Ενα χρόνο μετά το θρίαμβο στο Euro 2004, η Ελλάδα δεν μπορεί να καταθέσει και επίσημα την υποψηφιότητά της για τη διοργάνωση του 2012, γιατί δεν έχει διαθέσιμα, ούτε σαν σχεδιασμό, τα 8 γήπεδα που απαιτούνται γι' αυτόν το σκοπό! Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς τι σόι πρωταθλήτρια Ευρώπης είναι και σε ποια αναντιστοιχία βρίσκεται εκείνο το ανέλπιστο κατόρθωμα με το πραγματικό επίπεδο του ελληνικού ποδοσφαίρου...
Χθες γιορτάστηκε χωρίς ιδιαίτερες τυμπανοκρουσίες (μάλλον στα μουγκά θα έλεγα...) η πρώτη επέτειος από τον άθλο της Πορτογαλίας. Λογικό και αναμενόμενο ήταν που το πράγμα δεν πήρε διαστάσεις. Γιατί η ΕΠΟ έχει στραμμένη όλη την προσοχή της στην κόντρα με την πολιτεία. Γιατί η ΕΠΑΕ, η οποία εξαρχής, εδώ που τα λέμε, δεν πολυσυγκινήθηκε από το κατόρθωμα, είχε το νου της στην κλήρωση και τον Ροναλντίνιο. Γιατί η πολιτεία που καπηλεύθηκε όσο κανείς άλλος πέρυσι το γεγονός, τώρα νιώθει άβολα απέναντι στους απαιτητικούς και φωνακλάδες πρωταθλητές και τον μισητό Γκαγκάτση. Γιατί, τέλος, οι ποδοσφαιριστές αυτή την εποχή προσπαθούν να γεμίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τις μπαταρίες τους και επιπλέον τώρα πια ξέρουν ότι εδώ στην Ελλάδα οι γιορτές και τα πανηγύρια δεν γίνονται για τα τιμώμενα πρόσωπα αλλά γι' αυτούς που τις διοργανώνουν. Οπότε...
Ο Τύπος πάντως, αθλητικός και πολιτικός, δεν παρέλειψε να αναφερθεί στην επέτειο με ενδιαφέροντα (ως επί το πλείστον) αφιερώματα. Μέχρι και η ΕΡΤ, η οποία συνήθως κάπου αλλού έχει στραμμένη την προσοχή της, κατάφερε να θυμηθεί το γεγονός και να επαναλάβει τον ιστορικό τελικό της 4ης Ιουλίου.
Τα πιο ενδιαφέροντα πάντως που γράφηκαν ή αποδόθηκαν ανήκουν στον Αλέξη Σπυρόπουλο, ο οποίος είχε ένα εξαιρετικό άρθρο χθες στην «Ελευθεροτυπία». Τίτλος του «Ενας καλός παραμένει στα αζήτητα...». Συμπέρασμά του ότι ένας μόλις χρόνος είναι πολύ μικρό διάστημα για να αξιολογηθούν τα κέρδη από το κατόρθωμα της Πορτογαλίας. «Σε πέντε ή δέκα χρόνια -λέει- θα ξέρουμε καλύτερα... Προς το παρόν πάντως είναι ελάχιστα»!
Ημουν από τους πρώτους που αμέσως μετά το θρίαμβο έσπευσαν να επισημάνουν ότι ο άθλος της Εθνικής δεν επιβραβεύει στο ελάχιστο την πραγματικότητα του ελληνικού ποδοσφαίρου, η οποία είναι τόσο ισχυρά παγιωμένη, ώστε αποκλείεται ακόμα και αυτό το απίστευτο κατόρθωμα κάτι να ταρακουνήσει, κάτι να σπρώξει -τέλος πάντων- προς τα εμπρός.
Λόγω της μακρόχρονης εξειδίκευσής μου με το μπάσκετ, υπάρχουν πολλοί που δεν μου αναγνωρίζουν την ικανότητα, αλλά και το δικαίωμα να ασχολούμαι με τέτοια κορυφαία ποδοσφαιρικά ζητήματα, να τα αναλύω, να τα κριτικάρω. Επιπλέον, μιας και ζούμε στην Ελλάδα, υπάρχει και μία αμετακίνητη προκατάληψη που έχει να κάνει με το «αυτός είναι του μπάσκετ. Τι καλό, λοιπόν, περιμένετε να γράψει ή να πει για το ποδόσφαιρο;».
Μα ακριβώς επειδή είμαι του μπάσκετ, νομίζω ότι στην προκειμένη περίπτωση μπορώ να δω τα πράγματα πιο καθαρά και να τα αξιολογήσω με περισσότερη αξιοπιστία. Οχι μόνο γιατί τα παρατηρώ από κάποια απόσταση, που εξασφαλίζει μικρότερη συναισθηματική φόρτιση, αλλά και γιατί λόγω '87 έχω την εμπειρία ανάλογων καταστάσεων, που βοηθάει πολύ στην εκτίμηση των σημερινών.
