Μέχρι τον προχθεσινό αγώνα Ολυμπιακού - Παναθηναϊκού, στο πρόσωπο του Παναγιώτη Βασιλόπουλου έβλεπα έναν νέο Γιώργο Σιγάλα, με περισσότερα αθλητικά προσόντα και μεγαλύτερο βεληνεκές. Επίσης, πίστευα ότι αυτό το αθλητικό θαύμα της φύσης με τη μεταγραφή του στον Ολυμπιακό θα μπορούσε να παίζει τον ρόλο που έπαιζε πριν από 14 χρόνια στην ίδια ομάδα ο Σιγάλας. Να γίνει, δηλαδή, ο εκφραστής της ταυτότητας της ομάδας. Ο συνεκτικός ιστός της, ο αγαπημένος του κόσμου και το «βαρύ σασί» πάνω στο οποίο οι «ερυθρόλευκοι» θα μπορούσαν να οικοδομήσουν τη μεγάλη ομάδα αυτής της δεκαετίας.
Μετά τη λήξη του σαββατιάτικου ντέρμπι, στο οποίο ο Βασιλόπουλος έπαιζε τον σημαντικότερο ρόλο για να νικήσει ο Ολυμπιακός, άρχισα να φοβάμαι ότι μπορεί και να είχα υποτιμήσει τις δυνατότητες και το πεπρωμένο αυτού του νεαρού. Γιατί τόση ενέργεια στο τερέν ειλικρινά δεν θυμάμαι να έβγαζε όλα αυτά τα χρόνια κανένας άλλος Έλληνας παίκτης –ή και Ευρωπαίος ακόμα. Και μάλιστα (...πυρηνική) ενέργεια συνδυασμένη με φοβερή προσήλωση στο ομαδικό πνεύμα και γενικά προς όλες τις θετικές κατευθύνσεις που μπορεί να αναζητήσει ένας νεαρός παίκτης κατά τη διάρκεια ενός τόσο μεγάλου ντέρμπι.
Δεν θα το κρύψω. Είμαι πολύ χαρούμενος γι' αυτή την εκπληκτική επίδειξη χαρακτήρα από τον Βασιλόπουλο και την υποθήκη που ενέγραψε με την όλη παρουσία του στο ντέρμπι, για πολύ σημαντικότερα πράγματα στο μέλλον. Γιατί (θα το πω σήμερα για πρώτη φορά) στην ανακάλυψη και την προώθησή του, εντελώς εν αγνοία του, έχω παίξει ένα μικρό ρόλο.
Πριν από χρόνια ο –πάντα αγαπημένος φίλος μου– Παύλος Κορκίδης με κάλεσε στη Χαλκίδα για να παραστώ στα εγκαίνια ενός νέου γηπέδου. Για τις ανάγκες του γεγονότος έγινε ένα φιλικό ματς ανάμεσα στην ομάδα της Χαλκίδας και την Εθνική Παίδων, που αντιπροσώπευε τη γενιά των 84ρηδων, που το περασμένο καλοκαίρι κατέκτησαν το αργυρό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νέων Ανδρών.
Από τα παιδιά της Εθνικής δεν ήξερα ούτε ένα, αλλά κάποια στιγμή το μάτι μου σταμάτησε σε ένα μαυριδερό καπλάνι, που έτρεχε στο γήπεδο με απίστευτο τρόπο, πηδούσε ένα κεφάλι πάνω απ' όλους τους άλλους και δεν δίσταζε να σουτάρει από την περιφέρεια, παρά το κάπως άτσαλο στυλ που είχε.
Ρώτησα τους σχετικούς και έμαθα. Τον έλεγαν Παναγιώτη Βασιλόπουλο, ανήκε σε μια ομάδα του Πύργου και μέχρι πριν από λίγο έπαιζε ποδόσφαιρο! Το καλοκαίρι, όταν με το περίφημο «κότερο του μπάσκετ» (όπως έγραψε τότε ο Καλημερίδης στη «Θεσσαλονίκη») βρεθήκαμε με τον Ιωαννίδη, τον Βασίλη Οικονομίδη, τον Σάκη Παπαβασιλείου, τον Μπάμπη Χριστόγλου και τον Τάκη Αγραφιώτη στα Ρεζά, έξω από την Πρέβεζα, όπου περάσαμε μια αξέχαστη εβδομάδα, το όνομα του παιδιού το είχα ξεχάσει!
