Τρεις απαγωγές που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα, κατέληξαν με νεκρούς τους ομήρους. Η μία από αυτές έχει καταγραφεί στην Κρήτη. Από το σύνολο των απαγωγών που έχουν απασχολήσει τις ελληνικές διωκτικές αρχές, περίπου 25 σοβαρές, μόλις μία έχει παραμείνει ανεξιχνίαστη, και αυτή έχει σημειωθεί στην Κρήτη.
Αυτή που εξελίσσεται τις τελευταίες ημέρες στην Κρήτη, έχει παρόμοια χαρακτηριστικά και ακολουθούμενη μεθοδολογία με την απαγωγή του εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου, στις 12 Ιανουαρίου του 2009, η οποία είχε οργανωθεί από αρχηγικά μέλη της Greek Mafia. Κοινό modusoperandi, χωρίς επιτυχία για τους επίδοξους απαγωγείς είχε η απόπειρα αρπαγής του εφοπλιστή Κίκου Μαρτίνου στις 12 Δεκεμβρίου 2013, από μικτή ομάδα των «Ληστών του Διστόμου». Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., αναφέρουν χαρακτηριστικά πως οι δράστες, «καινούργιοι» ή παλιοί, είναι μιμητές παλαιότερων υποθέσεων απαγωγής, ωστόσο διορθώνουν τα λάθη των προηγούμενων και επιχειρούν να τελειοποιήσουν την μεθοδολογία προκειμένου να αποφύγουν τη σύλληψη. Διαβάζουν δικογραφίες απαγωγών και εντοπίζουν τα στοιχεία και λάθη που οδήγησαν τις διωκτικές αρχές στην σύλληψή τους. Τέτοιες «διορθώσεις» είναι η ηχογράφηση μηνυμάτων των απαιτήσεων λύτρων, αποφυγή των επικοινωνιών, αποστολή βίντεο ή φωτογραφιών των ομήρων ως απόδειξη ζωής για τους συγγενείς τους και την αστυνομία.
Στην εξελισσόμενη απαγωγή φαίνεται να έχουν συμμετάσχει ενεργά τουλάχιστον έξι άτομα, με τους επικεφαλής αξιωματικούς να μην αποκλείουν να πρόκειται για «τοπικούς» ποινικούς σε συνεργασία με «Αθηναίους» ακόμη και έγκλειστους φυλακών. Έχουν χρησιμοποιήσει δύο οχήματα, τα οποία είναι κλεμμένα το 2016, μάλλον όχι από την Κρήτη, τα οποία έκαψαν μετά την εκδήλωση της απαγωγής.
Δυσάρεστη ήταν η εξέλιξη απαγωγής στην Κρήτη στις 18 Μαίου 2009, με θύμα τον επιχειρηματία Γιάννη Κυπριωτάκη. Δύο μέρες αργότερα εντοπίσθηκε απανθρακωμένος στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου του Δράστες ήταν δύο νεαροί Σύριοι και ένας ελαιοχρωματιστής από τους Ασκούς που είχαν ζητήσει λύτρα 300.000 ευρώ. Σύμφωνα με αστυνομικές πηγές ο Κυπριωτάκης, φαίνεται να αναγνώρισε τον έναν από τους απαγωγείς του. Οι συγγενείς είχαν δώσει ως λύτρα 150.000 ευρώ, αλλά οι δράστες είχαν ήδη στραγγαλίσει τον όμηρο και μετά τον έκαψαν μέσα στο όχημά του.
