Παλαιότερες

Το «εγώ είμαι εδώ» του Ζιντάν (Sportday / Αντώνης Καρπετόπουλος)

Γιατί αποφάσισε να κόψει το ποδόσφαιρο μετά το Μουντιάλ ο Ζινεντίν Ζιντάν; Η φετινή χρονιά του σίγουρα δεν ήταν η καλύτερη, η Ρεάλ Μαδρίτης δεν χωράει αμφιβολία ότι δεν μπορεί πλέον να στηρίζεται σε αυτόν, όμως υπάρχουν δεκάδες ομάδες στην Ευρώπη που ευχαρίστως θα τον ήθελαν στις τάξεις τους για δυο-τρία χρόνια. Πιθανότατα ο Ζιντάν ακολούθησε τα χνάρια του Μισέλ Πλατινί ακόμα και σε αυτό: θέλει να φύγει νωρίς, πριν η εικόνα του φθαρεί, όπως νωρίς –και μάλιστα έπειτα από ένα Παγκόσμιο Κύπελλο– είχε αποχωρήσει από την ενεργό δράση και ο Μισέλ. Μόνο που ο Ζιντάν τελικά τον ξεπέρασε τον Πλατινί –δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία.

Θυμάμαι το ξεκίνημα του Ζιντάν στη Γιουβέντους: μια κόλαση. Ο «Ζιζού» έπρεπε να κουβαλήσει τον σταυρό του μαρτυρίου της διαδοχής του Πλατινί στην ιστορία της «Μεγάλης Κυρίας». Επρεπε να αντέξει τα «καρφιά» του Τζιάνι Ανιέλι, που θεωρούσε ιεροσυλία τη σύγκρισή του με τον Μισέλ. Ενιωθε τα πόδια του ακόμα βαριά από την επέμβαση στους χιαστούς, που του είχε στοιχίσει ένα χρόνο απουσίας από τα ματς της Μπορντό, κι έπρεπε να ξορκίσει τις κακές εμφανίσεις του στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στην Αγγλία, που μόλις είχε τελειώσει. Θυμάμαι ακόμα την επίθεση που του είχε κάνει ο μακαρίτης Ομάρ Σίβορι στην τηλεόραση: «Ελεγαν ότι είναι χορευτής με την μπάλα. Αν όντως ισχύει κάτι τέτοιο, ας του δώσουν ένα ζευγάρι γόβες να εμφανιστεί με αυτές στο γήπεδο! Ισως αυτό που θα δούμε να έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τις εμφανίσεις του»!

Στερεότυπο

Ακόμα πιο δύσκολο και από το να κάνεις καριέρα είναι να αλλάξεις τον τρόπο που μια χώρα αντιλαμβάνεται το ποδόσφαιρο. Η Ιταλία έμοιαζε λάθος χώρα: οι Ιταλοί δυσκολεύτηκαν πολύ να εκτιμήσουν το παιχνίδι του. Μέχρι την εποχή του Ζιντάν, ο παίκτης που θα έκανε τη διάφορα έπρεπε να ήταν κάποιος που έπαιζε λίγο! Ο μεγάλος παίκτης έπρεπε με τα δείγματα της κλάσης του να ομορφαίνει το παιχνίδι κι όχι να σκοτώνεται στο τρέξιμο για να πάρει δύο μπάλες παραπάνω. Οι Ιταλοί λατρεύουν την εξαιρετικότητα της ενέργειας. Γι' αυτούς μεγάλος ήταν ο Μαραντόνα, ο Πλατινί, ο Γκούλιτ, ο Ρόσι, ο Μπάτζιο, ο Φαλκάο, ο Σαβίτσεβιτς, ο Φαν Μπάστεν: οι αναλαμπές όλων αυτών και το χάρισμά τους να διαμορφώνουν το αποτέλεσμα με δύο καθοριστικές ενέργειες ξετρέλαιναν. Μην τους κακίζετε. Κι εμείς έτσι σκεφτόμαστε. Και όλοι οι Μεσόγειοι.