Αυτό αποδείχθηκε όταν ο Βασίλης Οικονομίδης, που μόλις είχε πάρει το χρίσμα από τον Μπατατούδη για να κουμαντάρει την ομάδα μπάσκετ του ΠΑΟΚ, μου εξήγησε τα σχέδιά του και μου ζήτησε να του συστήσω (αν ήξερα, φυσικά) «κανέναν νεαρό ταλαντούχο παίκτη για μελλοντική επένδυση». Αμέσως το μυαλό μου πήγε στον μαυριδερό Πυργιώτη, τον οποίο είχα δει τον χειμώνα στη Χαλκίδα, αλλά, παρά τις προσπάθειες που κατέβαλα, στάθηκε αδύνατο να θυμηθώ το όνομά του...
«Που να σε βράσω, ξεκούτιανες...», με πείραξε ο σημερινός πρόεδρος του ΕΣΑΚΕ. «Μια βοήθεια σου ζητήσαμε κι αυτή μισή πας να μας τη δώσεις...», συνέχισε την πλάκα. «Ασ' τα αυτά», του απάντησα. «Απλώς δεν με εμπιστεύεσαι, γιατί διαφορετικά το επίθετο δεν σου χρειάζεται. Στην Εθνική Παίδων άλλος Πυργιώτης σκούρος σαν τον Ιμπραήμ, με πάνω από δύο μέτρα μπόι, δεν υπάρχει. Τράβα πάρ' τον, λοιπόν, γιατί υπάρχει κίνδυνος να προλάβει κανένας άλλος».
Ο Οικονομίδης, λοιπόν, τον πήρε τον Βασιλόπουλο κι έτσι ο ΠΑΟΚ απέκτησε το περίφημο τρίγωνο των Βασιλειάδη, Βασιλόπουλου, Μαυροκεφαλίδη, των πιτσιρικάδων που κέρδισαν τρία μετάλλια ως μέλη των Εθνικών ομάδων Παίδων, Εφήβων και Νέων. Σήμερα, πεντέμισι χρόνια από τότε, ο Βασιλειάδης ανήκει στη Βαλένθια, αλλά παίζει δανεικός στον ΠΑΟΚ, και ο Μαυροκεφαλίδης ετοιμάζεται να ανοίξει κι αυτός πανιά το καλοκαίρι. Οσο για τον Βασιλόπουλο, εκτός όλων των άλλων, πρόλαβε να αποκτήσει και την εμπειρία του χρυσού μεταλλίου με την Εθνική Ανδρών στο Βελιγράδι!
Αλλά ας γυρίσουμε στο ντέρμπι του Σαββάτου. Ο Ολυμπιακός, λοιπόν, χωρίς τον Βασιλόπουλο ίσως να μην κέρδιζε ποτέ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι νίκησε μόνο χάρη σ' αυτόν τον παίκτη. Οχι. Όλοι οι παίκτες του έκαναν κατάθεση θέλησης και ψυχής για να έρθει το νικηφόρο αποτέλεσμα, αλλά αν ήταν απαραίτητο να σταθεί κανείς σε έναν ακόμα, μετά τον Βασιλόπουλο, προσωπικά θα επέλεγα ίσως τον πιο αφανή, τον Μανώλη Παπαμακάριο, ο οποίος με την παρουσία του κατόρθωσε να εξισορροπήσει την ανεξέλεγκτη επιθετικότητα του Έντνι, με το ομαδικό πνεύμα που απαιτείτο για καμφθεί ένας τόσο μεγάλος αντίπαλος. Με λίγα λόγια, το σκορ που έδωσε στον Ολυμπιακό ο Έντνι σίγουρα δεν θα ήταν αρκετό αν ο Παπαμακάριος δεν έδινε, με τον τρόπο που έπαιζε, ευκαιρίες σε όλους τους άλλους παίκτες του Ολυμπιακού.
Και ο Καζλάουσκας; Με την άμυνα ζώνης που χρησιμοποίησε σε μεγάλα διαστήματα του αγώνα έδωσε την εντύπωση ότι έκανε «ματ» στον Ομπράντοβιτς. Δεν λέω, η εφαρμογή της δεν ήταν κακή ως ιδέα, αλλά μέχρι του σημείου να αποθεώνουμε μια παθητική άμυνα, που επί της ουσίας δίνει την πρωτοβουλία στον αντίπαλο, υπάρχει πολύ μεγάλη απόσταση. Απλώς, εντελώς απρόσμενα ο Παναθηναϊκός κόλλησε για μεγάλο διάστημα απέναντι σε αυτή τη μορφή άμυνας, που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να είναι ένα δώρο, και ο Λιθουανός έκανε το αυτονόητο: τη μετέτρεψε σε νικητήριο άρμα μάχης.
