Προσπαθώ να αποκωδικοποιήσω από το βράδυ του Σαββάτου τη δήλωση του Οτο Ρεχάγκελ σχετικά με τη γυναίκα του. «Θέλω να ευχαριστήσω», είπε, «την Μπεάτα, με την οποία ζω τα τελευταία 42 χρόνια». Τι θέλει να πει ο ποιητής; Practicer;
Πέρα από αστειότητες, αυτό που υποπτεύομαι είναι ότι ο Οτο ήθελε να καταδείξει ότι δύσκολα αλλάζει. Σου λέει, 42 χρόνια δεν αλλάζω γυναίκα και μου ζητάτε να αλλάξω ομάδα σε τρία; Η άλλη πιθανότητα, αυτή που με τρομάζει και περισσότερο, είναι να θέλει ο Οτο να κρατήσει τους ίδιους παίκτες μέχρι αυτοί να γίνουν 42 χρόνων! Αν είναι έτσι, το τι μας περιμένει δεν μπορεί να το φανταστεί άνθρωπος...
Κι όμως, ο Ρεχάγκελ υπό μια έννοια θα μπορούσε να είναι ένας εθνικός ευεργέτης. Το Σάββατο το βράδυ ήταν χάρη στις επιλογές του όλοι ευχαριστημένοι. Οι Ολυμπιακοί γιατί έτσι κι αλλιώς δεν γουστάρουν την Εθνική, διότι δεν έχει δικούς τους παίκτες. Οι Παναθηναϊκοί γιατί ξεφτιλίστηκε ο προδότης Νικοπολίδης που τα έτρωγε σαν χαρούπια: είναι πασιφανές ότι ο Γκαλίνοβιτς είναι καλύτερος. Οι ΑΕΚτσήδες γιατί χωρίς τον Ντέμη ή τον Τσιάρτα (ανάλογα με τον αν είσαι Ντεμικός ή Μελισσανιδικός) η Εθνική κατέρρευσε. Τα ΠΑΟΚια γιατί αποδείχτηκε ότι χωρίς τον «Ζαγόρ» δεν υπάρχει τίποτα. Οι Αρειανοί γιατί δεν πήρε τον Παπαδόπουλο και τον Χαβίτο.
Ποιοι τελικά στενοχωρήθηκαν; Λέτε η Εθνική να έχει όντως τίποτα οπαδούς και να μην το έχουμε πάρει είδηση;
Για να είμαι ειλικρινής μαζί σου, φίλε αναγνώστη, εγώ πολύ το χάρηκα που χάσαμε από τους Τούρκους. Είχα βαρεθεί τόσο καιρό τις επιτυχίες, τα πανηγύρια και τις χαρές. Είχα ανάγκη από λίγη θλίψη, λίγη κατήφεια και λίγο προβληματισμό. Οι χαρές δεν μας επιτρέπουν να βγάλουμε προς τα έξω το πραγματικό μας πρόσωπο. Αν το καλοσκεφτείς, μας καταπιέζουν, ενώ στην ήττα και το μπινελίκι επιτρέπεται και το σιχτίρισμα και το ανάθεμα και η υπερβολή.
Εσύ λοιπόν που δεν με διαβάζεις πρώτη φορά, ξέρεις καλά πόσο μου αρέσουν οι υπερβολές. Ετσι, από το Σάββατο το βράδυ πλέω σε πελάγη ευτυχίας. Δεν χορταίνω να διαβάζω τα πρωτοσέλιδα που μιλάνε για ντροπή, για εθνική ταπείνωση, για διασυρμό και ομολογώ ότι τα βρίσκω και πολύ ψύχραιμα.
Κανονικά η Εθνική μας, που είναι δικός μας άνθρωπος, θα έπρεπε να μας ελευθερώνει στην έκφραση και όχι να μας ευνουχίζει. Αν ύστερα από μια τέτοια ήττα, παραμονή μάλιστα 25ης Μαρτίου, στη θέση της ήταν μια ελληνική ομάδα που συμμετέχει στο πρωτάθλημα, θα της έγραφαν για κρασιά da pipa, για οθωμανικά, για χανουμάκια, για τσιφτετέλια πονηρά και άλλα πιπεράτα.
Τον δε προπονητή στη συνέντευξη Τύπου θα τον έφταναν σε τέτοιο σημείο αγανάκτησης που τύφλα να είχαν τα cazzo του Μαλεζάνι. Ενώ ο Οτο μια χαρά την έβγαλε. Εκανε μια δήλωση για τη γυναίκα του και ξεμπέρδεψε. Η ήττα αυτή βέβαια, όπως υποστηρίζουν μερικοί, τραυμάτισε ανεπανόρθωτα το προφίλ του Γερμανού.