Ψηφιδωτό

Ο Ζιντάν δεν είχε μόνο αναλαμπές. Είχε και τέτοιες. Το γκολ εναντίον της Λεβερκούζεν στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, το γκολ εναντίον της Μπάρτσα στον ημιτελικό της ίδιας χρονιάς, το χτύπημα φάουλ στο ματς με την Αγγλία στο Euro του 2004, η μπαλιά στον Ανρί στον τελικό του Εuro του 2000, ένα γκολ με τη Γιούβε εναντίον του Αγιαξ το 1997, όταν μετέτρεψε την άμυνα των Ολλανδών σε πίστα συγκρουόμενων αυτοκινήτων: όλα αυτά είναι εντυπωσιακά χαϊλάιτς καριέρας, μόνο που η καριέρα του Ζιντάν δεν ήταν ένα ψηφιδωτό από φινετσάτες κινήσεις, αλλά η εικόνα μιας φανέλας μούσκεμα στον ιδρώτα. Δεν θυμάμαι κανέναν παίκτη τέτοιας κλάσης που να έχει τρέξει τόσο πολύ όσο ο Γάλλος. Και δεν νομίζω ότι θα υπάρξει άλλος τέτοιου τύπου κουμανταδόρος που να συνδυάζει την ευφυΐα του καλλιτέχνη με την αίσθηση του χρέους που χαρακτηρίζει κάθε «εργάτη προλετάριο».

Πολλά

Τα μεγάλα παιχνίδια του «Ζιζού» ήταν όλα παιχνίδια ποσότητας, προσφοράς. Η καθοριστικότητά του δεν είχε να κάνει με τα τεχνικά του χαρίσματα, αλλά με την αποδοτικότητά του: ο Ζιντάν δεν μπορούσε να κάνει λίγα για να βοηθήσει την ομάδα του να νικήσει, όφειλε να κάνει πολλά! Εκανε πολλά –πέρα από τα γκολ– στον τελικό του Μουντιάλ του 1998. Εκανε πολλά στους τελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ που έχασε ή κέρδισε. Εκανε πολλά με τη φανέλα της εθνικής και δεν είναι παράξενο το ότι του ζήτησαν να επιστρέψει: ήταν εύκολο στη Γαλλία να βρεθεί κάποιος να δώσει τρεις καταπληκτικές πάσες, αλλά αδύνατο να υπάρξει παίκτης σαν τον «Ζιζού», που θα κουβαλήσει τους «τρικολόρ» στις πλάτες του ζητώντας πάντα την μπάλα.

Φάση

Προσπαθήστε να θυμηθείτε μια φάση του Ζιντάν και θα το καταλάβετε: ακόμα και τα πιο όμορφα γκολ του (το σπαγγάτο-σουτ με τη Λεβερκούζεν π.χ.) δεν είναι ενδεικτικά της προσφοράς του. Το παιχνίδι του Ζιντάν ήταν πιο σπουδαίο από τις μεμονωμένες ενέργειές του. Δεν χρειαζόταν να σκοράρει ο «Ζιζού» για να διακριθεί, ούτε χρειάζονταν ντρίμπλες ή καταπληκτικές μπαλιές. Ο τρόπος που «φιλτράριζε» το παιχνίδι, η ικανότητά του να ανοίγει τον ρυθμό του ματς, το κράτημα της μπάλας όποτε η περίσταση το απαιτούσε, οι κεφαλιές του στα κόρνερ, τα στημένα του, ακόμα και τα τάκλιν του, δεν είναι χαϊλάιτς: είναι ιδρώτας, τρέξιμο, πάθος κι εν τέλει ποδόσφαιρο. Ο Ζιντάν έπαιξε ποδόσφαιρο σε μια εποχή που οι μεγάλοι απλώς επιδιώκουν την επίδειξη της εξαιρετικότητάς τους. Σας το λέω εγώ, που τους παράξενους τους λατρεύω.

Ιδιοτυπία

Πρόσφατα διάβαζα ένα βιβλίο του Μαουρίτσιο Κροζέτι, ενός σχολιογράφου της ιταλικής «Republica». O Κροζέτι παρουσίαζε το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό κάθε μεγάλου άσου που έχει δει. Εγραφε για τα φάουλ του Πλατινί, το «τούβλο» του Κούμαν, τις επιταχύνσεις του Μαραντόνα, το αριστερό του Ρομπέρτο Κάρλος, τις σέντρες του Μπέκαμ, τις ντρίμπλες του Γκαρίντσα, την περιστροφική κίνηση του Ρουμενίγκε, τα άλματα του Πελέ, θυμόταν ακόμα και την κυβίστηση του Εσθονού Κρίστο Καάλαζεκ, που χτυπούσε τα πλάγια άουτ κάνοντας προηγουμένως μια τούμπα! Προσπαθούσα να καταλάβω ποια ήταν η ιδιοτυπία του Ζιντάν. Δεν υπήρχε. Το κεφάλαιο που ήταν αφιερωμένο στον «Ζιζού» είχε τίτλο «Το "εγώ είμαι εδώ" του Ζινεντίν Ζιντάν». Με τρεις μόνο λέξεις, η φωτογραφία μιας υπέροχης καριέρας.

