Είναι αξιοπρόσεκτο ότι ο Γιώργος Ράλλης πολιτιστικά προϋπάρχει του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ενώ ο Καραμανλής ήταν ο βάρβαρος που προανήγγειλε την ανατροπή του ancient regime, ο Ράλλης ήταν ο τελευταίος των αυθεντικών δεξιών της πλατείας Κολωνακίου που έτρωγαν τα «ρ» μαζί με τις πουτίγκες της Λυκόβρυσης.
Οι φίλοι του Ράλλη ήξεραν ότι στις ανάποδές του μπορούσε να κατεβάσει περισσότερα καντήλια από πωλητή εκκλησιαστικών ειδών στην Καπνικαρέα. Τα μέλη της Αντισφαίρισης Αθηνών και του Ομίλου Γκολφ της Γλυφάδας, που απλώς τον γνώριζαν, έβλεπαν έναν άκαμπτο στους τύπους ευπατρίδη. Μια φορά ένα μέλος της Αντισφαίρισης είχε πατήσει το παπούτσι στο κάγκελο που βρίσκεται πάνω από το γήπεδο. Ο Ράλλης τον είχε κοιτάξει σαν λεπρό. Δεν χρειάστηκε να του πει τίποτα για να το κατεβάσει. Υποκρισία; Σίγουρα. Αλλά η συγκεκριμένη μουσειακή πια υποκρισία μιας άρχουσας τάξης που πίστευε ότι υπάρχουν δύο συμπεριφορές. Μία όταν βρίσκεσαι ανάμεσα σε φίλους και μία άλλη όταν είσαι ανάμεσα σε κοινό.
Στους περισσότερους είχε φανεί περίεργο ότι ένας συντηρητικός πολιτικός όπως ο Ράλλης θα προχωρούσε στη ριζοσπαστικότερη αλλαγή του εκπαιδευτικού μας συστήματος, όταν επί πρωθυπουργίας του κατάργησε τη σχολική ποδιά και καθιέρωσε το μονοτονικό στα σχολεία. Ηταν όμως συμβατό με τη συντηρητική προσωπικότητά του. Ποδιά και πολυτονικό ανήκαν στην εποχή που είχε πάψει πια να υπάρχει. Την εποχή που η Παιδεία ήταν κτήμα των λίγων, αλλά και πραγματική. Οταν 3% των Ελλήνων τελείωνε το γυμνάσιο, αλλά η πραγματική του γνώση ήταν μεγαλύτερη από έναν σημερινό απόφοιτο πανεπιστημίου. Ο Ράλλης έβλεπε ότι η ποδιά, που λόγος ύπαρξής της ήταν να «κάνει» τον μαθητή όπως η στολή τον στρατιώτη, σε λίγο χρόνο θα γινόταν σινιέ και ότι δεν μπορείς να μορφώνεις εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες ελπίζοντας ότι θα μάθουν το πολυτονικό. Η καθιέρωση του μονοτονικού ήταν ρεαλισμός, αλλά ταυτόχρονα και ομολογία ότι υψηλή Παιδεία δεν μπορεί να υπάρξει για τους πολλούς.
Κάτι σαν τους Αντωνίνους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι οποίοι ήταν η εξαίρεση ανάμεσα στους έκφυλους που διαδέχθηκαν και τους βαρβάρους που θα τους διαδέχονταν, ο Γιώργος Ράλλης κυβέρνησε ανάμεσα στον Καραμανλή και τον Παπανδρέου. Δύο προσωπικότητες που ο κόσμος εύκολα μπορούσε να καταλάβει. Ο Ράλλης θα πέρναγε στην ιστορία ως ο πολιτικός που ζήτησε από τους οπαδούς του να μην αποδοκιμάζουν τον αρχηγό των αντιπάλων. Οταν οι νεοδημοκράτες είχαν γιουχάρει τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο Ράλλης σταμάτησε τον λόγο του λέγοντας «Δεν θέλω "ου"». Σήμαινε «θέλω να με ακούτε» και όχι να μουγκρίζετε. Σήμαινε «θέλω να σέβεστε τον θεσμό που είναι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης». Σήμαινε ότι στον δρόμο κρατάμε τις κοινωνικές συμβάσεις. Στον κόσμο φάνηκε αστείο. Σε λίγο καιρό ο Ανδρέας Παπανδρέου θα αναδείκνυε τη Ρίτα Σακελλαρίου σε εθνική τραγουδίστρια και θα έκανε νόημα μπροστά στην κάμερα στην γκόμενά του να κατέβει από το αεροπλάνο.
Ο θάνατος του Γιώργου Ράλλη χθες ήταν το φυσικό τέλος κάθε ζωής. Πολιτικά όμως είχε τελειώσει πριν από 25 χρόνια. Οταν σε μια συγκέντρωση της Ν.Δ. είχε ζητήσει κάτι που του φαινόταν αυτονόητο και τους φάνηκε αστείο επειδή δεν το κατάλαβαν. Και αυτός δεν θέλησε ποτέ να τους καταλάβει.
