο μόνος που τα τελευταία χρόνια κάτι πέτυχε. Πήρε ένα Κύπελλο Ελλάδας κι έβγαλε τον ΠΑΟΚ στον προκριματικό του Τσάμπιονς Λιγκ. Χάλασε το πράγμα πάνω στο καλύτερο με όσα έγιναν στα ματς με τη Χάποελ, πλήρωσε ίσως υπερβολικά τον συγκεντρωτισμό του και μια μέρα έφυγε, αφήνοντας ωστόσο ένα γκρουπ με παίκτες οι οποίοι στα χέρια του είχαν κάνει κάποια πρόοδο.
Φρίνγκερ
Τον διαδέχτηκε ο καλός Φρίνγκερ. Η τότε διοίκηση του ΠΑΟΚ στάθηκε αδύνατο να κάνει κατανοητό γιατί τον επέλεξε. Ο ίδιος δεν είχε κανένα πρόβλημα στην Ελλάδα? όταν κατέβαινε στην Αθήνα τον έβλεπες στην Πέγκυ Ζήνα –πράγμα που είναι μάλλον καλό. Αλλά, όταν δεν είναι προφανές το γιατί ήρθες, εύκολα φεύγεις. Η αφορμή για να φύγει ήταν η ανησυχία που έπεσε στη Θεσαλονίκη μήπως χαθεί η θέση στο ΟΥΕΦΑ? ο πραγματικός λόγος ήταν ότι ο Γούμενος, διαβλέποντας ότι θα μπει αυτός στο κέντρο της προσοχής, έκανε μια κίνηση αποπροσανατολισμού. Του στοίχισε λίγο, διότι ο Φρίνγκερ χρήματα δεν χάρισε, αλλά έπιασε τόπο.
Ψυχολογία
Ακολούθησε ο Νίκος Καραγεωργίου. Μετά τον κρύο Δυτικοευρωπαίο, ανέλαβε αυτός «να δώσει στα παιδιά μια ψυχολογία» –όπως λένε και οι παράγοντες. Στο μεταξύ, ο ΠΑΟΚ είχε αλλάξει ρότα. Την τεχνική του διεύθυνση την είχε αναλάβει ο Γιώργος Κωστίκος, που έδιωξε κάποια (μεγάλα) παιδιά του Αναστασιάδη κι έφερε μερικά από τα πιο χαρισματικά πιτσιρίκια που ο ίδιος είχε εντοπίσει από τη θητεία του στην Εθνική Νέων. Μόνο που ο Καραγεωργίου δεν ήταν προπονητής πιτσιρικάδων –η πορεία του έχει δείξει ότι μάλλον με πιο έτοιμους παίκτες ξέρει να δουλεύει. Η ομάδα που είχε στα χέρια του πριν από δύο καλοκαίρια, αν και με πολύ καλές προοπτικές, δεν τσούλησε και ο ερχομός του Ζαγοράκη έμπλεξε λίγο τα πράγματα: ο κόσμος άρχισε να κάνει όνειρα, και τα όνειρα δεν συμβιβάζονται με ανανεώσεις και προγραμματισμούς.
Λάθος
Ανέλαβε ο Γιώργος Κωστίκος, κάνοντας ένα σοβαρό επαγγελματικό λάθος: ποτέ σε μια εταιρεία δεν αφήνεις μια θέση στην οποία τα πας καλά για να πας σε μια άλλη που δεν την ξέρεις καλά. Ο κόσμος πίστευε ότι ο Κωστίκος θα γίνει ο νέος Αναστασιάδης χωρίς τις παραξενιές του Αναστασιάδη: η ιστορία απέδειξε ότι δεν ήταν τόσο εύκολο. Ο Ντουμιτρέσκου, που ακολούθησε, επιλέχτηκε επειδή στην ΑΕΚ είχε επιδείξει ικανότητες διαχείρισης σε περιόδους κρίσης. Οταν κατάλαβε ότι στον ΠΑΟΚ η κρίση δεν φέρνει απαραίτητα και σύνεση και ότι όλοι απαιτούν και διαχείριση και αποτελέσματα, το 'βαλε στα πόδια πριν οι υποσχέσεις –τις οποίες υποχρεωτικά έδωσε για να επιβιώσει– τού γυρίσουν μπούμερανγκ. Μετά ήρθε ο Βούκοτιτς, η πρόσληψη του οποίου θυμίζει αυτή του Φρίνγκερ: κανείς δεν την καταλαβε, κανείς δεν ξαφνιάστηκε όταν έφυγε.
