Να ’μαστε λοιπόν μπροστά στο πτώμα ενός νέου ανθρώπου που έπεσε θύμα ανελέητης αντιπαλότητας ανάμεσα στις συμμορίες των γηπέδων. Ετών 25. Δεν έχει σημασία το όνομα και το επίθετό του ούτε ο «στρατός» τον οποίο υπηρετούσε. Γιατί θα μπορούσε να είναι και κάποιος άλλος. Είτε από τη μια είτε από την άλλη πλευρά. Ή μάλλον από οποιαδήποτε πλευρά έχει δηλώσει παρούσα σε αυτή την παράνοια που φαίνεται να έχει ως ιδεολογικό υπόβαθρο τα χρώματα και τα εμβλήματα των λεγόμενων μεγάλων ομάδων.
Το ζητούμενο, όσο κοινότoπο κι αν ακούγεται, δεν μπορεί να είναι άλλο από το πώς φθάσαμε ως εδώ. Και το ποιος φταίει που τόσα χρόνια δεν γίνεται τίποτα το ουσιαστικό για να μπει φρένο σε μια κατάσταση, η οποία τώρα πια μοιάζει να είναι εκτός ελέγχου.
Αν καταφέρουμε να εντοπίσουμε όλα αυτά, τότε θα μπορέσουμε ίσως να βρούμε και τι ακριβώς χρειάζεται για να βγούμε από το αδιέξοδο. Χωρίς πάντως να είμαστε βέβαιοι ότι αυτή είναι η ακριβής επιθυμία δύο κομμάτων που εναλλάσσονται στην εξουσία.
Από πού όμως πηγάζει η καχυποψία; Μα από το ότι ενώ υπάρχουν νόμοι δεν εφαρμόζονται. Και από το ότι κανένας δεν είναι διατεθειμένος να απομονώσει πραγματικά αυτές τις συμμορίες, οι οποίες στα δύσκολα αντλούν δύναμη και εξασφαλίζουν ατιμωρησία μέσα από τον κοινωνικό και πολιτικό περίγυρο που υπερασπίζεται το καλό των ομάδων, όποτε αυτές οι τελευταίες περιέλθουν σε δυσχερή θέση λόγω της δράσης των «στρατών» τους.
Από την άποψη αυτή, οι συμμορίες και οι ομάδες ουσιαστικά ταυτίζονται, αν και δεν είναι καθόλου σπάνιες οι περιπτώσεις κατά τις οποίες η εξτρεμιστική δράση των χουλιγκάνων υπερβαίνει ακόμα και τα επιθυμητά από τις ομάδες τους όρια. Τέτοια φαινόμενα έχουν ως αποτέλεσμα να θεωρούνται κάποιοι από τους στρατούς αυτούς ότι έχουν ανεξέλεγκτη δράση. Στην πραγματικότητα, όμως, οι σχέσεις ομάδων και οργανωμένων οπαδών που συγκροτούν αυτές τις συμμορίες είναι πολύ πιο περίπλοκες και ποικίλλουν ανά περίπτωση.
Το βέβαιο είναι ότι αυτές οι παρέες, που σιγά-σιγά εξελίχθηκαν σε ομάδες πολέμων, δημιουργήθηκαν αρχικά για την καλώς εννοούμενη υποστήριξη των ομάδων και άρχισαν να αλλάζουν μορφή και να επιλέγουν όλο και πιο πλούσια δράση, όταν κυρίως μέσα από τις σχέσεις τους με τους προέδρους διαπίστωσαν όχι μόνο ότι ήταν άκρως απαραίτητες για την επίτευξη των στόχων της ομάδας, αλλά και αρκετά ισχυρές πια για να επιβάλουν τη θέληση και τους κανόνες τους -πολλές φορές ενάντια στους ίδιους τους προέδρους που τότε θα έπρεπε να επιλέξουν αν θα εναντιώνονταν στα δημιουργήματά τους ή απλά θα ακολουθούσαν την οδό της απώλειας...
Επίσης βέβαιο είναι ότι ο χουλιγκανισμός είναι ευρωπαϊκό φαινόμενο, το οποίο παντού συνδέεται με το ποδόσφαιρο, αλλά έχει ως ουσιαστική αφετηρία αυτό που με δύο λέξεις περιγράφουμε ως «πουτάνα κοινωνία». Το ζητούμενο λοιπόν δεν μπορεί να είναι το πώς θα αρθούν όλες εκείνες οι κοινωνικές ανισότητες που οδηγούν τους νέους στο περιθώριο και τον χουλιγκανισμό ώστε να σωθεί μαζί με αυτούς και το ποδόσφαιρο, αλλά το πώς το ποδόσφαιρο θα σωθεί από αυτούς. Και δεν είναι θέμα προτεραιοτήτων, όπως ενδεχομένως θεωρήσει κάποιος, αλλά ένα απλό ζήτημα χρόνου. Γιατί μια κοινωνία για να αλλάξει, χρειάζεται μερικές δεκαετίες, ενώ το ποδόσφαιρο ως επιχείρηση αθλητικού θεάματος θέλει ευημερία και κέρδη εδώ και τώρα.
