Fight Club - Στα χαρακώματα

FC: Μια Εθνική Ελλάδας «καλύτερη» από τους Έλληνες

Η αγκαλιά του Κατσουράνη με τον Γκέκα, στη νίκη επί της Κροατίας, είναι ένα ενσταντανέ που έρχεται να γκρεμίσει την καχυποψία, τη μιζέρια και τη διάθεση συνωμοσίας που μας διακατέχει σαν λαό και συνοψίζεται σ’ εκείνον τον υπέροχο διάλογο με τον Καρεμπέ, τον Τζιοβάνι και το «μήπως είχαν κόντρα»; Γουστάρουμε να γίνεται λίγο «κομμωτήριο» το ποδόσφαιρο, λίγο «Τόλμη και Γοητεία», να πλακώνεται ο ένας με τον άλλον, να τα σπάνε, κάποια στιγμή να τα ξαναβρίσκουν και να προχωρούν μονοιασμένοι.

Η αγκαλιά του Κατσουράνη με τον Γκέκα, στη νίκη επί της Κροατίας, είναι ένα ενσταντανέ που έρχεται να γκρεμίσει την καχυποψία, τη μιζέρια και τη διάθεση συνωμοσίας που μας διακατέχει σαν λαό και συνοψίζεται σ’ εκείνον τον υπέροχο διάλογο με τον Καρεμπέ, τον Τζιοβάνι και το «μήπως είχαν κόντρα»; Γουστάρουμε να γίνεται λίγο «κομμωτήριο» το ποδόσφαιρο, λίγο «Τόλμη και Γοητεία», να πλακώνεται ο ένας με τον άλλον, να τα σπάνε, κάποια στιγμή να τα ξαναβρίσκουν και να προχωρούν μονοιασμένοι.

Δεν ξέρω γιατί έφυγε ο Γκέκας και όλοι οι υπόλοιποι, ξέρω όμως γιατί γύρισε: όχι για το χαϊλίκι της πρόκρισης στα τελικά του Euro και της παρουσίας του στα γήπεδα της Ουκρανίας και της Πολωνίας, ούτε - όπως θα έλεγαν οι «ψαγμένοι» - επειδή τελειώνει το συμβόλαιό του το καλοκαίρι και θέλει να δειγματίσει τον εαυτό του, κυνηγώντας ένα τελευταίο καλό διετές ή τριετές. Γύρισε κι αυτός, όπως κι ο Χαριστέας, διότι αυτό που τους ενώνει με αυτή την ομάδα, είναι πολύ πιο δυνατό απ’ ό,τι τους απομάκρυνε. Αυτό που λέν΄και στο χωριό μου «bonding» - και δεν εννοούν να παριστάνει κανείς τον 007...

Πέρα λοιπόν από τον Ρεχάγκελ και τις εμμονές του, τον Κατσουράνη και τον «καταρτισμό της 11άδας», τις κλίκες, τους πάλιουρες και όλα τα υπόλοιπα που οδήγησαν πριν λίγους μήνες διάφορους εκτός Εθνικής και έκαναν μερικούς άλλους να σκεφτούν σοβαρά να πράξουν το ίδιο, ο Φερνάντο Σάντος μαζί με τους συνεργάτες του, κατάφεραν να δείξουν ότι ένα πιάτο μπορεί να είναι νόστιμο με την παλιά συνταγή αλλά με έναν νέο τρόπο παρασκευής. Ότι δεν χρειάζεται απαραίτητα να παίζεις στη Γερμανία ή την Αγγλία για να είσαι κομμάτι της Εθνικής, ότι δεν έχει σημασία αν είσαι 36 ή 19 ετών, αν παίζεις στη Σέλτικ ή τον Ολυμπιακό Βόλου. Οι κλήσεις του όλον αυτόν τον καιρό, ήταν «ψαγμένες»: καλούνταν παίκτες βάσει φόρμας και διάθεσης, αλλά καλούνταν και παίκτες που δεν έπαιζαν πολύ στις ομάδες τους ή έπαιζαν σε άλλη θέση και στην Εθνική έπαιρναν αυξημένες αρμοδιότητες και πιο δημιουργικό ρόλο. Πολύ απλά διότι ο Φερνάντο έκρινε ότι μπορούν να νοστιμίσουν το παιχνίδι της Εθνικής και να δώσουν και λίγο θέαμα παραπάνω - καλά και χρυσά τα ποντάκια που δίνουν προκρίσεις, αλλά οι ντρίπλες και τα φρέσκα πρόσωπα δίνουν χειροκροτήματα και χαμόγελα. Κι η Εθνική έχει ανάγκη και από πόντους και από χειροκρότημα.

Τι θα κάνει η Εθνική στη Γεωργία; Θα πάρει τον έναν βαθμό και θα πάει απευθείας στο Euro ή θα χάσει και θα διεκδικήσει την πρόκριση μέσα από μπαράζ; Θα το μάθουμε το βράδυ της Τρίτης. Αυτό που ήδη ξέρω εγώ, είναι ότι η Εθνική αυτή, την αγάπη μας την κέρδισε με το σπαθί της κι όχι επειδή «έτσι πρέπει». Ίσως διότι είναι μια ομάδα που δεν μας αξίζει, «καλύτερη» από μας που όλα τα φιλτράρουμε μέσα από το χρώμα της αρεσκείας μας και ψάχνουμε να βρούμε κακές προθέσεις, δόλο και σκοτεινά παιχνίδια στην πλάτη της αγαπημένης μας ομάδας. Για όλα αυτά, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα απέναντι στην ομάδα του Τιμούρ, ας της χαρίσουμε το πιο ζεστό μας χειροκρότημα. Το αξίζει, πέρα ως πέρα.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Σχετικά βίντεο

close menu
x