Εντυπωσίασε για δύο λόγους η άνεση του Κώστα Μπότου όταν είπε στον Ιλιε Ιβιτς «Παιδιά, μη βιαζόσαστε. Εγώ τον Κλέιτον θα σας τον έχω κρατημένο μέχρι το τέλος Απριλίου». Είπε ο Μπότος ότι θα βάλει τον παίκτη στην κατάψυξη μέχρι τον Απρίλιο; Πάει και τέλειωσε. Ο ίδιος ο Τζίγκερ να τον παίρνει στο τηλέφωνο, ο Μπότος δεν θα βγαίνει. Ο Λούβαρης να του τάζει 600 χιλιάδες για τον παίκτη και 200 για τον Μπότο κάτω από το τραπέζι, η απάντηση θα είναι «όχι». Από τώρα μέχρι το τέλος Απριλίου για τον Κλέιτον μπορεί να μιλάει μόνο η ΑΕΚ και οι υπόλοιποι τουμπέκα, γιατί χάνουν τζάμπα τον καιρό τους.
Το άλλο που εντυπωσίασε είναι ότι ο Μπότος ανέτρεψε το status quo του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Μέχρι χθες οι παίκτες ανήκαν στις ομάδες τους όσο διαρκούσε το συμβόλαιο. Από τούδε οι παίκτες ανήκουν στον μάνατζέρ τους. Τώρα ποιος Δαμήλος, Απόλλωνας και σαχλαμάρες. Στο ποδόσφαιρο υπάρχει ένας νόμος. Ο νόμος του Μπότου.
Αυτό που δεν εντυπωσίασε είναι ότι η ΑΕΚ διαπραγματεύεται με τον Μπότο ενώ πριν από δύο χρόνια ο Νικολαΐδης είχε πει ότι θα του κάνει αγωγή. Ο λόγος ήταν ότι όταν ο Κοντός και οι Γκικονοτιάδες είχαν αναλάβει την ΑΕΚ, ανάμεσα στα έξοδα βρέθηκε ένα τιμολόγιο μισού εκατομμυρίου ευρώ για τη σχεδίαση του νέου γηπέδου της ΑΕΚ. Το σχέδιο είχε εκπονήσει η εταιρεία «Μπότος Γήπεδα Αβάδιστα στον δικό σας χώρο» και το deal είχε γίνει την εποχή του Πετροστάθη. Οσοι συνυπολόγισαν ότι ο Κοντός πήρε την ΑΕΚ χάρη στον Στάθη, εκτίμησαν ότι τα περί αγωγής ήταν για τα μάτια του κόσμου. Το ίδιο και ο Μπότος, που γνωρίζοντας ότι έχει την πλάτη του Στάθη, όποτε τον ρωτούσαν για την αγωγή έβαζε τα γέλια.
Τα πάντα όμως εξηγούνται από το ότι ο Μπότος δεν έχει ανάγκη πια από λεφτά. Από τότε που πήρε την αντιπροσωπεία του μυστικού πολυσυστήματος ελέγχου των ποδοσφαιρικών αγώνων ξέρει ότι τα λεφτά που θα βγάλει δεν θα μπορεί να τα φάει ούτε σε 10 μποτοζωές. Προχθές, στη διάρκεια της έγκριτης εκπομπής των Χριστόγλου - Λεάνη «Μιλαμπάλα», ο Μπότος κάτι πήγε να πει για το σύστημα. Μπροστά όμως στον κίνδυνο να του το κλέψουν συγκρατήθηκε. Ο,τι μάθαμε είναι από μία συζήτηση που είχε κάνει με έναν φίλο του πριν από λίγες μέρες. Οταν Ο Μπότος αποκάλυψε την ύπαρξη του πολυσυστήματος Amico (ή κάπως έτσι).
Το πολυσύστημα Amico, που χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα με το Ε' Κοινοτικό Πακέτο Μπότος, είναι ένα σύστημα πλήρους ελέγχου σε ό,τι γίνεται μέσα στον αγωνιστικό χώρο, αλλά και στις κερκίδες. Σύμφωνα με τον Μπότο, το σύστημα ελέγχει τις αντιδράσεις των παικτών, των προπονητών, των βοηθών τους, το σύστημα που παίζει η ομάδα, αλλά και την ασφάλεια στις κερκίδες.
