sport-fm.gr ΘΕΜΑ

Πογέτ στο sport-fm.gr: «Θα επιστρέψω 100% σε μία ελληνική ομάδα - Η συμπεριφορά της ομοσπονδίας ήταν ντροπιαστική»

Οι σπόροι που φύτεψε ο Γκουστάβο Πογέτ στην Εθνική Ελλάδας πλέον έχουν ανθίσει και τα αποτελέσματα εντυπωσιάζουν. Ο Ουρουγουανός μίλησε στο sport-fm.gr για όλα όσα έζησε στον «γαλανόλευκο» πάγκο.

Πογέτ: «Θα επιστρέψω 100% σε μία ελληνική ομάδα»

Τα συναισθήματα που δημιουργεί η Εθνική Ελλάδας στους φιλάθλους είναι πραγματικά πρωτόγνωρα. Για χρόνια ολόκληρα ο ενθουσιασμός για τη «γαλανόλευκη» όχι απλώς είχε σβήσει, αλλά είχε εξαλειφθεί. Εντελώς. Πλέον, όμως, η ιστορία είναι αρκετά διαφορετική. Περιμένουμε πώς και πώς την επόμενη διακοπή εθνικών ομάδων, για να απολαύσουμε ξανά τα πιτσιρίκια του Ιβάν Γιοβάνοβιτς σε δράση.

Βέβαια, αυτό το δέσιμο δεν δημιουργήθηκε εν μία νυκτί, χρειάστηκε συντονισμένη προσπάθεια, η οποία έχει ξεκινήσει πολύ πριν ο Σέρβος τεχνικός αναλάβει τον πάγκο του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος. Η αρχή έγινε με τον Τζον Φαν'τ Σχιπ να βοηθάει την Εθνική να κάνει και πάλι βήματα μπροστά, ενώ το πρότζεκτ απογειώθηκε όταν στην άκρη του πάγκου κάθισε ο Γκουστάβο Πογέτ.

Ο Ουρουγουανός γνώριζε καλά τα ελληνικά δεδομένα χάρη στο σύντομο, αλλά εξαιρετικό του πέρασμα από την ΑΕΚ, όμως αυτό που αντίκρισε ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Μαγεύτηκε από το κλίμα της ομάδας και δημιούργησε σχέσεις ζωής με τους ποδοσφαιριστές του. Πλέον, όπως και εμείς, βλέπει την Εθνική Ελλάδας να εξελίσσεται και να μεγαλώνει υπό τις οδηγίες του Ιβάν Γιοβάνοβιτς, έχοντας στα χείλη του χαραγμένο ένα πλατύ χαμόγελο. Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε κοιτάει το παρελθόν με αγάπη και αποκάλυψε ότι στο μέλλον σίγουρα οι δρόμοι μας θα συναντηθούν ξανά…

Ο Γκουστάβο Πογέτ μίλησε στο sport-fm.gr για το γεμάτο συναισθήματα και εμπειρίες πέρασμά του από την Εθνική ομάδα, για τα νέα διαμάντια που κοσμούν το ρόστερ της «γαλανόλευκης», για τα έντονα παράπονα που έχει από την ομοσπονδία, που δεν του επέτρεψε ούτε να αποχαιρετήσει το φίλαθλο κοινό της χώρας, ενώ έκανε και μία ειδική αναφορά στο τι πραγματικά άνθρωπος ήταν ο Τζορτζ Μπάλντοκ.

Πογέτ: «Θα επιστρέψω 100% σε μία ελληνική ομάδα»

Πώς η εθνική ομάδα του τότε έγινε η Ελλαδάρα του τώρα!



Η ζωή πολλές φορές μας επιφυλάσσει εκπλήξεις και το ρητό «όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια ο Θεός γελάει» πολλές φορές ισχύει. Κάπως έτσι ήρθε και στη δική μας ζωή ο Γκουστάβο Πογέτ, καθώς όπως και ο ίδιος περιγράφει η… μεταγραφή του στην Ελλάδα ήταν απρόσμενη.

«Ήταν μία σύμπτωση. Κάποιες φορές τα πράγματα συμβαίνουν για κάποιον λόγο. Βρισκόμουν στην Ελλάδα για έναν εντελώς διαφορετικό λόγο και έτσι βρήκα την ευκαιρία να συναντηθώ με τον Κώστα Κωνσταντινίδη και είχαμε μία πολύ καλή επικοινωνία από την πρώτη κιόλας στιγμή. Στη συνέχεια έκανα μία τρίωρη κουβέντα με τον Τάκη Φύσσα και πήγε απίστευτα. Τόσο καλά που μερικές ώρες μετά υπέγραψα το συμβόλαιό μου με την ομάδα. Η αλήθεια είναι ότι είχα το αβαντάζ, καθώς γνώριζα την ελληνική πραγματικότητα και αρκετούς παίκτες από το παρελθόν μου στην ΑΕΚ».

Πογέτ: «Θα επιστρέψω 100% σε μία ελληνική ομάδα»

Βέβαια, ο πάγκος της Εθνικής Ελλάδας δεν ήταν ο πρώτος στον οποίο ο Πογέτ έκατσε στη χώρα μας. Ο Ουρουγουανός τεχνικός είχε ένα σύντομο και άκρως επιτυχημένο πέρασμα από την ΑΕΚ, τη σεζόν 2015/16, κάτι που του έκανε τη ζωή πολύ πιο εύκολη. Γνώριζε ήδη την κουλτούρα και τον τρόπο σκέψης των Ελλήνων, αθλητών και μη, με την προσαρμογή του να γίνεται αστραπιαία, ενώ στην Εθνική βρήκε και έναν παλιό του γνώριμο.

«Το πέρασμά μου από την ΑΕΚ έκανε τη ζωή μου στην Εθνική Ελλάδος πολύ πιο εύκολη και για πολλούς λόγους. Για αρχή ήξερα απευθείας το πού θέλω να μείνω και πέρασα δύο υπέροχα χρόνια στη Γλυφάδα. Ενώ στη συνέχεια είναι και η νοοτροπία των Ελλήνων ποδοσφαιριστών κάτι που γνώριζα ήδη καλά. Έτσι είχα την ευκαιρία να έρθω σε επαφή με κάποιους παλιούς παίκτες που γνώριζα και εγώ προσωπικά, όπως ήταν ο Πέτρος Μάνταλος, αλλά και ο Τάσος Μπακασέτας, που δεν τον ήξερα προσωπικά, αλλά στη συνέχεια ήρθαμε πολύ κοντά. Δεν χρειάστηκε να προσαρμοστώ στον τρόπο σκέψης και λειτουργίας των Ελλήνων, διότι τον ήξερα ήδη».

