Μήπως οι νέοι τεχνοκράτες που μπαίνουν στον χώρο και οι νεόκοποι πρόεδροι επιχειρηματίες πρέπει πρώτα από όλα να κοιτάξουν τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά του παιχνιδιού;
Αν κάποιος θα ήθελε να μπει στον κόπο και να ερευνήσει τις περιπτώσεις όπου στην Ελλάδα υπάρχουν ομάδες οι οποίες λειτουργούν σύμφωνα με τα πρότυπα των επιχειρήσεων, είναι σίγουρο ότι θα απογοητευόταν οικτρά. Και θα απογοητευόταν γιατί θα ανακάλυπτε ότι δεν είναι ούτε ομάδες ούτε επιχειρήσεις.
Παλιοτερα, είχαμε κάποιες ομάδες που επιδιώκοντας να γίνουν επιχειρήσεις έπαψαν να είναι ομάδες. Κυρίως γιατί οι άνθρωποι που τις διοικούν έκαναν λάθος στις αξιολογήσεις τους και τις βασικές τους επιλογές. Οταν η πρωταρχική τους επιλογή είναι να φτιάξουν ένα μαγαζί που θα φέρνει ευρώ στο ταμείο, χωρίς παράλληλα να διατηρήσουν τα χαρακτηριστικά της ποδοσφαιρικής ομάδας, τότε είναι σαφές ότι δεν γνωρίζουν πώς να διαχειριστούν το αντικείμενο.
Τέσσερις ομάδες, ο Ολυμπιακός, ο ΠΑΟ, η ΑΕΚ και η Ξάνθη είναι οι μόνες περιπτώσεις που παρουσιάζουν ενδιαφέρον και οι οποίες παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες, αν και πρόκειται για «ομάδες-επιχειρήσεις» διαφορετικού μεγέθους.
Και στις τρεις ομάδες κυρίαρχη είναι η παρουσία του μεγαλομετόχου-ιδιοκτήτη, ο οποίος ουσιαστικά χαράζει την πολιτική της ομάδας-επιχείρησης -ακόμη και σε ζητήματα αγωνιστικής διαχείρισης- και είναι αυτός που παρέχει το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων που απαιτούνται για τις δαπάνες και τα έξοδα λειτουργίας, αν και στον Ολυμπιακό μετά τη δημιουργία του γηπέδου, η εικόνα έχει αλλάξει. Οπως αλλάζει στην Ξάνθη σιγά σιγά και πιθανόν να αλλάξει και στον ΠΑΟ με τη δημιουργία του γηπέδου.
Η ΑΕΚ βρίσκεται σε ένα στάδιο σταθεροποίησης, ενώ η διοικητική της δομή προσεγγίζει εκείνη μιας επιχείρησης περισσότερο από ό,τι στις άλλες ομάδες. Τα διοικητικά συμβούλια όπου υπάρχουν είναι όργανα διακοσμητικού, κυρίως, χαρακτήρα, αφού δεν έχουν την κλασική λειτουργία των διοικητικών συμβουλίων στις πολυμετοχικές επιχειρήσεις. Αλλωστε, όλες σχεδόν οι ελληνικές ομάδες δεν είναι πολυμετοχικές επιχειρήσεις και οι συνελεύσεις των μετόχων, όποτε γίνονται, αποτελούν μία παρωδία που χρησιμεύουν για να «επικυρώνουν» και να χειροκροτούν τις αποφάσεις των μεγαλομετόχων-ιδιοκτητών.
Στον Ολυμπιακο, βέβαια, υπάρχει η πρωτοποριακή -για τα ελληνικά δεδομένα- ιδέα των μελών, που πληρώνουν ετήσια συνδρομή (γεγονός που βοηθά οικονομικά αρκετά από τα τμήματα του Ερασιτέχνη και απαλλάσσει τον ιδιοκτήτη από ένα επιπλέον οικονομικό βάρος) και έχουν τη δυνατότητα να εκλέγουν εκπροσώπους τους στα Δ.Σ. του Ερασιτέχνη και της ΠΑΕ.