Η ανεξιχνίαστη-εξιχνιασμένη απαγωγή είναι αυτή που εκδηλώθηκε τον Φεβρουάριο του 1996 με θύμα τον 35χρονο Μιχάλη Μεταξά, γιο του ιδιοκτήτη των ξενοδοχείων «Maris» στην Κρήτη, Νίκου Μεταξά. Πέντε άτομα τον άρπαξαν πριν μπει στο αυτοκίνητό του. Ζητούσαν ένα δισεκατομμύριο δραχμές, το οποίο μετά από διαπραγματεύσεις, έπεσε στο μισό και τελικά στα 50.000.000 δραχμές. Ο αδερφός του ομήρου, Ανδρέας Μεταξάς παρέδωσε τα λύτρα και τρεις ώρες αργότερα αφέθηκε ελεύθερο στο Λασίθι. Κάποια χρόνια αργότερα, το 2001, αρχηγικό μέλος της Greek Mafia, ανέφερε την συμμετοχή του στην απαγωγή, χωρίς όμως να υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς του.
Στη χώρα μας, το συγκεκριμένο κακούργημα, δεν εμφανίζεται συχνά, ενώ το ποσοστό εξιχνίασης αυτών των αδικημάτων ξεπερνά το 90%. Στις περισσότερες από αυτές οι δράστες συνελήφθησαν, ενώ τουλάχιστον τρεις δεν είχαν αίσιο τέλος και τα θύματα βρέθηκαν δολοφονημένα και απανθρακωμένα.
Υπόθεση Μαρσελίνο (1990)

Όταν επέστρεψαν πίσω συνέχισαν να τηλεφωνούν στον πατέρα του για τα λύτρα. Στις 19 Ιουνίου ο κτηνοτρόφος στον οποίο άνηκε το μαντρί ήρθε αντιμέτωπος με ένα μακάβριο θέαμα. Τα σκυλιά του είχαν ξεθάψει το πτώμα του Μαρσελίνο, το οποίο βρισκόταν σε προχωρημένη αποσύνθεση, ενώ το κεφάλι βρέθηκε 50 μέτρα πιο μακριά.
Στην κηδεία μάλιστα του νεαρού ποδοσφαιριστή οι δύο φίλοι του που βοήθησαν στην απαγωγή κρατούσαν το φέρετρο του. Η υπόθεση εξιχνιάστηκε μέσα σε λίγες ημέρες και οι δράστες οδηγήθηκαν στη φυλακή.
Υπόθεση Οσκανιάν (1991)

Οι απαγωγείς μαθαίνουν την εξέλιξη και τρομοκρατούνται. Αποφασίζουν να αφήσουν ελεύθερη την μικρή χωρίς να πάρουν δραχμή από τα δύο εκατομμύρια δολάρια που είχαν ζητήσει από τον πατέρα της. Την 12χρονη Βελγίδα βρίσκει ένας ταξιτζής και την μεταφέρει στο σπίτι της. Η Αστυνομία δεν καταφέρνει να εντοπίσει τους δράστες, μέχρι την επόμενη απαγωγή ενός μικρού παιδιού.
Υπόθεση Δαλάκα (1995)
Τον Νοέμβριο του 1995 ο 11χρονος Κωστάκης Δαλάκας επέστρεφε σπίτι του από το σχολείο. Άγνωστοι τον σταματούν στον δρόμο, τον βάζουν σε ένα φορτηγάκι και εξαφανίζονται. Πριν λίγους μήνες η γιαγιά του είχε κερδίσει στο λαχείο 130 εκατομμύρια δραχμές, κάτι όμως που γνώριζαν μόνο οι κοντινοί τους άνθρωποι. Οι απαγωγείς, που όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων ήταν η ίδια σπείρα με εκείνη που απήγαγε την 12χρονη Οσκανιάν, τηλεφωνούν στην οικογένεια και τους αναφέρουν ότι είναι φορείς του Aids και ότι αν δεν έπαιρναν τα χρήματα θα μετέδιδαν τον ιό στον 11χρονο. Πέντε ημέρες αργότερα τους παραδίδεται το ποσό των 41 εκατομμυρίων ευρώ και έτσι τον αφήνουν ελεύθερο. Ο Κωστάκης Δαλάκας ήταν εκείνος που οδήγησε τις αστυνομικές Αρχές στους δράστες καθώς είχε παρατηρήσει ότι οι απαγωγείς τον είχαν μεταφέρει σε ένα σπίτι κοντά στο δικό του, μόλις πέντε λεπτά απόσταση. Μάλιστα είχε συγκρατήσει ότι ανέβηκε επτά σκαλιά. Έτσι διαπιστώθηκε ότι το σπίτι άνηκε στον έμπορο αυτοκινήτων από την Γλυφάδα, Γιάννη Χειλά, φίλο της οικογένειας, που διατηρούσε σχέσεις µε τη Φανή Ιωάννου Χατζηρουσέα, µακρινή θεία του 11χρονου. Τα κινητά τους τηλέφωνα γίνονται αντικείμενο έρευνας και λίγες μέρες αργότερα ομολογούν, και μαζί τους δύο ακόμα άτομα, ότι ήταν οι δράστες των δύο απαγωγών.
