Η συζήτηση για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ποδοσφαιρικής Σούπερ Λίγκας είναι πολύ παλιά –τουλάχιστον τεσσάρων χρόνων–, αλλά ήρθε ξανά στο προσκήνιο, μάλλον απροσδόκητα, εξαιτίας μιας επιστολής που έστειλε ο διευθυντής της αγγλικής Πρέμιερσιπ, Ρίτσαρντ Σκούνταμορ, στον υπουργό Αθλητισμού της Βρετανίας, τον Ρίτσαρντ Κάμπορν, την οποία αποκάλυψε η βρετανική εφημερίδα «Guardian». Τη συγκεκριμένη επιστολή την έχουν στα χέρια τους όλοι οι πρόεδροι των ομάδων της Πρέμιερσιπ, κάποιοι από τους οποίους φαίνεται ότι συμφωνούν με αρκετές από τις εκτιμήσεις του Σκούνταμορ.
Βέβαια, η τωρινή συζήτηση για το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας ευρωπαϊκής ποδοσφαιρικής Σούπερ Λίγκας έχει τελείως διαφορετική αφετηρία από εκείνη που είχε τέσσερα χρόνια πριν, σύμφωνα με το δημοσίευμα της ιταλικής εφημερίδας «Gazetta dello Sport» τον Φεβρουάριο του 2003. Η ιταλική εφημερίδα τότε είχε παρουσιάσει ένα σχέδιο που περιέγραφε ένα πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου δύο κατηγοριών. Στην πρώτη κατηγορία θα αγωνίζονταν ομάδες από τα ισχυρότερα ποδοσφαιρικά κράτη, δηλαδή Αγγλία, Ιταλία, Γερμανία και Ισπανία, και στη δεύτερη κατηγορία ομάδες από χώρες που βρίσκονται χαμηλότερα στη βαθμολογία της ΟΥΕΦΑ.
Το σύστημα θα λειτουργούσε με υποβιβασμό και προαγωγές και οι ομάδες που θα περιλαμβάνονταν στις δύο κατηγορίες θα είχαν επιλεγεί από τη συνολική βαθμολογία των συλλόγων στα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα. Τότε είχε πολύ σύντομα γίνει φανερό ότι το συγκεκριμένο σχέδιο ήταν ένα επικοινωνιακό παιχνίδι της G-14, που με αυτόν τον τρόπο θέλησε να εκδηλώσει επιθετικά την αντίθεσή της στην απόφαση της ΟΥΕΦΑ να προχωρήσει στη μεταρρύθμιση της δεύτερης φάσης του Τσάμπιονς Λιγκ. Τότε ήταν που καταργήθηκε η δεύτερη φάση των ομίλων και τα παιχνίδια έγιναν νοκ άουτ. Αφορμή για την επιστολή του Σκούνταμορ αποτέλεσε η έκθεση Αρνό, που ψήφισε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με το μέλλον του επαγγελματικού ποδοσφαίρου στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τον Σκούνταμορ, η έκθεση αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο της δημιουργίας μιας ποδοσφαιρικής Σούπερ Λίγκας υπό την εποπτεία της ΟΥΕΦΑ, την οποία οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες των Βρυξελλών θέλουν να καταστήσουν πανίσχυρη, σε βαθμό που να μπορεί να επιβληθεί απόλυτα στις εθνικές ομοσπονδίες.
Ο Σκούνταμορ με την επιστολή του εκφράζει αστήρικτους, αν και απόλυτα κατανοητούς, φόβους. Δεν είναι μικρό πράγμα να έχεις στήσει το πιο κερδοφόρο πρωτάθλημα σε όλον τον κόσμο και να έρχεται κάποιος –ακόμα κι αν αυτός ο κάποιος λέγεται ΟΥΕΦΑ– και να σου κλέβει το παντεσπάνι απ' το στόμα. Ο Σκούνταμορ απλώς θορυβήθηκε από κάποιες τροπολογίες που δεν εγκρίθηκαν ή από κάποιες ατυχείς δηλώσεις ευρωβουλευτών που δεν κατάλαβαν ακριβώς τι ψήφισαν.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι στην επιστολή του κάνει λόγο για το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης να εξαλείψει τις διαφορές των μελών της Ε.Ε. στο ποδόσφαιρο και να επιβάλει ένα ενιαίο μοντέλο ποδοσφαιρικής έκφρασης. Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, οι Βρετανοί έβλεπαν πάντα την Ε.Ε. ως τη μεγαλύτερη απειλή για την εθνική τους ταυτότητα, σε βαθμό που όταν πρόκειται να αναφέρουν τη λέξη ομοσπονδία (federation) κάνουν λόγο για την κακή λέξη που αρχίζει από «f», παίζοντας με τον συνειρμό που δημιουργείται με τη λέξη «fuck» και την επίδρασή της στον παραδοσιακό πουριτανισμό τους. Αξίζει, πάντως, να σημειώσουμε ότι κάποιοι εκπρόσωποι της G-14 φοβούνται ότι αυτό με το οποίο απειλούσαν κάποτε την ΟΥΕΦΑ μπορεί να λάβει σάρκα και οστά. Ο Κάμπορν, πάντως, μέσω ενός εκπροσώπου του, απάντησε στον Σκούνταμορ –με κομψότητα– ότι θα έπρεπε να διαβάζει κάπως προσεκτικότερα τέτοια κείμενα, μια και όλα όσα υποστηρίζει δεν υπάρχει περίπτωση να συμβούν.
