Δεν της άξιζε της Αρσεναλ το προχθεσινό. Μέχρι το 79ο λεπτό η καρδιά μου είχε σταματήσει. Μόλις σκόραρε ο Ετό ένιωσα ένα περίεργο πράγμα. Το ένα μου μισό χάρηκε και το άλλο λυπήθηκε. Και εκείνο το μισό που λυπήθηκε δεν ανήκει στον οπαδό της Μπάρτσα. Ανήκει στον τύπο που απολαμβάνει το καλό ποδόσφαιρο. Ενα σπάνιο πράγμα σήμερα, στην εποχή της κυριαρχίας των συστημάτων. Της λογικής. Της σφιχτής άμυνας. Της δύναμης. Του ποδοσφαίρου του 1-0. Της μιζέριας. Οταν μετά το σφύριγμα της λήξης η κάμερα άρχισε να γυρίζει στον αγωνιστικό χώρο, σε δύο πρόσωπα στάθηκε λίγο παραπάνω. Και αυτά τα δύο στοπ καρέ ήταν το λιγότερο που τους άξιζε. Το ένα πρόσωπο ήταν ο Αρσέν Βενγκέρ. Ο άνθρωπος που, πέρα από το ότι άλλαξε τη μοίρα της Αρσεναλ, άλλαξε και πολλά πράγματα στο ίδιο το αγγλικό ποδόσφαιρο. Στον τρόπο εκγύμνασης. Στη σχέση της διατροφής με την απόδοση. Στον οικονομικό σχεδιασμό. Στην προσέγγιση των νεαρών ποδοσφαιριστών.
Στον τρόπο ανάπτυξης. Το αγγλικό ποδόσφαιρο της γιόμας και της αιώνιας σέντρας, με τον Βενγκέρ παρέδωσε τα όπλα. Ο Αλσατός προπονητής της Αρσεναλ άλλαξε στο αγγλικό ποδόσφαιρο περισσότερα απ' όσα θα μπορούσε ποτέ κάποιος ποδοσφαιριστής να αλλάξει. Τόσα χρόνια, ο «Κλουζό», που έγινε «ο κ. καθηγητής», προσπάθησε να φτιάξει μια αγγλική ομάδα που θα παίζει ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Μια ομάδα που θα είχε έδρα το νησί, αλλά ποδοσφαιρικά δεν θα ανήκε σε αυτό. Ο Βενγκέρ φτάνει τόσο κοντά στο όνειρό του τη χρονιά εκείνη που έχει τις λιγότερες δυνατότητες, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας. Ο Βενγκέρ πρέπει να έχει πετύχει κάτι μοναδικό. Εφτιαξε μια ομάδα που ωρίμασε ακριβώς τη στιγμή που από κάμπια έγινε πεταλούδα. Τώρα, που ανανεώνεται, φτάνει στην ύψιστη ωριμότητά της. Ομως, με βάση τη φετινή της εικόνα σε ολόκληρο το Τσάμπιονς Λιγκ, θα έπρεπε να ήταν η μία από τις δύο φιναλίστ. Οπως ακριβώς η άλλη θα έπρεπε να ήταν η Μπάρτσα. Το δεύτερο πρόσωπο που άξιζε περισσότερα από ένα στοπ καρέ ήταν, φυσικά, ο Ανρί.
Μέχρι τώρα ο χώρος δράσης του Ανρί περιοριζόταν σχεδόν αποκλειστικά στα αγγλικά γήπεδα, παρά το γεγονός ότι αρκετές φορές στα ευρωπαϊκά παιχνίδια των «κανονιέρηδων» μας έχει χαρίσει εξαιρετικές στιγμές σπάνιου ποδοσφαιρικού ταλέντου. Ο Ανρί, το έχω ξαναγράψει, είναι ένα είδος Σταχτοπούτας που μεταμορφώθηκε σε πριγκίπισσα χάρη στον καλό μάγο Αρσέν Βενγκέρ. Ο Βενγκέρ τον έφερε από τη Γιούβε στο «Χάιμπουρι», τη στιγμή που έπαιρνε τον δρόμο που θα τον οδηγούσε στην Μπρέσια.
Αναρωτιέμαι αν ο Ανρί μπορούσε τότε να φανταστεί πού θα τον οδηγούσε η Αρσεναλ. Από ακραίος επιθετικός, έγινε ένας φορ περιοχής εξαιρετικής κλάσης. Και από τότε που έφτασε στο Λονδίνο, η πορεία του είναι σταθερά ανοδική. Στο προχθεσινό παιχνίδι για περίπου 70 λεπτά ήταν παντού και για όλους τους συμπαίκτες του. Θα τον ήθελα στην Μπάρτσα πιο πολύ από κάθε άλλον.
