Παλαιότερες

Οι μάγκες, τα τρένα και το «κίτρινο» παραμύθι (Sportday / Χρήστος Χαραλαμπόπουλος)

O περιπτεράς μου είναι ο κύριος Τάκης. Με αυτόν έχω πολύ πιο στενή σχέση από όση με τον χασάπη, για παράδειγμα. Βλέπεις, στον κυρ–Τάκη ξοδεύω περισσότερα από όσα στον χασάπη. Ο κυρ–Τάκης είναι και ποδοσφαιρόφιλος. Παλιά έπαιζε μπάλα. Σε μια μικρή αθηναϊκή ομάδα. Ο κυρ–Τάκης, ευτυχώς, δεν είναι από τους τύπους που λένε συνεχώς «παλιά ήταν καλύτερα». Παραδέχεται, βέβαια, ότι «παλιά ήταν αλλιώς και, κυρίως, πιο δύσκολα», αλλά παρακολουθεί την εποχή. Από μια σχετική απόσταση και φιλοσοφημένη διάσταση. Εχει και χιούμορ. Την αίσθηση του χιούμορ με την οποία σε πλουτίζει η ζωή, όταν δεν τη ζεις μίζερα. Ο κυρ–Τάκης είναι ΑΕΚτσής.

Δηλαδή, εκτός των άλλων, είναι και υπομονετικός άνθρωπος. Οταν τον βλέπω κάθε μέρα, πολύ αργά για πρωί και πολύ νωρίς για μεσημέρι, μου κάνει μία ενημέρωση για το τι γράφουν όλες οι αθλητικές εφημερίδες. Αν μπορούσα να πίνω όπως ο Πανούτσος, ο κυρ–Τάκης θα ήταν μπάρμαν στο αγαπημένο μου μπαρ. Ας πούμε, σαν τον Τζακ στο αμερικάνικο, στο Μόναχο. Θα ήταν κάτι σαν εξομολόγος μου. Ανθρωπος που εμπιστεύομαι, δηλαδή, για να συζητήσω μαζί του όλα τα σημαντικά πράγματα. Δηλαδή, τα δύο πιο σημαντικά. Γυναίκες και μπάλα. Σ' αυτά μέσα χωράνε και όλα τα υπόλοιπα. «Στη ζωή, το παραμύθιασμα είναι το πιο σπουδαίο πράγμα», μου λέει πολλές φορές.

«Είναι σαν και αυτό το σύνθημα που έβγαλε ο Αβραμόπουλος –όταν ήταν στη φυσική του θέση, στον τουρισμό– που έλεγε "Live your myth in Greece". Αμα πας να δεις την κατάσταση που βρίσκεται το μουσείο της Δήλου, που καταρρέει, θα καταλάβεις τι πα να πει το σύνθημα του καγκελάκια». Τις δύο τελευταίες βδομάδες, το βασικό θέμα συζήτησής μας είναι η ΑΕΚ από 'δω και πέρα. Του μεταφέρω, συχνά, όσες πληροφορίες τυχαίνει να έχω που πιστεύω ότι πατάνε κάπου γερά και δεν είναι «ράδιο αρβύλα». «Δύσκολα τα πράγματα κυρ–Τάκη», του λέω. Με κοιτάει, λες και είπα για μία ακόμη φορά την ίδια μαλακία. «Δύσκολα είναι μονάχα άμα δεν ξέρεις τι θες να κάνεις». Και τι νομίζει; Ο Ντέμης ξέρει; «Ο Ντέμης μου θυμίζει το βασιλόπουλο του παραμυθιού». Ποιο βασιλόπουλο και σε ποιο παραμύθι;
«Εκείνο, το σπανιόλικο, που ο μορφονιός πάει να ζητήσει το κορίτσι, ο πατέρας της του δίνει ένα ποτήρι ξέχειλο με λάδι και του ζητάει να γυρίσει όλο το τεράστιο παλάτι μέχρι το μεσημέρι και να του περιγράψει ακριβώς τι είδε, χωρίς να χύσει ούτε μία σταγόνα λάδι. Και του δίνει τρεις προσπάθειες». Και τι γίνεται τελικά; «Την πρώτη φορά, το βασιλόπουλο προσπαθώντας να δει όλα όσα βρίσκονται στο παλάτι μέχρι το μεσημέρι, δεν τα καταφέρνει με το λάδι. Βλέπει τα πάντα, αλλά έχει χυθεί αρκετό λάδι από το ποτήρι.
Στη δεύτερη προσπάθεια, αφού τα έχει δει όλα, έχει στραμμένη την προσοχή του στο ποτήρι με το λάδι και καταφέρνει να γυρίσει όλο το παλάτι χωρίς να χύσει σταγόνα, αλλά μέχρι το απόγευμα». Και με την τρίτη προσπάθεια, τι γίνεται κυρ–Τάκη; «Οι δύο προσπάθειες, ήταν οι δύο πρώτες χρονιές του Ντέμη. Επρεπε να γνωρίσει το περιβάλλον και να βρει τρόπο να μη χύσει το ποτήρι με το λάδι. Φέτος θα μας δείξει τι έμαθε». Ναι, εντάξει με τον Ντέμη, αλλά στο παραμύθι τι γίνεται; «Βλέπεις τι εννοούσα με το παραμύθιασμα;». Ναι, βλέπω. Βλέπω όλα αυτά που γράφουμε και βοηθάνε τον κόσμο να παραμυθιαστεί. Οτι η ΑΕΚ πρέπει να βρει έναν προπονητή που να την πάει Τσάμπιονς Λιγκ.

