Παλαιότερες

Λίγη αφρόντιστη αμηχανία... (Sportday / Αντώνης Καρπετόπουλος)

Το ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο (Karpetshow@yahoo.gr) γέμισε χθες από παρακλήσεις για να αφήσουμε τον Οτο Ρεχάγκελ ήσυχο, από επισημάνσεις ότι η Εθνική έκλεισε στόματα κάνοντας επαγγελματικά τη δουλειά της, από υποδείξεις ότι αν πρέπει να ασχοληθούμε με κάτι, αυτό είναι η αμέλεια των ανθρώπων που ευθύνονται για την έλλειψη προσωπικού για να καθαρίσει το Καραϊσκάκη από τα νερά, αλλά και από κείμενα συμπαράστασης για την επίθεση του Γερμανού στην κατηγορία! Ολα αυτά μου δημιούργησαν την ανάγκη να γράψω δυο κουβέντες πέρα από την επικαιρότητα.

Οι οργανωμένοι οπαδοί, οι σκληροί υποστηρικτές μιας κάποιας ιδέας, οι παράγοντες των ομάδων (ευτυχώς, όχι όλοι) και οι οπαδοί του εαυτού τους πρωταγωνιστές έχουν μια ξεκάθαρη άποψη για τους δημοσιογράφους: τους θεωρούν έγκυρους όταν οι απόψεις τους συντάσσονται με τις δικές τους και άσχετους και κακούς όταν δεν συμφωνούν με αυτές. Αυτό το κοινό περιμένει κολακεία. Αν δεν το κολακεύεις, είσαι εχθρός (μπορεί να είσαι τσάτσος της διοίκησης ή ενοχλητικά αντιπολιτευόμενος. Ο,τι και να 'σαι, είσαι αντίπαλος). Οποιος με αυτού του τύπου το ακροατήριο θέλει να τα έχει καλά, δεν έχει παρά να μαντεύει τι θέλει να ακούσει. Από εκεί κι έπειτα το ικανοποιεί, όπως περίπου οι ιερόδουλες τον πελάτη τους: μια δουλειά είναι. Την κάνεις, πληρώνεσαι κι ας περάσει ο επόμενος.

Κολακεύει

Υπάρχει κι ένα άλλο μέρος του κοινού, αρκετά μεγαλύτερο, που αντιλαμβάνεται την αθλητικογραφία ως χορό αρχαίας τραγωδίας ή σαν τις μοιρολογήτρες στα μνημόσυνα. Αυτοί θέλουν «να βγεις και να τα λες», φτάνει ό,τι λες να είναι επικριτικό και μάλιστα σταθερά επιθετικό. Αν μια φορά στη ζωή σου γράψεις ότι ο Κόκκαλης, για παράδειγμα, κάνει λάθος, πρέπει κάθε φορά να γράφεις ότι ο Κόκκαλης κάνει λάθη. Αν έχεις πει ότι ο Ντέμης έσφαλε, πρέπει συνεχώς να τον λοιδορείς. Αυτό το κοινό μπερδεύει λίγο την αθλητικογραφία με τους ρεπόρτερ του Ευαγγελάτου ή του Μάκη του Τριανταφυλλόπουλου: ξεχνάει, για παράδειγμα, ότι στον αθλητισμό καθετί τι απόλυτο είναι αφελές. Είναι αδύνατον να του δώσεις να καταλάβει ότι κάτι που σήμερα είναι πρέπον, αύριο μπορεί να είναι ξεπερασμένο. Και είναι αρκετά δύσκολο να του εξηγήσεις ότι οι άνθρωποι δεν είναι καλοί και κακοί, αλλά ότι έχουν καλές και κακές στιγμές. Αυτό το κοινό απογοητεύεται, θυμώνει, απαιτεί, αλλά και κολακεύει: όταν είσαι ο ήρωας ενός τέτοιου κοινού, είσαι χωρίς αμφιβολία ένας αγαπημένος ήρωας. Μόνο που δεν κάνεις τη δουλειά σου σωστά.

