Παλαιότερες

Τα καλά της αναγνωρισιμότητας (Sportday / Αλέξης Σπυρόπουλος)

Ταξιδεύω με την Εθνική κοντά είκοσι χρόνια. Ποτέ δεν έχω νιώσει έτσι. Κυριολεκτώ. Ποτέ. Ούτε, καν, πέρυσι στο EURO. Πέρυσι, εκεί, η Εθνική ήταν η Σταχτοπούτα που, βήμα-βήμα, οι ανυποψίαστοι τη μάθαιναν. Και προτού καλά-καλά μας μάθουν, γίναμε Πρωταθλητές Ευρώπης και... φύγαμε. Αφήνοντας, πίσω, απορίες. Από πού ξεφυτρώσαμε, αν ποτέ θα επανέλθουμε, τέτοια.
Τώρα, είναι αλλιώς. Τότε, το πράγμα είχε πλάκα. Απολάμβανε κανείς το ξαφνικό ενδιαφέρον εκείνων που, στο ξεκίνημα του τουρνουά, είχαν πέσει επάνω στους (κατά συρροήν αποτυχόντες) συνήθεις ύποπτους, Ιταλούς, Γερμανούς, Ισπανούς, Αγγλους, Γάλλους. Ωσπου, εν τέλει, στην Ελλάδα, ανακάλυπταν την... Αμερική.
Τώρα, δεν ρωτάνε. Μας ξέρουν. Και δεν έχει πλάκα. Είναι ηδονή. Δεν είναι πια το ξαφνικό ενδιαφέρον για την απίθανη Σταχτοπούτα. Είναι το δεδομένο ενδιαφέρον για την αναγνωρισμένη Δύναμη.
Και στο Κίεβο τον Οκτώβριο και στην Τιφλίδα προχθές, άραξα χαλαρός στην καρέκλα της αίθουσας Τύπου κι άκουγα φυσιογνωμίες του ποδοσφαίρου (Μπλαχίν, Ζιρές) να χρησιμοποιούν την ισχύ της Ελλάδας ως αμυντικό επιχείρημα απέναντι στην πίεση του ντόπιου Τύπου. Θέλω να τ' ακούω!
Μας ξέρουν, όλοι. Τι κερδίζουμε, στην πράξη, μ' αυτό; Για αρχή, μας σέβονται οι διαιτητές (που, ανέκαθεν, τους έλκει ο ισχυρός όσο η αναμμένη λάμπα τα μυγάκια). Και μας φοβούνται οι αντίπαλοι.
Οι Ευρωπαίοι ρέφερι στη ροή των παιγνιδιών όλο και πιο συχνά απευθύνονται, πλέον, στους Ελληνες διεθνείς... με τα μικρά ονόματά τους. Δεν χρειάζονται συστάσεις, ποιος είν' ο Ζαγοράκης και ποιος ο Δέλλας.
Το Σάββατο, ο Ιταλός Ροζέτι έφυγε παίρνοντας ενθύμιο τη φανέλα του Καραγκούνη, φυσικά απ' τον ίδιο τον... Τζόρτζο. Ο ένας απ' τους βοηθούς, ο Ιβάλντι, με σχεδόν χαζοχαρούμενο ύφος καμάρωνε πως είναι το γούρι μας. Ηταν στα δύο ματς με τον Κολίνα πέρυσι (πρεμιέρα με Πορτογαλία, ημιτελικός με Τσεχία), τώρα έλεγε πως το 'κανε «τρία στα τρία».
Η διεθνής αναγνωρισιμότητα είναι φόβητρο. Ο Χαριστέας, π.χ., δεν χρειάζεται να παίξει καλά για να τον λογαριάσουν, αρκούν οι εικόνες των γκολ στη Λισσαβώνα. Ο Καλάτζε, το ταίρι του σ' εκείνη την πλευρά το Σάββατο, δεν ξεμύτισε ούτε μία φορά, στη σκέψη της ζημιάς, προς την επίθεση. Ο Καλάτζε. Της Μίλαν. Ο αρχηγός της Γεωργίας.
Και το '99 τους είχαμε νικήσει, τους Γεωργιανούς, εκεί. Από 1-0, 1-2. Τότε, ληστέψαμε το αποτέλεσμα σαν καπάτσοι κλεφτοκοτάδες. Τώρα, απ' το 1-0 στο 1-3, το κλέψαμε από θέση ισχύος. Αφ' υψηλού. Κάνει διαφορά. Και, ενώ κάνει διαφορά, παρά ταύτα η Εθνική παραμένει γκρουπ... αεροστεγές. Δεν περνάει, απ' έξω μέσα, τίποτα.
Γκρουπ, αδιαπέραστο απ' τα ενδεχόμενα διασπαστικά Εγώ. Πολλοί, ακόμη και μέσα στην ομάδα, τον είχαν φοβηθεί αυτόν τον κίνδυνο. Ομως, εννέα μήνες μετά το «Ντα Λουζ», η ομάδα παραμένει ένα αδιάσπαστο Εμείς.
Είναι ο λόγος που είχαμε εθιστεί σε μία ξεκάρφωτη χαρά στο τόσο. Τώρα εθιζόμαστε σε μία ξεκάρφωτη γκέλα, τύπου Τιράνων, στο τόσο.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x