Ομως δεν είμαι πεπεισμένος ότι ο Ανρί είναι από τους ποδοσφαιριστές που αφήνουν μία ομάδα την οποία θεωρούν «σπίτι» τους για μερικά εκατομμύρια παραπάνω. Η ίδια η Αρσεναλ δεν θέλει να τον αφήσει. Γύρω του μπορεί να χτίσει τη νέα ομάδα που ετοιμάζει, μιας και η Αρσεναλ τώρα αλλάζει τον αιώνα της. Και είναι ταιριαστό αυτή την αλλαγή να την πραγματοποιήσει έχοντας μαζί, εκτός από την ιστορία της, τους δύο ανθρώπους που την άλλαξαν τα τελευταία δέκα χρόνια. Τον Βενγκέρ και τον Ανρί. Για το ατυχές σφύριγμα του Χάουγκε στο 17ο λεπτό και την επίδρασή του στο παιχνίδι έχουν ειπωθεί σχεδόν όλα. Σχεδόν.
Γιατί αν η αποβολή δεν είχε υπάρξει, ίσως ένας πολύ μεγάλος ποδοσφαιριστής να προλάβαινε να πατήσει το γήπεδο σε αυτόν τον τελικό. Για το στερνό «αντίο». Ομως, ακόμα κι έτσι, όσοι αγαπάμε το ποδόσφαιρο δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τον Ντένις Μπέργκαμπ.
Μια πολύ στυλάτη αποχώρηση
Οπροχθεσινός τελικός ήταν το τελευταίο παιχνίδι για τρεις μεγάλους ποδοσφαιριστές. Αφήνουν την κεντρική σκηνή για άλλα, περισσότερο περιφερειακά, θέατρα. Από αυτούς τους τρεις, οι δύο φορούσαν τη φανέλα της Αρσεναλ. Ο Πιρές και ο Μπέργκαμπ. Ο Πιρές μάλλον θα συνεχίσει με την κίτρινη φανέλα της Βιγιαρεάλ, ενώ ο Μπέργκαμπ κρεμάει τα παπούτσια του. Ο τρίτος ήταν ο Σουηδός της Μπάρτσα, ο Χένρικ Λάρσον, που επιστρέφει στην ομάδα που τον ανέδειξε, τη Χέλσινμποργκ. Υποθέτω ότι ούτε ο ίδιος ο Λάρσον θα μπορούσε να ονειρευτεί μια αποχώρηση με καλύτερο τρόπο.
Μια αποχώρηση τόσο στυλάτη όσο και ο τρόπος με τον οποίο αγωνιζόταν ο 34χρονος Σουηδός στα ευρωπαϊκά γήπεδα. Μπήκε στο παιχνίδι στο 61ο λεπτό, σε μια στιγμή που το άγχος είχε αρχίσει να γίνεται θηλιά που έσφιγγε τον λαιμό της Μπάρτσα. Του Ροναλντίνιο δεν του έβγαινε τίποτα, η άμυνα... μύριζε εμφράγματα όποτε έφευγε μπροστά ο Ανρί, ο Ντέκο είχε κουραστεί, ο Ζιουλί έμοιαζε με χαλασμένη πυξίδα και, αν εξαιρέσει κάποιος τον νεοεισελθόντα Ινιέστα, που είχε όρεξη αλλά ήταν μόνος, κανείς δεν είχε το καθαρό μυαλό για να κάνει εκείνο που χρειαζόταν. Ο Λάρσον, παρ' όλο που φέτος αναπλήρωσε τον τραυματία Ζιουλί αγωνιζόμενος σε μια θέση που του ήταν ξένη, με τα 10 γκολ που σημείωσε προσέφερε σημαντική βοήθεια στην Μπάρτσα, στην προσπάθεια των Καταλανών να κατακτήσουν το δεύτερο συνεχές πρωτάθλημα στην Ισπανία. Ο Λάρσον δεν είναι πια ο παίκτης που σκόραρε ασταμάτητα με τη φανέλα της Σέλτικ. Εχει χάσει σε ταχύτητα και αντοχή, αλλά το ταλέντο του και η μοναδική ποδοσφαιρική αντίληψή του σε δύο φάσεις έφτιαξαν τα δύο γκολ, που έφεραν στη Βαρκελώνη το δεύτερο Κύπελλο Πρωταθλητριών. Οσοι είχαν επικρίνει την Μπαρτσελόνα για το ότι τόλμησε να του ανανεώσει το συμβόλαιο ύστερα από ένα σοβαρό τραυματισμό που είχε, προχθές πρέπει να αναγνώρισαν το λάθος τους. Και ο Λάρσον το καλοκαίρι, στο Παγκόσμιο Κύπελλο, θα έχει μία ακόμα ευκαιρία να δείξει στον κόσμο το ταλέντο του. Ενα ταλέντο που καλά θα κάνουν οι Αγγλοι να το λάβουν σοβαρά υπ' όψιν.
Αλλιώς θα δοκιμάσουν μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






