Είναι σαφές ότι οι ελληνικές ομάδες δεν έχουν συγκροτημένη πολιτική εισιτηρίων. Μια πολιτική που, αν την είχαν, θα μπορούσαν να βλέπουν περισσότερο γεμάτες τις κερκίδες του γηπέδου, αλλά και το ταμείο τους
Έχει γράφει πάρα πολλές φορές ότι μετά την οικονομική κρίση που έπληξε το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, όλες οι ομάδες αναγκάστηκαν να αναπροσαρμόσουν τις οικονομικές επιλογές τους.
Κυρίως την πολιτική εκείνη που αφορά στα έσοδά τους. Το προηγούμενο χρονικό διάστημα, την εποχή των τροφαντών αγελάδων, η πλειονότητα των ομάδων έδινε μεγαλύτερο βάρος στα έσοδα που προέρχονταν από τα τηλεοπτικά δικαιώματα, παραβλέποντας άλλες πηγές εσόδων, περισσότερο παραδοσιακές και βέβαια πιο πολύ σταθερές.
Τώρα, όμως, είναι αναγκασμένες να στρέφονται σε αυτές τις πηγές εσόδων που είχαν παραμελήσει. Η αναζήτηση χορηγών με κάθε τρόπο, που δεν περιορίζεται μόνο στη διαφήμιση της φανέλας, αποτελεί ζωτική επιλογή. Σε αυτή την αναζήτηση οι ομάδες συχνά ανοίγουν νέα πεδία οικονομικής δραστηριότητας, συνδέοντας το όνομά τους με επιχειρηματικές επιλογές που δεν έχουν άμεση σχέση με το ποδόσφαιρο, αλλά λειτουργούν συμπληρωματικά.
Γραφεία ταξιδιών, επιχειρήσεις ηλεκτρονικού στοιχηματισμού, εταιρείες ένδυσης και διατροφής, χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, καζίνο και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κάποιος. Τα έσοδα από τις πωλήσεις των εισιτηρίων, όμως, θεωρούνται το σταθερότερο έσοδο για τις ομάδες.
Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο ορισμένες ομάδες είτε ετοιμάζουν νέα γήπεδα, όπως η Αρσεναλ, είτε μεγαλώνουν τη χωρητικότητα των παλιών, όπως η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ή κτίζουν καινούργια, όπως η Μπάγερν με το «Allianz Arena», ώστε να μεγιστοποιήσουν τα έσοδά τους από τα εισιτήρια.
Βέβαια, οι ομάδες δεν προχωρούν στην κατασκευή γηπέδων-μαμούθ των 80 και 100 χιλιάδων θέσεων, αλλά γηπέδων με χωρητικότητα μέχρι 60 χιλιάδες θέσεις. Γήπεδα που κατασκευάζονται με τις νέες αντιλήψεις της αρχιτεκτονικής αθλητικών χώρων, που χαρακτηριστικά της είναι η εύκολη πρόσβαση, η άνεση και η πολυλειτουργικότητα.
Ρίχνοντας μια ματιά, πριν από μία εβδομάδα περίπου, στην κίνηση των εισιτηρίων των μεγάλων ευρωπαϊκών ομάδων, στον κατάλογο με τις 80 πρώτες στην κίνηση εισιτηρίων δεν υπήρχε ούτε μία ελληνική.
Για την κατάσταση αυτή υπάρχουν κάποιες δικαιολογίες, όπως για παράδειγμα το ότι οι συχνές τιμωρίες κεκλεισμένων των θυρών ή η μικρή χωρητικότητα και η κακή κατάσταση αρκετών ελληνικών γηπέδων κατεβάζουν κατά πολύ τον μέσο όρο των εισιτηρίων, αρκετά παιχνίδια του πρωταθλήματος μεταδίδονται από την ανοιχτή τηλεόραση, οι τιμές των εισιτηρίων είναι πολύ ψηλές για τις οικονομικές δυνατότητες των Ελλήνων και την ποιότητα του θεάματος.