Συνεργοί
Γιατί απαρίθμησα αυτές τις αλλαγές; Για να καταδειχτεί ότι αυτή η σκυταλοδρομία των προπονητών, αυτό το «φύγε εσύ, έλα εσύ» δεν στηριζόταν σε κανένα απολύτως σκεπτικό που να έχει σχέση με το παιχνίδι που λέγεται ποδόσφαιρο: ο Φρίνγκερ, ο Καραγεωργίου, ο Κωστίκος, ο Ντουμιτρέσκου, ο Βούκοτιτς, δεν επιλέχτηκαν για να φτιάξουν κάτι, αλλά για να προσπαθήσουν με την παρουσία τους να διαχειριστούν συνθήκες κρίσης, για το χατίρι εκείνων που την κρίση όφειλαν να την αντιμετωπίσουν! Αν αδυνατούσαν να παρουσιάσουν μια ομάδα καλύτερη, έφευγαν χωρίς κανένας να τους αναγνωρίσει το ελαφρυντικό ότι στο μεταξύ οι συνθήκες γίνονταν χειρότερες. Αν σουλούπωναν το πράγμα παρά την κρίση, έρχονταν αυτομάτως αντιμέτωποι με απαιτήσεις –μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα, δηλαδή.
Πιόνια
Αναλογη κατάσταση σε ομάδα τα τελευταία χρόνια δεν θυμάμαι. Δεν χωράει αμφιβολία ότι κάποιοι από τους ικανούς αυτούς ανθρώπους έγιναν πιόνια στα παιχνίδια του Γιάννη Γούμενου, ο οποίος αντιμετώπιζε την Τούμπα σαν ρωμαϊκή αρένα που διψάει για θυσίες. Ομως είναι επίσης πασιφανές ότι όλη η κατάσταση έχει κάτι το άρρωστο: δεν είναι δυνατόν να μην έχει κανένας χρόνο να δουλέψει, είτε πάει καλά είτε πάει άσχημα. Οταν μάλιστα ο χρόνος αυτός δεν δίνεται σε κάποιον προπονητή (το έργο του οποίου δεν είναι και τόσο δύσκολο), σκεφτείτε τι θα γίνει στην περίπτωση ενός νέου αγοραστή (που θα έχει να αντιμετωπίσει καταστάσεις ακόμα περισσότερο σύνθετες). Η εικόνα του ΠΑΟΚ των δύο τελευταίων χρόνων τρομάζει οποιονδήποτε χρειάζεται μια σταλιά χρόνο για να έχει αποτελέσματα. Αυτό το «εδώ και τώρα», μάλιστα, εκφράζεται άκομψα, ακόμα και από άλλου είδους παραγοντικές συμπεριφορές: μου προκάλεσε κατάπληξη η είδηση ότι ο Ερασιτέχνης ΠΑΟΚ, που δύο χρόνια άφηνε τον Γούμενο να τον φεσώνει, έτρεξε να πάρει ποσοστά από τις πωλήσεις των εισιτηρίων του ματς του «Δικεφάλου» με τον ΠΑΟ επειδή είδε την Τούμπα κατάμεστη!