Υπόθεση Χαΐτογλου (1995)

Για ογδόντα ολόκληρες ώρες, ο βιομήχανος βρισκόταν μέσα σε ένα αυτοκίνητο το οποίο κινούνταν συνεχώς. Τελικά τον απελευθέρωσαν στα ΚΤΕΛ Καρδίτσας, αφού προηγουμένως ο αδερφός του είχε καταβάλει 260 εκατομμύρια ευρώ σε ερημική τοποθεσία στο Νομό Φθιώτιδας. Ο Κώστας Χαΐτογλου, πρόεδρος τότε στην ομάδα μπάσκετ του Ηρακλή, ήταν ο υπερτυχερός του Λόττο με κέρδη 160 εκατομμύρια δραχμές.
Η οικογένεια Χαΐτογλου προσέφυγε στη Δικαιοσύνη καθώς θεώρησε ότι έγιναν λάθη και παραλείψεις στην υπόθεση, ζητώντας μάλιστα και αποζημίωση. Το Συμβούλιο της Επικρατείας όμως έκρινε πως δεν υπήρξαν παραλείψεις, ακυρώνοντας έτσι την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, που επιδίκασε αποζημίωση στον Αλέκο Χαΐτογλου και σε βάρος του Δημοσίου 228.427 ευρώ, που ισοδυναμούσε στο 30% των λύτρων. Πρόσφατα το θύμα της απαγωγής έφυγε από τη ζωή.
Υπόθεση Κουκέα (1996)

Υπόθεση Μεταξά (1996)
Φεβρουάριος του 1996 και ο 35χρονος τότε Μιχάλης Μεταξάς, γιος του ιδιοκτήτη των ξενοδοχείων «Maris» στην Κρήτη, Νίκου Μεταξά, όπως κάθε πρωί κατευθυνόταν στο σημείο όπου είχε παρκάρει το αυτοκίνητο του στο Ηράκλειο της Κρήτης, προκειμένου να πάει στο εργοστάσιο κεραμοποιίας του. Ξαφνικά πέντε άτομα που του είχαν στήσει καρτέρι, με την απειλή όπλων τον ακινητοποίησαν, τον έβαλαν στο δικό τους αυτοκίνητο και εξαφανίστηκαν.
Λίγες ώρες μετά την απαγωγή άγνωστοι τηλεφώνησαν στον αδελφό του απαχθέντος, Ανδρέα Μεταξά, του ανακοίνωσαν ότι είχαν απαγάγει το Νίκο και του ζήτησαν το ποσό του ενός δισεκατομμυρίου δραχμών για να τον απελευθερώσουν. Παράλληλα τους συνέστησαν να μην καταγγείλουν το γεγονός στην Ελληνική Αστυνομία. Ο πατέρας και ο αδελφός σοκαρισμένοι καταφεύγουν στην αστυνομία, ενώ λίγο αργότερα ο πατέρας μεταφέρεται στο νοσοκομείο με καρδιακό επεισόδιο.
