Όταν ο γράφων είδε σε εφαρμογή live score την αρχική πεντάδα του Παναθηναϊκού μερικά λεπτά πριν αυτή ανακοινωθεί στα μεγάφωνα του Telekom Center Athens, θεώρησε πως επρόκειτο για κάποιο λάθος της υπηρεσίας. Ο Εργκίν Αταμάν έβαλε στο βασικό του σχήμα τέσσερις από τους πέντε καλύτερους αμυντικούς της ομάδας (Γκραντ, Καλαϊτζάκη, Όσμαν, Φαρίντ), και μέσα σε λίγα λεπτά έφερε στο glass floor και τον πέμπτο, με τον Χουάντσο Ερνανγκόμεθ να παίρνει τη θέση του Ντίνου Μήτογλου.
Ήταν ένας ξεκάθαρος τρόπος με τον οποίο ο Τούρκος τεχνικός έδειξε στους παίκτες του ότι προτεραιότητα για το συγκεκριμένο παιχνίδι είχε η αμυντική παρουσία. Κόντρα στην καλύτερη επίθεση της Eυρωλίγκας σε πόντους ανά 100 κατοχές, άλλωστε, δεν υπήρχε άλλος τρόπος. Αυτό έγινε φανερό στο δεύτερο δεκάλεπτο, όταν ο Παναθηναϊκός παγιδεύτηκε στο «μία σου και μία μου» της Χάποελ και την είδε να περνάει μπροστά.
Σε όλο το υπόλοιπο παιχνίδι, ωστόσο, οι παίκτες του Αταμάν έπεισαν ότι πήραν το μήνυμα. Για δεύτερο συνεχόμενο ματς, οι «πράσινοι» έδειξαν πως ακόμη και αν τους λείπει το υλικό ώστε να παρουσιάσουν μια σταθερά αποτελεσματική άμυνα, έχουν τη δυνατότητα να δυσκολέψουν πολύ τον αντίπαλο όταν παίζουν με ένταση, πίεση, ενέργεια και... τσαγανό, ειδικά όταν μπαίνει και ο κόσμος στην εξίσωση.
Κάπως έτσι, η Χάποελ των 89 πόντων κατά μέσο όρο έβαλε 82, όμως αυτό δεν σημαίνει κάτι από μόνο του, καθώς αν ήταν λίγο πιο εύστοχη στις βολές θα έπιανε τον μέσο όρο της. Το αξιοσημείωτο είναι ότι ο Παναθηναϊκός πήγε το ματς στον ρυθμό του, φρόντισε την μπάλα (μόλις 4 λάθη), κέρδισε τη μάχη των κατοχών και υποχρέωσε σε 13 λάθη τους φιλοξενούμενους με την επιθετική του άμυνα. Αυτά τα λάθη, μάλιστα, οδήγησαν σε 15 πόντους των γηπεδούχων, με τους Ισραηλινούς να παίρνουν αντίθετα μόνο ένα καλάθι από απώλεια κατοχής των «πράσινων».
Όλα αυτά δεν θα είχαν γίνει, άμα δεν είχαν θέσει από νωρίς τον τόνο τρεις πολύ κομβικοί πρωταγωνιστές του Παναθηναϊκού. Ο πρώτος είναι ο Παναγιώτης Καλαϊτζάκης, που ανέλαβε τον ρόλο της «βδέλλας» πάνω στον Βασίλιε Μίτσιτς και τον έβγαλε από νωρίς εκτός ρυθμού, με τον Σέρβο να αποτελεί ουσιαστικά non-factor στο παιχνίδι. Την ίδια ακριβώς αποστολή είχε και ο τρομερά ανεβασμένος Τζέριαν Γκραντ με στόχο τον Ελάιτζα Μπράιαντ, ο οποίος έβαλε μεν 14 πόντους, όμως σε καμία περίπτωση δεν έπιασε τα MVP στάνταρ της φετινής σεζόν.
Με τα δύο της βασικά ατού εξουδετερωμένα, η Χάποελ στηρίχτηκε στην τρομερή βραδιά παικτών που ήρθαν από τον πάγκο. Ο Παναθηναϊκός όμως δεν θα μπορούσε να χάσει από τον Κόλιν Μάλκολμ και τον Τάιλερ Ένις, όσο μεγάλο παιχνίδι και να έκαναν. Ειδικά με τους δικούς τους πρωταγωνιστές σε τόσο καλό βράδυ, με πρώτο μεταξύ ίσων τον Τζέντι Όσμαν, ο οποίος για δεύτερο σερί ματς έδειξε πόσο καθοριστική ήταν η απουσία του στις κακές εμφανίσεις με Βαλένθια και Αρμάνι.