Θετικό
Τι θα ζητούσα από τον Γιώργο Παράσχο, αν ήμουν ο ΠΑΟΚ; Να ξανακάνει την ομάδα ελκυστική. Να φτιάξει μια ομάδα που να παίζει καλή μπάλα και να δώσει αφορμές στην ελληνική φίλαθλη γνώμη να τη συζητήσει για κάτι θετικό. Ολα τα άλλα (νίκες, θρίαμβοι, παικταράδες, μεταγραφές, διαχειρίσεις και απαιτήσεις) δεν είναι για την παρούσα φάση. Και ειδικά οι απαιτήσεις, αργούν ακόμα πολύ…
Μπεκρήδες
Διαβάζω αυτές τις μέρες διάφορα στον ελληνικό Τύπο για τις εκλογές της ΟΥΕΦΑ και δεν το κρύβω ότι αυτά τα κοσμοπολίτικα ρεπορτάζ και οι γκλαμουράτες εκλογικές αναλύσεις με διασκεδάζουν. Εχω, όμως, μια άλλη αντίληψη για τα πράγματα. Συνέβη να γνωρίσω αρκετούς παράγοντες της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας τον καιρό που διαδραματιζόταν η υπόθεση Μπασμάν. Οι μισές συσκέψεις της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας γίνονταν τότε στη Ρώμη, διότι οι Ιταλοί είχαν την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης κι ο Αϊγκνερ πίστευε ότι θα τον βοηθήσουν να τρενάρει το κύμα των επερχόμενων αλλαγών.
Τότε ήμουν στη Ρώμη και τα παρακολουθούσα όλα από πολύ κοντά: με μερικούς της ΟΥΕΦΑ ακόμα μιλάω. Ομολογώ ότι το σύνολο των Ευρωπαίων παραγόντων μού είχε κάνει αλγεινή εντύπωση. Στα μάτια μου, οι παράγοντες αυτoί χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: η πρώτη, μπεκρήδες από τη Δυτική Ευρώπη και τη Σκανδιναβία, η δεύτερη, πρώην διαιτητές που μετά το πέρας της καριέρας τους ανέλαβαν το νταραβέρι στις ομοσπονδίες της Ανατολικής Ευρώπης και είναι στο «Δώσε κι εμένα, μπάρμπα», και η τρίτη, φραγκοφονιάδες από τη Νότια Ευρώπη που βρέθηκαν στις ομοσπονδίες επειδή απέτυχαν να κάνουν πολιτική καριέρα. Ολος αυτός ο συρφετός των περίεργων –πιστέψτε με– δεν έχει τίποτα το άξιο θαυμασμού και δεν είναι τυχαίο ότι σε όλες τις συγκρούσεις (από τον Μποσμάν μέχρι τα εργατικά δικαιώματα των ποδοσφαιριστών) έχασαν με κατεβασμένα χέρια. Μετά μάλιστα την πανωλεθρία που έπαθε από τους δικηγόρους του Μποσμάν η ΟΥΕΦΑ, ο Αϊγκνερ άνοιξε τις πόρτες της σε τεχνοκράτες, περιόρισε τον ρόλο των παραγόντων κι αυτό ήταν που έφερε τις αλλαγές στο Τσάμπιονς Λιγκ και στο Κύπελλο Εθνών Ευρώπης: αλλιώς, σήμερα μπορεί και να μην υπήρχε.
Η μάχη του Πλατινί με τον Γιόχανσον απλώς δίνει την ευκαιρία για νταλαβέρι, πληρωμένα ταξίδια, πολύ φαΐ και απίστευτη κατανάλωση αλκοόλ. Επί της ουσίας, πρόκειται για ένα πανηγύρι που αφορά καμιά πενηνταριά μπεκρήδες, σαράντα λαμόγια και λίγους γεροξεκούτηδες: οι σοβαροί άνθρωποι είναι ζήτημα να είναι τριάντα σε όλη την αίθουσα.
Θα ήθελα να κερδίσει ο Γιόχανσον, που –αν μη τι άλλο– έχει μια σοβαρότητα, ακόμα κι αν κοκκινίζουν τα μαγουλά του από το κρασί και νομίζεις ότι θα πάθει εγκεφαλικό. Τον Πλατινί τον θυμάμαι, όταν ήρθε στην Ελλάδα, να διακόπτει μια συνέντευξη Τύπου για να πάει για ύπνο στη μία το μεσημέρι: μιλάμε για τέρας ενεργητικότητας!