Η Ελλάδα αποτελούσε μία επικίνδυνη αποστολή για τον Γκουστάβο Πογέτ, με τον Ουρουγουανό να πρέπει από τη πρώτη κιόλας στιγμή να πάρει γενναίες και άκρως σημαντικές αποφάσεις, με πρώτη και πιο κρίσιμη την επιλογή ανάμεσα σε Πέτρο Μάνταλο και Τάσο Μπακασέτα, ενώ στη μνήμη του έχει χαραχθεί και έντονος ο προβληματισμός που υπήρχε στον περίγυρο για το δεξί άκρο της άμυνας.

«Όταν προπονούσα την ΑΕΚ, έβαλα κάποιους κανόνες και ο Πέτρος ήταν ένας από τους παίκτες που κατάλαβε απευθείας τον τρόπο με τον οποίο θέλω η ομάδα να παίζει και ήταν κάποιος που ταίριαζε γάντι στον ρόλο που ήθελα να αναλάβει στη μεσαία γραμμή. Στο πρώτο μου παιχνίδι με την Εθνική Ελλάδας στη Ρουμανία έπρεπε να πάρω μία μεγάλη απόφαση για το ποιον παίκτη θα ξεκινήσω στη θέση "10", τον Μάνταλο ή τον Μπακασέτα και εγώ επέλεξα τον Πέτρο που τον γνώριζα καλύτερα. Εκείνη τη στιγμή είχα κάνει με την ομάδα μόλις τρεις με τέσσερις προπονήσεις, επομένως να τους βάλω και τους δύο μαζί στην 11άδα ήταν αδύνατον. Έπρεπε να τους μιλήσω για να τους εξηγήσω ότι και οι δυο τους θα είναι πάρα πολύ σημαντικοί για την ομάδα που θα έφτιαχνα, όμως για τη συγκεκριμένη αναμέτρηση θα έπρεπε να διαλέξω τον Μάνταλο, διότι ξέρει απευθείας τον τρόπο με τον οποίο θέλω να παίξει η ομάδα. Τους ξεκαθάρισα πως αυτό που θέλω είναι να παίζουν και οι δύο, αλλά για να το κάνουμε αυτό χρειαζόμασταν περισσότερο χρόνο. Είναι δύο σπουδαίες προσωπικότητες και αντιλήφθηκαν απευθείας την κατάσταση και συμφώνησαν αμέσως. Ήταν πάρα πολύ εύκολο για εμένα να συνεργαστώ μαζί τους, ήταν και οι δύο πραγματικά καταπληκτικοί. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν στη θέση του δεξιού μπακ. Ξεκινήσαμε με τον Ρότα, τον Λύρατζη τον Κώτσιρα, καθώς και τον Βαγιαννίδη, ενώ στη συνέχεια ήρθε και ο Μπάλντοκ. Μετά βέβαια είχαμε υπερβολικά πολλούς (γέλια)».

Πογέτ: «Θα επιστρέψω 100% σε μία ελληνική ομάδα»

Ο Μπακασέτας με τον χρόνο καθιερώθηκε στα βασικά πλάνα του Πογέτ και μαζί με το περιβραχιόνιο στο αριστερό του μπράτσο έγινε η ψυχή και η καρδιά της Εθνικής ομάδας. Πόσο σημαντικός, όμως, ήταν πραγματικά ο αρχηγός της «γαλανόλευκης» για τον Γκουστάβο Πογέτ και τα πλάνα του;

«Στο Nations League αποφάσισα να ξεκινάω βασικό τον Μπακασέτα και να τον τοποθετώ κοντά στην αντίπαλη περιοχή, για να μπορέσω να εκμεταλλευτώ το τρομερό σουτ που διαθέτει και την ικανότητα του στο σκοράρισμα. Στο πρώτο ματς σκόραρε και κερδίσαμε 1-0, στο δεύτερο ματς σκόραρε και κερδίσαμε πάλι 1-0, οπότε δεν τον ξανακούνησα από εκείνο το σημείο (γέλια). Του έδωσα το ελεύθερο να κάνει αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα. Ο Μπακασέτας έχει ένα πραγματικά μαγικό αριστερό πόδι, οπότε έπρεπε και εγώ να τον βάζω σε μία θέση που θα μπορεί να εκμεταλλευτεί αυτό το τρομερό του στοιχείο και πιστεύω ότι ταίριαξαν όλα τέλεια, αυτός ήταν απίστευτος και από τις εμφανίσεις του κέρδιζε ολόκληρη η ομάδα».

Μπορεί ο Μπακασέτας στα πλαίσια της Εθνικής να έχει γίνει αμετάβλητος πυλώνας, όμως σε διασυλλογικό επίπεδο ακόμη δεν έχει πείσει στο 100% τους φίλους του Παναθηναϊκού, από τους οποίους δέχεται έντονη και πολλές φορές άδικη κριτική. Το μονοπάτι που διανύει δεν είναι πρωτόγνωρο για ελληνικά δεδομένα, καθώς και ο Πέτρος Μάνταλος έχει ανέβει παρόμοιο Γολγοθά με τη φανέλα της ΑΕΚ.

«Η συμπαντική διαφορά είναι ο τρόπος παιχνιδιού του Παναθηναϊκού σε σχέση με αυτόν της Εθνικής Ελλάδας. Προσοχή, δεν εννοώ το σύστημα, αυτό είναι απλά για τις θέσεις στο γήπεδο, το σημαντικό είναι ο τρόπος παιχνιδιού μίας ομάδας. Στην Ελλάδα ήμασταν πολύ δυνατοί στα δεξιά, με τον Ρότα πίσω, μπροστά τον Μασούρα και στο κέντρο τον Μπακασέτα. Με αυτόν τον τρόπο ο Τάσος έδειχνε παίκτης παγκόσμιας κλάσης, οι αντίπαλες άμυνες δεν μπορούσαν να διαχειριστούν και τους τρεις παίκτες. Θυμάμαι πως τα ίδια προβλήματα αντιμετώπιζε τότε και ο Μάνταλος. Ο Πέτρος πέρασε πολλές δύσκολες στιγμές με την ΑΕΚ, αλλά όποτε ερχόταν στην Εθνική και έπαιζε μαζί μου ήταν καταπληκτικός. Το να έχεις δύο τόσο ποιοτικούς παίκτες στο ρόστερ είναι ένα τεράστιο προνόμιο και χαίρομαι πραγματικά που το είχα. Με τον τρόπο που παίζαμε για αυτούς ήταν πολύ εύκολο να προσαρμοστούν και να βγάλουν τον καλύτερό τους εαυτό».

