Η Ιντερ θα έπρεπε να προχωρήσει στην αυτοδιάλυσή της. Να μαζευτούν οι οπαδοί και οι φίλοι της, οι μέτοχοι και οι χρηματοδότες της και να πουν «το μαγαζί το κλείνουμε». Οπως κάποια πολιτικά κόμματα, που αισθάνονται ότι ολοκλήρωσαν το ρόλο τους και λένε «έχουμε ανάγκη να αυτοπροσδιοριστούμε και κάποια στιγμή να ξεκινήσουμε από την αρχή».
Υπερβολές
Δεν γράφω υπερβολές, το λέω σοβαρά. Το πρόβλημα της Ιντερ, που την Τετάρτη το βράδυ έκανε το καλύτερο φετινό παιχνίδι της και έχασε από τη μέτρια και απλώς σοβαρή Μίλαν 2-0, δεν είναι αγωνιστικό, είναι υπαρξιακό: η Ιντερ είναι η πρώτη ομάδα στην ιστορία του ποδοσφαίρου που ολοκλήρωσε τον κύκλο της παρουσίας της. Δεν αποκλείω να ακολουθήσουν κι άλλες.
Φανέλα
Το ότι ως ομάδα παραμένει συμπαθέστατη δεν τη γλιτώνει από την καταδίκη της μοίρας. Ισα ίσα: η πανέμορφη φανέλα της είναι έτοιμη να μπει στα μουσεία του ποδοσφαίρου όλου του κόσμου. Η ομορφιά της θα είναι η καλύτερη ανάμνηση μιας ομάδας που έφθινε. Εσβησε.
Λεφτάδες
Τι ήταν η Ιντερ; Παραδοσιακά υπήρξε η ομάδα της αριστοκρατίας του Μιλάνου, η ομάδα των πλουσιότερων Ιταλών. Που ήταν και λεφτάδες και φιλελεύθεροι. Και που από τη μία επέτρεψαν στην ομάδα τους να έχει ξένους (εξ ου και το Ιντερνατσιονάλε, δηλαδή «διεθνής», δηλαδή κοσμοπολίτισσα), από την άλλη όμως της άλλαξαν στα χρόνια του μουσολινικού φασισμού και το όνομα, ώστε αυτό να μην παραπέμπει στον ύμνο των σοσιαλιστών. Ετσι, η Ιντερ που βαφτίστηκε «Αμπροσιάνα», παίρνοντας το όνομα της εκκλησίας της Παναγίας του Μιλάνου, έδωσε στην υπόστασή της μια πραγματική διάσταση: περισσότερο και από ποδοσφαιρική ομάδα, έγινε σύμβολο μιας αντίληψης. Η σημαία του ιταλικού καθωσπρεπισμού - για να μην πω της συντηριτικούρας.
Εξαγωγή
Γι' αυτόν το λόγο πέρασε κάποια στιγμή φυσιλογικά στα χέρια του δυναμικού επιχειρηματία Αντζελο Μοράτι, που με τον Χελένιο Χερέρα την έκανε μεγάλη. Η Ιντερ πιο πολύ και από τη Γιουβέντους υπήρξε το σύμβολο μιας ακμάζουσας Ιταλίας, που τη δεκαετία του '60 έκανε από τη μία εξαγωγή αυτοκινήτων, καθολικισμού και μουσικής από το Σαν Ρέμο και από την άλλη πρόβαλε τους Φελίνι, τους Παζολίνι και την αντικομφορμιστική αριστερίστικη λογική της νεολαίας της. Η Ιντερ έζησε χρυσές στιγμές, όπως ακριβώς και ο Μοντούνιο όταν τραγουδούσε το «Vollare», η Σοφία Λόρεν στην «Ciocciara» και το Giulietta Alfa Romeo, που κάθε μπον βιβέρ της εποχής όφειλε να οδηγεί για να τρελαίνονται τα κοριτσόπουλα. Μόνο που όλα αυτά δυστυχώς πέρασαν.
Καπρίτσιο
Τι πληρώνει σήμερα η Ιντερ; Ενα καπρίτσιο της μοίρας από αυτά που είναι πραγματικά ανεξήγητα: το ότι το 1985 ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι αγόρασε τη Μίλαν και όχι αυτή, όπως ιστορικά όφειλε. Για να μην παρεξηγηθώ, ο Σίλβιο ήταν Μίλαν. Δεν ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, ήταν αρκετά τυχοδιώκτης (σκεφτείτε ότι έκανε καριέρα τραγουδοποιού σε κρουαζιερόπλοιο), ήταν φίλος του Μπετίνο Κράξι, δηλαδή σχεδόν σοσιαλιστής. Αλλά ήταν και ψωνάρα, έψαχνε τρόπους να μπει στην καλή κοινωνία του Μιλάνου, ήθελε να αποκτήσει κοινωνικό κύρος και ονειρευόταν να γίνει πολιτικός, πρωθυπουργός και ίσως αυτοκράτορας. Με άλλα λόγια, χρειάζονταν την Ιντερ, τη φανέλα και την ιστορία της περισσότερο από τη Μίλαν, που πριν την αποκτήσει είχε επισκεφθεί δύο φορές τη Β' Εθνική.
Ατσαλωμένοι
Ο Κοσκωτάς ήταν Παναθηναϊκός, αλλά αγόρασε τον Ολυμπιακό και τον αγάπησε σφόδρα. Το ίδιο θα είχε συμβεί και με τον Μπερλουσκάιζερ. Και η Ιντερ θα ήταν σήμερα η Μίλαν και όλοι θα ήταν ευτυχισμένοι, αφού οι «ροσονέρι» υπαρξιακά προβλήματα δεν είχαν, ήταν ατσαλωμένοι από το πέρασμα από τη Β' Εθνική και γι' αυτό δεν θα τα αποκτούσαν ποτέ τους. Ο Μπερλουσκόνι ήταν η λύση, άλλα έλυσε τελικά λάθος πρόβλημα.
