Ακουγα το αφιέρωμα στον Μίκη Θεοδωράκη στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ και μου ερχόταν για μία ακόμα φορά στο μυαλό ο στίχος του Μιχάλη Κατσαρού από το «Κατά Σαδδουκαίων». «Αξιος, σκοτώστε τον». Σκοτώστε τον -φυσικά στο μυαλό σας και όχι στην πραγματικότητα τον άνθρωπο- πριν αλλάξει ακόμα τρία κόμματα, πριν κρυφοκοιτάξει για μία ακόμα φορά από την κουρτίνα να δει πόσα άτομα έχουν μπει στο θέατρο και τι θα γράψει το μπορντερό σε ευρώ, πριν το «80 χρόνια Μίκης, 80 χρόνια Ελλάδα» συνεχίζει να παίζεται μετά τα 82α γενέθλια του Θεοδωράκη, επειδή το «80» πουλάει καλύτερα από το «82». Πριν εμφανιστούν κουκλάκια Θεοδωράκη στα McDonalds. Α, ρε Μιχαλάρα Κατσαρέ. Hσουνα ο μόνος που κατάλαβε ότι η αμφισβήτηση, αυτό που νομίζουμε ότι είναι το μεγάλο ελάττωμά μας, είναι η μεγαλύτερη αρετή μας.
«Βλέπεις τους Γιούγκους; Ρωτάς έναν Σέρβο, προπονητή - παίκτη δεν έχει σημασία, για τον συμπατριώτη του και θα σου πει ότι είναι ο καλύτερος που υπάρχει και να τον πάρεις τώρα προτού τον αρπάξει άλλος και κλαις μια ζωή... Ενώ εμείς τι κάνουμε; Μια ζωή βγάζουμε ο ένας το μάτι του άλλου». Είναι η κλασική ελληνική μουρμούρα για το ότι δεν είμαστε αδελφωμένοι. Οτι αν δεν ήμασταν έτσι, σήμερα η ελληνική αυτοκρατορία θα εκτεινόταν από τη Μασσαλία στον Ινδό, το «μαλάκας» θα προφερόταν σε κάθε γωνιά της Γης και στις διαφημίσεις του B-SkyB, αντί για «put the cot down» θα έλεγαν «ase to chicken kato», αφού η ελληνική κουλτούρα θα ήταν κάτι σαν την αμερικανική σήμερα. Δεν είναι συμπτωματικό ότι αυτοί που λένε το «αν είμαστε αδελφωμένοι», είναι οι μεγαλύτεροι ραγιάδες που θαυμάζουν αυτούς που τους καταπιέζουν και η μόνη αντίρρησή τους είναι ότι δεν είναι αυτοί στη θέση τους. Αυτοί που είναι λιγότερο Ελληνες από κάθε άλλον και μπορούν να διακρίνουν δύναμη μόνο σε σύμβολα και αριθμούς. Ο,τι πιο μακρινό στην αρχαιοελληνική κουλτούρα.
Οι επικύψεις, οι απαγορευμένες πόλεις, τα ινδάλματα και οι θεότητες ανήκουν στην Ασία και στην Απω Ανατολή. Οπως και ότι η δημοκρατία, που θεωρεί ότι ανάμεσα σε όμοιους οι αποφάσεις βγαίνουν από την πλειοψηφία, είναι ελληνική. Η αμφισβήτηση είναι η ευχή και η κατάρα της Ελλάδας. Κατάρα γιατί κάθε Ελληνας πιστεύει ότι αν ήταν στη θέση του Μπους αλλά και του Μπιν Λάντεν, θα είχε καθαρίσει τον αντίπαλο. Ευχή γιατί δεν εκχωρεί τη γνώμη του σε κανέναν. Οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου, το παπαδαριό, η χούντα, η Γιάννα Αγγελοπούλου με ενθρονίσεις, λειτουργίες, πολεμικές αρετές και τελετές έναρξης προσπάθησαν να θαμπώσουν τον κόσμο για να σφετεριστούν τη γνώμη του. Ο κόσμος παρακολούθησε, χειροκρότησε αλλά στην πρώτη ευκαιρία ψιθύρισε στον διπλανό του: «Αυτός που ψάλλει στα δεξιά, δεν σου μοιάζει κουνιστός» και «Τώρα που τη δείχνει κοντά να χορεύει, βλέπεις πως φαίνεται το lifting». Επιφανειακά μπορεί να φανεί κακοήθεια. Στο βάθος είναι η ανάγκη να σκοτώσεις ό,τι προσπαθεί να σου παρουσιαστεί σαν καταξιωμένο.Οι Ελληνες εκτίμησαν τον Κώστα Καραμανλή –τον original, όχι τον faux– για την απέχθειά του στο πομπώδες. Κράτησε τη στάση του και μετά τον θάνατο. «Στον θάνατό μου και την κηδεία μου δεν θέλω αργίες και παράτες». Η ειλικρίνειά του ήταν τόσο πηγαία, που στο μεγαλύτερο μέρος η πολιτεία τη σεβάστηκε. Στην κηδεία του Καραμανλή δεν έγινε το καρακατσουλιό της κηδείας της Μερκούρη ή αργότερα του Ανδρέα Παπανδρέου.
