Παλαιότερες

Στα μονοπάτια του μύθου (Sportday / Αντώνης Καρπετόπουλος)

Ψάχνοντας την ομάδα της χρονιάς που έφυγε, ένας φίλος αναγνώστης μου δημιούργησε πριν από λίγες μέρες έναν προβληματισμό: μου επισήμανε ότι ενώ είναι πολύ εύκολο να αξιολογηθούν οι μεγάλοι ποδοσφαιριστές, είναι σαφώς πιο δύσκολο να γίνει το ίδιο με τις ποδοσφαιρικές ομάδες. Το κριτήριό του, που καθιστά μια ομάδα αληθινά μεγάλη, δεν μπορεί να είναι οι τίτλοι που έχει κερδίσει. Αν ήταν αυτοί, η Ρεάλ Μαδρίτης του '50 θα ήταν ενδεχομένως η καλύτερη όλων των εποχών –όμως σ' ένα ποδόσφαιρο που συνεχώς αλλάζει αυτό είναι δύσκολο να το πεις. Γιατί και η Ροτ Βάις Εσεν έχει τους περισσότερους τίτλους στη Γερμανία, αλλά δεν είναι πιο μεγάλη από την Μπάγερν.

Στην ακμή τους πολλές ομάδες υπήρξαν τεράστιες. Η Ρεάλ της δεκαετίας του ’50 ήταν ένα αληθινό φόβητρο για όλους. Η Ιντερ του Χερέρα υπήρξε στο τέλος των 60’s μια αληθινή μηχανή που κέρδιζε τους πάντες, ακόμα και στην κακή της μέρα. Η Λίβερπουλ των συνεχών θριάμβων τη δεκαετία του ’80 δεν άφηνε καμία αμφιβολία για τη δυναμική της. Η Μίλαν των Ολλανδών, η Μπάγερν Μονάχου του Μπεκενμπάουερ, η Ντιναμό Κιέβου του Λομπανόφσκι κέρδισαν φίλους σε όλο τον κόσμο. Όπως και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του σερ Αλεξ, η Γιούβε του Λίπι, ο Αγιαξ του Φαν Γκάαλ. Όλες αυτές οι ομάδες υπήρξαν μεγάλες, αλλά το παράξενο είναι ότι έφτασαν στην καταξίωση χωρίς να υπάρχει κάποιος ιστός που να τις συνδέει. Περπάτησαν σε διαφορετικά μονοπάτια.

Ιστορία

Δεν μπορεί να βρει κανείς τίποτα το κοινό ανάμεσα στη Ρεάλ Μαδρίτης και την Μπάγερν Μονάχου π.χ. Η μία ομάδα κουβαλάει παραδόσεις, η άλλη εμφανίστηκε λίγο πριν από τη δεκαετία του '70. Δεν υπάρχει επίσης τίποτα κοινό ανάμεσα στην Ιντερ του Χερέρα και τη Μίλαν του Σάκι, πέρα από το ότι προέρχονταν από την ίδια πόλη και ότι τις τύχες τους τις προκάλεσαν δύο μεγάλοι λεφτάδες, δηλαδή ο Αντζελο Μοράτι και ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Μολονότι προέρχονται από την ίδια χώρα, έπαιξαν διαφορετικό ποδόσφαιρο, στηρίχθηκαν σε άλλου είδους λογικές, σημάδεψαν με διαφορετικό τρόπο το ποδόσφαιρο της χώρας της καταγωγής τους. Η Ιντερ αποθέωσε τον κλεφτοπόλεμο, η Μίλαν το ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας: πιο διαφορετικές ομάδες από την ίδια πόλη δεν μπορείς να βρεις και να θες.

Πρόεδροι

Ψάχνοντας τον κατάλογο των μεγάλων ομάδων, μπορείς να πεις ότι αυτές τις φτιάχνουν οι πρόεδροι με τα μεγάλα πορτοφόλια. Μπορείς να το πεις με σιγουριά για τη Ρεάλ Μαδρίτης του «Μπερναμπέου», για τη Μίλαν του Μπερλούσκα και για την Ιντερ του Μοράτι. Όμως κανένας δεν θυμάται τον πρόεδρο του Αγιαξ του '70 που άλλαξε το ποδόσφαιρο ή τον πρόεδρο της Λίβερπουλ των 80’s. Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία ότι ο σερ Αλεξ μετράει στην ιστορία της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πιο πολύ από τον Μάρτιν Εντουαρτς και ότι ο Αγιαξ δεν θα υπήρχε αν δεν τύχαινε να τον έχει στα χέρια του ο Μίχελς.

