Την προηγούμενη φορά που ταξίδεψα στη Βιτόρια για να καλύψω αγώνα της ΑΕΚ με την Τάου, Φεβρουάριο του σωτηρίου έτους 2000, οι δύο ομάδες έδειχναν να βαδίζουν με γοργό βήμα προς την ίδια κατεύθυνση. Προς ένα λαμπερό μέλλον. Ηταν ο πρώτος προημιτελικός του Κυπέλλου Σαπόρτα και η ΑΕΚ του Ντούσαν Ίβκοβιτς άλωσε το «Παβεγιόν Αλαβα» με 71-67, καθ' οδόν προς τον τελικό της Λωζάννης και την κατάκτηση του τροπαίου. Τα κίτρινα φόρεσαν ο Κακιούζης, ο Χατζής, ο Τσακαλίδης, ο Ντικούδης, ο Κορωνιός, ο Μπούι, ο Μιούρσεπ, ο Κικίλιας, ο πυρήνας μιας ομάδας θαυμαστής, μιας ομάδας που έδινε την εντύπωση ότι θα μπορούσε να δημιουργήσει δυναστεία στο ελληνικό μπάσκετ. Ενα χρόνο αργότερα, μάλιστα, κατέκτησε το πρωτάθλημα της Α1, έστω χωρίς τον «Ντούντα». Και έφτασε έως τα ημιτελικά της παρθενικής Ευρωλίγκας (τη χρονιά του διχασμού), στα οποία αποκλείστηκε -ναι, ναι!- από την Τάου.
Πέντε χρόνια έπειτα από εκείνο το 67-71, η Τάου είναι από τους πλέον εύρωστους οργανισμούς στο ευρωπαϊκό στερέωμα, μολονότι εκπροσωπεί μια σχετική μικρή κοινότητα, κρυμμένη στα οροπέδια της περήφανης χώρας των Βάσκων. Μόλις τον περασμένο Μάιο έφτασε στον τελικό της Ευρωλίγκας, στον οποίο ηττήθηκε από την πανίσχυρη Μακάμπι. Και αποτελεί έναν από τους πιο ελκυστικούς προορισμούς για οποιονδήποτε άνθρωπο του μπάσκετ.
Με τα χρώματά της αναδείχθηκαν τα τελευταία χρόνια ταλέντα επιπέδου ΝΒΑ (Ματσιγιάουσκας, Καλδερόν), όπως και ένας από τους κορυφαίους προπονητές της Ευρώπης (Ιβάνοβιτς). Εδώ βρήκαν πολυτελές καταφύγιο παίκτες που θα μπορούσαν να αγωνίζονται ακόμα στην απέναντι άκρη του Ατλαντικού: Χάνσεν, Τζέικομπσεν, Ντρόμπνιακ, Ντάβιντ. Τα χρώματα και τα χρήματά της προτίμησαν λαμπεροί αστέρες, στα πόδια των οποίων πέφτουν οι Αμερικανοί: ο πληθωρικός Αργεντινός Σκόλα, ο νεαρός Κροάτης Ούκιτς, ο πολυτάλαντος Βραζιλιάνος Σπλίτερ.
Οσο για το πόστο που άφησε κενό ο Ντούσκο Ιβάνοβιτς, φεύγοντας για την Μπαρτσελόνα, θα το δεχόταν ευχαρίστως οποιοσδήποτε φιλόδοξος συνάδελφός του. Ο Φώτης Κατσικάρης έκανε τούμπες, μόλις έμαθε ότι ρωτούσε για λόγου του η Τάου.
Η ΑΕΚ, στο μεταξύ, βράζει στο ζουμί της. Ζουμί όλο και λιγότερο εύγευστο. Για καλή της τύχη, είχε προπονητές που ξέρουν να βγάζουν απ' τη μύγα ξύγκι και να τραβούν το κάρο από τη λάσπη. Φαντάζεστε πόσο χαμηλά θα ξέπεφτε η φετινή ΑΕΚ, αν δεν πρόσφεραν (μεταξύ άλλων) οι Καλαμπόκης, Παντελιάδης το βάρος τους σε χρυσάφι; Πάμε πάλι τώρα: Κακιούζης, Τσακαλίδης, Ντικούδης, Χατζής... Πιο πολλοί παίζουν πια στην Ισπανία παρά στην ΑΕΚ!
Ο Λευτέρης Κακιούσης, ο τελευταίος που ανέλαβε να μετατρέψει φύκια σε κίτρινες μεταξωτές κορδέλες, κουβάλησε μαζί του στη Βιτόρια μια πικρή ανάμνηση. Έπαιζε στον Ηρακλή των Σούμποτιτς, Μπέρι, Ζντοβτς το 1995, όταν ο «Γηραιός» έχασε πάνω στο νήμα από την τότε Ταουγκρές την πρόκριση στον τελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου (1-2 νίκες). Το μεγαλύτερο μέρος των ελπίδων του το έχασε στον δεύτερο αγώνα, όταν ο Νίκος Κούβελας έφυγε και βρέθηκε μόνος με το αντίπαλο καλάθι, αλλά απέτυχε σε κάρφωμα περίπου 1 λεπτό πριν από το τέλος, με τον Ηρακλή στο +1.
«Αν μου ξανατύχαινε, πάλι κάρφωμα θα δοκίμαζα», είχε πει μετά ο «ομ φατάλ» της βραδιάς. Το θυμάται ο Κακιούσης και βουρλίζεται! Οι Βάσκοι, ωραίοι τύποι, ξεπροβόδισαν την άσημη ελληνική ομάδα με θερμό χειροκρότημα, ίδιο με αυτό που επιφύλαξαν στον ΠΑΟΚ ένα χρόνο αργότερα, στον τελικό της ίδιας διοργάνωσης, πάλι στο «Παβεγιόν Αλαβα». Τι να τα κάνεις όμως τα παλαμάκια, όταν πονάει η ψυχή σου;
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