Είναι σαφές όμως ότι οι ελληνικές ομάδες δεν έχουν συγκροτημένη πολιτική εισιτηρίων. Μια πολιτική που, αν την είχαν, θα μπορούσαν να βλέπουν περισσότερο γεμάτες τις κερκίδες του γηπέδου, αλλά και το ταμείο τους. Το πώς οι ομάδες βλέπουν το θέμα των εισιτηρίων το παρατηρούμε πολύ συχνά στον τρόπο με τον οποίο οι ελληνικοί σύλλογοι βάζουν «καπέλο» –και τι καπέλο, ημίψηλο- στις τιμές εισιτηρίων για τα ευρωπαϊκά τους παιχνίδια.
Η πολιτική των μελών στον τομέα των εισιτηρίων, που ακολούθησε ο Ολυμπιακός, γύρισε μπούμερανγκ, ενώ ο ΠΑΟ «υποχρέωνε» τους φιλάθλους και οπαδούς του να πάρουν εισιτήριο για το παιχνίδι με τον Ακράτητο, προκειμένου να δουν το ματς με την Μπαρτσελόνα.
Η πολιτική του τομέα των εισιτηρίων έχει βασικό στόχο να φέρει τον φίλαθλο στο γήπεδο για να γεμίσει και το ταμείο της ομάδας και όχι «να τους σφάξουμε τώρα που μπορούμε και να τα αρπάξουμε». Φυσικά, ο φίλαθλος έρχεται σε ένα γήπεδο που μπορεί να τον τραβήξει και αν δει κάποιος τα ελληνικά γήπεδα, με εξαίρεση το Καραϊσκάκη, που κινείται στη βασική αρχή της πολυλειτουργικότητας, αυτό δεν συμβαίνει.
Οι ομάδες που έφτιαξαν καινούργια γήπεδα οργάνωσαν έτσι την πολιτική τους στον τομέα των εισιτηρίων ώστε να επωφεληθούν οικονομικά. Η Σάλκε, για παράδειγμα, την πρώτη χρονιά λειτουργίας του καινούργιου της γηπέδου, του «Auf Arena», είχε μέσο όρο 60.356 εισιτήρια, δηλαδή sold out, και φέτος έχει κάλυψη στις κερκίδες σε ποσοστό 96%.
Επίσης, Ενα εντυπωσιακό sold out έχει σημειώσει η Μπάγερν μέχρι το 2009. Ακόμα και η Ντόρτμουντ, που έχει σοβαρά οικονομικά και αγωνιστικά προβλήματα, γεμίζει τις κερκίδες του γηπέδου της σε ποσοστό μεγαλύτερο του 85%.
Θα πρέπει να αναφέρω εδώ ότι οι τιμές των εισιτηρίων για να παρακολουθήσει κάποιος παιχνίδια αυτών των ομάδων είναι χαμηλότερες από τις τιμές που υπάρχουν στα ελληνικά γήπεδα. Παραθέτω ένα οικονομικό μέγεθος που έχει ενδιαφέρον, όσον αφορά στη συνολική συνεισφορά των εισιτηρίων.
Η Ενωση των Διεθνών Αθλητικών Ομοσπονδιών εκτιμά ότι τα έσοδα από τα εισιτήρια παγκοσμίως ξεπερνούν κατά 7,8 δισ. δολάρια τα έσοδα από τα τηλεοπτικά δικαιώματα. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αποτελεί ίσως το κορυφαίο πρότυπο ομάδας στον τομέα της πολιτικής των εισιτηρίων, αφού το 40% των εσόδων της προέρχεται από την πώληση εισιτηρίων.
Στις κορυφαίες ποδοσφαιρικές αγορές της Ευρώπης ήδη δίδεται ιδιαίτερο βάρος στην on line διάθεση των εισιτηρίων. Ο τζίρος της διάθεσης εισιτηρίων μέσω του Διαδικτύου το 1999 παγκοσμίως έφθανε τα 300 εκατ. ευρώ και στο τέλος του 2004 ξεπέρασε τα 3 δισ. ευρώ, εξέλιξη που βρίσκεται σε ευθεία σχέση με την ανάπτυξη της χρήσης του Internet σε όλο τον κόσμο.
Η on line διάθεση μειώνει σημαντικά το κόστος της διάθεσης και της τιμής του εισιτηρίου, αλλά κάτι τέτοια πράγματα είναι πρώιμο να τα κουβεντιάζουμε στην Ελλάδα, όπου σε παιχνίδι ομάδων της Α' Εθνικής, όπως το προχθεσινό ανάμεσα στον Ακράτητο και την Ξάνθη, κόπηκαν 26 εισιτήρια!
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