Εννοείται όταν ο Πογέτ έβαλε την υπογραφή του και έγινε επίσημα μέλος της Εθνικής Ελλάδας, πρωταρχικός του στόχος ήταν η επιστροφή της ομάδας πίσω στις μεγάλες διοργανώσεις. Οι βλέψεις του, όμως, δεν περιορίζονταν μόνο εκεί. Υπήρχαν και άλλα πράγματα που έπρεπε να αλλάξουν, για τα οποία ο Ουρουγουανός πάλεψε από την πρώτη κιόλας στιγμή και εν τέλει δικαιώθηκε πανηγυρικά.

«Ήταν πάρα πολύ σημαντικό για εμένα να φέρω πίσω τον κόσμο στο γήπεδο και να χτίσουμε μία ισχυρή σχέση. Όταν υπέγραψα με την ομάδα έκατσα να δω τα τελευταία παιχνίδια της Ελλάδας και ήταν πάρα πολύ δύσκολο να βλέπεις την ομάδα να παίζει στο ΟΑΚΑ με τις κερκίδες να είναι άδειες. Είπα στον εαυτό μου ότι πρέπει η Ελλάδα να παίζει σε ένα γήπεδο που θα είναι γεμάτο με κόσμο. Για να τα καταφέρουμε, όμως, έπρεπε να κάνουμε δύο πράγματα. Για αρχή να κερδίζουμε παιχνίδια σαφώς και μετά να δείξουμε το πάθος και την τρέλα μας, ώστε ο κόσμος να καταλάβει ότι δίνουμε και την ψυχή μας για το εθνόσημο. Όλα άλλαξαν σε μία στιγμή.

Εγώ τον πρώτο καιρό που είχα υπογράψει, ο κόσμος στον δρόμο με αναγνώριζε ως τον πρώην προπονητή της ΑΕΚ. Μετά το Nations League και την εξαιρετική πορεία που κάναμε, στον δρόμο με φώναζαν ως τον προπονητή της Εθνικής ομάδας, πλέον δεν ήμουν ο πρώην προπονητής της ΑΕΚ, αλλά ο προπονητής της Ελλάδας. Το να καταφέρω να βγάλω το προσωπείο της ΑΕΚ από πάνω μου, ήταν ένας ξεκάθαρος στόχος μου και μάλιστα πολύ δύσκολος. Ένιωθα πολύ περήφανος που έβλεπα την αναγνώριση από τον κόσμο, ενώ τα παιχνίδια της ομάδας γίνονταν μπροστά από χιλιάδες κόσμο που γέμιζε τα γήπεδα για να δει την Εθνική, ήταν κάτι το φανταστικό. Σε ένα από τα πρώτα παιχνίδια που παίξαμε στο καινούργιο γήπεδο της ΑΕΚ, είχα εξοργιστεί που η μία πλευρά του γηπέδου ήταν κλειστή. Μίλησα με τους πάντες για να να αλλάξει αυτό. Μίλησα μέχρι και με τον Μελισσανίδη και του ζήτησα να ανοίξει όλες τις θύρες, ήθελα ολόκληρο το γήπεδο να είναι γεμάτο. Στην αναμέτρηση με τη Γαλλία η ατμόσφαιρα ήταν εκπληκτική, ήταν μία μοναδική εμπειρία».


Πογέτ: «Θα επιστρέψω 100% σε μία ελληνική ομάδα»

Τα τελευταία χρόνια αυτό που χαρακτηρίζει την Εθνική Ελλάδας δεν είναι το ποδόσφαιρο ή οι επιτυχίες της, είναι το οικογενειακό κλίμα που επικρατεί και η φοβερή σχέση που έχουν δημιουργήσει μεταξύ τους οι διεθνείς. Εφόσον υπάρχει αυτό, τότε και οι διακρίσεις έρχονται ένα βήμα πιο κοντά. Την εμπειρία αυτή την έζησε από πρώτο χέρι ο Πογέτ, βάζοντας και αυτός με τον τρόπο του ένα ακόμη λιθαράκι για να διατηρηθούν άθικτες οι ισορροπίες που ήδη υπήρχαν, παίρνοντας θέλοντας και μη τις δύσκολες, αλλά αναγκαίες, κατά την άποψή του, αποφάσεις.

«Πιστεύω και εμείς βοηθήσαμε στο να δημιουργηθεί αυτό το υπέροχο κλίμα που είχε η ομάδα. Θέσαμε κάποιους συγκεκριμένους κανόνες και οι παίκτες τούς αποδέχθηκαν απευθείας. Το μεγαλύτερο προτέρημα τού να είσαι προπονητής σε μία εθνική ομάδα, είναι ότι μπορείς εσύ να διαλέξεις όλους του παίκτες σου. Κάτι που σε μία ομάδα δεν μπορεί να συμβεί, καθώς ήδη υπάρχουν 20 ποδοσφαιριστές πριν από εσένα. Είχα τεράστιες αποφάσεις να πάρω που ήταν πολύ δύσκολες για εμένα, ακόμη και αν κάποιοι τις θεωρούσαν εύκολες. Για παράδειγμα η απόφαση μου να ξεκινάω βασικό τον Βλαχοδήμο χωρίς να έχει παιχνίδια στην Αγγλία, ενώ είχα διαθέσιμο τον Τζολάκη, ο οποίος ήταν τρομερός με τον Ολυμπιακό. Υπήρχε η κατάσταση με τον Φορτούνη. Ο Κώστας ήταν καταπληκτικός μαζί μου, με πήρε τηλέφωνο και ξεκαθάρισε απευθείας τη θέση του. Για κάποιο λόγο νιώθω ότι πάντα σαν να ψάχναμε να βρούμε ένα πρόβλημα, το οποίο στην πραγματικότητα δεν υπήρχε. Εγώ με τους ποδοσφαιριστές μου είχα πάντοτε εξαιρετικές σχέσεις ότι και αν γραφόταν στον Τύπο. Ο Φορτούνης για παράδειγμα είναι ένας εξαιρετικός παίκτης και για να μπορέσω να εκμεταλλευτώ τα χαρακτηριστικά του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, έπρεπε να κάνουμε πολλές προπονήσεις μαζί, κάτι το οποίο δεν ήταν εφικτό. Ήταν πολύ δύσκολο για εμένα. Δεν γίνεται όλοι οι καλοί παίκτες να παίζουν ταυτόχρονα, αυτό δεν είναι ομάδα».

