Απόψε η Αθήνα υποδέχεται μία από τις μεγαλύτερες ατραξιόν του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, ίσως τη μεγαλύτερη. Η Μπαρτσελόνα είναι η μοναδική ομάδα που κυκλοφορεί στην Ευρώπη και σου υπόσχεται σε κάθε εμφάνισή της θέαμα. Ίσως γι' αυτόν τον λόγο να είναι μία από τις πιο αγαπητές ομάδες. Ο κόσμος γουστάρει τους τρελούς. Οι πολύ νορμάλ μερικές φορές τον κουράζουν απίστευτα.
Γιατί η Μπαρτσελόνα είναι μεγάλη ομάδα; Κάποιος θα απαντήσει ότι έχει κερδίσει τίτλους και τρόπαια που άλλοι ονειρεύονται. Πολύ σωστά. Μόνο που αν η δημοφιλία της ήταν ανάλογη με τα τρόπαια που έχει κατακτήσει, θα έπρεπε να ήταν ελάχιστη. Όχι μόνο γιατί έχει κερδίσει πολύ λίγους μεγάλους τίτλους σε σχέση με άλλους (π.χ. ένα μόνο Κύπελλο Πρωταθλητριών κι αυτό με αντίπαλο την επαρχιώτισσα Σαμπντόρια του λαβωμένου Τζιανλούκα Βιάλι στην παράταση), αλλά και γιατί μερικά από τα χουνέρια που έχει πάθει σε κάνουν, παρ' ότι την αγαπάς, να μη θες να τη βλέπεις.
Προδοσία
Δύο τουλάχιστον χαμένοι τελικοί στο Κύπελλο Πρωταθλητριών αποτελούν αληθινά σοκαριστικά παθήματα. Ο τελικός στη Βαλένθια το 1986, στον οποίο η Μπάρτσα έχασε μπροστά σε 60.000 οπαδούς της από τη Στεάουα του Ντουκαντάμ στα πέναλτι, παραλίγο να την κλονίσει ανεπανόρθωτα. Εκείνο το βράδυ (που ο Γιώργος Βαρδινογιάννης μπήκε στο γήπεδο για να πάρει αγκαλιά τον στρατηγό Ιορντανέσκου) η Μπάρτσα δεν είχε απλώς χάσει ένα τρόπαιο: είχε πουλήσει τη μισή ψυχή της στον διάβολο που λέγεται σκοπιμότητα. Κόντρα στις παραδόσεις και την υστεροφημία της, η Μπαρτσελόνα προσπάθησε να κάνει κοντρόλ παιχνίδι, πέφτοντας στην παγίδα των Ρουμάνων, που την κοίμισαν. Οι Καταλανοί περίμεναν ότι μια φάση θα προκύψει έστω και ως διά μαγείας και αντί να πάρουν το ρίσκο, όπως συνήθως κάνουν, περιορίστηκαν στο να μην αφήνουν χώρους στον Χάτζι και τους υπολοίπους. Προέκυψε ένα ματς ανάμεσα σε μια ομάδα που ήξερε να παίζει αλλά δεν το έκανε (την Μπάρτσα) και μία που δεν ήθελε να παίξει και βολεύτηκε μια χαρά (τη Στεάουα). Στο τέλος οι επεμβάσεις του Ντουκαντάμ ήρθαν σαν δίκαιη τιμωρία.
Σοκ
Ο δεύτερος χαμένος τελικός, αυτός στην Αθήνα το 1994, ήταν ακόμα μεγαλύτερο σοκ για τους φίλους της ομάδας. Αν η ομάδα του 1986 ήταν ένοχη για εσχάτη προδοσία, η ομάδα του 1994 δημιούργησε υποψίες ότι το ποδόσφαιρο που η Μπάρτσα υπηρετεί τελείωσε. Οι Καταλανοί ήρθαν στην Αθήνα με τον Γιόχαν Κρόιφ προπονητή, τον Στόιτσκοφ, τον Ρομάριο και τον Μπεγκιριστάιν στην επίθεση και τη σιγουριά ότι απέναντι στη Μίλαν, που έπαιζε χωρίς τον Κοστακούρτα και τον αγέραστο Φράνκο Μπαρέζι στην άμυνα, αυτοί οι τρεις θα κάνουν πάρτι. Επρεπε να είναι ο θρίαμβος του ποδοσφαίρου του Κρόιφ, η καταξίωση της ομάδας την οποία οι οπαδοί της Μπάρτσα λάτρεψαν, αλλά το πράγμα εξελίχθηκε σε τραγωδία. Ο πραγματιστής Καπέλο κράτησε μπλοκαρισμένα σε ζώνη τα τέσσερα μπακ του, άνοιξε το παιχνίδι στο πλάι, ζήτησε από τον ιδιοφυή Σαβίσεβιτς να παίρνει μπάλα στις αντεπιθέσεις και το τελικό 4-0 προέκυψε με ένα ρεσιτάλ ποδοσφαίρου, το οποίο όσοι είδαν στο ΟΑΚΑ ακόμα δεν έχουν ξεχάσει. Ο Κρόιφ μπήκε σε ιδεολογική σύγχυση και ουσιαστικά εκεί τελείωσε και την καριέρα του: η ομάδα που προσπάθησε να φτιάξει για να ξεπλύνει την ντροπή της Αθήνας θύμισε απλώς τον κανόνα που λέει ότι ένας μεγάλος ζωγράφος δεν μπορεί να αντιγράψει ένα αριστούργημα. Οσο και να το προσπαθήσει, θα του ξεφεύγουν πινελιές.
