Η ιστορία είναι απλή. Και είναι απλή γιατί είναι θέμα βούλησης. Οταν η πολιτεία και οι παράγοντες των συλλόγων επιθυμούν να εξορίσουν τα επεισόδια από τα γήπεδα, μπορούν να τα καταφέρουν.

Ακόμη και αν το δικό μας θεσμικό πλαίσιο παρουσιάζει κενά, μπορούμε πάντα να μελετήσουμε και να αντιγράψουμε μέτρα που εφαρμόστηκαν σε άλλες χώρες με παρόμοια ή μεγαλύτερα προβλήματα. Συχνά ακούω τη δικαιολογία ότι το θεσμικό πλαίσιο είναι επαρκές αλλά δεν εφαρμόζεται.

Και δεν εφαρμόζεται διότι οι παράγοντες του ποδοσφαίρου ελέγχουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τα όργανα απονομής της δικαιοσύνης. Αυτό η πολιτεία, φυσικά, το γνωρίζει πολύ καλά, αλλά δεν είδα να αναλαμβάνει κάποιες πρωτοβουλίες για την εξάλειψη του προβλήματος. Γιατί δεν θέλει. Ξεκάθαρα πράγματα. Το ζήτημα της αναμόρφωσης των συνδέσμων θα μπορούσε να είχε προωθηθεί με μεγαλύτερη προσοχή, ταχύτητα και αυστηρότητα.

Εδώ, βέβαια, υπεισέρχεται και το ενδιαφέρον των διοικήσεων των συλλόγων, ιδιαίτερα των μεγάλων, που δεν θέλουν να διαταράξουν τις σχέσεις τους με τον σκληρό πυρήνα των «πελατών», τους οποίους μπορούν να χρησιμοποιήσουν και με άλλους τρόπους. Σε περίπτωση που οι διοικήσεις των ομάδων υιοθετήσουν σκληρή γραμμή απέναντι στους συνδέσμους, θα διαταράξουν και τις σχέσεις τους με τον οπαδικό αθλητικό Τύπο, χάνοντας έναν πολύ σημαντικό υποστηρικτή.

Οι διοικήσεις των συλλόγων, που στερούνται γενναιότητας και οράματος, έτσι αντιλαμβάνονται την πολιτική δημόσιων σχέσεων και επικοινωνίας, έτσι κάνουν. Γι’ αυτό και βρίσκονται στη λίθινη εποχή όσον αφορά την οργάνωση του συγκεκριμένου τομέα. Τη λύση σε αυτή την έλλειψη βούλησης των διοικήσεων των συλλόγων δίνει η πολιτεία με την εισαγωγή της κάμερας στα γήπεδα, μεταβάλλοντας έναν κατ’ εξοχήν δημόσιο χώρο σε ιδιωτικό -περιορίζοντας δηλαδή τους χώρους ελεύθερης έκφρασης- και υπογράφοντας τη μετατροπή του παιχνιδιού σε προϊόν, που έχει ανάγκη από προστασία για να το αγοράσουν και να το καταναλώσουν οι «πελάτες».

Η σοβαρή πληγή, όμως, ο ιός που μολύνει το παιχνίδι και το ρίχνει στο χαντάκι της βίας, είναι οι ποδοσφαιρο-παράγοντες. Εχοντας πρόσβαση στη λειτουργία των δικαιοδοτικών οργάνων και στην επιλογή των διαιτητών, είναι υπεύθυνοι για την απονομή μιας δικαιοσύνης που είναι προς όφελος των ισχυρών, μιας δικαιοσύνης που είναι ακριβώς το αντίθετο από αυτό που υποτίθεται ότι έπρεπε να είναι.

Ετσι και η καχυποψία ανάμεσα στους φιλάθλους καλλιεργείται, και η βία βρίσκει καύσιμο για να συνεχίσει να καίει καθίσματα και αυτοκίνητα, και ο κόσμος απομακρύνεται από τα γήπεδα. Τα τελευταία χρόνια όλοι γράφουμε τα ίδια και τα ίδια όταν γίνονται επεισόδια και αντίδραση δεν υπάρχει. Πολλοί είναι εκείνοι που αντιλαμβάνονται το παραγοντιλίκι στο ποδόσφαιρο ως ένα χώρο που μπορούν να ασκήσουν εξουσία και να αποκτήσουν status. Ασήμαντα ανθρωπάκια, μικροτυχοδιώκτες, αμόρφωτοι, ξεπερασμένοι, ασχολούμενοι με το ποδόσφαιρο νομίζουν ότι γίνονται «κάτι». Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι η εικόνα τους στον καθρέφτη -στον δικό τους καθρέφτη- και όχι το ποδόσφαιρο.