Πογέτ: «Θα επιστρέψω 100% σε μία ελληνική ομάδα»

Το τελευταίο παιχνίδι που έκατσε στον πάγκο της Εθνικής ήταν και το πιο κρίσιμο. Η Ελλάδα δεν τα κατάφερε απέναντι στη Γεωργία και το όνειρο του EURO εξαφανίστηκε. Αν είχε την ευκαιρία να παίξει ξανά αυτό το ματς ο Πογέτ δεν θα άλλαζε πολλά, γνωρίζει, όμως, πολύ καλά τι επηρέασε το αποτέλεσμα, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν ήταν αγωνιστικό.

«Το παιχνίδι πήγε ακριβώς όπως το περιμέναμε. Ξέραμε ότι η Γεωργία θα έπαιζε αμυντικά και ότι θα έδινε σε εμάς την μπάλα. Εγώ προσωπικά πιστεύω αυτό που μας επηρέασε όλους, εμένα, το τεχνικό τιμ, τους παίκτες, ήταν πως το παιχνίδι αυτό ήταν το μοναδικό στο οποίο είχαμε πραγματικά την υποχρέωση να κερδίσουμε. Σε όλα τα προηγούμενα όλοι ήθελαν να δουν πώς θα τα πάμε, ακόμη και με το Καζακστάν υπήρχε πολύ άγχος στον κόσμο για το αν εν τέλει θα προκρινόμασταν. Με τη Γεωργία, όμως, ήταν εντελώς διαφορετικά, γιατί τότε έπρεπε να κερδίσουμε ό,τι και αν γινόταν, τίποτα άλλο δεν θα ήταν αποδεκτό. Τώρα θα έκανα κάποιες αλλαγές, αλλά μόνο και μόνο εκ του αποτελέσματος. Τότε ήμουν σίγουρος για τις αποφάσεις μου, όμως τα χαρακτηριστικά κάποιων παικτών δεν ταίριαξαν με τον τρόπο που κυλούσε το παιχνίδι. Μετά από τον αποκλεισμό ήρθε και η απόλυτη κατάρρευση, ήταν κάτι πάρα πολύ δύσκολο, ήταν λες και τελείωσε το ποδόσφαιρο. Δεν ήξερα καν πώς να μιλήσω στους παίκτες μου, τι να τους πω για να τους ανεβάσω, ήταν όλοι τους απίστευτα απογοητευμένοι. Αυτό που τόνισα, όμως, είναι ότι όλοι τους προσπάθησαν με την καρδιά τους, παίξαμε το παιχνίδι μας και για μία εκτέλεση πέναλτι μείναμε εκτός. Αν είχα την επιλογή θα έβαζα ξανά τον Μπακασέτα 100% να εκτελέσει και πάλι πέναλτι. Δεν ήθελα να πεταχτεί η δουλειά που κάναμε τα τελευταία δύο χρόνια για μία εκτέλεση πέναλτι, θα ήταν πολύ άδικο γιατί αυτή η ομάδα είχε και έχει πολύ μέλλον. Δεν έπρεπε να ξεκινήσει και πάλι από το 0».

«Ο Γιοβάνοβιτς είναι μια πάρα μα πάρα πολύ καλή επιλογή για τον πάγκο της Ελλάδας»



Πλέον η Εθνική Ελλάδας έχει αλλάξει σελίδα και ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς βρίσκεται στο τιμόνι της ομάδας. Τη δουλειά του έμπειρου Σέρβου τεχνικού τη βλέπουμε και την απολαμβάνουμε όλοι, ενώ και ο Πογέτ έχει μείνει εντυπωσιασμένος από τον τρόπο με τον οποίο ο Γιοβάνοβιτς έχει εξελίξει σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό το έργο που ο ίδιος ξεκίνησε.

«Θεωρώ ότι η επιλογή του Γιοβάνοβιτς είναι πάρα μα πάρα πολύ καλή. Λατρεύω τη δουλειά που έχει κάνει μέχρι στιγμής, πώς εκμεταλλεύεται τα χαρακτηριστικά των ποδοσφαιριστών του, αλλά και τον τρόπο που βάζει την προσωπική του πινελιά στον τρόπο παιχνιδιού της ομάδας. Είναι πολύ σημαντικό ότι οι ποδοσφαιριστές εξελίσσονται συνεχώς. Όταν πρωτο ανέλαβε την ομάδα δεν ήξερα πως θα τα πάει, αλλά μετά από 5-6 παιχνίδια ήμουν απόλυτα ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα. Πήγα μέχρι και στο Λονδίνο, στην αναμέτρηση με την Αγγλία για να τον συναντήσω από κοντά και του είπα το πόσο χαρούμενος είμαι για την δουλειά που είχε κάνει. Είδα το παιχνίδι με την Αγγλία και πραγματικά τρελάθηκα. Είναι τρομερή η δουλειά που κάνει και εκμεταλλεύεται απίστευτα τα νέα παιδιά που έρχονται στην ομάδα, ενώ συνεχίζει και με το παραπάνω την πολύ καλή σύνδεση που δημιουργήθηκε με τους φιλάθλους».

Μπορεί να λείπει από τον πάγκο της Εθνικής μόλις για μερικούς μήνες, αλλά η ομάδα έχει αλλάξει λες και έχουν περάσει αιώνες. Πλέον έρχονται με φόρα ταλέντα που κάνουν πάταγο, όχι μόνο μέσα στα ελληνικά σύνορα, αλλά παγκοσμίως. Ενδεικτική είναι η 11άδα μέσα στη Σκωτία με μέσο όρο ηλικία κάτω από τα 23 έτη, μία τολμηρή επιλογή από πλευράς Γιοβάνοβιτς, η οποία, βέβαια, αποδέχθηκε πέρα για πέρα επιτυχημένη.