Γι' αυτό κι εγώ τον φαντάστηκα, φίλε αναγνώστη, όπως τον βλέπεις στο σκίτσο, στο κέντρο της σελίδας. Διάλεξα αυτό το προφίλ γιατί δεν είναι το καλό του. Αυτό το αφήνω για μετά τον αποκλεισμό, αν αυτός έρθει.
Η ψύχραιμη πάντως αντιμετώπιση αυτής της ήττας αντικατοπτρίστηκε με τον ελληνικότερο τρόπο στα κεντρικά δελτία ειδήσεων, αλλά και στις περίφημες δηλώσεις του Γιακουμέλου. Προτείνω μάλιστα τις θέσεις του να τις υιοθετήσει η ΕΠΟ με το σλόγκαν: Είσαι φίλος; Γίνε ΓιακουΜΕΛΟΣ.
Αυτός όμως που ξεχώρισε στα τηλεοπτικά παράθυρα για τον καθαρό του λόγο και τις καίριες θέσεις ήταν για μια ακόμα φορά ο Νίκος Αλέφαντος. Οταν η παρουσιάστρια στο κεντρικό δελτίο του ΑΝΤ1 του ζήτησε να μιλήσει για το παιχνίδι ως καθ’ ύλην αρμόδιος, μπας και έτσι σωπάσουν οι ζωηροί κ. Κούγιας, Λιάνης, Μανώλης και ο καλός συνάδελφος Ιάκωβος Φιλιππούσης, ο Αλέφαντος ως γνώστης του αντικειμένου με μία μόνο πρόταση τους κόλλησε στον τοίχο.
Ποια ήταν αυτή η πρόταση; Οτι ο καλύτερος υφυπουργός Αθλητισμού όλα τα χρόνια που παρακολουθεί ποδόσφαιρο ήταν ο Γιώργος Λιάνης! Αν το γνώριζε αυτό ο Ρεχάγκελ, αποκλείεται να έχανε το ματς.
Αλλά ακόμα πιο απολαυστικός ήταν ο Αλέφαντος στην 5.673η αποκλειστική συζήτηση που είχε με τον μέντορά μου Θέμη Σινάνογλου και η οποία δημοσιεύτηκε στο χθεσινό «Φως». Αναδημοσιεύω το κλείσιμο της συζήτησης, το οποίο θεωρώ ανεκτίμητο:
«Θα σε ρώταγα, ρε Νίκο! (σ.σ.: η αναφορά γίνεται στον Βραζιλιάνο ποδοσφαιριστή Βάγκνερ Λοβ). Κι εμένα μου έκανε εντύπωση.
- Τον μπάνισες, ε; Ο επιθετικός της Βραζιλίας, αυτός ο μαύρος με το ράστα μαλλί. Και αυτός στην ΤΣΣΚΑ παίζει, όπως ο Ντούντου και αυτός τον ίδιο μάνατζερ έχει που έχουν ο Ντούντου και ο Σέζαρ του Ολυμπιακού. Τον είδες λοιπόν μόλις μπήκε πώς ξεχώριζε; Ξέρεις γιατί;
Διότι είναι σφαίρα.
- Ακριβώς. Φυσέκι ήταν, γλίστραγε... ο πούστης πάνω στο χορτάρι, πώς έφευγε έτσι! Ελεγες "προπέλα" έχει; Μόλις τον είδα είπα "πω, πω, βολίδα είναι αυτός"! Και ξέρει και μπάλα. Εναν τέτοιο σέντερ φορ περιμένω χρόνια να δω στον Ολυμπιακό. Και διάβασα πριν από λίγες ημέρες δηλώσεις του μάνατζερ των Ντούντου και Λοβ, είπε "δεν νομίζω ότι μπορεί ο Ολυμπιακός να πάρει τον Λοβ, είναι πολύ ακριβός". Ε, η διαφορά του στην τιμή με τον Ντούντου αυτή είναι: η ταχύτητα. Και η ταχύτητα δεν μαθαίνεται, δεν αποκτάται. Ή την έχεις ή δεν την έχεις».
Βολίδα, φυσέκι, έχοντας πίσω του προπέλα και πούστης; Αυτός ο παίκτης δεν χάνεται με τίποτα. Τον θέλω! Αν δεν φτάνουν τα λεφτά, βάζω εγώ τα υπόλοιπα για να έρθει τώρα...