Η ελκυστικότητα των αγγλικών ομάδων που γίνονται στόχος «επενδυτών» οφείλεται και στο γεγονός ότι το χρηματιστήριο του Λονδίνου βρίσκεται εκτός της ζώνης του ευρώ, γεγονός που προσφέρει στους επενδυτές σοβαρά πλεονεκτήματα
Κατα καιρούς έχω γράψει για τα οικονομικά στοιχεία και τη γενικότερη εικόνα του αγγλικού ποδοσφαίρου και ιδιαίτερα για την οικονομική συμπεριφορά και τις προοπτικές των ομάδων της Πρέμιερσιπ. Το αγγλικό ποδόσφαιρο έχει ένα εξαιρετικό θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας που του επιτρέπει την αυτοτέλεια και την αυτοδιοίκηση. Η καλή οργάνωση των ομάδων και η παρουσία τους στο χρηματιστήριο κάνουν κάποιες από αυτές ελκυστικές επενδυτικές προτάσεις ή βολικό πλυντήριο χρήματος, όσο αυστηροί κι αν είναι οι νόμοι ελέγχου της προέλευσης των κεφαλαίων. Πάντα υπάρχει ένα καλό παράθυρο για να νομιμοποιήσεις ένα κεφάλαιο. Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε όλο και περισσότερους πολυεκατομμυριούχους να ενδιαφέρονται για την αγορά μετοχών των αγγλικών ομάδων και οι τύποι αυτοί προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά εκτός Αγγλίας. Απ' όλες αυτές τις προσφορές ή την εκδήλωση πρόθεσης για την εξαγορά μέρους του μετοχικού κεφαλαίου ή και της πλειοψηφίας των μετοχών ενός συλλόγου, δεν είναι σίγουρο ότι όλες έχουν επενδυτικό χαρακτήρα.
Υποθέτω πως όταν μια ομάδα πατά αποκλειστικά στα εκατομμύρια του μεγαλοϊδιοκτήτη της και δεν οργανώνει τις στρατηγικές της σε επίπεδο μάρκετινγκ και οικονομικής διαχείρισης, αργά ή γρήγορα θα αντιμετωπίσει μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο πιστεύω πως οι επενδυτικές ευκαιρίες στην Αγγλία είναι περιορισμένες και ότι οι πλειονότητα των προτάσεων που κάνουν λόγο για αγορές μετοχών είναι ξέπλυμα χρήματος. Ο μεγιστάνας μπαίνει, ξοδεύει για δύο-τρία χρόνια τεράστια ποσά χρημάτων, όχι όμως σε επενδύσεις υποδομής, και όταν φεύγει, αφήνει τεράστιες τρύπες και μια ομάδα καταχρεωμένη, η οποία θα σωθεί μόνο χάρη στην κινητοποίηση των οπαδών της και αφού περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα σε μικρότερες κατηγορίες. Η επένδυση σε μια ποδοσφαιρική ομάδα μπορεί να αποδώσει μόνο σε βάθος χρόνου, γεγονός που απαιτεί σοβαρή, οργανωμένη, σχεδιασμένη και υπομονετική προσπάθεια. Η ελκυστικότητα των αγγλικών ομάδων που γίνονται στόχος «επενδυτών» οφείλεται και στο γεγονός ότι το χρηματιστήριο του Λονδίνου βρίσκεται εκτός της ζώνης του ευρώ, γεγονός που προσφέρει στους επενδυτές σοβαρά πλεονεκτήματα. Επίσης, πρέπει να συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι η συνεχής αναβάθμιση της δομής των διοργανώσεων της ΟΥΕΦΑ σε επίπεδο συλλόγων προσφέρει ευκαιρίες για κερδοφορία και μεγάλη διαφημιστική προβολή. Διαφήμιση, δηλαδή, σε ευρύτατες ομάδες κοινού σε ολόκληρη την Ευρώπη και ιδιαίτερα στην ομάδα καταναλωτών που βρίσκονται στις ηλικιακές ομάδες 16-35 που οι διαφημιστές θεωρούν «φιλέτο».