Για παράδειγμα, εάν το σύστημα Amico λειτουργούσε στη Λάρισα, οι ελεγκτές θα έβλεπαν αμέσως ότι ο Ματζουράκης τα είχε πάρει, ότι ο Αντζας μουρμούριζε κάτι για τον Σινάνογλου και ότι στη θύρα 3 κάποιοι οπαδοί ήταν έτοιμοι να σηκωθούν σούζα και να κυνηγάνε τον κόουτς Ματζούρ. Αμέσως ο ελεγκτής θα έδινε τις οδηγίες. «Βάλιουμ στον Ματζούρ, έναν δικηγόρο για τον Βούλη και τρεις "αβγωμένοι" σεκιουριτάδες στην 3».
Ολα θα τα χάσουμε εάν ο Μπότος εξοντωθεί – και ο μόνος που μπορεί να εξοντώσει τον Μπότο είναι ο Δαμήλος. Αντί να το δει με ανωτερότητα και να καταλάβει ότι τα 500 και 600 χιλιάρικα που θα πάρει για τον Κλέιτον δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα μπροστά στα οφέλη που θα έχει η ανθρωπότητα από τον Μπότο, λέει ότι όπου κι αν τον πετύχει θα τον σακατέψει.
Είναι μεγάλη χαρά να παρακολουθείς έναν ποδοσφαιρικό αγώνα στην τηλεόραση μαζί με έναν δάσκαλο του ποδοσφαίρου. Την περασμένη Κυριακή, σε ένα απέριττο διαμέρισμα των 480 χιλιάδων ευρώ στη Νέα Σμύρνη, μια παρέα αγνών -άντε λίγο νοθευμένων- Πανιωνίων έβλεπε το ματς εναντίον της ΑΕΚ. Μαζί τους ο ζωντανός θρύλος του Πανιωνίου, Δημήτρης Μπαρμπαλιάς. Ο οποίος είχε σηκωθεί, είχε πάει δίπλα στην τηλεόραση και με το δάχτυλο ακολουθούσε την κίνηση των παικτών. Κάτι σαν Ραβούσης στο «Παίξε μπάλα» αν του χάλαγε το μαντζαφλάρι που φτιάχνει τα βελάκια. Οι υπόλοιποι κάθονται στον καναπέ απέναντι και απολαμβάνουν τα multimedia. Υπάρχει μάλιστα η περίπτωση η συγκέντρωση να μεταφερθεί στο μαγαζί του Ζαμάνη και να παρουσιάζεται σαν παράσταση για το κοινό.
Οπου το θέαμα δεν είναι τόσο στατικό όσο ακούγεται. Γιατί ο Μπαρμπαλιάς, που γνωρίζει τα μυστικά της θέσης του τερματοφύλακα όσο κανένας άλλος, δεν έχει πρόβλημα να τα μοιραστεί με τον υπόλοιπο κόσμο. Σε μια φάση που η δυστυχία που ονομάζεται Βάνιακ αγωνίζεται κάτω από τα δοκάρια του Πανιωνίου και δηλώνει τερματοφύλακας έκανε μια έξοδο και όπως αναμενόταν έχασε την μπάλα, ο Μπαρμπαλιάς ανατρίχιασε, αλλά δεν έμεινε στη στείρα κριτική. Προχώρησε στο τι θα έπρεπε να έχει κάνει. Σήκωσε τα χέρια ψηλά και άρχισε να τρέχει προς το ακροατήριο, όπως οι Ιταλοί στην Αλβανία όταν παραδιδόντουσαν. «Ο τερματοφύλακας, κύριοι, δεν βγαίνει στην έξοδο όταν η μπάλα είναι ψηλά με τα χέρια κάτω. Τα σηκώνει πρώτα στον αέρα, γιατί έτσι κερδίζει χρόνο». Το ξέρατε; Δεν το ξέρατε. Θα το μάθετε όμως όταν το συγκρότημα Barbalias & Friends εμφανιστεί στο μαγαζί του Ζαμάνη.
Οπως και θα μάθετε ότι η ονομασία «γάτος», που οι παλιοί έδιναν στους τερματοφύλακες, δεν ήταν μεταφορική, αλλά κυριολεκτική. Σε ένα από αυτά που ο Βάνιακ αποκαλεί «χαμηλές εξόδους» και όλοι οι άλλοι «σούρσιμο», ο Μπαρμπαλιάς δεν άντεξε. «Εχει κανένας πάνω του δύο τούβλα και έναν γάτο;», φώναξε. Περιέργως κανένας δεν κράταγε τούβλα ή γάτο, οπότε ο βετεράνος τερματοφύλακας αναγκάστηκε να το εξηγήσει με λόγια. «Εάν πάρεις δύο τούβλα και τα βάλεις για δοκάρια και έναν γάτο στη μέση, θα δεις ότι δεν φεύγει ευθεία αλλά με ζιγκ ζαγκ. Ετσι πρέπει να βγαίνει και ο τερματοφύλακας». Και όλοι μαζί για μία ακόμα φορά τραγούδησαν «Δεν έχεις τέλος, Μπαρμπαλιά».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






