O Tζον Αμίτσι αποφάσισε να βγει από την ντουλάπα και να παραδεχθεί δημοσίως, στην αυτοβιογραφία του, ότι είναι ομοφυλόφιλος. Αν θέλετε την ταπεινή μου γνώμη, ο Τζον Αμίτσι είναι πολύ πιο άνδρας από τα ψευτοαντράκια που μαζεύτηκαν στη γωνία και τσιμογελάνε.
Οταν ο Βρετανός μπασκετμπολίστας έπαιζε στην Ελλάδα, οι ιδιαίτερες ερωτικές προτιμήσεις του αποτελούσαν κοινό μυστικό. Ο εκκεντρικός χαρακτήρας του τον έστειλε γρήγορα στο περιθώριο, σε έναν κόσμο όπου ο ανδρισμός μετριέται στο μιλητό, συνήθως με ομοφοβικές κραυγές και σκανδαλοθηρικούς ψιθύρους. Πόσοι είναι οι ομοφυλόφιλοι αθλητές διεθνώς; Σύμφωνα με τις κατά καιρούς εκτιμήσεις και έρευνες, περίπου 1 στους 10-15. Πόσοι από αυτούς τόλμησαν να παραδεχθούν την ομοφυλοφιλία τους; Σχεδόν κανένας.
Στην Ελλάδα, η φήμη που κυκλοφόρησε για κάποιον Σέρβο ποδοσφαιριστή που αγωνιζόταν σε σύλλογο του νότου ουσιαστικά κατέστρεψε την καριέρα του, πάνω που αποφάσισε να τον ντύσει στα χρώματά της μια μεγαλύτερη ομάδα. Παράδειγμα από το ανδρικό μπάσκετ δεν μπορώ να θυμηθώ, αν και πρόσφατα άκουσα ότι ΚΑΕ της Αθήνας απέρριψε έναν Ισπανό αθλητή μόλις έμαθε ότι αυτός προτιμούσε τα αγόρια από τα κορίτσια.
Για αθλήτριες ακούγονται σημεία και τέρατα, υποψιάζομαι όμως ότι τα περισσότερα ξεκινούν από την παλιομοδίτικη, ανατολίτικη νοοτροπία του αδιόρθωτου Νεοέλληνα: «Γυναίκα στα γήπεδα, άρα λεσβία», λέει ο μουστακαλής καρεκλοκένταυρος του καφενείου. Ενα γιαούρτι στον κύριο, κερασμένο από μένα.
Δεν είναι εύκολο να μαζέψει κανείς το θάρρος και να πετάξει την ομοφυλοφιλία του στα μούτρα μιας συντηρητικής κοινωνίας. Ορισμένοι υπέστησαν «outing» από αδίστακτους τρίτους και, στριμωγμένοι στη γωνία, υποχρεώθηκαν να ομολογήσουν τα ανομολόγητα. Εκείνοι που τόλμησαν να φανερώσουν απρόκλητοι την ιδιαιτερότητά τους, από τη Μαρτίνα Ναβρατίλοβα έως τον (δήμαρχο Βερολίνου) Κλάους Βόβεραϊτ, από την Αμελί Μορεσμό έως το Γκρεγκ Λουγκάνη, από τον Γιώργο Μαρίνο μέχρι τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, έχουν την παντοτινή εκτίμησή μου για τον ανδρισμό τους. Το ζηλεύω το μέγεθος των αυγών τους. Το βιογραφικό τους αποδεικνύει ότι, ξένοιαστοι και με βλέμμα καθαρό, κατακτούν πια τον Κόσμο.
Ο Τζον Αμίτσι είναι ωραίος τύπος. Καταπληκτικός. Καλλιεργημένος όσο ελάχιστοι αθλητές, φιλοσοφημένος, πανέξυπνος, σοβαρός, ποιητής, με κλασικό βρετανικό φλέγμα, άλλο φρούτο από αυτά τα εδώδιμα που κυκλοφορούν στα γήπεδα, ελληνικά και ξένα. Ταξίδεψα πολλές φορές με τον Παναθηναϊκό του Μάλκοβιτς την περίοδο 1996-97 και καταλάβαινα ότι οι συμπαίκτες του τον απέφευγαν. Τον άφηναν μοναχό με το βιβλίο του και με το αθάνατο φλασκί, το γεμάτο τσάι.
Ηταν βέβαια μία σεζόν κατά τη διάρκεια της οποίας στοιχειοθετούσε είδηση κάθε πηγαδάκι με περισσότερα από 3 άτομα. Αλλά ο Αμίτσι εξέπεμπε σε άλλες συχνότητες. Σε όλα τα επίπεδα. Χωρίς να ενοχλεί κανέναν, ανέδιδε την αύρα του «αουτσάιντερ» και αντιμετωπιζόταν περίπου όπως ο τρελός του χωριού. Καταλαβαίνετε τι είδους αντιδράσεις θα αντιμετώπιζε αν άφηνε να διαρρεύσει το μυστικό του. Οι αλήτες των γηπέδων θα τον υποδέχονταν με ροζ νυχτικά και τα καλόπαιδα θα χαχάνιζαν ηχηρά, ασφαλείς στη «μάτσο» κοσμάρα τους. «Δεν μας έφταναν οι Αλβανοί, θα ανεχτούμε και τον πούστη;». Σόδομα και Γόμορρα!
Για καλό και για κακό, ο Αμίτσι άρχισε τη συγγραφή του βιβλίου του μετά το τέλος της καριέρας του, αφότου απομακρύνθηκε από τα γήπεδα. Αυτό δεν τον κάνει λιγότερο άνδρα.