Παλαιότερες

Η ανταγωνιστικότητα της Πρέμιερσιπ και η Τσέλσι (Sportday / Χρίστος Χαραλαμπόπουλος)

Μετά τη δυναμική και απίστευτη, σε σημείο παραλογισμού, είσοδο του Αμπράμοβιτς στη μεταγραφική αγορά και την παρουσία του Μουρίνιο στον πάγκο της Τσέλσι, πολλοί αναρωτήθηκαν για την επίπτωση που μπορεί να έχει η δημιουργία μιας τέτοιας ομάδας στην ανταγωνιστικότητα της Πρέμιερσιπ. Οι φόβοι ότι το αγγλικό πρωτάθλημα θα γινόταν υπόθεση μιας μόνο ομάδας ενδυναμώθηκαν μετά την περσινή κούρσα της Τσέλσι, η οποία συγκέντρωσε τους περισσότερους βαθμούς από κάθε άλλη φορά. Παράλληλα έμοιαζε να έχει μεγαλώσει την απόσταση από τους δύο βασικούς της ανταγωνιστές, την Αρσεναλ και τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, οι οποίες δεν έδειχναν ικανές να την ανταγωνιστούν στο οικονομικό πεδίο.

Η Μάντσεστερ είχε να τακτοποιήσει την αποπληρωμή του χρέους που δημιούργησε ο Γκλέιζερ για να την αγοράσει, ενώ η Αρσεναλ έχει κάνει τα μεγάλα οικονομικά ανοίγματα για να μπει στο σύγχρονο «Emirates Stadium». Θα πρέπει, πάντως, να παρατηρήσουμε ότι και πριν από την εμφάνιση του Αμπράμοβιτς η ανταγωνιστικότητα της Πρέμιερσιπ δεν ήταν υψηλή, τουλάχιστον για το πρωτάθλημα, αφού από το 1996 μέχρι και το 2004 το παιχνίδι ήταν φτιαγμένο στα μέτρα δύο ομάδων μόνο. Της Αρσεναλ και της Μάντσεστερ. Η εικόνα του φετινού πρωταθλήματος και της δυναμικότητας της Τσέλσι δεν είναι η ίδια με πέρυσι, τουλάχιστον μέχρι τώρα.

Φαίνεται ότι η αλλαγή του αγωνιστικού συστήματος της ομάδας που ήθελε να κάνει ο Μουρίνιο για να χωρέσουν ο Μπάλακ και ο Σεβτσένκο δεν λειτουργεί. Ο Μπάλακ δεν έχει δώσει κάτι διαφορετικό, κάτι περισσότερο στην ομάδα, ενώ ο Σεβτσένκο ακόμα δεν έχει προσαρμοστεί. Συμπληρώστε και την απουσία του Τσεχ, ο οποίος μετά τον σοβαρό τραυματισμό του θα μείνει τουλάχιστον τρεις μήνες εκτός γηπέδων, και έχετε μια εικόνα που είναι κάπως θολή. Βέβαια, το ξαναγράφω, μπορεί ακόμα να είναι νωρίς και ο Μουρίνιο να έχει κάνει τον προγραμματισμό του. Η εντύπωση που δίνει η φετινή Πρέμιερσιπ είναι ότι δεν πρόκειται να παρακολουθήσουμε ένα έργο με μόνο έναν πρωταγωνιστή και πολλούς κομπάρσους.

Η Μάντσεστερ έκανε πολύ δυνατό ξεκίνημα φέτος και συνεχίζει να βρίσκεται στην κορυφή, ενώ η Αρσεναλ ξεπερνάει το σοκ της προσαρμογής και ανεβαίνει σιγά σιγά, με αποτέλεσμα η Τσέλσι να μην μπορεί να ξεφύγει. Αυτό το γεγονός, αν αποτελέσει κατάσταση με μόνιμα χαρακτηριστικά, θα κάνει ιδιαίτερα ανταγωνιστική την Πρέμιερσιπ φέτος. Πολλοί, εντούτοις, υποστηρίζουν ότι η υπεροχή της Τσέλσι θα κάνει καλό στην ανταγωνιστικότητα του αγγλικού πρωταθλήματος, αφού κανείς δεν μπορεί να «αγοράσει» την επιτυχία στο ποδόσφαιρο. Η επιτυχία της Τσέλσι θα ανάγκαζε τους άλλους να βελτιωθούν και εν μέρει όσοι υποστηρίζουν αυτή την άποψη έχουν δίκιο. Παρά την οικονομική στενότητα, τόσο η Γιουνάιτεντ όσο και η Αρσεναλ έκαναν μεταγραφές και, απ' ό,τι φαίνεται, θα δραστηριοποιηθούν στη μεταγραφική περίοδο του Γενάρη.