Αξιωματικοί της Ασφάλειας φθάνουν από την Αθήνα για να χειριστούν την υπόθεση. Ακολούθησε μια σειρά τηλεφωνημάτων και διαπραγματεύσεων, για να κατεβάσουν τελικά το ύψος των χρημάτων από το ένα δισεκατομμύριο στα 500.000.000 δραχμές, στη συνέχεια κατέβηκαν στα 300.000.000, μετά στα 100.000.000 για να καταλήξουν τελικά στα 50.000.000 δρχ. Οι απαγωγείς έδωσαν εντολή στον αδελφό του Ανδρέα Μεταξά, να αφήσει τα χρήματα έξω από ταβέρνα του Ηρακλείου Κρήτης, όπως και έπραξε. Τρεις ώρες αργότερα τον αφήνουν ελεύθερο κάτω από μια γέφυρα στο Λασίθι.
Υπόθεση Βενέτη (1996)
Στις 10 Ιουλίου 1996 γίνεται μία απαγωγή μυστήριο ή μάλλον αρπαγή στον Διόνυσο Αττικής. Πρόκειται για την περίπτωση που θύμα έπεσε ο δημιουργός των φούρνων Βενέτη, επιχειρηματίας Χρήστος Βενέτης. Οι δύο άγνωστοι απαγωγείς του, αφού τον κακοποίησαν, τον κλείδωσαν στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου του σε ερημική περιοχή του Διόνυσου. Ύστερα από πέντε ώρες, το εγκαταλελειμμένο αυτοκίνητο κίνησε το ενδιαφέρον διερχόμενων δασοφυλάκων, οι οποίοι ενημέρωσαν την πυροσβεστική που προχώρησε στον απεγκλωβισμό του επιχειρηματία.
Υπόθεση Τσαμπάζη (1996)
Τον Αύγουστο του 1996, ο γιος μεγαλοεργολάβου της Θεσσαλονίκης, ο 22χρονος τότε Διαμαντής Τσαμπάζης πέφτει θύμα απαγωγής από τον άνθρωπο που …έπλενε το αυτοκίνητό του! «Εγκέφαλος» της απαγωγής του, όπως αποδείχτηκε αργότερα, ήταν ο Αλβανός Ντολόρες Μούτσιο μαζί με τρεις συνεργούς του, οι οποίοι απαίτησαν και καρπώθηκαν τα 150 από τα 300 εκατομμύρια που ζήτησαν αρχικά για λύτρα από την οικογένεια. Οι δράστες μετέφεραν και κρατούσαν τον νεαρό στην Αλβανία και στη συνέχεια τον άφησαν ελεύθερο σε παραλία της Κέρκυρας.
Υπόθεση Λουλάκη (1997)
Η απαγωγή της 6χρονης τότε Έλενας Λουλάκη, κόρη εμπόρου αυτοκινήτων, είχε αναστατώσει ολόκληρη την κοινωνία του Ηρακλείου Κρήτης. Ήταν μεσημέρι της 23ης Ιανουαρίου του 1997, όταν η μικρή Έλενα απήχθη έξω από το Παγκρήτιο Εκπαιδευτήριο. Η «εγκέφαλος της απαγωγής ήταν η ιδιοκτήτρια ενός βρεφονηπιακού σταθμού, η οποία αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα.
Πρόκειται για την νηπιαγωγό Δήμητρα Καμπά, γειτόνισσα της γιαγιάς της μικρής, η οποία είχε τηλεφωνήσει στον οδηγό του σχολικού λεωφορείου, ισχυριζόμενη ότι ήταν η θεία της Ελένης και ότι θα περάσει να την πάρει. Όπως αποδείχτηκε αργότερα, η Δήμητρα Καμπά και ο γιος της σχεδίασαν την απαγωγή του παιδιού, το οποίο βίωσε έντονες τραυματικές εμπειρίες.