Ιδιοφυΐες

Είναι οι προπονητές το μυστικό; Ούτε κι αυτό μπορεί να το πει κανείς εύκολα! Τη Ρεάλ Μαδρίτης του ’50 δεν την πιστώνεται καμία προπονητική ιδιοφυΐα. Στη Μίλαν ο Καπέλο δούλεψε καλύτερα από τον Σάκι και το πιθανότερο είναι ότι θα είχε κερδίσει κι αυτός ένα ακόμα Κύπελλο Πρωταθλητριών αν το 1993 οι «ροσονέρι» δεν ήταν αποκλεισμένοι απ' όλες τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις με απόφαση της UEFA. Από την άλλη, η Γιουβέντους είχε πολλούς προπονητές που δεν τα κατάφεραν όσο καλά τα είχε πάει ο (το 1995 που την ανέλαβε) άσημος Μαρτσέλο Λίπι. Αλλά κι ο ίδιος ο Λίπι μακριά από τη Γιούβε δεν κατάφερε να κάνει τίποτα το αξιόλογο.

Κάτι

Ούτε και οι κατακτήσεις τίτλων σημαίνουν απαραίτητα κάτι. Η Γιούβε έχασε ένα Τσάμπιονς Λιγκ από την Μπορούσια Ντόρτμουντ κι ένα από τη Ρεάλ Μαδρίτης, όμως από το 1994 έως το 1998 ήταν η καλύτερη ομάδα στην Ευρώπη. Η Μαρσέιγ κέρδισε τη Μίλαν σ' έναν τελικό, αλλά δεν έσβησε τη λάμψη της: μερικές φορές η ήττα του αληθινά μεγάλου είναι μεγαλύτερη είδηση από το κατόρθωμα εκείνου που τον ρίχνει από τον θρόνο. Η Αμπερντίν στέρησε κάποτε ένα Κύπελλο Κυπελλούχων από τη Ρεάλ Μαδρίτης –δεν νομίζω όμως ότι οι μύθοι των δύο ομάδων συγκρίνονται. Απλώς τότε ξεκίνησε ο μύθος του Αλεξ Φέργκιουσον.

Μύθος

Ο μύθος -αυτή νομίζω ότι είναι η αόρατη κλωστή που ψάχνουμε. Ενώ στην αξιολόγηση των ποδοσφαιριστών μετρούν απτά πράγματα (γκολ, εμφανίσεις, τρόπαια, διάρκεια και είδος καριέρας), στην περίπτωση των ομάδων αυτό που μετρά είναι κάτι μεταφυσικό: μεγάλη εν τέλει είναι η ομάδα που πρωταγωνιστεί σ' ένα σενάριο που με το πέρασμα των χρόνων αποκτά μυθιστορηματική διάσταση. Η Ρεάλ του «Μπερναμπέου» ήταν μια αληθινή μηχανή γκολτζήδων –κάτι σαν τη μικτή κόσμου της εποχής: οι σημερινοί «galacticos» είναι απλώς μια μικρογραφία που κάνει τον μύθο εκείνης της ομάδας δυνατότερο, προσπαθώντας άτσαλα να τον αντιγράψει. Η Ιντερ των 60’s ήταν η πλουσιότερη ομάδα στην εποχή της –η πρώτη που κατέδειξε ότι οι ομάδες φτιάχνονται ευκολότερα από ανθρώπους με μεγάλα πορτοφόλια. Το ωραίο είναι ότι ο γιος Μοράτι, ακολουθώντας τη μεθοδολογία του πατέρα, αποτυγχάνει σήμερα τραγικά. Γιατί; Μα γιατί οι μεγάλες ομάδες δεν γίνονται ακολουθώντας οδηγίες χρήσης. Καταξιώνονται από κάτι που δεν μπορεί κανείς να εξαγοράσει, δηλαδή τον χρόνο.