Πριν από περίπου 70 ημέρες ο Ολυμπιακός είχε υποστεί, στο ίδιο γήπεδο, πραγματική πανωλεθρία από τον «αιώνιο» αντίπαλό του. Το ότι κατάφερε να ξεπεράσει εκείνη την τραυματική εμπειρία, ώστε να γυρίσει τα πράγματα ανάποδα, είναι το μεγαλύτερο κατόρθωμά του, που πάντως δεν δικαιώνει, στην πλειονότητά τους, τις επιλογές του περασμένου καλοκαιριού.
Ισα ίσα που αποδεικνύει ότι κάποιες βασικές και δεσμευτικές αποφάσεις (π.χ. Ζουκάουσκας) ήταν λάθος, αλλά χάρη στην καλή τύχη, που αρχικά εμφανίστηκε με κακό πρόσωπο (τραυματισμός του Λιθουανού σέντερ), οδήγησαν σε αποδέσμευση δυνάμεων (Σχορτσιανίτης, Ζίζιτς, Βασιλόπουλος) και εξομάλυνση της χημείας της ομάδας.
Το βασικότερο, πάντως, συμπέρασμα είναι ότι ο Ολυμπιακός, είτε με τον Καζλάουσκας είτε χωρίς αυτόν, έχει μέλλον! Παρ' ότι μπορεί να πει κανείς πως αστόχησε στις περισσότερες επιλογές του που αφορούσαν στο παρόν. Κι αυτό γιατί η τριπλέτα Βασιλόπουλος, Σχορτσιανίτης, Σεϊμπούτις έχει τεράστιο ταλέντο και δίνει (με τις κατάλληλες διορθωτικές κινήσεις) λαμπρή προοπτική σε μια ομάδα που, όπως φάνηκε, διψάει για τη μεγάλη επιστροφή.
Και ο Παναθηναϊκός; Αν αποτολμούσε κανείς να ασεβήσει απέναντι στην «μπασκετική θεότητα» του Ομπράντοβιτς, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι για την ήττα έφταιξε η κακή διαχείριση του υλικού από τον προπονητή και οι φτωχές ιδέες απέναντι στη ζώνη του Καζλάουσκας. Γιατί ο Σκεπάνοβιτς έμεινε πολλή ώρα στο τερέν (και μάλιστα σε κρίσιμο σημείο) χωρίς να κάνει τίποτα, γιατί ο Χατζηβρέττας έφυγε αδικαιολόγητα νωρίς από το παιχνίδι, γιατί ο Διαμαντίδης άργησε να επιστρέψει –όσο ακριβώς χρειαζόταν για να παραμείνει ένα παγωμένο μηδενικό– γιατί ο Σάκοτα δεν είχε ούτε μισή ευκαιρία απέναντι στη ζώνη, γιατί, γιατί, γιατί...
Με λίγα λόγια, οι προπονητές του καφενείου έχουν τη μεγάλη ευκαιρία τους απέναντι στον Σέρβο, ιδίως αν (όπως γίνεται συνήθως) δεν σταθμίσουν τα πιο ουσιώδη περιστατικά. Που στην προκειμένη περίπτωση δεν ήταν η απουσία των Αλβέρτη, Φέμερλινγκ και η ανετοιμότητα των Τομάσεβιτς, Σκεπάνοβιτς, αλλά το γεγονός ότι εδώ και αρκετό καιρό όλοι οι άλλοι παίκτες του ΠΑΟ έχουν φορτωθεί με πολύ μεγάλη κούραση στην προσπάθειά τους να καλύψουν το κενό αυτών των τεσσάρων.
Τελικό συμπέρασμα: ίσως στον β' γύρο και στα πλέι οφ ο Παναθηναϊκός να αποδειχθεί και πάλι ασυναγώνιστος, όμως το βέβαιο είναι ότι ο Ολυμπιακός ήδη επιστρέφει. Κι αυτό έχει τεράστια σημασία για το μπάσκετ, που τόσα χρόνια ζημιώθηκε από την αναμφισβήτητη παντοκρατορία του ενός.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