Για πάντα

Γι' αυτό σταματά νωρίς ο «Ζιζού». Κουράστηκε. Δεν μπορεί να στηρίξει την αγωνιστική μοναδικότητά του. Δεν του ταιριάζει να προδώσει για πέντε τηλεοπτικά χαϊλάιτς τον ιδρώτα του. Στο τελευταίο του ματς θα φύγει από το γήπεδο μούσκεμα, έχοντας παίξει πολύ και για όλους. Οπως την πρώτη μέρα που έβαλε παπούτσια, όπως πάντα.

Φόβος

Ο Ρικέλμε αστόχησε στο κρισιμότερο πέναλτι που χρειάστηκε να χτυπήσει. Ο Λέμαν, που βρίσκεται στην καλύτερη κατάσταση της καριέρας του, τον υπνώτισε. Του άφησε λίγο πιο ανοιχτή τη δεξιά πλευρά, τον προκάλεσε να σουτάρει δυνατά κι «έβγαλε» εύκολα το σουτ: όμως το πέναλτι ήταν τρομερά κακοχτυπημένο, τόσο που σχεδόν αφαιρεί από τον Γερμανό τερματοφύλακα τη δόξα. Ο Ρικέλμε τα έκανε όλα λάθος. Ο τερματοφύλακας ήταν απλώς στη θέση του και έκανε ό,τι προβλεπόταν.

Πριν από χρόνια ο Βιμ Βέντερς γύρισε μια ταινία με τίτλο «Ο φόβος του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι» και χάρισε μια φράση-κλισέ στην παγκόσμια αθλητικογραφία.

Η ταινία ήταν ενδιαφέρουσα, αλλά ψεύτικη –στην πραγματικότητα δεν υπάρχει φόβος του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι, αλλά μόνο φόβος του εκτελεστή. Διότι το βάρος της αποτυχίας είναι μεγαλύτερο από τη δόξα της επιτυχίας κι αυτό από μόνο του φτάνει σε ένα παιχνίδι λεπτών ψυχολογικών ισορροπιών, όπως είναι το ποδόσφαιρο, για να περιπλέξει τα πράγματα.

Δείτε ξανά την εκτέλεση του Ρικέλμε. Οχι τη στιγμή, αλλά όλη τη φάση από την ώρα που ο Αργεντινός παίρνει την εντολή (ή την ευθύνη) της εκτέλεσης κι έπειτα. Η ισπανική τηλεόραση υπήρξε το ίδιο ικανή με την κάμερα του Βέντερς και η αλήθεια φάνηκε.
Ο Αργεντινός φιλάει την μπάλα, την παρακαλάει να είναι καλή μαζί του, την εκλιπαρεί. Μετά κοιτάζει την εστία, καρφώνει με το βλέμμα τον τερματοφύλακα, ιδρώνει. Μετά στήνει την μπάλα βασανιστικά αργά.

Παίρνει μεγάλη φόρα, νιώθεις ότι προσπαθεί να συγκεντρωθεί, νιώθεις πως φοβάται. Και αστοχεί. Οχι γιατί δεν ξέρει να εκτελέσει ένα πέναλτι, αλλά διότι έχει επιμηκύνει βασανιστικά τον χρόνο προσπαθώντας να βρει δύναμη. Πέτυχε το αντίθετο. Μέσα σε αυτό το αιώνιο λεπτό που κράτησε η προετοιμασία της εκτέλεσης ο Αργεντινός έφθινε, γέρασε, σπατάλησε όλη του την ενέργεια, τη γνώση, τη δύναμη. Οταν έφτασε στην μπάλα ήταν φοβισμένος και άδειος: ζωντανός νεκρός. Ποιος είπε ότι ένα καταραμένο πέναλτι είναι εύκολη υπόθεση;


Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x