Μέσα σε ένα παιχνίδι, ο Τούρκος διεθνής όχι μόνο σκόραρε 17 πόντους με όλους τους τρόπους (τρανζίσιον, τρίποντα, προσωπικές ενέργειες), αλλά παράλληλα μάρκαρε τη... μισή Χάποελ. Ακούγεται υπερβολή, όμως υπήρξαν πράγματι στιγμές που ο Όσμαν κλήθηκε να αντιμετωπίσει στο low post τον Ντάνιελ Οτούρου και τον έσπρωξε μακριά από τη ρακέτα, ή φάσεις που έμεινε με τον κοντύτερο Μίτσιτς και ανταποκρίθηκε μια χαρά στην περιφερειακή άμυνα. Αλήθεια, πόσα «φτερά» στη Euroleague έχουν τη δυνατότητα να τα κάνουν όλα αυτά μαζί;
H μεγάλη αντίθεση με το παιχνίδι στην Κωνσταντινούπολη, βέβαια, ήταν πως κόντρα στη Χάποελ ο Παναθηναϊκός πήρε πολλά και από τους δύο ψηλούς του, που είχαν αμφότεροι ικανοποιητική παρουσία. Ο Κένεθ Φαρίντ δεν έπιασε υψηλά στάνταρ στο σκοράρισμα, όμως έκανε με διαφορά την καλύτερή του αμυντική εμφάνιση με την πράσινη φανέλα, καθώς κυριάρχησε στα ριμπάουντ, βούτηξε στο glass floor για κατοχές και λειτούργησε ως πραγματικό «σκιάχτρο» για τους Ισραηλινούς. Ο Ομέρ Γιούρτσεβεν, από την άλλη, έδωσε σημαντικές λύσεις στην επίθεση και μπήκε σε αρκετό... ξύλο για τα δεδομένα του, με αποτέλεσμα να αποβληθεί με πέντε φάουλ, κάτι πρωτόγνωρο για τον ίδιο.
Φυσικά, αξίζει να σταθούμε στον Κέντρικ Ναν. Μετά από ένα κακό για τον ίδιο πρώτο ημίχρονο, όταν και έπεσε πολλές φορές στην κλασική «παγίδα» της κατάχρησης της μπάλας, ο Αμερικανός γκαρντ ήταν ουσιαστικός στο δεύτερο μέρος, ολοκλήρωσε το ματς με 19 πόντους χωρίς να υπερβάλλει ποτέ και πήρε γενικά σωστές αποφάσεις. Είναι πολύ χαρακτηριστική μία φάση περίπου 1:30 πριν το φινάλε, όταν μετά από αποτελεσματικό «σπάσιμο» της πίεσης από πλευράς Παναθηναϊκού, ο Ναν είχε την ευκαιρία να εκτελέσει ολομόναχος, όμως επέλεξε να μην πάει σε βιαστικό τρίποντο, αλλά να περιμένει τους συμπαίκτες του ώστε να «ροκανίσει» τον χρόνο. Μοιάζει λεπτομέρεια, όμως είναι δείγμα της ωρίμανσης και του... εξευρωπαϊσμού στο παιχνίδι του.
Κλείνοντας, ο Παναθηναϊκός δεν έγινε ξαφνικά η καλύτερη αμυντική ομάδα της Ευρώπης, ούτε πρόκειται να γίνει. Έδειξε όμως κάτι ίσως σημαντικότερο: ότι είναι διατεθειμένος να παλέψει για να φτάσει στην καλύτερη βερσιόν του εαυτού του. Να ιδρώσει, να πιέσει, να χαλάσει τον ρυθμό του αντιπάλου και να κερδίσει μέσα από τις λεπτομέρειες. Και σε μια διοργάνωση όπως η Ευρωλίγκα, αυτή η διάθεση δεν είναι απλώς προσόν, αλλά είναι πάντα η αρχή για οτιδήποτε ουσιαστικό.
Υ.Γ.: Ο Σλούκας έμεινε χαμηλά σε σχέση με προηγούμενα παιχνίδια, όμως οι 8 πόντοι που έβαλε ήταν συνεχόμενοι και μετέτρεψαν το 62-62 σε 70-62, δίνοντας στον Παναθηναϊκό την ώθηση για τη νίκη. Ακόμη και σε μία μέτρια βραδιά, ήταν καθοριστικός.