«Πιστεύω ότι κάποιες φορές όλοι παίρνουμε αποφάσεις ανάλογα με το αίσθημα που έχουμε εκείνη τη στιγμή. Σε αρκετές ομάδες έχει συμβεί να δοκιμάσω έναν νέο ποδοσφαιριστή που μου έχει δείξει στις προπονήσεις ότι αξίζει να πάρει την ευκαιρία του. Για παράδειγμα με εμένα στην Μπορντό ο Τσουαμενί στα 18 του έκανε το ντεμπούτο του και τώρα πλέον βρίσκεται στην Ρεάλ Μαδρίτης. Στην Ελλάδα έκανε ντεμπούτο με εμένα ο Κωνσταντέλιας. Δεν θέλω να πιέζω καταστάσεις. Δεν πρέπει να πιστεύει ο κόσμος ότι μετά από το παιχνίδι με τη Σκωτία η Ελλάδα θα παίζει έτσι και με αυτούς τους ποδοσφαιριστές, κάτι τέτοιο δεν γίνεται να συμβεί. Στο επόμενο παιχνίδι δεν θα μπορούν να παίξουν με τον ίδιο τρόπο. Χρειάζεται η εμπειρία και η γνώση των μεγαλύτερων. Δεν υπήρχε καμία πίεση σε αυτά τα παιδιά, μπήκαν λες και έπαιζαν στην αλάνα και ήταν κάτι το φανταστικό. Στην τελική φάση του Μουντιάλ θα μπορούσε όμως κάτι τέτοιο να συμβεί; Όχι, δεν γίνεται να παίζεις κάθε φορά με αυτόν τον τρόπο και ο κόσμος δεν πρέπει να το ξεχάσει αυτό. Ας ελπίζουμε ότι ότι τα παιδιά θα συνεχίσουν έτσι, αλλά η εμπειρία σε μία ομάδα είναι πάντα απαραίτητη. Βέβαια, ο Γιοβάνοβιτς ξέρει καλύτερα απ' όλους, είναι πολύ ευφυής και γνωρίζει ήδη το πώς θα πρέπει η δική του Εθνική να παίζει».

Πογέτ: «Θα επιστρέψω 100% σε μία ελληνική ομάδα»

Οι Χρήστος Ζαφείρης και Κωνσταντίνος Καρέτσας είναι οι νέες… μεταγραφές της Εθνικής Ελλάδας. Μπορεί τα παιδιά αυτά να πήραν την ελληνική υπηκοότητα επί Ιβάν Γιοβάνοβιτς, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πότε ξεκίνησε η προεργασία ή αλλιώς το «ψηστήρι».

«Κοιτούσαμε πάρα πολλούς ποδοσφαιριστές από άλλες χώρες. Εννοείται υπήρχε η περίπτωση του Μπάλντοκ, αλλά ήρθαμε σε επαφή με πάρα πολλούς παίκτες από τη Γερμανία και το Βέλγιο, όπως η περίπτωση του Καρέτσα. Υπάρχουν πολλοί παίκτες που βρίσκονται στις μικρές εθνικές της Γερμανίας με ελληνικές ρίζες και για να καταφέρεις να τους πείσεις να επιλέξουν την Ελλάδα είναι πάρα πολύ δύσκολο. Κάποιες φορές για να πετύχει παίζει ρόλο το τάιμινγκ ή τα λόγια του προπονητή και η προοπτική που παρουσιάζει στον κάθε ποδοσφαιριστή. Είναι σαν μία μεταγραφή για την Εθνική ομάδα. Τον Καρέτσα τον παρακολουθούσαμε όταν ακόμη βρισκόταν στις μικρότερες κατηγορίες του Βελγίου. Ήταν από τότε πολύ καλός, αλλά ακόμη ήταν πολύ νέος. Αν τώρα στα 17 του θεωρείται πολύ μικρός ο οποιοσδήποτε μπορεί να φανταστεί πως πριν από ένα ή δύο χρόνια η διαφορά είναι τεράστια, ήταν μωρό. Ήταν πολύ μικρός για την πρώτη ομάδα. Εγώ είχα ζητήσει να τον φέρουμε για τις μικρότερες Εθνικές, αλλά δεν μπορούσε αυτό να συμβεί, καθώς αγωνιζόταν με το Βέλγιο, δεν υπήρχε λόγος να αλλάξει. Τώρα, όμως, που υπάρχει η προοπτική της πρώτης ομάδας, όλα είναι εντελώς διαφορετικά. Υπάρχουν πάρα πολύ καλοί παίκτες στον κόσμο που είναι ελληνικής καταγωγής. Εμείς είχαμε φτιάξει μία λίστα με 10-12 ποδοσφαιριστές που κοιτούσαμε τακτικά, κυρίως στη Γερμανία, ακόμη, βέβαια, μέχρι και την Αυστραλία. Έφτασα μέχρι και να συναντηθώ με ένα παιδί στη Γερμανία, μαζί με τον πατέρα του. Δεν μιλήσαμε για να τον φέρουμε στην Ελλάδα, απλά για μία πρώτη επαφή. Θυμάμαι μετά να φεύγω με τον Κωνσταντινίδη και να μου λέει "Πφφ πολύ δύσκολα θα τον πείσουμε". Εγώ του απάντησα δεν πειράζει, κάναμε μία καλή προσπάθεια και θα δούμε».

Αν και βρίσκεται, πλέον, πολλά, πάρα πολλά, χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα, ο Πογέτ γνωρίζει καλά το υλικό που διαθέτει πλέον στα χέρια του ο Γιοβάνοβιτς και δηλώνει το ίδιο ενθουσιασμένος όπως και όλοι οι Έλληνες φίλαθλοι. Επειδή, όμως, εχθρός του καλού είναι το καλύτερο, εντόπισε ένα κενό, που θα πρέπει με κάποιον τρόπο να καλυφθεί.

«Είμαι χαρούμενος για την Ελλάδα που υπάρχουν τόσο σπουδαία ταλέντα αυτήν τη στιγμή. Βέβαια, είναι πολύ δύσκολο να αλλάξεις πολλά πρόσωπα σε μία εθνική ομάδα τόσο γρήγορα, χρειάζεται να γίνει ομαλά, αλλά πάντα είναι ευχάριστο να βλέπω τη νέα γενιά να παίρνει τη σκυτάλη. Τα χαρακτηριστικά των νέων αυτών παιδιών είναι απίστευτα και σε πάρα πολύ καλό βαθμό, όμως σωματικά θέλει μεγάλη προσοχή. Οι περισσότεροι είναι κάπως μικροκαμωμένοι και απέναντι σε μεγάλες ομάδες με δυνατά κορμιά η διαφορά αυτή θα είναι εμφανής. Η Γαλλία για παράδειγμα είναι γεμάτη βουνά. Στο ποδόσφαιρο θέλει να υπάρχει ισορροπία. Κάποτε το είχα προσπαθήσει και έβαλα όλους τους μικρούς με μεγάλη ποιότητα που είχα, στην αρχική 11άδα. Παίξαμε ένα φανταστικό παιχνίδι, αλλά χάσαμε 6-0 (γέλια). Σωματικά μας είχαν διαλύσει. Ως εξωτερικός πλέον και με όλο τον σεβασμό που έχω στον Γιοβάνοβιτς θεωρώ ότι πρέπει να βρεθεί η ισορροπία ανάμεσα στην ποιότητα και τα σωματικά χαρακτηριστικά. Αν έπρεπε να βρω ένα αρνητικό θα ήταν μόνο αυτό, ένα δυνατό και υψηλόσωμο 6αρι για τη μεσαία γραμμή, το ταλέντο είναι πραγματικά τεράστιο. Για παράδειγμα εμείς στην Ουρουγουάη είχαμε πάντοτε πρόβλημα με την ταχύτητα, δεν είχαμε ποτέ γρήγορους παίκτες. Γι' αυτό τώρα όλοι ψάχνουν τον Πελίστρι, είναι ταχύτατος και όλη η χώρα ασχολείται μαζί του».

