Η ατάκα που γεννήθηκε απ' το σπέρμα της ποδοσφαιρικής κρίσης του Αντώνη Γεωργιάδη κατά τις αρχές της δεκαετίας του '90 πλέον είναι... 15 χρονώ κοπελίτσα. Αλλά και ποτέ τόσο επίκαιρη: «Στην Ελλάδα ωραιοποιούμε την ανυπαρξία». Εάν δεν μπορείς να κάνεις κάτι να υπάρχει στ' αλήθεια, τότε τουλάχιστον κάνε να φαίνεται ωραίο αυτό που δεν υπάρχει. Ελλείψει του πραγματικού, ασκούμαστε στο γήπεδο της εναλλακτικής (διότι και τούτο, η ωραιοποίηση του ανύπαρκτου, είναι μια μορφή) τέχνης!
Η ΑΕΚ, τη Δευτέρα, παρέδωσε το πιθανότατα χειρότερο παιγνίδι της φέτος. Το χειρότερο σε ταχύτητα. Σε δημιουργία. Σε παραγωγή. Σε, γενικώς, entertainment. Αλλά ένας Ηρακλής είναι πάντοτε «μία κάποια λύσις». Ιδίως ένας Ηρακλής που έρχεται απ' την «υπέρβαση» της Κρακοβίας και ξαναπαίζει με την ακριβώς ίδια, αφρεσκάριστη, ομάδα (ίδια διάταξη, ίδια πρόσωπα, ίδια λογική) είναι πολύ βολική λύση. Το δεύτερο γκολ, παράδειγμα, η ΑΕΚ (για να το εξηγήσουμε με τηλεοπτικούς όρους!) το βάζει σε slow motion, επειδή ο Ηρακλής αντιδρά σε super slow motion... Κι όμως, η φάση εξελίσσεται σε real time.
Η «Ενωση» αυτή την περίοδο διαχειρίζεται το δικό της «πολιτισμικό σοκ». Και είναι αμοιβαίο. Αμφίδρομη διαδικασία:
• Η ομάδα να μάθει να παίζει με την μπάλα στα πόδια. Φιλόδοξα, αεράτα, δίχως να φοβάται το λάθος και τις συνέπειές του.
• Ο προπονητής να συνηθίσει ότι ξανάγινε, απ' το πανεπιστήμιο, δάσκαλος στο δημοτικό σχολείο. Οπότε, καμιά φορά χρειάζεται έως και να πιάνει το πόδι του παίκτη για να του δείξει πώς να υποδέχεται ή να κλοτσά την μπάλα.
Η κάπου-στο-ενδιΑμεσο-να-συναντηθούμε διαδικασία εξελίσσεται ως περίπου αναμενόταν: Αργόστροφα. Η ΑΕΚ υποτίθεται ότι κουράστηκε να παίζει ποδόσφαιρο με την ψυχή και το μαχαίρι στα δόντια. Όμως, δίχως το άμεσο αποτέλεσμα, η παρορμητική νοσταλγία («εμ, δεν μας άρεσε ότι νικούσαμε με γκολ στο 90'+8', ε;») είναι πανεύκολη. Το ευχάριστο εδώ είναι η αντοχή (απόρροια της ακλόνητης πίστης στο πλάνο) του Νικολαΐδη. Αντοχή χιλιάδων Τζίγκερ, εάν πάρουμε ως μονάδα μέτρησης την πίστη και την αντοχή Τζίγκερ έναντι Μπάκε.
Εννοείται, σε μοντέλο ανταγωνιστικών απαιτήσεων, «δεν υπάρχει» η -ακμάζουσα αυτόν τον καιρό- συζήτηση για τις... φυσικές θέσεις των παικτών. Ο Καπετάνος, που δεν μπορεί δεξιά στην επίθεση, ο Λυμπερόπουλος, που θέλει να παίζει φουνταριστός, ο Ουντέζε, που είναι αριστερός στόπερ, αλλά όχι αριστερός μπακ, ο Λαγός, που «καίγεται» στα δεξιά. Αυτά στα kindergarten. Οι λύσεις είναι οι εξής:
• Να προσαρμοστεί ο Φερέρ στο τι κάνει τους παίκτες ευτυχισμένους.
• Να προσαρμοστούν οι παίκτες στο τι έχει ο Φερέρ στο μυαλό του, ώστε να 'ναι η ΑΕΚ ευτυχισμένη.
Η πρώτη λύση φτιάχνει ομαδούλα που μέσα στη μακαριότητα «ωραιοποιεί την ανυπαρξία», αλλά δεν έχει καμία σοβαρή προοπτική. Συνεπώς, ο Φερέρ περιττεύει. Τους παίκτες μπορεί να τους κρατήσει ευτυχισμένους κι ο σεβαστός Νεστορίδης. Η δεύτερη λύση φτιάχνει ομάδα που έχει τον προσανατολισμό (να γίνει ανταγωνιστική) και θ' αποκτήσει, συν τω χρόνω, την προσωπικότητα. Όσοι, στο μεταξύ, όντως «δεν μπορούν» (να παίξουν 10-15 μέτρα αριστερά, δεξιά, εμπρός ή πίσω απ' τις «φυσικές θέσεις»), σημαίνει το αυτονόητο. Ότι δεν είναι επαρκείς για το μοντέλο που ετέθη ως ο κεντρικός στόχος. Τους ευχαριστείς και δημιουργείς χώρο για να περάσουν οι επαρκείς.