Η υπόθεση εξιχνιάστηκε χάρη στην παρατηρητικότητα του οδηγού του σχολικού λεωφορείου, ο οποίος είχε αντιληφθεί έξω από το Παγκρήτιο την συνεργό που παρέλαβε το παιδί, όμως εκείνη συμπεριφέρθηκε ύποπτα και προσπάθησε να τον αποφύγει αν και τον γνώριζε.
Η γυναίκα αυτή κράτησε το παιδί στο σπίτι της για δύο 24ωρα. Ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε αρχικά τίποτα για την απαγωγή και ότι φοβήθηκε να πάει στην Αστυνομία όταν είδε την είδηση στην τηλεόραση. Οι απαγωγείς απαίτησαν από την οικογένεια της 6χρονης τότε Έλενας, 200 εκατομμύρια δραχμές. Για την απαγωγή καταδικάστηκαν τέσσερα άτομα. Σημειώνεται, πως η σατανική νηπιαγωγός και «εγκέφαλος» της απαγωγής, είχε δώσει εντολή στους συνεργούς της να σκοτώσουν το παιδί σε περίπτωση που βρίσκονταν υπό αστυνομικό κλοιό.
Υπόθεση Περιστέρη (2000)
Τον Φεβρουάριο του 2000 έξω από το σπίτι του στη Θεσσαλονίκη ο 18χρονος τότε γιος αρχιτέκτονα, Γιώργος Περιστέρης, έπεσε θύμα απαγωγής. Ο οικοδόμος συνεργάτης του πατέρα του, Χρήστος Ρετζέπης και άλλα τέσσερα άτομα κατηγορήθηκαν από την Αστυνομία για την απαγωγή.
Το κίνητρο ήταν η καταβολή λύτρων. Για την απελευθέρωση που έγινε δύο ημέρες μετά, δόθηκαν 44 από τα 70 εκατομμύρια δραχμές που είχαν ζητηθεί αρχικά… Αυτό που προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση στην συγκεκριμένη υπόθεση όμως, είναι πως τα λύτρα αυτά τα ζήτησαν οι δράστες για να ποντάρουν στο καζίνο… με αποτέλεσμα να τα χάσουν όλα!
Υπόθεση Ζώνα (2001)

Η περιπέτεια του Ζώνα άρχισε στις 2 Οκτωβρίου. Το μεσημέρι εκείνης της ημέρας ξεκίνησε από την έδρα της οικογενειακής επιχείρησης στον Πειραιά για να επιστρέψει στο σπίτι του στην Εκάλη. Σε μια πάροδο της λεωφόρου Πέτρου Ράλλη, δύο άγνωστοι έριξαν το αυτοκίνητό τους πάνω στο δικό του. Ανυποψίαστος ο 34χρονος κατέβηκε από το αυτοκίνητό του. Τότε, οι δύο δράστες, οι οποίοι φορούσαν καπέλα και γυαλιά ηλίου, διά της βίας τον επιβίβασαν στο δικό τους αυτοκίνητο. Εκεί του φόρεσαν χειροπέδες και του κάλυψαν το πρόσωπο με κουκούλα. Το μόνο που μπόρεσε να κάνει το θύμα ήταν να υπολογίσει κατά προσέγγιση το χρόνο της διαδρομής, που, σύμφωνα με πληροφορίες, ήταν περίπου μιάμιση ώρα.
Οι απαγωγείς έφθασαν στο χώρο που είχαν επιλέξει για την κράτησή του. Εκεί επρόκειτο να παραμείνει για δύο ολόκληρους μήνες. Το ίδιο απόγευμα, άγνωστος, ο οποίος μιλούσε «σπαστά» ελληνικά, επικοινώνησε με τον πατέρα του θύματος, Κώστα και του είπε ότι ο γιος του είχε απαχθεί και θα έπρεπε να καταβάλει ένα δισ. δρχ, ενώ δεν έπρεπε να ειδοποιηθεί η αστυνομία για την υπόθεση.
