Ο Σεϊταρίδης του 2004 (με μετεγγραφή στην, τότε φρέσκια, πρωταθλήτρια Ευρώπης Πόρτο κι αμέσως μετά μέλος, ο ίδιος, βασικό κι αναντικατάστατο της... άλλης πρωταθλήτριας Ευρώπης, της Ελλάδας, όλα αυτά στα μόλις 23 χρόνια του) υπό φυσιολογικές συνθήκες το 2006, στα 25, θα ευρισκόταν στον προθάλαμο, αν όχι «μέσα για μέσα», στη Ρεάλ ή στη Μίλαν ή στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Δεν ευρίσκεται, ακριβώς επειδή οι συνθήκες της διετίας 2004-2006 δεν ήταν φυσιολογικές, πουθενά κοντά σε κάτι τέτοιο.
Δύο καταραμένες σεζόν (που, εξ αντανακλάσεως, τις πλήρωσε και η Εθνική) αργότερα, μία στη χαοτική την πρώτη χρονιά μετά την κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ Πόρτο κι άλλη μία στο χρυσό νεκροταφείο της Ντινάμο Μόσχας, το ευτύχημα για τον Γιούρκα και τους συνομηλίκους του είναι ότι ζουν στην εποχή που, ανεξάρτητα από το τι αυτός μπορεί εξ ιδίας πείρας να πιστεύει, στην αγορά ο κανόνας είναι πως βασιλεύει η θέληση του ποδοσφαιριστή. Δεν ήταν πάντοτε έτσι.
Σήμερα η Ατλέτικο Μαδρίτης δεν είναι η βάση εκτόξευσης της καριέρας του. Είναι η τελευταία ευκαιρία να σώσει την καριέρα του. Σπουδαία ευκαιρία. Τόσο σπουδαία που τις νύχτες, αφού παρκάρει την κατακόκκινη Φεράρι με τις πινακίδες Μονακό κι αφού αποθέσει τα διαμαντένια σκουλαρίκια και το επίσης γεμάτο διαμάντια ρολόι, το καλύτερο που έχει να κάνει, προτού κοιμηθεί, είναι... η προσευχή του. Να ευχαριστεί Εκείνον που του άνοιξε την πόρτα να επιστρέψει στην αληθινή ποδοσφαιρική ζωή.
Ο Σεϊταρίδης εντάχθηκε σε παραδοσιακή underachiever του ευρωπαϊκού προσκηνίου, φορτωμένη τις αμαρτίες του φαύλου καθεστώτος Χιλ ι Χιλ, η οποία όμως για μια φορά τούτο το καλοκαίρι φαίνεται να αναδιοργανώνεται, εν όψει της ερχόμενης περιόδου, εκ θεμελίων. Ή τώρα (δηλαδή, του χρόνου) ή ποτέ, που λέει ο λόγος.
Με καινούργιο προπονητή και φανταστικό προπονητή, τον Αγίρε από την Οσασούνα. Με καινούργιο τεχνικό διευθυντή, από τη Βαλένθια. Με καινούργιο συντονιστή των υποδομών, από το Σαν Σεμπαστιάν. Και με ρόστερ που ενισχύεται σε τέτοιο ύψος ποιότητας, ώστε το Τσάμπιονς Λιγκ, η θέση στο Τop 4 του επόμενου ισπανικού πρωταθλήματος, να 'ναι όχι προσδοκία, αλλά το αυτονόητο. Για την ακρίβεια, το μίνιμουμ αναμενόμενο.
Ο 17χρονος Αγουέρο από την Αργεντινή, αγορά 16 εκατομμυρίων, είναι το κορυφαίο καινούργιο ταλέντο σ' ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Ο Μαριάνο Περνία, κι αυτός Αργεντινός, έκανε σούπερ χρονιά στη Χετάφε, τον ισπανοποίησαν και τώρα θα πάει στο Μουντιάλ (στη θέση του τραυματισμένου Ντελ Ορνο). Ο Ζε Κάστρο έρχεται από την, ανέκαθεν ευλογημένη σε ατομικό χάρισμα, U-21 της Πορτογαλίας. Ο Κοστίνια δεν χρειάζεται καμία σύσταση. Ο Σεϊταρίδης, επίσης, δεν χρειάζεται καμία τέτοια.
Προσθέτουμε στην εξίσωση Φερνάντο Τόρες και Πάμπλο Ιμπάνιεθ και Αντόνιο Λόπεθ (για να... περιοριστούμε μονάχα στους «Μουντιαλικούς» της Ισπανίας), βάζουμε και Μάξι Ροδρίγες και Λέο Φράνκο, και Γκάμπι από τους μικρούς και Κέζμαν κι έχουμε κάτι που μοιάζει να προσεγγίζει αρκετά σε ό,τι θα περιγράφαμε ως Όνειρο. Ο Σεϊταρίδης, λοιπόν, έχει την ευκαιρία να γίνει μέρος αυτού του Ονείρου.
Τα... κακά νέα, τώρα: Ο μοναδικός τρόπος για να το επιτύχει είναι να σκύψει το κεφάλι. Να ξαναγίνει ταπεινός. Να δουλέψει σαν το σκυλί. Να μη νιώσει ποτέ ικανοποιημένος, αλλά απεναντίας να 'ναι μονίμως απαιτητικός με τον εαυτό του. Και να απογαλακτιστεί. Αυτά.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






