Αυτό το τρελοκομείο της Λάτσιο, ο Ντι Κάνιο, όταν τον ρώτησαν πώς θα 'ταν το ντέρμπι στο «Ολίμπικο» με τη Ρόμα δίχως τον (τραυματισμένο) Τότι, είπε... ψωμί δίχως μερέντα (nutella, για την ακρίβεια). Οπως θα 'ναι το Ολιμπίκ Λιόν-Μίλαν δίχως τον Ζουνίνιο. Οπως θα 'ταν ή όπως ήταν πέρυσι από τους «8» και μετά το Τσάμπιονς Λιγκ δίχως τον Ροναλντίνιο.
Ο Ροναλντίνιο δεν ανήκει στην Μπαρτσελόνα ή στη Βραζιλία. Δεν ανήκει, καν, στο ποδόσφαιρο. Ο Ροναλντίνιο είναι περιουσία της ανθρωπότητας. Είναι (ο ίδιος, αυτοπροσώπως) η χαρά της ζωής και αυτήν μεταδίδει... σαν να 'ταν νόσος. Χαρίζει το πιο πολύτιμο πράγμα, το χαμόγελο, εξίσου στον φτωχό και στον πλούσιο. Σ' αυτόν που ζει στην Πολυνησία και σ' εκείνον που γεννήθηκε στην Ισλανδία. Στον κίτρινο, στον μαύρο, στον ερυθρόδερμο.
Ο Ροναλντίνιο πρέπει να παίζει. Τους (μας) συμφέρει όλους να παίζει. Όσο γίνεται πιο πολύ. Αλλά δεν είν' ο Φέντερερ, για να εξαρτάται αυτό (το πόσο θα παίζει, δηλαδή) 100% από τον εαυτό του. Απέναντι στον εαυτό του, ο Ροναλντίνιο έχει την υποχρέωση να τον φροντίζει. Το κάνει, στο πιο υψηλό επίπεδο. Εξαρτάται, όμως, από ακόμα δύο παραμέτρους. Ο ένας είναι η ομάδα (του). Ο άλλος, το πακέτο αντίπαλοι+διαιτητές.
Ο «Ρόνι» μπορεί να αισθάνεται ευτυχής. Και πέρυσι, αυτός ήταν. Ο ίδιος κι απαράλλακτος. Αλλά τότε, ακριβώς δώδεκα μήνες πίσω, η Μπαρτσελόνα δεν τον «υποστήριξε». Το αποτέλεσμα ήταν τα αριστουργήματά του να χαθούν μες στη λάσπη του «Στάμφορντ Μπριτζ». Φέτος η (...καθόλου ίδια κι απαράλλακτη) Μπαρτσελόνα του πρόσφερε πολύ πιο στέρεο, για την παράστασή του, παλκοσένικο.
Η ευτυχία είναι και για το πακέτο αντίπαλοι+διαιτητές. Ο Ροναλντίνιο ζει την αποθέωσή του, σε φάση της ιστορίας που οι κανονισμοί (τον) προστατεύουν, όσο δεν προστάτευαν τον Πελέ στα '60s ή τον Μαραντόνα στα '80s. Τον προστατεύει, επίσης, το παγκόσμιο ίματζ. Η αίσθηση που ήδη σημειώσαμε, ότι ανήκει στην ανθρωπότητα. Όποιος τον χτυπήσει σαν χασάπης, δεν θα πάρει μόνο την κόκκινη κάρτα. Αλλά και μερικά δισεκατομμύρια κατάρες. Ουδείς θα το αποτολμήσει. Διότι ουδείς, μετά, θα το αντέξει.
Ένα από τα πράγματα που παρακολουθώ «επάνω του» είναι η σχέση που αναπτύσσει με τον αντίπαλο στο χορτάρι. Ενδεχομένως φαίνεται ότι (αλλά, στο βάθος, δεν) τον περιπαίζει. (Δεν) τον χλευάζει. (Δεν) τον ξεφτιλίζει. Διότι απλώς δεν έχει κανένα κενό, άρα και καμία ανάγκη, για να το κάνει. Είναι τόσο ψηλά, που δεν το χρειάζεται. Δεν θα προσθέσει κάτι, αυτό, στο μεγαλείο του. Τον αντίπαλο, περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο, τον έχει απέναντι σαν αναπόσπαστο μέρος του σκηνικού. Ώστε να προσφέρει στο κοινό το χαμόγελο (για τη δική του ενέργεια). Οχι τον γέλωτα (για το κάζο του αλλουνού).