Ο Ραβούσης κάποτε στο Καυταντζόγλειο είχε πει στον Ντέμη να παίξει... αριστερός εξτρέμ κι ο νυν πρόεδρος, του άρεσε ή όχι, όχι μόνον έπαιξε, αλλά σέρβιρε δύο ασίστ (για ισάριθμα γκολ) στον Βραζιλιάνο Μαρσέλο. Ο Φερνάντο Σάντος έβαζε τον Ζήκο αριστερό (σε διάταξη τριών) σέντερ μπακ. Ο Ρεχάγκελ, στο 2-2 του «Ολντ Τράφορντ», έβαλε τον (μπακ) Κασάπη χαφ εξτρέμ μπροστά απ' τον Φύσσα, όπως έχει βάλει κατά καιρούς και τον Βενετίδη εκεί, τον δε (σέντερ φορ) Χαριστέα στα δεξιά, μπροστά απ' τον Πατσατζόγλου. Ο Γιαννακόπουλος, κλασικός δεξιός, εκτόξευσε την καριέρα του όταν ο Ρεχάγκελ τον έστειλε στ' αριστερά. Και ο Λαγός, στο ντεμπούτο του στην Εθνική τον περασμένο Ιανουάριο στο Ριάντ, έπαιξε αριστερός μπακ, «πλευρά» με τον εξτρέμ Παπαδόπουλο.
Κάποια φορά είχα ρωτήσει τον Ρεχάγκελ γι' αυτό. Μου απάντησε με απόλυτη φυσικότητα ότι «δεν έβαλα τον Χαριστέα λίμπερο ούτε τον Γιαννακόπουλο τερματοφύλακα». Το νόημα ήταν ότι οποιοσδήποτε επαγγελματίας θέλει να λογίζεται ανταγωνιστικός, δικαιολογείται ότι «δεν μπορεί» μονάχα όταν του ζητούνται τα... εξωφρενικά. Οχι τα συγγενή με τα φυσικά του. Τέλος της συζήτησης. Πέντε χρόνια μετά, κατά σύμπτωση πάλι στο «Ολντ Τράφορντ» τον Αύγουστο, ο Σαμαράς ήθελε να «διαπραγματευθεί» πού θα παίζει. Οχι φουνταριστός, μόνο περιφερειακός. Ο Σαμαράς, στην αμέσως επόμενη πρόσκληση, ήταν έξω.
Ο πίνακας του κόουτς είναι ένα πράγμα. Η πρωτοβουλία του παίκτη στο χορτάρι επάνω, η λύση που θα βρει επί τόπου, είναι άλλο πράγμα. Η θέση του παίκτη στον πίνακα δεν απαγορεύει την παρέκκλιση. Ο κόουτς δεν τους δένει ούτε τους καρφώνει τα πόδια, ώστε να μη μετακινούνται. Επίσης, ο κόουτς δεν πρόκειται να πάρει τάιμ άουτ ή να τους πιάσει απ' το χεράκι και να τους δείξει το ακριβές τετραγωνικό δράσης. Η παρέκκλιση επιβάλλεται. Διότι κάνει, στο τέλος της ημέρας, τη διαφορά.
Ο Χαριστέας, στην Μποαβίστα με την Ισπανία, έπαιζε (ως συνήθως) δεξιός. Εναντίον του Ραούλ Μπράβο. Για μια στιγμή... παράτησε τον προσωπικό αντίπαλό του (με ρίσκο να φάμε την ανενόχλητη προώθησή του), πήγε μέσα αριστερά, δημιούργησε συνθήκες αριθμητικής υπεροχής στην απέναντι πλευρά, τον βρήκε ο Τσάρτας, γκολ. Στην Τιφλίδα, πριν από ενάμιση χρόνο, επί πίνακος έπαιζαν στ' αριστερά πίσω ο Γιαννακόπουλος, μπροστά ο Καραγκούνης. Τα άλλαξαν... μόνοι τους μέσα στο παιγνίδι. Αλλάζοντάς τα, ο Γιαννακόπουλος συνεισέφερε μία ασίστ και ένα γκολ. Στο Κισινάου, ο Καραγκούνης βαρέθηκε να 'ναι ανενεργός στ' αριστερά και έκλινε προς τον άξονα, στη λογική πάλι της αριθμητικής υπεροχής.
Δεν τους είπε κανένας Ρεχάγκελ να τα κάνουν όλ' αυτά. Δεν είναι νηπιαγωγείο. Ο προπονητής αυτά τα... αυθαίρετα δεν τα επιτρέπει απλώς. Τα ενθαρρύνει. Ο παίκτης είναι για να διαβάζει το παιγνίδι κι ύστερα ν' ανταποκρίνεται σ' όσα έχει ήδη στη ροή του ματς διαβάσει. Ο παίκτης δεν είναι για να παίζει μηχανικά, σαν ρομποτάκι, και να περιμένει να του δείξει ο κόουτς ανά πάσα ώρα κατά πού να πάει. Του Λυμπερόπουλου, προχθές, ουδείς Φερέρ του... απαγόρευσε να βρεθεί (στην οικονομία των στιγμών) σε θέση στράικερ και να εκτελέσει. Το πρόβλημα της ΑΕΚ λοιπόν δεν είναι πού τους «στήνει» ο Φερέρ στον πίνακα. Το πρόβλημα της ΑΕΚ είναι οι παίκτες να μπουν, με μπροστάρηδες τους πεπειραμένους, στη λογική του ρίσκου και της, κατά την έννοια που εκθέσαμε, αυθαιρεσίας.
Απλά μαθήματα απ' τη διεθνή πρακτική. Φτάνει μονάχα, εκεί που μας αξιώνει ο Θεός να ταξιδεύουμε, να μαθαίνουμε και κάτι. Διότι, όπως λέει κι ο πατριάρχης της καλαθόσφαιρας Φαίδωνας Ματθαίου, «και τα τρένα πηγαίνουν στη Γερμανία, αλλά τι να το κάνεις; Τρένα πηγαίνουν, τρένα έρχονται».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