Αλλού το ποδόσφαιρο, το παιχνίδι, είναι πάνω από τις ομάδες και από τις προσωπικές επιδιώξεις και γι’ αυτό προστατεύεται από όλους όσοι εμπλέκονται με αυτό. Πολλές φορές έχω σκεφτεί ότι από τύχη σε διάφορα επεισόδια δεν έχουμε θρηνήσει νεκρό. Αλλά επειδή αυτό συνέβη στο παρελθόν και τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει και τόσο πολύ, αναρωτιέμαι αν ακόμη και τώρα έχουν καταλάβει εκείνοι που πρέπει ότι οι κάμερες δεν μπορούν να προστατέψουν το παιχνίδι από τα σφυρίγματα ενός ανίκανου διαιτητή. Που τον επέλεξαν εκείνοι που δεν φοβούνται τις κάμερες, γιατί πολύ απλά οι κάμερες δεν λειτουργούν στα σκοτεινά.

Πισώπλατη μαχαιριά

Ο ποδοσφαιρικός κόσμος της Γερμανίας είναι αναστατωμένος. Στην αρχή σίγουρα ξαφνιάστηκε. Μετά προβληματίστηκε και στη συνέχεια άρχισε να φοβάται. Να φοβάται ότι μπορεί να χάσει ένα από τα σύμβολα του γερμανικού ποδοσφαιρικού status.

Τις τρεις ρίγες της Adidas, της γερμανικής εταιρείας που ξεκίνησε μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ως βιοτεχνία παπουτσιών δύο αδελφών για να εξελιχτεί σε μία από τις δύο μεγαλύτερες πολυεθνικές εταιρείες αθλητικού εξοπλισμού. Εξω από το γερμανικό Κοινοβούλιο, στο Βερολίνο, έχει στηθεί άγαλμα σε ένα παπούτσι. Το ποδοσφαιρικό παπούτσι της Adidas, που έκανε την εμφάνισή του το 1954 στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ελβετίας και από τότε ήταν συνεχώς στα πόδια των Γερμανών ποδοσφαιριστών της εθνικής που κατέκτησε τρία παγκόσμια κύπελλα.

Ο μεγάλος κίνδυνος λέγεται Nike και είναι ο μεγάλος αντίπαλος και ανταγωνιστής της Adidas. Η αμερικανική πολυεθνική, στην προσπάθεια που καταβάλλει για να κερδίσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι της αγοράς ποδοσφαιρικών ειδών (εκεί όπου κάποτε η Adidas ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος), έκανε μία εξωπραγματική προσφορά στη γερμανική ομοσπονδία ποδοσφαίρου. Της πρότεινε να γίνει ο αποκλειστικός προμηθευτής του αθλητικού υλικού που χρησιμοποιεί για την επόμενη οκταετία αντί του ποσού των 500 εκατομμυρίων ευρώ! Το αντίστοιχο ποσό που προσφέρει η Adidas στη γερμανική ποδοσφαιρική ομοσπονδία είναι μόλις 11 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο.

Η κίνηση της Nike είναι ένα πολύ ισχυρό χτύπημα στις φιλοδοξίες της Adidas, που πριν από ένα χρόνο εξαγόρασε την αμερικανική εταιρεία Reebok προκειμένου να ανταγωνιστεί τη Nike και να μεγαλώσει τον τζίρο της. Η μάχη προς το παρόν βρίσκεται σε εξέλιξη, αφού η γερμανική ομοσπονδία ποδοσφαίρου βρίσκεται σε νομική διαμάχη με την Adidas σχετικά με τη διάρκεια της παρούσας συμφωνίας σπόνσορσιπ. Μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο η Adidas ανακοίνωσε ότι συμφώνησε με τη γερμανική ποδοσφαιρική ομοσπονδία να επεκτείνουν τη συνεργασία τους μέχρι το 2014.

Η ομοσπονδία υποστηρίζει ότι ποτέ δεν υπήρξε τέτοια συμφωνία και παράλληλα προσπαθεί να βρει τρόπο να σπάσει τη συμφωνία που ισχύει μέχρι το 2010. Η Adidas, της οποίας η μετοχή από την αρχή του χρόνου έχει χάσει γύρω στο 3%, ξέρει ότι αν χάσει την εθνική Γερμανίας θα δεχθεί πολύ σοβαρό πλήγμα. Και μπορεί να δώσει μάχη στα δικαστήρια, αλλά για να κερδίσει πρέπει να κάνει εξίσου καλή προσφορά ή έστω λίγο μικρότερη. Το ζήτημα είναι αν μπορεί.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube