Παλαιότερες

Τελικά όλοι οι λαοί καθίκια είναι (Sportday / Αντώνης Πανούτσος)

«Καλά», μπορεί να πει κάποιος. «Και ο Νασίφ Μόρις δεν είναι Αφρικανός ποδοσφαιριστής; Γιατί ο άνθρωπος είναι συνεπέστατος;». Επειδή οι Νοτιοαφρικανοί είναι περίπτωση. Αν έχεις φάει τριακόσια χρόνια στη μάπα τους Ολλανδούς με το Απαρντχάιντ, όχι μόνο γίνεσαι συνεπής, αλλά παίρνεις κάθε πρωί το 141 για να τσεκάρεις αν το ρολόι σου πάει σωστά.

Οι Βορειοαφρικανοί ποδοσφαιριστές δεν είναι τόσο ασυνεπείς όσο οι μαύροι Αφρικανοί, αλλά είναι φοβερά βαβούρες. Ενώ χωρίς να τους απαιτηθεί εμφανίζονται ταπεινοί –έως και δουλικοί– με το που καθιερώνονται μοιάζουν σαν να έχουν προηγούμενο με το αφεντικό της ομάδας και τους συμπαίκτες τους, ενώ είναι δύσκολο να καταλάβεις τι έχουν στο κεφάλι τους. Για παράδειγμα, ο Μέγκαχεντ από την πρώτη στιγμή δεν γούσταρε τον Σικαμπάλα, παρ' ότι και οι δύο είναι Αιγύπτιοι. Τώρα ζήλευε ότι ο Σικαμπάλα είναι πιτσιρικάς και πήρε περισσότερη λεζάντα, είχαν προηγούμενα από την Αίγυπτο, όποιον κι αν ρώτησα δεν είχε ιδέα.

Γενικά υπάρχει ο χαρακτήρας του ποδοσφαιριστή ανάλογα με τη χώρα προέλευσης. Οι Ιάπωνες και οι Κορεάτες είναι συνεπέστατοι, αλλά αν περιμένεις να κάνουν το ασυνήθιστο στο παιχνίδι, σώθηκες. Οι Βρετανοί δεν λουφάρουν, αλλά έτσι και βρεθεί μπουκάλι δίπλα τους δεν σταματάνε μέχρι να μασήσουν και τον φελλό. Οι Γάλλοι και οι Ισπανοί είναι δύσκολοι στην προσαρμογή. Οι Ολλανδοί δεν αναγνωρίζουν εύκολα την ιεραρχία. Για τους Σκανδιναβούς ισχύει ό,τι και για τους Αγγλους, αλλά είναι λιγότερο επιθετικοί όταν τα έχουν πιει. Αντίθετα, οι Αργεντινοί δεν χρειάζεται να πιουν για να πλακωθούν και έχουν την ιδιοτυπία να πλακώνονται πρώτα και μετά να βρίζουν. Και οι δικοί μας όταν πηγαίνουν στο εξωτερικό; Τα παλικάρια μας είναι του «ό,τι αρπάξουμε και να γυρίσουμε στην πατρίδα, να δούμε το νέο πρόγραμμα της Πέγκυς Ζήνα».

Ο Σωτήρης Κυργιάκος είχε πάρει κόκκινη κάρτα και δεν θα έπαιζε με τη Ρέιντζερς. Ήρθε το περασμένο Σάββατο στην Ελλάδα, έκανε πρώτη στάση στο μαγαζί του Σταθοκωστόπουλου και τις 48 ώρες που έμεινε ξεκίνησε από το «Αδαμαντίδης» για να τελειώσει στο «Χατζηγιάννης». Το παλικάρι ήρθε άνθρωπος κι έφυγε «Αθηνόραμα».

Οι περισσότεροι Ελληνες στις ξένες ομάδες έτσι νιώθουν. Τον πόνο της ξενιτιάς απαλύνει η ανάμνηση του γλυκού ήχου που κάνει το καλαμάκι όταν τραβάει τον αφρό του φραπέ. Οι μεγάλες εξαιρέσεις είναι ο Νταμπίζας και ο Γιαννακόπουλος. Οι οποίοι δεν προσπάθησαν να προσαρμόσουν τους Αγγλους στα μέτρα τους, αλλά προσαρμόστηκαν οι ίδιοι. Το αντίθετο ήταν ο Ζαγοράκης στη Λέστερ, ο οποίος μέχρι που έφυγε το μεγαλύτερο γλωσσικό του επίτευγμα ήταν ότι είχε μάθει τον Εμίλ Χέσκεϊ να λέει το «μαλάκας».

Παλιές παροιμίες

Τα Σαλούκις είναι από τα ωραιότερα σκυλιά στην εμφάνιση. Μόνο που όταν τα βγάλεις βόλτα στο πάρκο καλύτερα είναι να τα κρατάς δεμένα στο λουρί. Ετσι και αμολήσεις το Σαλούκι, το επόμενο δίωρο πρέπει να το κυνηγάς για να το ξαναβρείς. Χωρίς ίχνος ρατσισμού, το αντίστοιχο του Σαλούκι στο ποδόσφαιρο είναι οι Αφρικανοί ποδοσφαιριστές. Ωραίοι, τους έχεις στο λουρί, αλλά έτσι κι αμοληθούν στην Αφρική δεν μαζεύονται.

Είναι γνωστό ότι ο Γιώργος Βαρδινογιάννης απέφευγε όπως ο διάολος το λιβάνι να φέρνει στον Παναθηναϊκό Αφρικανούς παίκτες. Όπως είναι γνωστό και ότι ο Σωκράτης Κόκκαλης προτιμά τους Λατινοαμερικανούς από τους Αφρικανούς. Ενώ, όμως, εκ πρώτης όψεως μπορούν να κατηγορηθούν για προκατάληψη, η κίνηση υπαγορεύεται από την πείρα. Η πείρα διδάσκει ότι οι μαύροι Αφρικανοί ποδοσφαιριστές έχουν δύο ιδιοτυπίες. Πρώτον, δεν έχουν τη φιλοδοξία των υπόλοιπων ποδοσφαιριστών να επιβεβαιώνουν συνεχώς την αξία τους και, δεύτερον, έχουν άθλια σχέση με το ρολόι –για να μην πω τον ημεροδείκτη. Ως προς το πρώτο σκέλος, ας σκεφτούμε τις περιπτώσεις του Μπόατενγκ και του Ολισαντέμπε. Ο δεύτερος με το που έφτασε ψηλά μοιάζει σαν να κατέβασε ταχύτητα και να σταμάτησε να προσπαθεί όπως στην αρχή. Ο δεύτερος ούτε καν χρειάστηκε να ανέβει ψηλά για να τα γράψει. Από τη στιγμή που εξασφάλισε ένα καλό συμβόλαιο, μοιάζει σαν να αποφάσισε ότι δεν του χρειάζονται τα παραπάνω.

Οσο για τη συνέπεια στις επιστροφές, οι μαύροι Αφρικανοί έχουν γίνει θρύλος. Οι φορές που «υπήρχαν προβλήματα με τη βίζα» συναγωνίζονται μόνο τις φορές που «δυστυχώς, χάθηκε η πτήση». Τα παλικάρια είναι σαν να κινούνται σε προπαραδείσιους ρυθμούς, που τα ραντεβού κλείνονταν «μετά την επόμενη πανσέληνο, ένα βράδυ, δίπλα στη λιμνούλα στην οποία τα λιοντάρια παραμονεύουν για τις αντιλόπες».

Κακό; Καθόλου, αν είσαι ο ποδοσφαιριστής. Ετσι ζούσαν οι άνθρωποι και, αν το λιοντάρι δεν έκανε λάθος να σε μπλέξει με αντιλόπη, ζούσαν χίλια χρόνια. Από την πλευρά της ομάδας, όμως, είναι καταστροφή. Να είσαι Νορβηγός, να λέγεσαι Τροντ Σόλιντ, να έχεις κουβαλήσει μέχρι και μηχανάκια για να καταγράφεις βιορυθμούς και το αμυντικό χαφ σου να χάνεται στην Ακτή Ελεφαντοστού με το κινητό στην αποσύνδεση, είναι αυτό που αυξάνει τα ποσοστά αυτοκτονίας στους προπονητές.
Ο Γιάγια Τουρέ είναι μια χαρά παίκτης και κατά πάσα πιθανότητα συμπαθητικό παλικάρι. Μόνο που, ως τυπικός Αφρικανός, με το που έφτασε κάπου σταμάτησε να ενδιαφέρεται. Ο,τι και να γίνει, ο Τουρέ θα ξανακάνει τα ίδια. Ακούγεται και πάλι ρατσιστικό, αλλά οι προκαταλήψεις –όπως και τα γνωμικά– βγαίνουν μέσα από την εμπειρία. Και υπάρχει μια παλιά ελληνική παροιμία που λέει με ποιον και πότε «...το σαπούνι σου χαλάς».

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x