Δηλαδή, να γνωρίσει την ομάδα, να τη μοντάρει κα να περάσει τον προκριματικό. Το ποια ομάδα, όμως, και με ποιους παίκτες παραμένει μυστήριο, στοιχείο απαραίτητο για όλα τα παραμύθια. Επίσης, αυτός ο προπονητής πρέπει να είναι νέος, να έχει κάνει πρωταθλητισμό, να αξιοποιήσει τους νέους ποδοσφαιριστές και να φτιάξει μια ομάδα που να παίζει θεαματικό ποδόσφαιρο, για να γεμίσει το γήπεδο. Ολο αυτό είναι παραμύθι, υπό την έννοια ότι οι στόχοι δεν μπορούν να επιτευχθούν όλοι μαζί στον πραγματικό κόσμο. Χρειάζεται μεγάλη μαγκιά για τέτοια υπέρβαση και οι μάγκες, ως γνωστόν, δεν υπάρχουν λόγω του γνωστού ατυχήματος με το τρένο. «Αυτό», λέει ο κυρ–Τάκης, «ισχύει μόνο για τους μάγκες που πήγαν να περάσουν από αφύλακτη διάβαση». Για τους υπόλοιπους, θα δούμε τι θα γίνει στην Τρίτη προσπάθεια.

Αναπτυξιακό όραμα και εξοπλισμοί

Διάβαζα κάποιους πρόχειρους υπολογισμούς για το κόστος της Γιουροβίζιον. Ενα κόστος που καταβάλλουμε με την προοπτική ενός μελλοντικού –αλλά καθόλου βέβαιου– κέρδους που θα προέλθει από τον τουρισμό. Παράλληλα, προσπαθούσα να βρω τους συσχετισμούς ανάμεσα στο αναπτυξιακό όραμα της χώρας και τα χρήματα που ξοδεύει ο κρατικός προϋπολογισμός για να εξυπηρετήσει αυτό το όραμα. Μπορεί να φαίνεται απίθανο, αλλά ο καθένας κοιτώντας τον προϋπολογισμό θα διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει κανενός είδους όραμα. Κάθε αναπτυξιακό όραμα πρέπει να βασίζεται στην παιδεία και τις επενδύσεις που γίνονται στους τομείς της έρευνας και της τεχνολογίας.

Αν κοιτάξετε τους σχετικούς τομείς του προϋπολογισμού, θα απογοητευτείτε. Κυρίως λόγω των τεράστιων ποσών που ξοδεύονται για τους εξοπλισμούς. Η Ελλάδα αποτελεί τον υπ' αριθμόν ένα ευρωπαϊκό πελάτη των μεγάλων πολεμικών βιομηχανιών. Ακολουθεί η Τουρκία και μακράν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ελληνικού υπουργείου Αμυνας που δημοσιοποιήθηκαν πέρυσι τον Δεκέμβριο, τα τελευταία χρόνια ξοδεύαμε το 4,1% του ΑΕΠ για αμυντικές δαπάνες, χωρίς να υπολογίζονται οι αποπληρωμές των δανείων. Την ίδια ώρα στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ, οι αμυντικές δαπάνες κυμαίνονται από 1,2% του προϋπολογισμού μέχρι και 3,8%, με στόχο να μειωθούν κάτω από το 1%. Από το 1998 μέχρι και το 2003 μόνο οι μεγάλες προμήθειες που έγιναν από την Ελλάδα έφθασαν στο ποσό των 17,4 δισ. ευρώ, με αναγωγή σε σημερινές τιμές. Οι κυβερνήσεις εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο το ποσό αυτό για να αποκομίσουν και πολιτικά οφέλη στην εξωτερική πολιτική.

Για τον λόγο αυτό η εξοπλιστική πίτα είχε μοιραστεί, ώστε κανείς να μην έχει παράπονο. Το ποσοστό που παίρνει κάθε χώρα που διαθέτει πολεμική βιομηχανία είναι ανάλογο της ισχύος που διαθέτει και του βαθμού που μπορεί να επηρεάσει το μέλλον της χώρας–πελάτη. Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει πρώτη χώρα στη λίστα τις ΗΠΑ. Οι αμερικανικές εταιρείες από το 1998 μέχρι και το 2003 απέσπασαν το 32% των ελληνικών προμηθειών, το οποίο αντιστοιχεί σε 5,5 δισ. ευρώ. Αν και το ποσοστό μπορεί να «ακούγεται» μεγάλο, είναι σχετικά μικρό, αν σκεφθεί κανείς ότι πριν από 15 χρόνια το ποσοστό των ελληνικών εξοπλισμών που έπαιρναν αμερικανικές εταιρείες έφτανε και το 80%. Αντιλαμβάνομαι, όπως οι περισσότεροι, ότι η επιθετική–επεκτατική εξωτερική πολιτική της Τουρκίας υπαγορεύει την ανάγκη της ύπαρξης υψηλών αμυντικών δαπανών. Ομως αυτές οι δαπάνες θα μπορούσαν να μειωθούν, αν η εξωτερική πολιτική μιας χώρας φέρνει αποτελέσματα. Και αποτελέσματα μπορείς να φέρεις, όταν έχεις στόχους και οράματα. Που δεν έχεις. Και όλα όσα ξοδεύεις, τελικά, πάνε στράφι.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x