Ενας λόγος που οι ομάδες στην Ελλάδα συνεχίζουν να εμφανίζονται εξαρτημένες από την παρουσία και τη δράση των οργανωμένων χουλιγκάνων είναι ότι μόλις τώρα αρχίζουν να ενστερνίζονται σιγά-σιγά την άποψη ότι τελικά το ποδόσφαιρο είναι «σόου μπιζ» και όχι ένα παιχνίδι το οποίο προσφέρεται για να επιτύχει κανείς άλλους στόχους. Αντίθετα, στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στη Αγγλία, τα πράγματα έχουν ξεκαθαρίσει από καιρό, καθώς οι συμμορίες μπήκαν στο ποδοσφαιρικό περιθώριο και το ποδόσφαιρο επέλεξε για τον εαυτό του την γκλαμουριά, το χρηματιστήριο και τις κοσμικές στήλες! Μόνο που η δράση των χουλιγκάνων συνεχίζεται αόρατη από τους πολλούς με ραντεβού θανάτου πολύ πιο αιματοβαμμένα από αυτό που βιώσαμε εμείς προχθές στην Παιανία με αφορμή έναν αγώνα βόλεϊ γυναικών...
Αυτή περίπου είναι η πραγματικότητα, χωρίς βέβαια να μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι στη δράση αυτών των συμμοριών δεν υπάρχουν και στοιχεία τα οποία δεν γίνονται απολύτως κατανοητά ή φτάνουν μέχρι και στο σημείο να προκαλούν κατάπληξη, να ξενίζουν. Για παράδειγμα, ενώ είναι γνωστό ότι υπό την ιδιότητα των οργανωμένων οπαδών οι περισσότεροι από αυτούς έχουν αναπτύξει οικονομικές δραστηριότητες που τους προσφέρουν διόλου ευκαταφρόνητα έσοδα, παρ' όλα αυτά δεν καταθέτουν τα όπλα, δεν δίνουν τέλος στην αιματοχυσία για να απολαύσουν εν ειρήνη τα κεκτημένα, μια που έτσι κι αλλιώς οι τομείς και οι χώροι δράσης τους καθορίζονται από το χρώμα της ομάδας στην οποία είναι στρατευμένοι, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν τέτοιου είδους αμφισβητήσεις.
Γιατί όμως; Γιατί πολύ απλά ως κοινοί επιχειρηματίες δεν θα προκαλούσαν τον απαιτούμενο φόβο, δεν θα διέθεταν την απαραίτητη πειθώ, δεν θα ενέπνεαν το σημερινό δέος -στοιχεία τα οποία τους εξασφαλίζει η διαρκής αναμέτρηση με τα αντίπαλα στρατόπεδα μέσα και έξω από τα γήπεδα και ταυτόχρονα η επίδειξη των ανδραγαθημάτων τους...
Μια άλλη παράμετρος που σχετίζεται με την εξακολούθηση των συγκρούσεων, αλλά και την αυξανόμενη συχνότητα και βιαιότητά τους έχει να κάνει με το νέο αίμα που εισρέει στις τάξεις αυτών των συμμοριών, δηλαδή με παιδιά τα οποία δεν έχουν μπει ακόμη στη λογική του «κονομάω», αλλά διακατέχονται από το πάθος να αποδείξουν κάτι στους απέναντι, παίζοντας σχεδόν καθημερινά το κεφάλι τους κορόνα-γράμματα. Ολα αυτά βέβαια μέχρι να κάνουν τα απαραίτητα χιλιόμετρα και να μαζέψουν τα... παράσημα που χρειάζονται ώστε να περάσουν και αυτοί κάποια στιγμή στην ηγετική νομενκλατούρα των οργανώσεων! Και στη θέση τους να έρθουν άλλοι ακόμη πιο επιθετικοί, ακόμη πιο διψασμένοι για αίμα...
Φαύλος κύκλος. Ο οποίος όμως εκτός από τους επαναστατημένους χουλιγκάνους περιλαμβάνει ταυτόχρονα και εκείνους που υποτίθεται ότι τους καταδιώκουν. Δηλαδή την πολιτεία και τα θεσμοθετημένα όργανά της που εδώ και χρόνια κάνουν σχεδόν ό,τι μπορούν για να διευκολύνουν τη δράση τους.
Γιατί όμως; Μήπως δεν έχουν αντιληφθεί το μέγεθος του προβλήματος ή λόγω της όποιας ταύτισης των οργανωμένων με τις ομάδες φοβούνται εντελώς ανόητα βέβαια το... κόστος που θα προέκυπτε από ενδεχόμενο εξοστρακισμό τους στο περιθώριο του ποδοσφαίρου;
Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες. Πόσω μάλλον αφού παίζει σοβαρά και το σενάριο ότι η πολιτεία συνειδητά τους έχει αναγνωρίσει χώρο δράσης, μέσα και γύρω από τα γήπεδα, γιατί έτσι τους θεωρεί σχετικά ελεγχόμενους και λιγότερο επικίνδυνους από οπουδήποτε αλλού.
Βεβαίως ένας νεκρός είναι πάντα ένας νεκρός. Που αναμένεται να ανεβάσει κι άλλο το θερμόμετρο μεταξύ των αντίπαλων συμμοριών αλλά και που δεν αποκλείεται να διαφοροποιήσει τον τρόπο που (δεν) αντιδρά μέχρι σήμερα η πολιτεία. Για να δούμε..