Ισχύει για κάθε στρατοσφαιρικό. Ισχύει και για τον τρισμέγιστο Σεβτσένκο. Επιστρέφοντας από το Μιλάνο, συνειδητοποίησα πόσο γκελ έκανε σε πολύ κόσμο η εικόνα του Καν να «τη λέει» (με τον δικό του, κλασικό, τρόπο) στον Ουκρανό μετά το χαμένο πέναλτι. Ο Σεβτσένκο ούτε που γύρισε να κοιτάξει. Ογδόντα δευτερόλεπτα αργότερα, όταν του 'βαλε το γκολ με την κεφαλιά, οι μετά ταύτα (εν Αθήναις) συνομιλητές μου ήταν βέβαιοι πως θα πήγαινε «να του τα δείξει». Ο Σεβτσένκο, και πάλι, ούτε που γύρισε να κοιτάξει. Αυτά, να-του-τα-δείξει, είναι για την κλάση Γκατούζο. Εκείνος, ο γήινος, ναι. Ο υπεργήινος «Σέβα», όχι.
Ο Ροναλντίνιο, λοιπόν, πρέπει να παίζει. Όσο γίνεται πιο πολύ. Ολοι θέλουν να τον βλέπουν. Αλλά και όλους, για το ωραίο... οξύμωρο του πράγματος, τους εξιτάρει η ιδέα (να βρεθεί) ποιος μπορεί, τώρα στο Τσάμπιονς Λιγκ ή αύριο-μεθαύριο στο Παγκόσμιο Κύπελλο, να τον νικήσει. Στο Τσάμπιονς Λιγκ, εν όψει της συνέχειας των νοκ άουτ που (όπως καταλήξαμε την Παρασκευή εδώ) πάει να γίνει «η Μπαρτσελόνα μόνη κι όλη η ιταλική ελίτ εναντίον της», τούτη είναι η όλα τα λεφτά ερώτηση: θα τον νικήσει κάποιος;
Πριν από την κλήρωση, έλεγα μέσα μου πως το Μπαρτσελόνα-Μίλαν πρέπει «πάση θυσία» να το δούμε. Θα το προτιμούσα είτε εδώ και τώρα, σε δύο ματς στον προημιτελικό γύρο, για να 'ναι... πιο χορταστικό, είτε τον Μάιο στο ένα (αλλά τι ένα!) ματς του τελικού. Δεν ήρθε, τώρα. Και δεν θα 'ναι ο τελικός. Σπανίως ο τελικός τον Μάιο είναι εκείνος που ονειρευόμαστε τον Φεβρουάριο ή τον Μάρτιο. Πάντοτε, θαρρείς, μπαίνει από την άκρη του πουθενά σφήνα κάποια Βαλένθια, κάποια Μπάγερ Λεβερκούζεν, κάποια Πόρτο. Το Τσάμπιονς Λιγκ, όμως, από τις σφήνες δεν έχασε ποτέ κάτι. Ισα ίσα κερδίζει το βαρυσήμαντο επιχείρημα ότι δεν πρόκειται για κλειστή λίγκα, προνόμιο των ελάχιστων. Αλλά ότι ήταν, είναι και (μαζί, κερδίζει την ελπίδα ότι) θα παραμείνει ανοικτό στο αουτσάιντερ.
Μπαρτσελόνα-Μίλαν μπορεί να είναι, μόνον, ημιτελικός. Έστω κι έτσι, διόλου άσχημα. Συμβιβαζόμαστε! Το 2003 η σύνθεση των ημιτελικών ήταν Ρεάλ-Μίλαν, Ιντερ-Γιουβέντους. Το 2006 υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες να 'ναι Μπαρτσελόνα και Μίλαν, Ιντερ και Γιουβέντους. Τότε, με το που κατάπιε η Γιούβε τη Ρεάλ, το τρόπαιο έγινε ιταλικό... προτού παιχθεί ο τελικός. Για την ακρίβεια, με τη λήξη της ρεβάνς Γιούβε-Ρεάλ στο Τορίνο. Σήμερα ο Ροναλντίνιο έχει, ακόμα, στον δρόμο του (κι αυτό είναι που στο τέλος της ημέρας τον κάνει συναρπαστικό) τα πιο περίπλοκα εμπόδια. Τα πιο εξελιγμένα, το ένα πίσω από το άλλο, μοντέλα της ιταλικής βιομηχανίας.
Αλλά είναι κι ο μοναδικός δρόμος για να «ισοφαρίσει» τον Κρόιφ, να γίνει ο ισαπόστολος του Ολλανδού και να εξασφαλίσει μια για πάντα την αθανασία στην καρδιά και στον ψυχισμό του Καταλανού. Το ενδιαφέρον είναι ότι έχει μπροστά του και κάμποσα χρόνια, άρα θα έχει (κατά πάσα πιθανότητα) και κάμποσες ευκαιρίες για να το κάνει.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