Πίστη
Απέναντι σε αυτά τα παθήματα η Μπαρτσελόνα αντέταξε ακόμα περισσότερη ξεροκεφαλιά –ή πίστη, ανάλογα πώς το βλέπει κανείς. Η διαφορά των Καταλανών με τους υπολοίπους είναι ότι δεν παίζουν για να νικήσουν, αλλά για να αποδείξουν ότι είναι καλύτεροι. Η ποιότητα στην προκειμένη περίπτωση επιδιώκεται διά της ανισορροπίας: βλέποντας την μπάλα καταλαβαίνεις ότι υπάρχει μια τεράστια προσπάθεια για να καταργηθούν οι κανόνες της τακτικής του ποδοσφαίρου όπως τους ξέρουμε. Δεν είναι τυχαίο το ότι η Μπαρτσελόνα είναι η μοναδική ομάδα στην οποία συνυπήρξαν ο Ζιοβάνι και ο Ριβάλντο. Για λίγο και χωρίς σπουδαία αποτελέσματα, αλλά αυτά, όπως σας έχω εξηγήσει, σπανίως έχουν σημασία. Σημασία έχουν η διαφορετικότητα, η ιδιαιτερότητα –σε τελική ανάλυση η τρέλα.
Ενδεκάδα
Η φετινή Μπάρτσα παίζει με τον Ζιουλί, τον Ετό, τον Ντέκο, τον Ροναλντίνιο στην ίδια ενδεκάδα και ο κόσμος της θέλει να δει με αυτούς και τον Μέσι, γιατί κατέκτησε το Παγκόσμιο Νέων με την Αργεντινή. Παλιότερα έβλεπε στην ίδια ενδεκάδα τον Ριβάλντο, τον Φίγκο, τον Κλάιφερτ, τον Οφερμαρς και τον Σαβιόλα. Πιο παλιά τον Στόιτσκοφ, τον Λάουντρουπ, τον Ρομάριο, τον Μπεγκιριστάιν –και ο κόσμος της γκρίνιαζε γιατί δεν είχε κλασικό δεκάρι και ανάγκασε τη διοίκηση να πάρει τον Χάτζι. Αλλάζουν τα πρόσωπα, αλλά η λογική παραμένει πάντα η ίδια: να καταργήσουμε τους κανόνες και να κάνουμε κάτι που ο κόσμος μας θα θυμάται για πάντα.
Φιλοδοξίες
Οι υπόλοιπες ομάδες έχουν αντιπαλότητες μεταξύ τους. Η Γιούβε θέλει να νικά τη Μίλαν και την Ιντερ. Η Λίβερπουλ τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και μετά να πάει στην Ευρώπη να δείξει τι θα πει αγγλικό ποδόσφαιρο. Η Ρεάλ Μαδρίτης θέλει να τους νικά όλους και να φτάσει τα 50 Τσάμπιονς Λιγκ. Ο Αγιαξ θέλει να κερδίζει τίτλους με παίκτες που δεν έχουν τελειώσει το Λύκειο. Οι στόχοι όλων αυτών παραμένουν, ακόμα και μέσα στην έπαρσή τους, αγωνιστικές φιλοδοξίες. Η Μπάρτσα έχει έναν άλλον αντίπαλο: τον χρόνο.
Ιδέα
Οπως συμβαίνει με τους μεγάλους δημιουργούς, οι Καταλανοί ονειρεύονται ότι κάποτε θα κάνουν κάτι τόσο ξεχωριστό και ιδιαίτερο, ώστε κανείς και τίποτα δεν θα τους ξεπεράσει στις μνήμες των ανθρώπων. Η αθανασία δεν μετριέται με τίτλους, αλλά με ιδέες…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






