Στο trivial είμαι πολύ καλός. Δεν είναι απλώς ένα παιχνίδι. Για ανθρώπους της ηλικίας μου είναι μία εξαιρετική άσκηση που μπορεί να απομακρύνει το φάντασμα του Αλτσχάιμερ. Είναι πολύ λίγες οι ερωτήσεις που δεν τις παλεύω, καθόλου. Ομως τις δύο τελευταίες φορές που έπαιξα με τους φίλους μου έχασα, επειδή δεν μπόρεσα να απαντήσω στην ίδια ερώτηση, που είναι και αθλητική, δηλαδή ο τομέας μου. Η ερώτηση βέβαια ήταν και κομματάκι κακοδιατυπωμένη, γεγονός που ενίσχυε την ασάφειά της. «Τι ακριβώς επιδιώκει η Σούπερ Λίγκα;» έλεγε η ερώτηση, αλλά πώς μπορείς να γνωρίζεις τι επιδιώκει η Σούπερ Λίγκα, όταν το αγνοεί και η ίδια; Οταν πέρυσι το καλοκαίρι είχαν ξεκινήσει οι συζητήσεις για τη δημιουργία της Σούπερ Λίγκας, υπέθετα ότι κάποια στιγμή οι πρόεδροι των ομάδων θα έδιναν στη δημοσιότητα κάποιο πλαίσιο αρχών.
Εναν μπούσουλα, δηλαδή, για τις αρχές της και τους στόχους της, έτσι ώστε να μπορέσουμε και εμείς που παρακολουθούμε ποδόσφαιρο να καταλάβουμε προς ποια κατεύθυνση θα κινούνταν οι αλλαγές στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Διότι, αλλαγές χρειάζονταν. Αυτό ήταν φανερό. Εκείνο που δεν ξέραμε είναι τι είδους αλλαγές. Υποθέτω ότι αν η Σούπερ Λίγκα στοχεύει στη βελτίωση της ποιότητας του ελληνικού ποδοσφαίρου, όπως υποστηρίζουν οι απολογητές της, αυτή η βελτίωση γίνεται για να ωφελήσει και να προσελκύσει τον Ελληνα φίλαθλο. Χωρίς αυτόν, ή πιο σωστά, χωρίς τη συνδρομή του, το ελληνικό ποδόσφαιρο ως προϊόν δεν έχει τύχη. Το φετινό ελληνικό πρωτάθλημα γίνεται υπό την εποπτεία της Σούπερ Λίγκας, αλλά όχι υπ’ ευθύνη της, όπως θα μπορούσε να συμπεράνει κάποιος. Και αυτό το κάπως «μπερδεμένο», δυσνόητο και ως ένα βαθμό παράλογο σημείο είναι η φυσική συνέπεια που προκύπτει από ένα ασαφές και ασπόνδυλο οργανωτικό σχήμα. Αυτό που φάνηκε στην αρχή ως συμφωνία όλων των προέδρων των ομάδων της πρώτης εθνικής, «για το καλό του ποδοσφαίρου» -λες και θα μπορούσε να ήταν για το αντίθετο- μοιάζει τώρα να είναι ένα πεδίο αντιπαράθεσης, όπου όλοι τα βάζουν με όλους.
Φυσικά, κανένας στοιχειωδώς εχέφρων δεν περίμενε ότι θα γινόμασταν Αγγλία (αν και δεν έχω πειστεί ότι είναι οπωσδήποτε καλό να γίνουμε Αγγλία) μέσα σε έναν ή δύο μήνες, αλλά ότι θα μέναμε στα ίδια, αν όχι ότι θα χειροτέρευαν τα πράγματα, και αυτό δεν το περίμενε κανείς. Η Σούπερ Λίγκα, οι πρόεδροι δηλαδή, θέλοντας να πάρουν στα χέρια τους όσο το δυνατόν πιο γρήγορα τον έλεγχο του ποδοσφαίρου, δεν είχαν την υπομονή και τη διορατικότητα, ούτε καν τη στοιχειώδη πρόνοια, να σχεδιάσουν ένα μηχανισμό που να δουλεύει πρώτα και μετά να του αναθέσουν οργανωτικές ευθύνες. Και δεν το έκαναν διότι εκείνο που τους ενδιέφερε περισσότερο ήταν να διασφαλίσουν πάνω από όλα τα έσοδά τους -και το ενδεχόμενο να μεγιστοποιηθούν- και μετά οτιδήποτε άλλο.