Χρόνος

Ο χρόνος και οι μύθοι που κουβαλά είναι το μόνο ασφαλές κριτήριο. Μύθος δημιουργείται κι εκεί που οι επιτυχίες είναι επαναλαμβανόμενες κι εκεί που γεννιούνται στιγμές που το νιώθεις ότι θα παραμείνουν ανεπανάληπτες. Υπό αυτό το πρίσμα, η πιο μεγάλη ομάδα της χρονιάς που έφυγε (και ίσως και του καιρού μας) είναι η Λίβερπουλ. Για το μυθικό της κατόρθωμα στην Κωνσταντινούπολη που δεν θα αδυνατίσει από τις δυσκολίες της στο αγγλικό πρωτάθλημα, αλλά θα γίνει γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο πιο λαμπερά σπάνιο.

Εβδομήντα χιλιάδες λόγοι

Δεν είναι όσο γρήγορος θα 'πρεπε για να παίξει την πλευρά και καμιά φορά αγκομαχά, ειδικά με αντιπάλους με μεγάλη εκρηκτικότητα. Όμως αν ήμουν πρόεδρος ομάδας θα έπαιρνα τον Γιώργο Μπάρκογλου και θα τον έδινα στον προπονητή μου να τον αξιοποιήσει όσο καλύτερα μπορεί. Οχι γιατί έκανε καταπληκτικό πρωτάθλημα την τελευταία χρονιά που έπαιζε βασικός στο Αιγάλεω. Ούτε γιατί αγωνίζεται σε δυο–τρεις θέσεις. Ούτε γιατί είναι μαχητής και τσαμπουκάς κι αυτά χρειάζονται σε κάθε ομάδα. Αλλά γιατί έδωσε 70 χιλιάδες ευρώ στον Θωμά για να μείνει ελεύθερος, αποδεικνύοντας ότι έχει όρεξη για ποδόσφαιρο. Όρεξη όχι στα λόγια, όπως πάρα πολλοί φτασμένοι του καιρού μας, αλλά πραγματική –αυτή που έχουν οι αληθινά μεγάλοι.

Ο Μπάρκογλου θα μπορούσε να μείνει στο Αιγάλεω μέχρι το καλοκαίρι και να ασχολείται με άλλα πράγματα: με το Χρηματιστήριο, με το πώς θα ανοίξει κανένα μαγαζί, πώς θα φτιάξει τίποτα γήπεδα 5Χ5 που είναι και της μόδας, σε ποια μπουζούκια θα πάει το βράδυ κ.λπ. Οι δυσκολίες που θα είχε το καλοκαίρι για να βρει ομάδα θα ήταν ακριβώς ίδιες με αυτές που έχει και τώρα. Και πάλι τα χρήματα που (θα) κυκλοφορούν στην αγορά θα είναι λίγα, και πάλι οι ομάδες θα προσπαθούν να τη βγάλουν φτηνά και να κόψουν κάτι κυρίως από τους Ελληνες παίκτες, και πάλι όλο και κάποιος θα έχει τον φόβο ότι επειδή έχει καιρό να παίξει δύσκολα θα φτάσει γρήγορα στη φόρμα που πρέπει. Ο Μπάρκογλου θα είχε καλοκαιριάτικα να αντιμετωπίσει τα ίδια προβλήματα, έχοντας ωστόσο περισσότερο χρόνο για να τα λύσει.

Δεν νομίζω ότι σκέφτηκε και υπολόγισε τίποτε απ' όλα αυτά. Οταν έμαθε ότι ο Θωμάς όρισε την τιμή του στις 70.000 ευρώ και ότι τόσα ζήτησε από τον Αχιλλέα Μπέο για να τον παραχωρήσει, του τα 'δωσε και έμεινε ελεύθερος. Για να μπορεί να ορίζει ο ίδιος τη μοίρα του και κανένας άλλος.

Σε μια χώρα που πληθαίνουν οι ποδοσφαιριστές που κάθονται στα συμβόλαιά τους, ο Μπάρκογλου έκανε μια κίνηση που τιμά κατ' αρχάς την κατηγορία των ποδοσφαιριστών. Που δεν πρέπει να είναι «δημόσιοι υπάλληλοι» που αράζουν, αλλά επαγγελματίες που κάθε Κυριακή αποδεικνύουν την αξία τους στα γήπεδα.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x