Μέχρι πριν από λίγο καιρό ελκυστικές ήταν οι επενδύσεις μόνο σε ομάδες που μετείχαν στο Τσάμπιονς Λιγκ, ενώ τώρα στον χορό μπαίνουν και οι ομάδες που παίρνουν μέρος στο ΟΥΕΦΑ που από πέρυσι έχει και αυτό ομίλους. Ετσι, φαντάζουν «λογικές» οι προτάσεις που γίνονται ή που μπορεί να γίνουν για την εξαγορά ομάδων της Πρέμιερσιπ και όχι πρωτοκλασάτων. Πέρα από τη δυνατότητα της κερδοφορίας, είναι και κάποια άλλα πλεονεκτήματα που προσφέρουν οι ποδοσφαιρικές ομάδες σε κάποιους κεφαλαιούχους, ειδικά σε κεφαλαιούχους των οποίων τα χρήματα έχουν «ύποπτη» προέλευση. Δεν ωφελεί πλέον να κάνουμε τα στραβά μάτια. Το ποδόσφαιρο, και όχι μόνο στην Αγγλία, έχει αναδειχθεί σ' ένα πολύ βολικό πλυντήριο. Μετά την εντυπωσιακή είσοδο του Αμπράμοβιτς, κατά καιρούς έχουν κάνει την εμφάνισή τους «ειδήσεις» που αφορούν στο μπάσιμο Ρώσων εκατομμυριούχων στο αγγλικό ποδόσφαιρο. Προχθές ανακοινώθηκε ότι ένας ακόμα «κεφαλαιούχος» επενδύει σε αγγλική ομάδα και μάλιστα όχι πρώτης γραμμής. Στην Πόρτσμουθ, η οποία είναι δέκατη όγδοη στη βαθμολογία. Ο 30χρονος Αλεξάντερ Γκαϊντάμακ θα δώσει 23,5 εκατομμύρια ευρώ για να αγοράσει το 50% της Πόρτσμουθ, αλλά ο Μίλαν Μάνταριτς θα συνεχίσει να κάνει κουμάντο.
Ο θόρυβος όλος έχει ξεκινήσει γιατί ο Αλεξάντερ είναι ο γιος του Αρκάντι Γκαϊντάμακ, ενός ακόμα Ρώσου μεγιστάνα που αγόρασε πρόσφατα την Μπεϊτάρ Ιερουσαλήμ, για άγνωστο ποσό. Ο Αρκάντι Γκαϊντάμακ, που πρόσφατα έκανε στο Τελ Αβίβ μία μεγάλη και πανάκριβη δεξίωση με 1.500 καλεσμένους από τον χώρο του ισραηλινού ποδοσφαίρου, με την αγορά της Μπεϊτάρ έχει κάνει τα πράγματα άνω-κάτω στο ισραηλινό ποδόσφαιρο, καθώς –ανάμεσα στα άλλα– ανέβασε τον ετήσιο προϋπολογισμό της ομάδας από τα 5 στα 30 εκατομμύρια δολάρια.
Ο Γκαϊντάμακ, εναντίον του οποίου έχει εκδοθεί ένταλμα σύλληψης από τις γαλλικές αρχές, έχει τη γαλλική, την ισραηλινή και την καναδική υπηκοότητα. Οι γαλλικές αρχές τον καταζητούν για την παράνομη πώληση ρωσικών όπλων αξίας 720 εκατομμυρίων ευρώ στην Ανγκόλα, στη δεκαετία του ’90, μία υπόθεση στην οποία εμπλέκεται και ο γιος του Φρανσουά Μιτεράν. Ο πατέρας Γκαϊντάμακ έκανε χρήματα, όπως υποστήριξε ο ίδιος, εκμεταλλευόμενος «τις επενδυτικές ευκαιρίες» που ξεπήδησαν με την κατάρρευση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Ο Αλεξάντερ Γκαϊντάμακ, του οποίου το επάγγελμα είναι –γενικώς– επιχειρηματίας, υποστήριξε ότι τα χρήματα με τα οποία αγοράζει το μισό ποσοστό της Πόρτσμουθ είναι δικά του και όχι του πατέρα του και συμπλήρωσε ότι θα ξοδέψει πάνω από 100 εκατομμύρια ευρώ για την ισχυροποίηση της ομάδας. Δικά του, εννοείται. Το μόνο που δεν διευκρίνισε ο γιος του Γκαϊντάμακ –που έχει γαλλική υπηκοότητα– είναι η φίρμα του απορρυπαντικού που χρησιμοποιεί η οικογένεια στις δουλειές της.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