Εκαναν κάποιες παρεμβάσεις στις διατάξεις του ΚΑΠ χωρίς να έχουν μελετήσει τις επιπτώσεις τους, αποδέχτηκαν -αν δεν τις επέβαλαν κιόλας- τις αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας και απονομής της αθλητικής δικαιοσύνης και άφησαν τη διαιτησία στα χέρια της ΕΠΟ. Χωρίς να το επιδιώξουν, νομίζω ότι οι εμπνευστές της Σούπερ Λίγκας (τι κακόηχη γενική…) δημιούργησαν -στο οργανωτικό επίπεδο- ένα είδος μιας μηχανής Φον Νόιμαν. Μία μηχανή που μπορεί να κάνει μία συγκεκριμένη δουλειά και παράλληλα να κατασκευάζει αντίγραφά της. Τρέμω στην ιδέα της αναπαραγωγής του οργανωτικού μοντέλου και κυρίως της ποιότητας της δουλειάς, που θα θυμίζει ΕΠΑΕ της καλής εποχής. Επειδή, όπως μαθαίνω, η Σούπερ Λίγκα ανασκουμπώνεται αρχικά, επικοινωνιακά, με έναν, δύο ανθρώπους που ξέρουν τη δουλειά τους, θα περιμένω να πληροφορηθώ πώς οι πρόεδροι αντιλαμβάνονται το καλό του ποδοσφαίρου και, αν είναι δυνατό, με ποιους τρόπους ελπίζουν ότι θα το πετύχουν.
Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση
Τον τελευταίο καιρό όλο και περισσότερο γίνεται λόγος για την «ψηφιακή διακυβέρνηση». Ο όρος μάλλον αποκρύπτει, παρά αποκαλύπτει, το περιεχόμενο μιας τέτοιας διακυβέρνησης, παρά τα όσα αναφέρουν οι διάφορες εκθέσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας από καιρού εις καιρόν. Η προτεινόμενη «ψηφιακή διακυβέρνηση» έχει να κάνει με την υιοθέτηση μίας εμπορικής πρακτικής και φιλοσοφίας από τον μηχανισμό της δημόσιας διοίκησης για τις σχέσεις του με τους πολίτες.
Στο όνομα της αποτελεσματικότητας και της ταχύτητας της κρατικής δράσης αλλά και της συμπόρευσης με τις νέες τεχνολογικές εξελίξεις. Αρχές που, κατά διαβολική σύμπτωση, αποτελούν μέρος της πολιτικής πρότασης των απανταχού εκσυγχρονιστών, υπέρμαχων ή και διαχειριστών της παγκοσμιοποίησης. Η αποτελεσματική άσκηση της «ψηφιακής διακυβέρνησης», σύμφωνα με τις αντιλήψεις που επικρατούν, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, βασίζεται στην αμφίδρομη σχέση με τους υπολογιστές που πρέπει να αναπτυχθεί και να ενισχυθεί μεταξύ των πολιτών και της δημόσιας διοίκησης. Οπως και να το κάνουμε, ο όρος «δημόσια διοίκηση» δεν μεταφέρει τη φόρτιση που έχει ο όρος «κρατική μηχανή». Και δεν χρειάζεται να έχει διαβάσει κανείς Οργουελ, Κάφκα ή Κέστλερ για να αντιληφθεί το βάρος της «κρατικής μηχανής».
Η εποχή των νέων τεχνολογιών που ανέτρεψε την έννοια των συνόρων σε προσωπικό, περιφερειακό, εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο δίδαξε στην «κρατική μηχανή» κάτι πολύ σπουδαίο. Την αναγκαιότητα της ύπαρξης του ομφάλιου λώρου. Αυτός ο λώρος, που κόβεται με τη γέννησή μας, τώρα πια επαναδημιουργείται μέσω των υπολογιστών με το κράτος.
Τη «μεγάλη μητέρα» που θα μπορεί να βοηθά, να συμβουλεύει, να προσανατολίζει, να καθοδηγεί, να ενημερώνει και να ελέγχει τα «παιδιά» της. Κυρίως να ελέγχει. Τους χώρους του e-commerce (ηλεκτρονικού εμπορίου), e-learning (ηλεκτρονική μάθηση), e-communication (ηλεκτρονική επικοινωνία), e-governance (ηλεκτρονική διακυβέρνηση). Και όλα τα e- κάτι. Εκτός από τον χώρο των e-rights (ηλεκτρονικών δικαιωμάτων). Ο δρόμος από το μηδέν, στο Habeas Corpus, το θεμέλιο των σύγχρονων δημοκρατιών που διασφαλίζει τα δικαιώματα του ατόμου, ήταν μακρύς. Ο δρόμος από το Habeas Corpus στο Habeas Data δεν έχει ανοίξει ακόμα με ευθύνη του κράτους. Και μέχρι να ολοκληρωθεί, εγώ θα είμαι πάντα με το μέρος των χάκερς.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.