«Μάχη» μέσα στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου, πόλεμος έξω από αυτές...



Την περίοδο που ο Γκουστάβο Πογέτ ανέλαβε τον «γαλανόλευκο» πάγκο οι φήμες για την έχθρα ανάμεσα στον Ολυμπιακό και την ομοσπονδία οργίαζαν. Ό,τι και αν συνέβαινε στην πραγματικότητα, όμως, είχε μηδενική επιρροή σε αυτόν και τη δουλειά του, με τον Ουρουγουανό να έχει μόνο καλά λόγια να πει για τον τρόπο με τον οποίο συνεργάστηκε με την «ερυθρόλευκη» διοίκηση.

«Όταν έφτασα στην Εθνική υπήρχαν όλες αυτές οι φήμες για την έχθρα που είχε ο Ολυμπιακό με την ομοσπονδία. Εγώ, όμως, όποτε μιλούσα με τον Ολυμπιακό ήταν όλοι τους εξαιρετικοί μαζί μου, από τον Μαρινάκη μέχρι και τον Καρεμπέ, όλοι τους έκαναν τα πάντα για να με βοηθήσουν. Εγώ έπαιρνα αποφάσεις τις οποίες δεν δημοσίευα, δεν ήθελα να δειχθώ στον κόσμο για τη δουλειά μου. Πήγα να δω από κοντά τις προπονήσεις του Ολυμπιακού. Μίλησα απευθείας με τον Μανωλά και τον Παπασταθόπουλο, για όλη αυτή την ιστορία που είχε ξεσπάσει πριν έρθω εγώ στην Ελλάδα. Όλα αυτά τα προβλήματα που κυκλοφορούσαν, εμένα στην πραγματικότητα δεν με επηρέαζαν, ό,τι ζήτησα από τον Ολυμπιακό το είχα απευθείας, χωρίς καμία τριβή και κανένα απολύτως πρόβλημα. Απευθείας στη δουλειά μου δεν υπήρξε ποτέ κάποιο πρόβλημα εξαιτίας της αντιπαλότητας που υπήρχε ανάμεσα στην ομοσπονδία και τον Ολυμπιακό. Το ίδιο ίσχυε και με τον ΠΑΟΚ. Υπήρξαν κάποια προβλήματα, αλλά ακόμη και αυτά ξεπεράστηκαν πολύ εύκολα και γρήγορα. Πραγματικά εγώ δεν έχω κανένα παράπονο, τίποτα από αυτά δεν με επηρέασε πραγματικά. Γι' αυτό έκανα και εκείνη τη συνάντηση με τους δημοσιογράφους, ώστε να εξηγήσω σε όλους τη δουλειά που κάνω και τα προβλήματα που υποτίθεται υπήρχαν. Δεν είχα να κρύψω τίποτα».

Πολλοί θεωρούν (και δικαίως) το πέρασμα του Γκουστάβο Πογέτ από τον πάγκο της Εθνικής Ελλάδας απόλυτα πετυχημένο. Όμως, πάντοτε ο πιο σκληρός κριτής, είναι ο ίδιος μας ο εαυτός και η γνώμη του Ουρουγουανού πάνω σε αυτό το θέμα ίσως να είναι και η πιο σημαντική απ' όλες. Βέβαια, ο Πογέτ δεν στάθηκε μόνο στο αγωνιστικό κομμάτι, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο η ομοσπονδία τού συμπεριφέρθηκε, με τον χαρακτηρισμό «ντροπιαστικός» να είναι ο πρώτος που χρησιμοποίησε.

«Στο πέρασμά μου από την Ελλάδα ήταν η μόνη φορά στην καριέρα μου ως προπονητής, όπου ολοκληρώθηκε το συμβόλαιο μου και δεν ήξερα τι θα συμβεί. Πριν τα παιχνίδια των playoffs υπήρξαν συζητήσεις για ένα νέο συμβόλαιο, όμως υπήρχε το πρόβλημα με τις εκλογές στην ομοσπονδία που ερχόντουσαν. Είχαμε μία κουβέντα και περίμενα να δω εάν θα μου κάνουν μία νέα πρόταση και η μόνη απάντηση που έπαιρνα ήταν αύριο, αύριο, αύριο. Περίμεναν ουσιαστικά να δουν αν θα προκριθούμε στο EURO και μετά την ήττα από την Γεωργία υπήρξε απόλυτη σιωπή. Κανένας δεν ήξερε τίποτα. Υπήρχαν οι φήμες ότι δεν θα ανανεώσω, αλλά κανένας δεν μου είπε τίποτα. Ούτε ο προηγούμενος πρόεδρος της ομοσπονδίας, ούτε ο επόμενος, ούτε κανείς, δεν μου τηλεφώνησε ένας άνθρωπος να με ενημερώσει για τίποτα. Δεν θέλω να μιλήσω καν για έλλειψη σεβασμού, η διαχείριση αυτή ήταν στενάχωρη, πραγματικά ντροπιαστική και για λύπηση. Περάσαμε δύο χρόνια μαζί, εξελιχθήκαμε και έφυγα σαν να ήμουν ένα τίποτα. Ποτέ δεν είχα λογαριασμούς στα social media, έφτιαξα για να μπορέσω να πω αντίο στους φιλάθλους, να τους ευχαριστήσω. Ζήτησα από την ομοσπονδία να κάνω μία επίσημη δήλωση για να τη δημοσιοποιήσουν στον κόσμο και αρνήθηκαν, δεν μου επέτρεψαν ούτε αυτό. Θεώρησαν ότι θα δημιουργούσα πρόβλημα στη νέα διοίκηση, αλλά εγώ δεν είχα σκοπό να πω κάτι κακό, απλώς ήθελα να αποχαιρετήσω τον κόσμο με τον οποίο έζησα μαζί τα τελευταία δύο χρόνια. Γι' αυτό αποφάσισα να ανοίξω έναν λογαριασμό στο Instagram ώστε να πω με τον δικό μου τρόπο ένα αντίο στους Έλληνες. Αυτός ήταν τελικά και ο μοναδικό τρόπος που μπορούσα να το κάνω. Ήταν κάτι πολύ στενάχωρο και πάρα πολύ άδικο. Να ξεκαθαρίσω, όμως, ότι οι παίκτες ήταν τρομεροί, όπως και ο Κωνσταντινίδης με τον Φύσσα και όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι που συνεργάστηκα αυτά τα δύο χρόνια ήταν εξαιρετικοί. Αλλά από πλευράς επικοινωνίας, για κάτι τόσο απλό, τόσο τυπικό, δεν μου το επέτρεψαν, δεν μου είπαν ούτε ένα ευχαριστώ, είναι απλά λυπητερό. Ακόμη και σε προπονητές που πάνε απαίσια σε μία ομάδα και φεύγουν μετά από 6-7 παιχνίδια τον αποχαιρετάνε πριν τον διώξουν. Εμείς κάναμε μία τόσο καλή δουλειά και φύγαμε με αυτόν τον τρόπο».