Η αμερικανική ανασφάλεια
Σχεδόν πάντα, όταν αναφέρεται κάποιος στα θετικά του αμερικανικού οικονομικού μοντέλου δεν παραλείπει να κάνει αναφορά στο «αμερικανικό όνειρο», που στη χώρα των ευκαιριών μπορεί ο καθένας να το κάνει πραγματικότητα. Να γίνει πρόεδρος ή Μπιλ Γκέιτς. Ομως καμία αναφορά δεν γίνεται στον αμερικανικό εφιάλτη που βασιλεύει στην αγορά εργασίας.
Σύμφωνα με μία πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Οικονομικής Πολιτικής, που εδρεύει στην Ουάσινγκτον –ένα μη κερδοσκοπικό ινστιτούτο, που αγωνίζεται για τη δικαιότερη κατανομή του αμερικανικού πλούτου–, ο αριθμός των Αμερικανών που δεν έχουν υγειονομική ασφάλιση αυξήθηκε μεταξύ 2000-2005 (περίοδος Μπους) κατά 7% και έφτασε στα 46,6 εκατομμύρια. Το ποσοστό ως προς τον πληθυσμό των ανασφάλιστων την ίδια περίοδο αυξήθηκε κατά 1,7%, από 14,2% το 2000 σε 15,9% το 2005. Την ίδια στιγμή, το κόστος του πολέμου στο Ιράκ ανέρχεται σε 2 δισ. δολάρια την εβδομάδα.
Ο αριθμός των ατόμων που καλύπτονται από εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές –που, όπως χαρακτηριστικά λέει η μελέτη, δεν είναι η κυρίαρχη μορφή ασφάλισης στις ΗΠΑ– μειώθηκε κατά 4,1% και αφορά 3.000.000 ανθρώπους. Η μείωση των στηριζόμενων σε εργοδοτικές εισφορές Αμερικανών ασφαλισμένων συνεχίστηκε και το 2004-2005, περίοδος κατά την οποία δημιουργήθηκαν πάνω από 2.000.000 θέσεις εργασίας.
Το 2000 το 74,2% των εργαζομένων διέθετε ασφάλιση που βασιζόταν στην εργοδοτική εισφορά, ποσοστό που το 2005 έπεσε στο 70,5%. Η ασφαλισμένη εργασία μειώθηκε ακόμα και για εργαζομένους σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης και με πτυχίο κολεγίου ή εργαζομένους στην υψηλή μισθολογική κλίμακα. Παρ' όλο που η μείωση της ασφαλισμένης εργασίας αφορά όλες τις κατηγορίες εργαζομένων, εξακολουθούν να υπάρχουν τεράστιες φυλετικές-εθνοτικές διαφορές.
Το 2005 το 70,4% των λευκών Αμερικανών ήταν ασφαλισμένοι, σε σχέση με το 50,8% των έγχρωμων και 41,6% των ισπανόφωνων. Οι απόφοιτοι κολεγίου έχουν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να έχουν καλυμμένη υγειονομική περίθαλψη σε σχέση με όσους έχουν τελειώσει –το πολύ– το Γυμνάσιο, με ποσοστό 85,7% έναντι 32,7%. Το πλουσιότερο ένα πέμπτο των νοικοκυριών έχει τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες για ασφαλιστική κάλυψη σε σχέση με το φτωχότερο ένα πέμπτο (86,4% έναντι 21,9%). Κι όσο σκέφτομαι ότι το ασφαλιστικό μετά τις εκλογές μπορεί να το διαχειριστεί η Ν.Δ., με κόβει κρύος ιδρώτας. Οχι ότι με το ΠΑΣΟΚ ο ιδρώτας θα αλλάξει θερμοκρασία...