Παλαιότερες

O βασιλιάς της Αιγύπτου (Sportday / Χρήστος Χαραλαμπόπουλος)

Το ποδόσφαιρο μοιάζει μερικές φορές για κάποιους νεαρούς ποδοσφαιριστές να είναι ένας κόσμος παραμυθένιος. Το παραμύθι μοιάζει ακόμα μεγαλύτερο όταν ο ήρωας έρχεται έξω από την ευρωπαϊκή ήπειρο, από χώρες υπανάπτυκτες, όπου το ποδόσφαιρο μπορεί να θεωρηθεί είδος διαβατηρίου για το ταξίδι σε έναν καλύτερο κόσμο.
Μία τέτοια περίπτωση είναι η ιστορία του νεαρού Αιγύπτιου Αχμέντ Χοσάμ, που είναι γνωστός στους συμπατριώτες του –και αρχίζουν να τον μαθαίνουν και στην Ευρώπη– με το προσωνύμιο «Μίντο». Στην Ολλανδία, όπου αγωνίστηκε για δύο χρόνια στον Αγιαξ, τον αποκαλούσαν «ο βασιλιάς του Καΐρου». Ο 23χρονος «Μίντο» δεν είναι τυχαία περίπτωση. Κάνει το ντεμπούτο του με την εθνική της χώρας του στα 17 του και πριν καταλήξει στην Τότεναμ, περιπλανήθηκε σε Βέλγιο, Ολλανδία και Ιταλία. Ο «Μίντο» είναι για τους Αιγύπτιους ό,τι είναι ο Μπέκαμ για τους Αγγλους ή ο Μαραντόνα για τους Αργεντινούς. Ισως και κάτι περισσότερο. Για τους Αιγύπτιους είναι ο καλύτερος ποδοσφαιριστής που έβγαλε ποτέ η Αφρική και πιστεύουν ότι μπορεί να αφήσει το σημάδι του στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, αν καταφέρει να ωριμάσει και να μάθει τα μυστικά αυτού του παραμυθένιου κόσμου του ποδοσφαίρου.

Ενός κόσμου που από παραμυθένιος πολλές φορές μπορεί να μεταμορφωθεί σε κρεατομηχανή ταλέντων. Ο ίδιος ο «Μίντο» λέει συχνά στις συνεντεύξεις του πως θέλει να δείξει στους Ευρωπαίους ότι η Αίγυπτος, η χώρα του, δεν είναι μία έρημος της Αφρικής. Οι Αιγύπτιοι του συμπεριφέρονται σαν να είναι βασιλιάς, μιας και τον θεωρούν το μεγαλύτερο «όπλο» της εθνικής τους στην προσπάθειά της να πετύχει κάτι καλό στο Κόπα Αφρικα. Ο γάμος του πριν από δύο χρόνια με τη συμπατριώτισσά του Γιόσρα Βάελ, ένα κορίτσι της διπλανής πόρτας, ήταν το πλέον επιτυχημένο live show στην ιστορία της αιγυπτιακής TV. Ο «Μίντο», που είναι ψηλότερος από τον μέσο όρο των συμπατριωτών του, δείχνει γεμάτος αυτοπεποίθηση στις συνεντεύξεις του, μιλά ελάχιστα για το γεγονός ότι είναι μουσουλμάνος, είναι καθαρά απολιτικός τύπος και φαίνεται ότι δεν ενδιαφέρεται για τίποτε άλλο έξω από το ποδόσφαιρο, τη φήμη και το χρήμα.

