Η Σκόντα Ξάνθη αποτελεί φέτος το πιο τρανό παράδειγμα για το πώς μια επαρχιακή ομάδα, με σωστό επενδυτή και έναν πολύ καλά καταρτισμένο προγραμματισμό, μπορεί να φτάσει σε υψηλά επίπεδα. Θα μιλάγαμε για παραφροσύνη αν περιμέναμε από την πρώτη στιγμή να βάλει σαν στόχο η Ξάνθη το πρωτάθλημα. Όμως, οι 39 πόντοι μετά από 21 αγωνιστικές, σε συνδυασμό με την μπάλα σαν θέαμα που προσφέρει η Ξάνθη, είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να ζητήσει από μια τέτοια ομάδα ο φίλαθλος όχι μόνο της περιοχής του, αλλά και ο φίλαθλος κόσμος στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Η Ξάνθη όπου έχει πάει, ακόμα και εκτός έδρας, έχει παίξει καλό ποδόσφαιρο στα περισσότερα ματς και με παιδιά που έχουν πολύ ταλέντο καταφέρνει να πάρει αποτελέσματα που την κρατάνε σε απόσταση μόλις 6 πόντων από την κορυφή, πράγμα που για τα ελληνικά δεδομένα τα τελευταία χρόνια θα φαινόταν παράλογο αν το έλεγε κάποιος στην αρχή του πρωταθλήματος.
Η όλη ιστορία με την Ξάνθη αφορά και το εγχείρημα του παρελθόντος, με το οποίο η ομάδα βγήκε Ευρώπη μια χρονιά, αλλά μετά έπεσε σε χειρότερα επίπεδα από άποψη θεάματος και ποιότητας ακόμα και από τα πρώτα χρόνια της παρουσίας της στην Α’ Εθνική. Η επιλογή του Γιάννη Ματζουράκη ήταν η ιδανική, κατά την ταπεινή μου άποψη. Κι είναι αλήθεια ότι ο τεχνικός της ακριτικής ομάδας είναι βελτιωμένος σε σύγκριση με προηγούμενα χρόνια ως προς το κοουτσάρισμα του. Ο καθένας μαθαίνει μέσα από την πορεία των ετών και της καριέρας και ο Γιάννης Ματζουράκης αποτελεί ένα τρανό παράδειγμα.