Ακομη και εδω, φυσικά, η δυνατότητα παρέμβασης της μεγάλης πλειοψηφίας των φιλάθλων-μελών παραμένει περιορισμένη, αφού οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι, πέραν του ότι αποτελούν μειοψηφία σε σχέση με τα διορισμένα μέλη, αν δεν τυγχάνουν και της εύνοιας του ιδιοκτήτη, δεν έχουν πιθανότητες εκλογής. Το δήθεν προβαλλόμενο ως μοντέλο δημοκρατικής λειτουργίας, δεν έχει καμία ισχύ, αφού το 85% των μετοχών παραμένει στα χέρια του ιδιοκτήτη, ο οποίος δεν μπορεί να εξαναγκαστεί σε παραίτηση.
Εν τω μεταξυ, η πολύ μεγάλη πτώση του αριθμού των μελών που ανανέωσαν τη συνδρομή τους θα πρέπει να έχει προβληματίσει τους ανθρώπους της ομάδας του Πειραιά. Εκείνο πάντως που πολύ εύκολα μπορεί να διακρίνει κάποιος είναι ότι η ομάδα του Πειραιά έχει ξεφύγει από όλους τους άλλους στους τομείς των χορηγιών, του μάρκετινγκ και του merchandising.
Στη λειτουργια του ΠΑΟ (όπου ο Ερασιτέχνης έχει διαφορετικό ιδιοκτησιακό καθεστώς από την ΠΑΕ), έχει επιλεγεί το μοντέλο των διορισμένων εκπροσώπων στο Δ.Σ που χαίρουν της εμπιστοσύνης της ιδιοκτησίας που καλύπτει μεγάλο μέρος των δαπανών και των λειτουργικών εξόδων και δίνει τις οικονομικές κατευθύνσεις όσον αφορά τα συμβόλαια και τις αγορές ποδοσφαιριστών.
Στον ΠΑΟ, αλλά και στον Ολυμπιακό, την Ξάνθη ή τη Λάρισα, η ιδιοκτησία της ομάδας θα συνεχίζει να παίζει τον κεντρικό ρόλο, ιδίως μετά τις εξελίξεις που θα φέρουν τα καινούργια γήπεδα. Η απουσία αξιόπιστων επιχειρηματιών με γνώσεις, αγάπη και θέληση να ασχοληθούν με τον ποδοσφαιρικό χώρο, καθώς και οι επιπλέον αγκυλώσεις που παρουσιάζουν οι ομάδες της Θεσσαλονίκης, τις έχουν βάλει στο περιθώριο.
Την ιδια στιγμη, στην ελληνική περιφέρεια, η Ξάνθη, η Λάρισα και ο Εργοτέλης βαδίζουν σε έναν σωστό δρόμο επιχειρηματικής οργάνωσης, μεγαλώνοντας τη διαφορά τους από τους υπόλοιπους, αλλά θα πρέπει να θυμούνται ότι οι πετυχημένες ομάδες-επιχειρήσεις χωρίς ικανοποιημένους φιλάθλους-οπαδούς δεν υπάρχουν.
Σε ολα αυτα, προσθέστε και μία οικογένεια ομάδων του Λεκανοπεδίου που βρίσκονται στην Α’ Εθνική οι οποίες έχουν διαφορετικές διοικητικές και επιχειρηματικές δομές και το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν είναι η έλλειψη πελατειακής βάσης, αφού οι περισσότεροι φίλαθλοι έχουν απορροφηθεί από τις μεγάλες ομάδες.
Ποσο ευκολο, όμως, είναι να γεφυρωθούν αυτές οι διαφορές ανάμεσα στις ομάδες με τη Σούπερ Λίγκα και να οικοδομηθεί ένα ανταγωνιστικότερο και υγιέστερο πρωτάθλημα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά; Καλές οι επιχειρήσεις, αλλά εκείνο που ενδιαφέρει όλους εμάς είναι το ποδόσφαιρο πρώτα από όλα. Μήπως οι νέοι τεχνοκράτες που μπαίνουν στον χώρο και οι νεόκοποι πρόεδροι επιχειρηματίες πρέπει πρώτα από όλα να κοιτάξουν τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά του παιχνιδιού;
Γιατι, διαφορετικα, δεν χρειάζονται σούπερ λίγκες και τα λοιπά. Χρόνια τώρα διεξάγεται πρωτάθλημα ένα πρωτάθλημα επιχειρήσεων στην Ελλάδα, με τις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα να είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικές, σε ό,τι αφορά το ποδόσφαιρο. Και εκεί κανείς δεν θα σου ζητήσει τα ρέστα, αν χάσεις από τα ΕΛ.ΤΑ. ή την Πυρκάλ.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