Η σχέση του Πογέτ με την ομοσπονδία μύριζε από νωρίς… μπαρούτι, όμως όσο πέρναγε ο καιρός γινόταν ολοένα και πιο εκρηκτική. Αποκορύφωμα, βεβαίως, αποτελεί η δήλωση του Ουρουγουανού, ότι ο στενός του συνεργάτης, Μαουρίσιο Ταρίκο, παρέμενε απλήρωτος για οκτώ ολόκληρους μήνες.

«Εγώ είπα την αλήθεια και η αλήθεια πολλές φορές σε κάποιους δεν αρέσει. Για μήνες συζητούσαμε αυτή την κατάσταση και συνέχεια μας έλεγαν αύριο και αύριο και αύριο. Από τη στιγμή που το ανέφερα δημόσια, ο συνεργάτης μου πληρώθηκε μετά από 10 μέρες. Τελικά ποιος είχε δίκιο και ποιος άδικο; Το πρόβλημα είναι ότι κανένας δεν θέλει να πάρει την ευθύνη, όλοι θέλουν να κρυφτούν. Όταν, όμως, το αναφέρεις δημόσια, νιώθουν ντροπή και τρέχουν για να καλύψουν το πρόβλημα. Είμαι σίγουρος ότι αν δεν έκανα τίποτα ακόμη θα ήταν απλήρωτος και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν το μετανιώνω και θα το έκανα ξανά. Ήταν απίστευτα αντιεπαγγελματικό, μας έλεγαν αμέτρητες δικαιολογίες, όταν, όμως, έγινε δημόσιο το θέμα, τότε αυτά τα υποτιθέμενα προβλήματα εξαφανίστηκαν με έναν μαγικό τρόπο. Επίσης και η ανακοίνωση της ομοσπονδίας ήταν πραγματικά ντροπιαστική. Όλοι φοβόντουσαν μήπως έλεγα κάτι για την ανακοίνωση, η οποία ήταν απίστευτα ντροπιαστική αλήθεια. Αποφάσισα μαζί με τον Κωνσταντινίδη να μην κάνω κάποια δήλωση πάνω σε αυτή την ανακοίνωση, ώστε να μην πετάξω λάδι στη φωτιά. Όταν λες κάτι μία, δύο, τρεις, τέσσερις, πέντε και δεν αλλάζει τίποτα θα το βγάλω αναγκαστικά στη δημόσια και απευθείας όλα τα προβλήματα θα λυθούν. Όλα αυτά όμως δεν επηρέασαν ούτε στο ελάχιστο την ομάδα και τα παιδιά έπαιξαν εκπληκτικά απέναντι στην Γαλλία, η ιστορία αυτή μας ένωσε όλους μαζί. Έχω κρατημένα όλα τα email που έχουμε ανταλλάξει και σε περίπτωση που κάποιος με κατηγορήσει ότι λέω ψέματα θα ρεζιλευτεί, έχω τα πάντα και συμβουλεύω όποιον διαβάζει αυτή τη συνέντευξη να μην κάνει τίποτα χαζό γιατί αυτός θα χάσει».

Μπορεί ο τρόπος που αποχώρησε να ήταν κάπως επεισοδιακός, όμως οι σχέσεις που δημιούργησε ο Πογέτ στην Ελλάδα ήταν ζωής και δηλώνει σίγουρος ότι κάποια στιγμή θα επιστρέψει πίσω στη χώρα μας, αν όχι για την Εθνική, δεδομένα για μία από τις μεγάλες ομάδες και για να το λέει σίγουρα κάτι παραπάνω θα ξέρει...

«Είμαι 100% σίγουρος ότι κάποια στιγμή θα επιστρέψω στην Ελλάδα για μία μεγάλη ομάδα. Εγώ το ξέρω, αυτοί το ξέρουν, όλοι το ξέρουν. Σίγουρα κάποια στιγμή θα επιστρέψω. Στο μέλλον το θεωρώ δεδομένο ότι θα έχω στα χέρια μου μία πρόταση από τις μεγάλες ομάδες της Ελλάδας. Χτίσαμε με όλους μία σχέση ζωής. Με την ΑΕΚ έκανα μία πολύ καλή δουλειά, όπως και με την Εθνική Ελλάδας, γιατί να μην επιστρέψω; Το θεωρώ φυσικό. Το πότε δεν το ξέρω, αλλά κάποια στιγμή θα δεχθώ ένα τηλεφώνημα με μία πρόταση από την Ελλάδα. Θα έχω την ευκαιρία να επιστρέψω, γι' αυτό και είναι ακόμη πιο περίεργος ο τρόπος με τον οποίο μου συμπεριφέρθηκε η ομοσπονδία. Δεν ήξερα πώς είναι να προπονείς μία εθνική ομάδα, αλλά το λάτρεψα, ήταν κάτι που πραγματικά κάτι που αγάπησα και χαίρομαι πολύ που είχα την ευκαιρία να το κάνω αυτό στην καριέρα μου. Απόλαυσα τις στιγμές μου στην Ελλάδα και κάθε φορά που κυκλοφορούσα στον δρόμο όλοι με χαιρετούσαν με ένα τεράστιο χαμόγελο και αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να ξεχάσω».