Παρά την προειδοποίηση, η αστυνομία ενημερώθηκε και ειδική ομάδα, στην οποία συμμετείχαν αξιωματικοί, διαπραγματευτές και ψυχολόγοι, ανέλαβε να παράσχει κάθε βοήθεια, συμβουλή και συνδρομή στην οικογένεια. Παράλληλα, με απόλυτο σεβασμό στην επιθυμία της οικογένειας, που δεν ήθελε σε καμιά περίπτωση να κινδυνεύσει ο απαχθείς, άρχισαν διακριτικές έρευνες για τον εντοπισμό των δραστών. Οι δράστες επικοινώνησαν συνολικά 20 φορές, διαπραγματευόμενοι το ύψος των λύτρων, δίνοντας οδηγίες στην οικογένεια αλλά και απειλώντας. Όταν ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις για το τελικό ποσό των λύτρων, που ορίσθηκε στα 1,15 εκ. δολάρια, οι απαγωγείς είπαν στον πατέρα του θύματος ότι θα έπρεπε να είναι σε ετοιμότητα, καθώς θα τον ενημέρωναν πότε και πού να παραδώσει τα χρήματα. Κάποια στιγμή τον ειδοποίησαν να ξεκινήσει από το σπίτι του και του είπαν ότι θα τον ενημέρωναν μέσω κινητού για τον τελικό προορισμό. Έπειτα από πολλές αλλαγές, τον οδήγησαν μέχρι τη Θήβα, σε μία διαδικασία που αποδείχτηκε …πρόβα. Το ίδιο επαναλήφθηκε και τις επόμενες δύο ημέρες, αυτή τη φορά με πολύωρες διαδρομές στο Λεκανοπέδιο. Μετά από τρία 24ωρα και ενώ ο επιχειρηματίας δεχόταν οδηγίες μέσω κινητού και οδηγούσε επί της λεωφόρου Κηφισού, οι δράστες τού έδωσαν εντολή να πετάξει την τσάντα με τα χρήματα κάτω από τη γέφυρα της Ιεράς Οδού, όπως και έπραξε. Το θύμα της απαγωγής πέθανε μετά από μερικούς μήνες από ανίατη ασθένεια.
Έπρεπε να περάσουν 14 χρόνια, ώστε απολογούμενος ο Παναγιώτης Βλαστός να ομολογήσει, πως είχε συμμετοχή στην απαγωγή του 34χρονου τότε επιχειρηματία Γιάννη Ζώνα, την οποία, υποστήριξε, πως είχαν διαπράξει οι Χριστόφορος Λασιθιωτάκης και Άλμπερτ Νουρούσνια.
Υπόθεση Χαζάκη (2002)
Στις 11 Απριλίου 2002 έγινε η απαγωγή της 6χρονης τότε Μαρκέλλας Χαζάκη, κόρης του επιχειρηματία Χρυσόστομου Χαζάκη, από το Πλαγιάρι Θεσσαλονίκης. Οι δράστες ζήτησαν 3 εκατομμύρια δολάρια, ενώ κράτησαν τη κόρη του επιχειρηματία, 26 ολόκληρες ημέρες. Η υπόθεση εξιχνιάστηκε έναν μήνα μετά και οι δράστες συνελήφθησαν επ’ αυτοφώρω. Από τα λύτρα δεν δόθηκε τίποτα. Πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση της οικογένειας φέρεται ότι είχε συγκεντρώσει τότε, ο 23χρονος Αρμένιος Σεργκέι Ζοχραμπιάν, ο οποίος εργαζόταν ως σερβιτόρος δίπλα σ’ ένα από τα καταστήματα της οικογένειας.