Κοινό

Οταν πριν από δύο χρόνια ο Χελάκης μού πρωτομίλησε για τη «SportDay», αναρωτιόμουν ειλικρινά αν υπάρχει κοινό για μια νέα εφημερίδα. Δεν σκεφτόμουν τον αριθμό των αναγνωστών, αλλά το είδος τους. Σήμερα μπορώ να πω με σιγουριά ότι αυτή η εφημερίδα, με τις διαστάσεις των απόψεων που χαρακτηρίζουν τους συντάκτες της, κατάφερε να δημιουργήσει ένα κοινό υποψιασμένων ανθρώπων, οι οποίοι δεν έχουν πρόβλημα να βρίσκονται ακόμα και σε καθημερινή κόντρα μαζί της! Παραδόξως η εφημερίδα όντως ανήκει στους αναγνώστες της. Οχι επειδή κολακεύει την άποψή τους ή επειδή θέλει να εκφράζει μαχητικά την απαίτησή τους, αλλά διότι διατηρεί ένα στοιχείο έκπληξης που την κάνει μη προβλέψιμη: η στάση των αναγνωστών στην περίπτωση του Ρεχάγκελ δείχνει ότι αρκετοί από αυτούς έχουν μια στάση ενεργητικής διαφωνίας απέναντι στην εφημερίδα τους! Ο,τι κι αν λένε (από το «συμφωνώ» μέχρι το «αφήστε τον ήσυχο»), αναφέρεται με μια διάθεση σεβασμού απέναντι στην άποψη του δημοσιογράφου: δεν υπάρχουν ούτε πολλά «μπράβο» ούτε απαιτήσεις απολογίας. Υπάρχει μόνο μία ανάγκη για τοποθετήσεις που να έχουν μια κεντρική ιδέα. Ακόμα και όσοι δηλώνουν θαυμαστές του Γερμανού, γράφουν τη θέση τους ρωτώντας «τι θα πείτε στη συνέχεια;», χωρίς όμως αυτή η απορία να έχει τίποτα το επικριτικό. Εχει μόνο μια δόση αγωνίας, τίποτε άλλο.

Θόρυβος

Αυτό που κάνω είναι ένα μεγάλο κομπλιμέντο τόσο στους αναγνώστες της εφημερίδας όσο και στους συντελεστές της. Και νομίζω ότι μια στις τόσες επιτρέπεται: διαπιστώνω με χαρά ότι ο επικοινωνιακός θόρυβος που προκαλεί η «SportDay» είναι τόσο αποτελεσματικός, ώστε φτάνει να τσιγκλάει και τους ίδιους τους αναγνώστες της! Διαβάζω τα mail που έχετε στείλει για τον Ρεχάγκελ και διαπιστώνω ότι πολλά από αυτά αφορούν τον Χελάκη, τον Πανούτσο, τον Σωτηρακόπουλο, τον Σπυρόπουλο, τον Σαμπράκο, τον Τσόχο, φυσικά κι εμένα. Μόνο που σε όλα ο Ρεχάγκελ είναι το πρόσχημα: η ανάγκη είναι η επικοινωνία και ό,τι αυτή συνεπάγεται: δηλαδή συμφωνία, σύσταση, διαφωνία, ταύτιση, αντίρρηση, κ.λπ.

Θυμός

Ήθελα να απαντήσω σε όλους ότι στην πραγματικότητα ο θυμός του Γερμανού με τους δημοσιογράφους είναι μια ακόμα από εκείνες τις ιστορίες που δίνουν μεγάλη βαρύτητα στο «τίποτα». Ούτε ο Ρεχάγκελ θα αλλάξει τις συνήθειες που μια ολόκληρη ζωή κουβαλάει ούτε οι δημοσιογράφοι θα σταματήσουν να του κάνουν κριτική. Σε τελική ανάλυση, η ιστορία δεν βγάζει πουθενά, αφού οι ρόλοι των πρωταγωνιστών δεν πρέπει -και δεν χρειάζεται- να βρουν ποτέ κανένα απολύτως σημείο επαφής. Ηθελα επίσης να καταθέσω την απορία πώς στην Ελλάδα, ενώ όλοι ασχολούνται με τους δημοσιογράφους, κανείς δεν κάνει μια σοβαρή προσπάθεια για σωστή επικοινωνία; Και πώς γίνεται, αν κάτι εκτιμάς ότι είναι πρόβλημα, δηλαδή η κακή επικοινωνία, να μην προσπαθείς να το λύσεις, παρά καταφεύγεις σε κουτές επιλογές όπως είναι οι θυμοί, οι συστάσεις, οι μαγκιές, οι καταγγελίες (κινήσεις που προκαλούν τελικά μεγαλύτερη ένταση). Ομως όλα αυτά μπορούμε να τα πούμε κι άλλες στιγμές, θα είναι πάντα επίκαιρα.