Κατ' αρχάς, και το '87 και το '04 υπήρχε ένας κοινός παρονομαστής. Κανένας, μα κανένας λογικός άνθρωπος δεν μπορούσε (στο ελάχιστο) να προβλέψει το τελικό αποτέλεσμα. Αρα, λοιπόν, και στη μία περίπτωση και στην άλλη, μιλάμε για εκπλήξεις που γκρέμιζαν τα ταμεία. Βεβαίως, υπήρχε μία διαφορά: το μπάσκετ έπαιξε εντός έδρας, ενώ το ποδόσφαιρο εκτός. Πράγμα που κάνει το πρόσφατο κατόρθωμα να φαίνεται μεγαλύτερο. Πόσο μάλλον αν λάβει κανείς υπ' όψιν ότι στο λαϊκότερο και πιο διαδεδομένο ποδόσφαιρο ο συντελεστής δυσκολίας για μια μεγάλη διάκριση είναι αρκετά μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο στο σαφώς πιο ελιτίστικο μπάσκετ.
Από την άλλη, όμως, το ποδόσφαιρο από τη φύση και τους κανονισμούς του προσφέρεται για συχνότερες (ακόμα και παρατεταμένες) εκπλήξεις. Σε αντίθεση με το μπάσκετ, στο οποίο σχεδόν πάντα ο ισχυρότερος (ή έστω ο καλύτερος στο συγκεκριμένο ματς) κερδίζει.
Γιατί τα λέω όλα αυτά; Οχι φυσικά για να αποφανθώ ποια από τις δύο εκπλήξεις ήταν μεγαλύτερη, αλλά για να μπορέσω να εξηγήσω καλύτερα τα όσα ακολούθησαν για το μπάσκετ και τα όσα πρόκειται να ακολουθήσουν για το ποδόσφαιρο. Η επιτυχία του '87, λοιπόν, ήταν καλύτερα προετοιμασμένη από εκείνη του '04, παρότι κανείς δεν ήταν δυνατό να την περιμένει. Το μπάσκετ είχε εκείνη την εποχή ισχυρότερες δομές από τις σημερινές του ποδοσφαίρου και επιπλέον ήταν ακόμα στα χέρια των δικών του ανθρώπων. Πράγμα που δεν συμβαίνει σήμερα, ενώ με το ποδόσφαιρο δεν συμβαίνει εδώ και πολλά χρόνια.
Το ότι το χρυσό '87 ήταν σε πλήρη αντιστοιχία με την τότε πραγματικότητα του ελληνικού μπάσκετ, αποδείχθηκε δύο χρόνια αργότερα, όταν η Εθνική κέρδισε το αργυρό μετάλλιο στο Ζάγκρεμπ. Ή μάλλον αποδεικνυόταν κάθε χρόνο επί μία και πλέον δεκαετία, όχι μόνο από τις Εθνικές ομάδες, αλλά και από τους μεγάλους συλλόγους, οι οποίοι πρωταγωνιστούσαν στα φάιναλ φορ ή κατακτούσαν το ένα μετά το άλλο τα ευρωπαϊκά τρόπαια.
Δυστυχώς, με το ποδόσφαιρο τέτοια προοπτική δεν είναι ορατή, για να μην πούμε ότι δεν υπάρχει. Γιατί το έπος της Πορτογαλίας δεν αφορούσε κανέναν άλλον πλην ελάχιστων ποδοσφαιριστών, των προπονητών τους και ορισμένων παραγόντων της ΕΠΟ. Και αυτό αποδεικνύεται από:
• Το πόσο πολύ δυσκολεύεται ο Ρεχάγκελ να διευρύνει τον κύκλο των ποδοσφαιριστών στους οποίους στηρίζεται η προσπάθεια της Εθνικής.
• Το πόσο αβέβαιη είναι η πρόκριση στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του '06, παρότι στον όμιλό μας δεν υπάρχει κανένα από τα μεγάλα ονόματα του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
• Το πόσο ευκαιριακά και αεριτζίδικα συνεχίζουν να λειτουργούν τα πράγματα στη διοργάνωση του ελληνικού πρωταθλήματος.
• Το πόσο κοντόφθαλμοι είναι οι στόχοι των λεγόμενων μεγάλων ελληνικών ομάδων και
• Το πόσο ανύπαρκτος παραμένει ο συνδικαλισμός των Ελλήνων ποδοσφαιριστών.
Μια ουσιώδης διαφορά ανάμεσα στην επιτυχία του '87 και εκείνη του '04 είναι ότι το μπάσκετ ήταν έτοιμο να χρησιμοποιήσει τη δική του ως εφαλτήριο για να φτάσει ψηλότερα, ενώ το ποδόσφαιρο δεν είναι. Ομως, ανάμεσα στα δύο αθλήματα δεν υπάρχουν μόνο διαφορές, αλλά και ομοιότητες. Με σημαντικότερη ότι σήμερα βρίσκονται και τα δύο στα χέρια ανεύθυνων που δεν έχουν τον αθλητισμό ως στόχο, αλλά τον χρησιμοποιούν για να πετύχουν άλλους σκοπούς.
Το μπάσκετ που άλλαξε χέρια το '91, έτρεξε με κεκτημένη ταχύτητα μέχρι το '98! Το ποδόσφαιρο απλώς ελπίζει να αλλάξει κάποτε χέρια, μπας και δει πραγματικά άσπρη μέρα.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