Υπόθεση Μασούτη (2005)

Υπόθεση Μυλωνά (2008)

«Εγκέφαλος» της απαγωγής αποδείχθηκε ο Βασίλης Παλαιοκώστας, ο οποίος κατάφερε να αποσπάσει από την σύζυγο του επιχειρηματία, το αστρονομικό ποσό των 13.000.000 ευρώ ως λύτρα. «Εσύ μπορεί να είσαι ο Μυλωνάς του αλουμινίου, αλλά εμείς είμαστε οι Βαρδινογιάννηδες στις απαγωγές», ήταν τα λόγια του Βασίλη Παλαιοκώστα στον Γιώργο Μυλώνα, όπως αποκάλυψε ο ίδιος. Οι απαγωγείς συνελήφθησαν λίγο αργότερα και δικάστηκαν και για την συγκεκριμένη υπόθεση.
Υπόθεση Κυπριωτάκη (2009)


Υπόθεση Παναγόπουλου (2009)

Στις 13 Ιανουαρίου και στις 17 Ιανουαρίου 2009 η Κατερίνα Παναγοπούλου ταξίδεψε μέχρι το Ξυλόκαστρο, συγκεκριμένα στο 125ο χιλιόμετρο της Εθνικής Αθηνών – Πατρών, όπου οι απαγωγείς είχαν αφήσει μία βιντεοκασέτα και μία κασέτα ήχου που περιείχαν υλικό σχετικά με την απαγωγή. Η αντίστροφη μέτρηση για την παράδοση των λύτρων ξεκίνησε το βράδυ της 18ης Ιανουαρίου.
Η σύζυγός του μαζί με ένα ακόμη άτομο επιβιβάζονται σε ένα αυτοκίνητο και ακολουθώντας τις οδηγίες των απαγωγέων φθάνουν στην Θεσσαλονίκη. Εκείνη την ημέρα η παράδοση των λύτρων δεν έγινε ποτέ. Πραγματοποιήθηκε είκοσι τέσσερις ώρες αργότερα και λίγο μετά ο Περικλής Παναγόπουλος εντοπίστηκε από αστυνομικούς στο Χαϊδάρι. Λίγους μήνες μετά, συλλαμβάνονται 18 ύποπτοι και οδηγούνται σε δίκη μεταξύ των οποίων και ο Παναγιώτης Βλαστός.
Υπόθεση Γκόντα (2011)
Ο εφιάλτης για την 22χρονη φοιτήτρια, κόρη του πρώην δημάρχου και δικηγόρου Νίκου Γκόντα, ξεκίνησε στις 30 Αυγούστου του 2011. Την νύχτα εκείνη χτύπησε το τηλέφωνο της και μια ανδρική φωνή, ο οποίος υποστήριξε πως είναι υπάλληλος εταιρείας κινητής τηλεφωνίας την ενημέρωσε πως είχε κερδίσει ένα κινητό τηλέφωνο από κάποιον διαγωνισμό, ζητώντας της να το παραλάβει μέσω κούριερ κοντά στο σπίτι της. Αυτό ήταν και το ραντεβού με τους απαγωγείς της.

Οι πολύωρες διαπραγματεύσεις, βοήθησαν την αστυνομία να εντοπίσει το σημείο μέσω του κοριού της ΕΥΠ. Τα χρήματα τα παρέλαβαν οι απαγωγείς με μια μοτοσικλέτα και η 22χρονη φοιτήτρια αφέθηκε ελεύθερη μια ώρα αργότερα. Οι αστυνομικοί συνέλαβαν δύο άτομα, υπάλληλοι και οι δυο σε πιτσαρία της περιοχής. Έναν Αλβανό και έναν έλληνα, ενώ μαζί τους συνελήφθησαν η σύζυγος και η μητέρα του επειδή τους βοήθησαν να κρύψουν τα χρήματα από τα λύτρα.
Υπόθεση Παπαγεωργίου (2012)

Ο απαγωγέας μέσω άλλου προσώπου ζήτησε ως λύτρα 620.000 ευρώ, απειλώντας για την ζωή του. Οι επαφές με την μητέρα του Μάριου συνεχίσθηκαν μέχρι τις 17 Αυγούστου. Στις 16 Οκτωβρίου η αστυνομία καταφέρνει να εντοπίσει και να συλλάβει τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, που εκτός από την απαγωγή, είχαν αποπειραθεί να ληστέψουν την μητέρα του η οποία είχε καταφέρει να συγκεντρώσει μεγάλο ποσό για τα λύτρα.