Στον νόμο ισχύει το «καλύτερα να αθωωθούν 1.000 ένοχοι, παρά να ενοχοποιηθεί ένας αθώος». Στην εικονοκλαστική ελληνική κοινωνία «καλύτερα να ταπεινωθούν 1.000 άγιοι, παρά να αγιοποιηθεί θνητός». Οι αρχαίοι δημιούργησαν θεούς, αφού η ανασφάλεια του ανθρώπου τούς χρειάζεται, τους γέμισαν όμως ελαττώματα, αφού διαφορετικά δεν θα αντέχονταν. Ο Μίκης Θεοδωράκης παραμένει θνητός. Αλλαξε περισσότερες πολιτικές θέσεις από όσα καθίσματα αλλάζει τζαμπατζής σε τρόλεϊ. Λάτρεψε τις εισπράξεις όσο τη λευτεριά και έχει να συνθέσει κάτι της προκοπής από τη δεκαετία του '70. Απορρίπτεται, λοιπόν; Φυσικά όχι. Καθαγιάζεται; Εντελώς, τελείως όχι. Οι πολίτες πρέπει να κρατάνε τους συμπολίτες τους θνητούς. Η αθανασία δίνεται μόνο από την ιστορία.
Γκρεμίστε τα τείχη, κερδίσαμε στο μπάντμιντον
Η υποκρισία της διατήρησης αμφιβόλων παραδόσεων ισχύει στην κρατική προσέγγιση στον Ολυμπισμό. Το «οι πόλεις γκρέμιζαν τα τείχη τους, αφού δεν τα είχαν ανάγκη, όταν είχαν τέτοια παλικάρια» φυσικά δεν ισχύει για τους αρχαίους Ολυμπιονίκες. Εχει συμβεί να αφαιρεθεί συμβολικά ένα μέρος τείχους σε ένδειξη εκτίμησης στον Ολυμπιονίκη, αλλά φυσικά το τείχος ξαναχτιζόταν. Τώρα στο παγκράτιο, την πάλη και την πυγμαχία η χειρονομία μπορεί να είχε μια συμβολική αξία, δεν είχε όμως καμία για τον Ολυμπιονίκη της ποίησης. Υποθέτω ότι αν το μπάντμιντον ήταν αρχαίο ολυμπιακό αγώνισμα, οι πρόγονοί μας δεν θα γκρέμιζαν κανένα τείχος, ελπίζοντας ότι ο Ολυμπιονίκης τους θα απέκρουε τους εχθρούς εκτοξεύοντας μπαλάκια με φτερά.
Η ανάγκη των πολιτικών να φτιάχνουν λαϊκούς ήρωες δημιούργησε το ατόπημα της ονομασίας δημόσιου χώρου με το όνομα ζώντος. Μετά τη νίκη της Βούλας Πατουλίδου στη Βαρκελώνη, το κράτος ονόμασε το στάδιο στον Τριπόταμο Φλώρινας «Πατουλίδειο». Εκτός του κακόηχου του ονόματος -θυμίζει στάδιο για αθλητές με γιγάντιες πατούσες- το πρόβλημα βρίσκεται στην παράβαση μιας δεδομένης πρακτικής. Οταν ονομάζεις δημόσιο χώρο ή δρόμο με το όνομα ζώντος, παίρνεις το ρίσκο των πράξεών του. Δηλαδή, βγάζεις ένα στάδιο «Ολυμπιονίκου Γεωργίου Ιωαννίδου», τον πιάνουν μετά με ένα αγοράκι και πώς του αλλάζεις το όνομα; «Κολόμπου Γεωργίου Ιωαννίδου» ή «Ολυμπιονίκου, άσε να μη λέμε ονόματα»;
Η δημιουργία ζώντων θεών οδήγησε στις υστερικές κραυγές του Ιωάννη Μελισσανίδη «για την Ελλάδα» στην αίθουσα της Βουλής, με τον Κάχι Καχιασβίλι να αναφέρεται στο ίδιο θέμα με το λεξιλόγιο των 200 λέξεων του 1996. Στην ονομασία του «Κεντέρης Εξπρές» που απλά και μόνο παραμένει να θυμίζει τους κινδύνους του ντόπινγκ και του μοτοσικλετισμού. Σε φιέστες ποδοσφαίρου στο Καλλιμάρμαρο, με τον Χριστόδουλο και την Μπακογιάννη να βλέπουν φως -από τις κάμερες- και να μπαίνουν για να πουν τους δεκαρικούς τους. Σε απονομή της ελληνικής υπηκοότητας σε παίκτες του μπάσκετ που τη χρησιμοποίησαν σαν άδεια εργασίας στην Ευρώπη και των γαλονιών του αξιωματικού σε 19χρονους πολίτες των πρώην Σοβιετικών Δημοκρατιών που δεν καταλάβαιναν τα λόγια του όρκου τους. Αξιοι; Πιθανόν, μόνο που όσο θα ζουν, θα κρίνονται και μόνο όταν πεθάνουν, θα υπάρξει τελική κρίση. Και όποιος θέλει να υποκαταστήσει την ιστορία, είναι ένοχος ύβρεως, η οποία τιμωρείται από τους θεούς. Πώς τον τιμωρούν; Ξέρω και εγώ; Μπορεί να τον βάζουν να βρει νέο όνομα στο «Κεντέρης».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






