Εντυπωσιακά τεχνάσματα αλλά και κωδικούς επικοινωνίας ώστε να αποφύγουν τον εντοπισμό τους από την αστυνομία είχαν εφεύρει τα μέλη της σπείρας Ρομά, που είχε προχωρήσει σε περισσότερες από 200 διαρρήξεις κατοικιών και επιχειρήσεων από το 2015 μέχρι και σήμερα. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από στοιχεία της δικογραφίας, επρόκειτο για δύο εγκληματικές οργανώσεις κάθε μία από τις οποίες δρούσε ανεξάρτητα από την άλλη. Παρόλα αυτά τα μέλη των δύο οργανώσεων βρίσκονταν σε άμεση και συνεχή επικοινωνία μεταξύ τους ενώ τα μέλη της μίας οργάνωσης προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στην άλλη καλύπτοντας τυχόν επιπλοκές και ελλείψεις.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των εγκληματικών αυτών ομάδων ήταν η πλήρης υποταγή και πειθαρχία στην ιεραρχία με κοινό στόχο την διάπραξη κλοπών που θα απέφεραν το μέγιστο δυνατό οικονομικό όφελος αλλά και η αφθονία του υλικοτεχνικού εξοπλισμού.
Μάλιστα είχαν αναπτύξει στενή σχέση με συγκεκριμένους κλεπταποδόχους οι οποίοι φρόντιζαν να παραδώσουν τα κλοπιμαία σε «κατάλληλο δίκτυο πελατών» αποκομίζοντας κατ΄ αυτόν τον τρόπο μεγάλα οικονομικά οφέλη.
Σε ό,τι αφορά τον τρόπο δράσης της σπείρας τα μέλη της επεδείκνυαν ιδιαίτερη προσοχή στην εμφάνισή τους. Φορούσαν γάντια για να εξαφανίσουν κάθε πιθανό ίχνος κατά τη διάρκεια κλοπών, αλλά και αυτοσχέδιες κουκούλες ώστε στην περίπτωση μελέτης οπτικού υλικού να εξάγεται δύσκολα συμπέρασμα για χαρακτηριστικά πέραν της σωματοδομής τους.
Ενα ακόμη στοιχείο που έκανε δύσκολο τον εντοπισμό των μελών της σπείρας ήταν και το γεγονός ότι οι μεταξύ τους συνομιλίες γίνονταν από τηλεφωνικές συνδέσεις που ήταν ενεργοποιημένες σε τυχάρπαστα πρόσωπα ενώ η επικοινωνία στην μητρική τους γλώσσα καθιστούσε εξαιρετικά δύσκολη την αποκρυπτογράφηση.
Μάλιστα οι δράστες για όσο χρόνο απουσίαζαν με στόχο να διαπράξουν κλοπές άφηναν τα κινητά τους απενεργοποιημένα στο σπίτι για να μην είναι εφικτός ο εντοπισμός τους.
Οσο για τις συνθηματικές φράσεις που χρησιμοποιούσαν στις μεταξύ τους επικοινωνίες το «πάμε για μπάλα ή 5Χ5», «πάμε για δουλειά» ή «πάμε βόλτα» ήταν ορισμένες μόνο από αυτές.
Τέλος, τα ονόματά τους δεν αναφέρονταν ποτέ στις συνομιλίες αλλά προσφωνούσαν ο ένας τον άλλον με τα ψευδώνυμά τους όπως «εισαγγελέας», «νενές», «χαζούλης», «μπάμπης φλου», «ράμπος» και «ρόκι».
Πηγή: Kathimerini.gr
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