Λίγους μήνες αργότερα συλλαμβάνεται και η σύζυγος του 72χρονου για συμμετοχή στην απαγωγή. Οι έρευνες της αστυνομίας προσανατολίζονται στην παλιά, εγκαταλελειμμένη αμερικανική βάση σε μία από τις κορυφές του όρους Πατέρας – επάνω από τη Νέα Πέραμο. Αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. και άνδρες της ΕΜΑΚ ερεύνησαν εγκαταλελειμμένα, μισογκρεμισμένα κτίρια αλλά και πηγάδια γύρω από την παλιά βάση των ΗΠΑ όπου πιθανολογείται ότι βρίσκεται η σορός του άτυχου 26χρονου.
Η έρευνα στράφηκε σε αυτό το μέρος ύστερα από πληροφορίες ότι παλαιότερα μετέβαινε εκεί, ως οδηγός οχημάτων στις αμερικανικές βάσεις όπου εργαζόταν ο «εγκέφαλος» της απαγωγής Πέτρος Μιχαλεάκος. Ο άνθρωπος που έστησε την απαγωγή του Μάριου Παπαγεωργίου και εξαφάνισε τη σορό του, καταδικάστηκε ομόφωνα σε ισόβια κάθειρξη για την ανθρωποκτονία του κι ας μην έχει βρεθεί μέχρι σήμερα το πτώμα του άτυχου νέου.
Υπόθεση Μαρτίνου (2013)

Ο 33χρονος εφοπλιστής χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του, έβαλε όπισθεν και εμβόλισε το Citroen το οποίο και ανεφλέγη και κινούμενος με ιλιγγιώδη ταχύτητα κατέφυγε στον χώρο στάθμευσης της εταιρείας. Το βαν των επίδοξων απαγωγέων βρέθηκε καμένο σε πάρκο στη συμβολή των οδών Ξάνθου και Καλύμνου. Από τις έρευνες προέκυψε ότι άνηκε σε άνδρα από τη Μεταμόρφωση, ενώ το Citroen σε γυναίκα που διαμένει στην Αθήνα.
Για τα δύο οχήματα δεν είχε δηλωθεί κλοπή, ενώ οι δράστες είχαν κατασκευάσει πλαστές πινακίδες κυκλοφορίας που αντιστοιχούν σε ίδιου τύπου και χρώματος αυτοκίνητα. Από το σημείο εικάζεται ότι έφυγαν πάνω από πέντε άτομα που συμμετείχαν στο όλο εγχείρημα. Ο εφοπλιστής αφού επέστρεψε στην εταιρεία του ενημέρωσε τη αστυνομία.
Υπόθεση Καραμολέγκου (2014)

Οι συζητήσεις με τον έναν από τους απαγωγείς όμως απέδωσαν καρπούς, καθώς κατάφερε να τον πείσει ότι η περιοχή είχε γεμίσει με αστυνομικούς και ήταν θέμα χρόνου να τους εντοπίσουν. Έτσι του πρότεινε να πάνε μαζί στο Αστυνομικό Τμήμα και να παραδοθεί για να έχει ευνοϊκότερη μεταχείριση. Ο Μολδαβός απαγωγέας πείστηκε και τελικά μετέβησαν μαζί στο αστυνομικό τμήμα, όπου ο Μανώλης Καραμολέγκος είπε στους αστυνομικούς για τον απαγωγέα του ότι είχε κάνει ένα λάθος. Σύμφωνα με πληροφορίες ο 37χρονος εργαζόταν σε παρακείμενη επιχείρηση από αυτή του επιχειρηματία και γνώριζε τις κινήσεις του.
Πηγή: thetoc.gr
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