Πογέτ: «Θα επιστρέψω 100% σε μία ελληνική ομάδα»

Μετά από αμέτρητες προσπάθειες και άπειρες ώρες ταλαιπωρίας για του Έλληνες διεθνείς, επιτέλους η «γαλανόλευκη» θα έχει το δικό της προπονητικό κέντρο και γυρίζει σελίδα. Όμως ένα μεγάλο μερίδιο από τα εύσημα επιβάλλεται να πάνε και στον Γκουστάβο Πογέτ, τον άνθρωπο που ξεκίνησε ολόκληρο αυτόν τον αγώνα, με τα αποτελέσματα του να τα καρπώνεται η Εθνική, αφού ολοκληρώθηκε η θητεία του με τη «γαλανόλευκη».

«Δεν θέλω να είμαι αγενής, αλλά εμείς ξεκινήσαμε την όλη προσπάθεια για το προπονητικό κέντρο της Ελλάδας. Η συμφωνία που έγινε τώρα με την Παιανία είναι χάρη σε εμάς και την προσπάθεια που κάναμε τόσο καιρό. Προσπάθησα απίστευτα σκληρά, μίλησα με τους πάντες, με τους ιδιοκτήτες, τον τρόπο για να το αγοράσουμε, μίλησα με ανθρώπους για να μας βοηθήσουν, έκανα ότι περνάει από το χέρι μου για να γίνει αυτή η συμφωνία. Είμαι πραγματικά χαρούμενος ότι τελικά πέτυχε και είναι πολύ σημαντικό ότι η ομάδα θα έχει να προπονείται κάπου από εδώ και στο εξής. Όλα αυτά τα έκανα βέβαια και για το μέλλον, ήξερα ότι πιθανότατα δεν θα μπορούσα να εκμεταλλευτώ εγώ αυτό το προπονητικό κέντρο, γνώριζα όμως το πόσο σημαντικό θα ήταν για την ίδια την ομάδα και γι' αυτό πάλεψα τόσο πολύ σκληρά για να γίνει».

Ένα τελευταίο «αντίο»…



Η χρονιά που πέρασε, το 2024, σημαδεύτηκε με ένα από τα πιο τραγικά γεγονότα στη σύγχρονη ιστορία του ελληνικού αθλητισμού. Στις 9 Οκτωβρίου ο Τζορτζ Μπάλντοκ έφυγε από τη ζωή και ένα μαύρο πέπλο σκέπασε ολόκληρη τη χώρα. Υπό τις οδηγίες του Γκουστάβο Πογέτ ο Μπάλντοκ πήρε τη μεγάλη απόφαση να πάρει την ελληνική υπηκοότητα και έκανε το ντεμπούτο του με την Εθνική Ελλάδος. Ο Πογέτ γνώριζε από πρώτο χέρι τον Τζόρτζι και ήξερε καλά τι άνθρωπος ήταν και με μία απλή ιστορία τα περιέγραψε όλα…

«Δεν μπορεί κανείς να φανταστεί τι πέρασα εκείνη την ημέρα, τι πέρασα τις επόμενες ημέρες. Τι έζησα στην κηδεία, ήταν κάτι το φρικτό. Είχε έρθει μαζί μου και ο Ντιέγκο, ο γιός μου, ξέρω οι κηδείες δεν είναι το κατάλληλο μέρος, αλλά αυτή η συγκεκριμένη ήταν ξεχωριστή, ήταν διαφορετική από τις υπόλοιπες. Όταν τον γνώρισα και τον έπεισα να έρθει στην Ελλάδα τον θυμάμαι πώς ήταν. Στο πρώτο του παιχνίδι απέναντι στην Ιρλανδία δεν τον ξεκίνησα και έπαιξα με βασικό τον Ρότα. Την επόμενη ημέρα με κοίταζε με ένα βλέμμα "Με έπεισες να έρθω στην Ελλάδα και δεν με βάζεις;" και εγώ του έλεγα "Ηρέμησε Τζορτζ, ηρέμησε, θα έρθει η ώρα που θα ξεκινήσεις". Μετά έπαιξε απέναντι στο Κόσοβο και από τα πρώτα λεπτά έπεισε τους πάντες γιατί ήταν ο κατάλληλος για αυτή τη θέση, έπαιξε σαν ένας ποδοσφαιριστής παγκόσμιας κλάσης. Η πρώτη αντίδραση όλων ήταν "Ουάου", αυτό βγήκε αυθόρμητα και στους παίκτες όταν τον είδαν να παίζει για πρώτη φορά, ήξεραν ότι θα έχουν κάποιον σπουδαίο ποδοσφαιριστή για συμπαίκτη. Έγινε απευθείας μέλος της ομάδας.

Αυτό που θέλω να μάθουν όλοι είναι ότι στην αναμέτρηση με την Ιρλανδία ο Τζορτζ χτύπησε άσχημα στον αστράγαλο στα πρώτα 20 λεπτά και αφού οι γιατροί τον περιποιήθηκαν του ζήτησα να κρατηθεί μέχρι το ημίχρονο για να μην χαλάσω μία από τις τρεις διακοπές που είχα. Με τη λήξη του 45λεπτου του έδεσαν καλύτερα το πόδι και αυτός μου ζήτησε να μπει για να παίξει, εγώ μπερδεύτηκα γιατί το μόνο που ήθελα ήταν απλώς να κρατηθεί ώστε να τον άλλαζα στην ανάπαυλα. Εκείνος όμως δεν άλλαζε άποψη με τίποτα και συνέχισε να παίζει τρομερά. Την επόμενη μέρα ο αστράγαλος του ήταν σαν μπαλόνι, σε τραγική κατάσταση και ετοιμαζόμασταν για την εκτός έδρας αναμέτρηση με τη Γαλλία. Μέχρι και 24 ώρες πριν το παιχνίδι, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν απλώς να περπατήσει, οπότε του είπα "Τζορτζ συγνώμη αλλά δεν γίνεται να παίξεις απέναντι στον Εμπαπέ με το πόδι σου να είναι τόσο χάλια". Η απάντηση του όμως ήταν αποστομωτική, μου είπε θα παίξω. Δεν με ρώτησε, δεν μου το ζήτησε, μου το ανακοίνωσε ότι θα παίξει. Έπαιξε ολόκληρο το 90λεπτο και ήμασταν με 10 παίκτες και ήταν καταπληκτικός. Μετά το παιχνίδι ο αστράγαλος του δεν είχε καν σχήμα, ήταν στρογγυλός και μπλε, αλλά τα κατάφερε. ήταν ένας τόσο δυνατός και τρομερός άνθρωπος και θα μου λείπει για πάντα, ήταν μοναδικός. Η ζωή μερικές φορές είναι τόσο τραγική…»


Πογέτ: «Θα επιστρέψω 100% σε μία ελληνική ομάδα»

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x