Η ομάδα του Μουρίνιο μπορεί να έχει τη δυνατότητα να ξοδέψει, ας πούμε, 30 εκατομμύρια ευρώ για έναν ποδοσφαιριστή, δυνατότητα που ίσως δεν έχουν οι ανταγωνιστές της, οι οποίοι όμως για να καλύψουν αυτό το χάντικαπ θα πρέπει να βελτιώσουν το σκάουτινγκ, οι προπονητές να αναπροσαρμόσουν τις τακτικές τους και να προσπαθήσουν έναν ποδοσφαιριστή των 10 εκατομμυρίων να τον κάνουν ποδοσφαιριστή των 30, να τον βελτιώσουν δηλαδή. Είναι σημαντικό να αναγνωρίσει κάποιος και τη συνεισφορά του Μουρίνιο στο κτίσιμο της ομάδας και τη βελτίωση κάποιων ποδοσφαιριστών, όπως ο Τέρι και ο Κόουλ. Στο ποδόσφαιρο δεν αρκεί να αγοράζεις έναν ποδοσφαιριστή με δυνατότητες. Πρέπει να φροντίζεις αυτές τις δυνατότητες να τις επεκτείνεις. Να κάνεις τον ποδοσφαιριστή σου –την επένδυσή σου– αποδοτικότερο.

Σε ό,τι αφορά την ανταγωνιστικότητα του αγγλικού πρωταθλήματος και την επίδραση της Τσέλσι σε αυτήν, υπάρχει κι άλλη άποψη. Μία άποψη που υποστηρίζει ότι η οικονομική υπεροχή της Τσέλσι θα οδηγήσει στη μείωση του ενδιαφέροντος. Οι υπέρμαχοι αυτής της άποψης θεωρούν ότι η κυριαρχία της Τσέλσι είναι τελείως διαφορετική υπόθεση από τη διπλή κυριαρχία της Μάντσεστερ και της Αρσεναλ και παλιότερα της Λίβερπουλ. Αυτές οι ομάδες βασίστηκαν περισσότερο στα φυτώριά τους, το σκάουτινγκ και τους προπονητές τους, παρά στα χρήματα. Η Τσέλσι, γι’ αυτούς, ασκεί μια καταστροφική επίδραση στο αγγλικό ποδόσφαιρο. Η ομάδα του Μουρίνιο έχει τη δυνατότητα να ξοδέψει 20 και 30 εκατομμύρια για έναν ποδοσφαιριστή που θα μπορούσε να αγωνίζεται βασικός σε οποιαδήποτε ομάδα της Πρέμιερσιπ κι όμως στην Τσέλσι μπορεί να κάθεται στον πάγκο ή να βρίσκεται εκτός αποστολής.

Ετσι όμως ο ποδοσφαιριστής, ιδίως αν είναι μικρός σε ηλικία, καταστρέφεται και αν πρόκειται για γηγενή ποδοσφαιριστή, αυτό σημαίνει ζημιά για το αγγλικό ποδόσφαιρο, γενικότερα. Η ομάδα που, όπως η Τσέλσι, βασίζεται στο πορτοφόλι του ιδιοκτήτη της καλλιεργεί και μια αντίληψη με βάση την οποία όλα αγοράζονται. Μια αντίληψη που σκοτώνει το οποιοδήποτε αθλητικό ήθος. Οι ομάδες που μπορούν να την ανταγωνιστούν θα αναγκαστούν να κάνουν οικονομικά ανοίγματα που –μακροπρόθεσμα– θα τους κοστίσουν πολύ ακριβά, αφού δεν γίνεται κάποιες ομάδες να λειτουργούν με βάση τον ισολογισμό εσόδων–εξόδων και κάποιες άλλες να αδιαφορούν για τον οικονομικό ορθολογισμό. Πρέπει να σημειώσω ότι όλοι όσοι εκτιμούν ότι η συμπεριφορά του ιδιοκτήτη της Τσέλσι κάνει κακό στην ανταγωνιστικότητα του αγγλικού πρωταθλήματος, δεν υποστηρίζουν ότι η Τσέλσι είναι κακή ομάδα. Το αντίθετο. Όμως, ο προβληματισμός τους επικεντρώνεται σε αυτό ακριβώς. Τι θεωρείται ομάδα σήμερα; Και ποια είναι ή θα πρέπει να είναι τα χαρακτηριστικά της; Και ο κόσμος; Τι ρόλο παίζει σε όλα αυτά; Του απλού καταναλωτή μόνο;

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x