Πόλεμος
Τα τελευταία χρόνια ανέλαβε την ομάδα ο γιος του Μοράτι, αλλά για να είχε επιτυχίες δεν έπρεπε απλώς να επενδύσει στην ομάδα, έπρεπε να αλλάξει τον κόσμο – και αυτό δεν γίνεται. Στο καφέ «Cova» πίνουν πλέον καφέ όλοι και όχι μόνο οι μεγαλοαστοί. Στη «Via Monte Napoleone» δεν χρειάζεται να είσαι γόνος της έκπτωτης βασιλικής οικογένειας για να σου κάνουν σκόντο. Στην «Buffola» και στο «Paper Moon» βρίσκεις τραπέζι και χωρίς να έχεις τον μετρ κολλητό. Και, κυρίως, δεν υπάρχει κανένας σοβαρός ιδεολογικός πόλεμος ανάμεσα στην αριστερίστικη καρδιά των πιτσιρικάδων και την πρακτικότητα και το συντηρητισμό των μπαμπάδων τους. Με τον καιρό οι διαφορές τους ξεπεράστηκαν.
Τελευταία
Η Ιντερ χάνει από τη Μίλαν παντού και εύκολα γιατί η αντίπαλός της αντιπροσωπεύει το σήμερα και αυτή το χθες. Γιατί δεν σκοράρει εναντίον της εδώ και ένα σωρό ματς, ενώ την τελευταία φορά που σκόραρε και είχε προηγηθεί 0-2, έχασε τελικά 3-2! Οσους παίκτες κι αν αγοράσει, όσους προπονητές κι αν αλλάξει, φοβάμαι ότι δεν έχει μέλλον. Γιατί κανένας δεν θα αγόραζε πλέον το Giulietta Alfa Romeo πιστεύοντας ότι είναι σύμβολο της ντόλτσε βίτα, ενώ όλοι βαρέθηκαν το «Vollare», που κάποτε ήταν κάτι σαν εθνικός ύμνος...
Τα περασμένα
Το δεύτερο συμπέρασμα του διημέρου του Τσάμπιονς Λιγκ είναι ότι η Λίβερπουλ κινδυνεύει από τις αναμνήσεις της. Εδώ και χρόνια ό,τι κάνει αυτή η ομάδα ερμηνεύεται με τη λογική της συναισθηματικής παράκρουσης. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, η Λίβερπουλ παίζει καλά στα ντέρμπι του αγγλικού πρωταθλήματος και τα κάνει συστηματικά θάλασσα με τους μικρούς. Κάνει ηρωισμούς στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και στη συνέχεια την πατάει με τη Βασιλεία. Αποδίδει καταπληκτικά με ομάδες όπως η Ρόμα, η Ντόρτμουντ και η Μπαρτσελόνα και δεν μπορεί να κερδίσει τη Γαλατά ή την Μπάγερ Λεβερκούζεν. Χάνει από τον Ολυμπιακό με κατεβασμένα τα χέρια στο Καραϊσκάκη και του βάζει τρία γκολ σε ένα ημίχρονο στο «Ανφιλντ», υπερασπιζόμενη κυρίως την περηφάνια της όταν φτάνει με την πλάτη στον τοίχο.
Επιτομή αυτής της συμπεριφοράς είναι το ματς με τη Γιουβέντους την περασμένη Τρίτη. Οσο κρατούσε στο «Ανφιλντ» η συναισθηματική φόρτιση των αναμνήσεων της τραγικής βραδιάς του «Χέιζελ» (που δεν κόστισε στη Λίβερπουλ απλώς ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών, αλλά παραλίγο να την καταστρέψει), η ομάδα του Μπενίτεθ ήταν μια αληθινή θύελλα, στριμώχνοντας την «Κυρία» πιο πολύ από οποιονδήποτε άλλον αντίπαλό της φέτος. Μόλις πέρασε το μομέντουμ της συγκίνησης και χρειάστηκαν το μυαλό και η λογική, η Λίβερπουλ αρχικά τράβηξε χειρόφρενο πηγαίνοντας στην άκρη για να σκεφτεί και στη συνέχεια μπλέχτηκε, όπως περίπου και η εξέδρα της, που ήταν κι αυτή αμήχανη. Το ματς έγινε ένα συναισθηματικό παιχνίδι, χωρίς ωστόσο το συναίσθημα που υπήρχε στην ατμόσφαιρα να είναι ξεκάθαρο. Δεν ήταν ένα ματς εκδίκησης (αφού η Γιούβε δεν έφταιγε σε τίποτα), δεν ήταν ένα ματς γεμάτο παράπονο (αφού τα μοναδικά παράπονα για το «Χέιζελ» η Λίβερπουλ πρέπει να τα έχει από τον εαυτό της) και δεν ήταν ένα ματς οργής (αφού κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η Λίβερπουλ τιμωρήθηκε άδικα ή εξαιτίας ενός σκοτεινού σχεδίου). Ενώ η Κοπ έψαχνε τα συναισθήματά της, η Γιούβε, που τέτοια δεν έχει και πολλά, μείωσε και πήρε το σκορ που ήθελε.
Για να προκριθεί η Λίβερπουλ πρέπει στη ρεβάνς να έχει ξεκαθαρίσει ποια δύναμη θα την οδηγήσει. Οπως συμβαίνει συνήθως, χρειάζεται περισσότερο ένα κυρίαρχο συναίσθημα παρά κάτι να αλλάξει στο παιχνίδι της...
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