Αμφιβολίες

Μια φορά επιτρέψτε μου κι εμένα ένα αφρόντιστο κείμενο αμηχανίας με θέμα εσάς που με διαβάζετε και μου γράφετε και που γίνατε ξαφνικά πολλοί, μα πάρα πολλοί. Για κάποιον που κάνει αυτή τη δουλειά με ουκ ολίγες αμφιβολίες για τη χρησιμότητά της, τα γράμματά σας (επικριτικά ή όχι) αποτελούν ένα είδος ικανοποίησης...

Τέλειος, αλλά...

Η θεωρία του χάους, η οποία προκύπτει νομοτελειακά συνακολουθώντας την τελειότητα, βρήκε δυστυχώς εφαρμογή και στην πίστα της Σουζούκα την Κυριακή το πρωί. Η μονομαχία του Σουμάχερ με τον Αλόνσο, την οποία περίμεναν με ανυπομονησία οι φίλοι των μηχανοκίνητων, δεν έγινε ποτέ κι ας ήταν νικητής του γκραν πρι και ουσιαστικά παγκόσμιος πρωταθλητής ο Ισπανός. Για να γίνει μια μονομαχία, πρέπει να υπάρξει ένας που να προκαλεί και ένας που να δέχεται την πρόκληση: στην προκειμένη περίπτωση ο Αλόνσο κέρδισε χωρίς ούτε καν να δει τον Γερμανό, ο οποίος μόνος του έτρεξε και μόνος του έχασε έναν τίτλο που 17 μόλις γύρους πριν από τον τερματισμό έμοιαζε σίγουρος. Ο «Σούμι» πέρασε τον Μάσα, ο οποίος έκανε στην άκρη, και οδήγησε υποδειγματικά: τα πιτ στοπ του έγιναν την κατάλληλη στιγμή, η διαφορά που «έχτισε» από τον αντίπαλό του ήταν τεράστια, η απόσταση από τον τελικό θρίαμβο μειωνόταν από γύρο σε γύρο και το μόνο που συνόδευε την κούρσα του ήταν τα θριαμβευτικά «όλε, όλε» της μοίρας. Και πάνω στο καλύτερο, λίγο πριν από την τελική αποθέωση, ο κινητήρας της Ferrari τον πρόδωσε: η οδήγηση και η στρατηγική του υπήρξαν τόσο τέλειες, που το επόμενο βήμα ήταν μοιραία το χάος: μια ανεξήγητη βλάβη έβαλε τέλος στο αριστούργημα που προετοίμασε ειδικά φέτος, προσέχοντας ακόμα και τις πιο μικρές λεπτομέρειες.

Ο Αλόνσο είναι ένας άξιος παγκόσμιος πρωταθλητής και δεν κινδυνεύει από τίποτα στο τελευταίο γκραν πρι: αντίθετα από τον περφεξιονιστή «Σούμι», δεν έχει ακόμα προκαλέσει κανέναν Θεό –κερδίζει διότι έχει το καλύτερο αυτοκίνητο και διότι ξέρει να το εκμεταλλεύεται χωρίς υπέρμετρα ρίσκα. Στον Σουμάχερ η γοητευτική Ferrari θύμισε ότι αυτή είναι η πρωταγωνίστρια: ο τελικός θρίαμβος θα ανήκε προσωπικά σε αυτόν –το αυτοκίνητο τον πρόδωσε, διότι ξαφνικά έπαψε να είναι αυτό το πιο σημαντικό, όπως επιβάλλεται στα γκραν πρι.

Εντυπωσιακή πάντως ήταν η σκηνή του τέλους. Ο Σουμάχερ βγήκε από το αμάξι, περπάτησε μέχρι τα μποξ, αγκάλιασε ως αξιωματικός τους μηχανικούς του, τους παρηγόρησε, έφυγε σαν κύριος με το κεφάλι ψηλά, ψύχραιμα. Κι ας έβραζε μέσα του. Είναι υπέροχο να κερδίζεις όμως. Ο πραγματικός πρωταθλητής φαίνεται όταν διαχειρίζεται σωστά τη στιγμή της ήττας: με περηφάνια και χωρίς την παραμικρή προκατάληψη.


Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x