Γεννημένος και μεγαλωμένος στο περιβάλλον μιας μεσοαστικής οικογένειας στο Κάιρο, έπαιζε, όπως όλα τα παιδιά, με τις ώρες ποδόσφαιρο στους δρόμους. Ο πατέρας του, που υπήρξε επαγγελματίας ποδοσφαιριστής και τώρα διευθύνει ένα γραφείο ταξιδίων, ήταν αυτός που τον στήριξε περισσότερο. Η αγαπημένη ομάδα του «Μίντο» είναι η Αρσεναλ και ο αγαπημένος του ποδοσφαιριστής ο Τιερί Ανρί. Ο «Μίντο» έχει αυτογνωσία. Ξέρει ότι δεν είναι Τιερί Ανρί και πως πρέπει να δουλέψει σκληρά για να γίνει, γι' αυτό προσπαθεί να δυναμώσει το δεξί του πόδι, που δεν είναι το καλό του. Συχνά όμως λέει «είμαι σαν έναν Ιταλό σέντερ φορ. Δεν έχει σημασία πώς σκοράρω, όσο καταφέρνω να σημειώνω γκολ».
Ο Κούμαν, που ήταν προπονητής του στον Αγιαξ, δεν τον εκτίμησε ποτέ ιδιαίτερα, διότι θεωρούσε ότι δεν διέθετε αγωνιστική πειθαρχία και συνάμα υπολειπόταν σε τεχνική. Αυτό τελικά ίσως να έκανε καλό στον «Μίντο», που μπόρεσε να συνεχίσει τον δρόμο του και να έχει βρει φέτος στην Τότεναμ, όπου έχει σκοράρει εννέα φορές, τη δική του γη της επαγγελίας.

Τα «οφέλη» της Ολυμπιάδας

Η αιχμή της προπαγάνδας για τους Ολυμπιακούς του 2004 ήταν η γενικόλογη και εν πολλοίς αφελής επιχειρηματολογία για τα οφέλη που θα αποκόμιζε η χώρα μας. Δύο χρόνια μετά δεν βλέπω να γίνεται καμία κεφαλαιοποίηση κερδών από εκείνη την προσπάθεια, που κόστισε σχεδόν 10 δισ. σε όλους μας και ακόμα δεν έχει αποδώσει το παραμικρό.
Ισως φέτος το καλοκαίρι να δούμε μία αύξηση της τουριστικής κίνησης, που αν κυμανθεί στα υπεραισιόδοξα επίπεδα του 10%, θα είναι μία ένδειξη. Μία ένδειξη που αν συνεχίσει να επαναλαμβάνεται με τον ίδιο ρυθμό στα επόμενα δέκα χρόνια, τότε θα μπορούσαμε να μιλάμε για κάποια οφέλη. Πέρα από την αύξηση της τουριστικής κίνησης, υπάρχει και το ζήτημα των ολυμπιακών εγκαταστάσεων, που αν θυμάστε «έγιναν για εμάς, για να μείνουν σ’ εμάς». Θα μπορούσαμε όλοι εμείς να έχουμε πρόσβαση σε αυτές, όπως και ένα σωρό σωματεία και ομοσπονδίες.
Οι ολυμπιακές εγκαταστάσεις ήταν βαριές κατασκευές, επιβαρυντικές για το περιβάλλον και πανάκριβες, που σε αρκετές περιπτώσεις θα μπορούσαν να αντικατασταθούν από ελαφρές κατασκευές, όπως έγινε στη Βαρκελώνη. Ετσι όμως οι κατασκευαστές αυτών των εγκαταστάσεων δεν θα αποκόμιζαν τα τεράστια κέρδη που είχαν κατασκευάζοντας αυτά τα τσιμεντένια μαμούθ. Τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση ισχυρίζονταν ότι είχαν σχέδια αξιοποίησης αυτών των μαμούθ, η συντήρηση των οποίων κοστίζει ετησίως 100 εκατ. ευρώ.
Παρ' όλ' αυτά, 16 μήνες μετά τους Ολυμπιακούς παραμένουν αναξιοποίητα, στοιχειωμένα και απαγορευμένα για εμάς. Επιπλέον, στους κατασκευαστές τους οφείλονται 218 εκατ. ευρώ από το κράτος, δηλαδή εμάς. Τελικά, όλους τους πιάσαμε κορόιδα. Ειδικά σε ό,τι αφορά στα οφέλη. Ρωτήστε τον πρωθυπουργό ή την κυρία Αγγελοπούλου και θα το επιβεβαιώσουν. Πόσο μάλλον που δεν θα τους κοστίσει τίποτα.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x